Top menu

Λέσχη ανάγνωσης Ιανουαρίου: 7 + 1 βιβλία

lag261.jpg
Η συντακτική ομάδα του περιοδικού Vakxikon.gr προτείνει στη Λέσχη ανάγνωσης Ιανουαρίου, τα παρακάτω βιβλία: 

1-_papagiannispollock.jpg
Πάντα ο διάβολος, μυθιστόρημα, Donald Ray Pollock, μτφρ. Βάσια Τζανακάρη, εκδόσεις Μεταίχμιο 2014Αγοράστε το βιβλίο

 

Ένα γρήγορο, ζωντανό, εφιαλτικό θρίλερ, που θα ικανοποιήσει τον αναγνώστη, όμως πατάει σε ήδη ανοιγμένα μονοπάτια.
«Αν οι αδελφοί Κοέν θέλουν να κερδίσουν ένα ακόμη Όσκαρ, ας αγοράσουν τα δικαιώματα για την κινηματογραφική μεταφορά αυτού του βιβλίου», γράφει ο κριτικός της Herald, όπως αναγράφεται στο εξώφυλλο. Προφανώς η αναφορά γίνεται για το βιβλίο Καμιά πατρίδα για τους μελλοθάνατους του Κόρμακ ΜακΚάρθυ, το οποίο ακολούθησαν πιστά οι δίδυμοι σκηνοθέτες και  βραβεύτηκαν.  Ο κριτικός είναι αποκαλυπτικός, διότι, το The devil all the time, όπως είναι ο πρωτότυπος τίτλος, είναι ένα άγριο, βίαιο, ακραίο μυθιστόρημα, που αναστατώνει τον αναγνώστη, θυμίζει όμως πάρα πολύ το έργο του Κόρμακ ΜακΚάρθυ, σε βαθμό που φαίνεται ότι αυτό το έργο υπήρξε ο οδηγός του.
Ποιος όμως είναι ο διάβολος και γιατί «all the time»; Το μυθιστόρημα είναι μία συλλογή διαβολικών χαρακτήρων. Ένα ζευγάρι serial killer, που ο άνδρας φωτογραφίζει τα θύματα σε ερωτικές περιπτύξεις με τη γυναίκα του πριν σκοτώσει. Ένας παιδεραστής ιερωμένος που συνευρίσκεται με μικρά κοριτσάκια κι όταν ένα από αυτά μένει έγκυος, το οδηγεί στην αυτοκτονία. Ένας διεφθαρμένος σερίφης. Και ο πατέρας του κεντρικού ήρωα, του Άρβιν, ο οποίος θυσιάζει ζώα για να σώσει την καρκινοπαθή μητέρα του κι όταν δεν έρχεται το ποθούμενο αποτέλεσμα, θυσιάζει και ανθρώπους.
Όπως και στο «καμιά πατρίδα για τους μελλοθάνατους», ο κεντρικός ήρωας αναλαμβάνει ρόλο Θεού κι αρχίζει να εκκαθαρίζει. Μόνο που, σε αντίθεση με το έργο του ΜακΚάρθυ, όπου, πιο σοφά, ο «θεός» είναι τυφλός κι απρόβλεπτος κι ο θάνατος ή η ζωή είναι θέμα τύχης, στο βιβλίο του Pollock ο «θεός» - Άρβιν είναι δίκαιος, αφού κανένας δεν σκοτώνεται χωρίς να το αξίζει. Έτσι όμως, η μυθιστορία χάνει την προοπτική της, καθώς, ίσως, το έργο του ΜακΚάρθυ και των αδελφών Κοέν στηρίζει τη δύναμή του σε αυτήν ακριβώς τη χαοτική φύση του θεού, στην υπέρτατη, άδικη, τυφλή ισχύ του. Στο Πάντα ο διάβολος, όπου αφαιρείται αυτό το στοιχείο, μένει μόνο η βία, η οποία μάλιστα στο τέλος τιμωρείται από την ίδια τη βία και η θέση του μυθιστορήματος είναι λιγότερο βαθιά. Κατά τη γνώμη μου, εάν οι αδελφοί Κοέν δεν αγοράσουν τα δικαιώματα, θα αποδείξουν την σοφία τους ως σκηνοθέτες.
Το βιβλίο είναι σχεδιασμένο να είναι εφιαλτικό και είναι. Ο συγγραφέας μοιάζει να έχει σοφιστεί και να έχει συνδυάσει όλες τις εκδοχές του «κακού», όλες τις μορφές του εφιάλτη. Θυμίζει τον Τζιμ Τόμσον, όμως εκεί ο ζόφος βγαίνει μέσα από την ατμόσφαιρα και την ίδια τη γλώσσα, ενώ εδώ προκύπτει από τα γεγονότα. Η μετάφραση της Βάσιας Τζανακάρη δίνει πνοή στο κείμενο, αλλά βέβαια γλωσσικά το μυθιστόρημα είναι σχεδιασμένο επάνω στα πρότυπα του Αμερικάνικου αστυνομικού, χωρίς ιδιαίτερες πρωτοτυπίες. Δεν μπορούμε να μην δικαιώσουμε τον Pollock γι’ αυτήν την επιλογή. Ο Τζιμ Τόμσον πέθανε στη ψάθα, τον θεωρούσαν «σκουπίδι» και μόνον τελευταίως, χρόνια μετά το θάνατό του, τον πρόσεξαν ξανά. Ο σύγχρονος συγγραφέας που θέλει να κάνει επιτυχία, πρέπει να γράψει με τρόπο φιλικό προς τον αναγνώστη, μέσα σε κάποια πλαίσια και τυποποιήσεις. Και ο Pollock είναι κάτι περισσότερο από επιτυχημένος. Πέντε διεθνείς διακρίσεις και το βιβλίο μεταφράστηκε σε πολλές γλώσσες. Και μέχρι το 2005, ο συγγραφέας ήταν εργάτης σε βιομηχανία.

Γιάννης Παπαγιάννης

 

2_-_poulakoskefalas.jpg
Γλυκό κυδώνι, μυθιστόρημα, Αλέξανδρος Κεφαλάς, εκδόσεις Τσουκάτου 2013

 

 

Μια ιστορία που φέρνει την γλυκιά νοσταλγία της μικρασιατικής ζωής και ένα μυθιστόρημα που μας ταξιδεύει στις αρχές του 20ου αιώνα, σε ένα κλίμα και ένα περιβάλλον αλλοτινά περασμένο μα πότε λησμονημένο. Μέσα από την μυθοπλασία του Αλέξανδρου Κεφαλά, με τις παιδικές μνήμες και τις οικογενειακές θύμησες μες σε ένα πλαίσιο ξέγνοιαστα όμορφο και συνάμα σκληρά δύσκολο -εν μέσω πολέμων δηλαδή-, ψυχαγωγούμαστε διαμέσου της Ιστορίας μαθαίνοντας ξανά και ξανά παράλληλα τις ρίζες μας.
Η Κατίνα, η Δήμητρα κι ο Βάγγος είναι τα παιδιά της εύπορης οικογένειας Δαδιώτη. Μεγαλώνουν ξέγνοιαστα στην όμορφη πόλη των Κυδωνιών, απέναντι από τις ακτές της Μυτιλήνης στα παράλια της αρχαίας Αιολίδας, στην αυγή του εικοστού αιώνα. Η ζωή τους ακολουθεί την ήρεμη ρότα μιας γλυκιάς καθημερινότητας. Ώσπου όλα αλλάζουν. Οι Βαλκανικοί πόλεμοι και ο Πρώτος Παγκόσμιος θα κλυδωνίσουν την όμορφη πολιτεία και μαζί τη ζωή τους.
Οι ελπίδες της απελευθέρωσης και ο ξεριζωμός θα χαραχθούν βαθιά μέσα στις παιδικές τους καρδιές και το παράπονο των χαμένων πατρίδων θα τους ακολουθεί μέχρι τα βαθιά γεράματα. Ένα οικογενειακό, ιστορικό μυθιστόρημα που μας σεργιανίζει στα σοκάκια του Αϊβαλιού μέσα από την οπτική μιας οικογένειας που παρασύρθηκε από τη δίνη των γεγονότων που οδήγησαν στην αιματηρή μικρασιατική καταστροφή. Ένα ταξίδι στις Κυδωνίες, την Πόλη και τη Μυτιλήνη των αρχών του εικοστού αιώνα, στα ήθη και τα έθιμα μιας όχι και τόσο μακρινής εποχής.
Να σημειώσουμε τέλος, ότι ο Αλέξανδρος Κεφαλάς είναι ένας έμπειρος μυθιστοριογράφος, όπου μέσα από τις σελίδες των βιβλίων του, το πιο χθαμαλό της ζωής φαίνεται -και είναι πολλές φορές- σπουδαίο. Οι δε εκδόσεις Τσουκάτου που αγκάλιασαν τη συγκεκριμένη ιστορία έχουν παράδοση σε βιβλία και εκδόσεις με άρωμα Κωνσταντινούπολης και γεύση Μικρασίας.

Αλεξία Νταμπίκη

 

3_-_papagiannischouliaras.jpg
Μικρές ιστορίες για πριν τον ύπνο, διηγήματα, Βασίλης Χουλιαράς, εκδόσεις Γαβριηλίδης 2012

 

Ευχάριστη έκπληξη περιμένει τον αναγνώστη που θα καταπιαστεί με αυτό το μικρό βιβλίο, καθώς ο 40χρονος συγγραφέας, στην πρώτη του αυτή συλλογή διηγημάτων, αποφεύγει το καθιερωμένο και το κοινότοπο κι εμπιστεύεται περισσότερο τον προσωπικό συγγραφικό του κόσμο και λιγότερο την τυποποιημένη φόρμα επάνω στην οποία γράφουν σχεδόν όλοι οι σύγχρονοι διηγηματογράφοι.
Οι καφκικές καταβολές του δεν οδηγούν κατ’ ανάγκη σε ζοφερή ατμόσφαιρα, αφού ο στόχος της διηγηματογραφίας μοιάζει να είναι ειρηνικότερα φιλοσοφικός και τείνει μάλλον να οδηγήσει τον αναγνώστη σε σκέψεις επί συγκεκριμένων θεμάτων παρά να παρουσιάσει μία φοβική, πέραν ερμηνειών, εικόνα.  Ο Βασίλης Χουλιάρας ωστόσο δεν κάνει το λάθος να τοποθετηθεί «ιδεολογικά» ή να οδηγηθεί σε ίσως άστοχες φιλοσοφικές φλυαρίες. Οι πολύ σύντομες ιστορίες που καταθέτει, δωρικές, χωρίς φιλολογικά στολίδια, ενεργοποιούν τη σκέψη του αναγνώστη χωρίς να οδηγούν σε συμπεράσματα.
Η γλωσσική λιτότητα βοηθάει σε αυτόν ακριβώς τον στόχο, που φαίνεται συνειδητός από την πλευρά του συγγραφέα, να οδηγήσει τον αναγνώστη στην εξαγωγή κάποιας δικιάς του «θέσης». Χαρακτηριστικό το «ένα έθιμο», από τα καλύτερα διηγήματα της συλλογής και σίγουρα εκείνο που μένει περισσότερο στη μνήμη όταν τελειώσει το βιβλίο. Εκεί ο Βασίλης Χουλιάρας παρουσιάζει ως αφηγηματικό άξονα το, φανταστικό υποθέτω, έθιμο μιας πόλης, όπου τα μνήματα των κατοίκων κατασκευάζονται μόλις γεννηθεί ο άνθρωπος, ενώ καταστρέφονται όταν πεθαίνει.

Γιάννης Παπαγιάννης

 

4_-_takolaspapadopetrou.png
Κατεργασμένα όνειρα, διηγήματα, Λίλη Παπαδοπέτρου, εκδόσεις iWrite 2014

 

Πρόκειται για μια πρωτότυπη συλλογή αφηγημάτων, προϊόν μιας σύνθετης παιδείας στα παιδαγωγικά και την ψυχολογία. «Εμπνευσμένα από την ψυχοθεραπεία» τα ονομάζει η δημιουργός, η οποία κινείται με άνεση ανάμεσα στο ψυχολογικό - φανταστικό και στο πραγματικό.  Η εκπαιδευτική της διάσταση της φανερώνεται στη ροπή της προς το παραμύθι και το όνειρο, άλλον ένα κωδικό τρόπο να υπερφαλαγγίζουμε την πραγματικότητα, να μιλούμε γι’ αυτή χωρίς να το δηλώνουμε.   Το βιβλίο αποτελείται από 2 μέρη:
Τις Δυαδικές Ιστορίες, όπου το μοτίβο των διηγημάτων είναι δυαδικό, δηλαδή εμπλέκει 2 πρόσωπα, όπου το ένα δρα και το άλλο αντιδρά και τανάπαλιν. Κάθε άτομο λειτουργεί ως καθρέφτης για το άλλο. Και αφού οι αντανακλάσεις δεν είναι πάντα αξιόπιστες, εδώ εμφιλοχωρούν παρανοήσεις, ψευδαισθήσεις και στρεβλώσεις.
Και Τα Κατεργασμένα Όνειρα, μια λογοτεχνική επέκταση πραγματικών ονείρων. Τα όνειρα είναι γνωστό, πως μιλάνε καλύτερα τη γλώσσα της ψυχής και αποκωδικοποιούνται με την ψυχανάλυση και τα σύμβολα.
Τα 15 διηγήματα προέρχονται από τον εσωτερικό κόσμο της ψυχής. Στους ήρωες του βιβλίου δεν δίνεται έμφαση στη δράση - το υπάρχω του ανθρώπινου όντος, μα στις περιπέτειες του νου και του εσώκοσμου. Με μια συνοπτική φράση ένας ήρωας διηγήματος, ο Νικόδημος, δηλώνει πως ξεκίνησε να μας αφηγηθεί τη ζωή του και μας αφηγήθηκε την πορεία της ψυχής του.
Το φιλοσοφικό concept του βιβλίου αρχίζει από τον πρόλογο, πως «…η ζωή κυλά σε ένα τοπίο αμοιβαίων αντικατοπτρισμών, όπου το άτομο αυτοσυνειδητοποιείται ως κατοπτρικό ον των άλλων και ότι οι άνθρωποι καθορίζονται από τις σχέσεις τους. Ο θεραπευτής – ψυχαναλυτής πολλές φορές υποκαθιστά τα ελλείποντα πρόσωπα μάνα, πατέρα, φίλο. Έτσι ο θεραπευτής καλείται να θεραπεύσει το σύνηθες αυτό τραύμα: Την απουσία, την έλλειψη». Οι άνθρωποι κινούνται στη ζωή μέσα σε ένα κόσμο διασταυρούμενων μηνυμάτων αλήθειας και παρανοήσεων, εντυπώσεων και συναισθήσεων.
Στοιχεία που διακρίνουν το βιβλίο:
Το παράξενο: Ποιος μπορεί να σφυρίζει σε μια κοπέλα φλερτάροντας οποιαδήποτε ώρα του 24ώρου, Ποιοι μπορεί να κρύβονται μέσα στο τζάκι; Πώς ένα καράβι γίνεται παγόβουνο ή το αντίθετο;
Το παράλογο: Το παράλογο, (οι μάγοι, τα μηχανικά πουλιά, οι αιωρήσεις ατόμων στον αέρα) δεν φοβίζει τη συγγραφέα, γίνεται δεκτό, μέρος της πραγματικότητας αν πρόκειται για μια αναγκαία ή λυτρωτική εμμονή.
Η πλοκή: Η εξέλιξη του μύθου σε κάθε διήγημα είναι απολύτως απρόβλεπτη, αφού δεν απαιτείται η λογική συνέπεια σ’ ένα όνειρο. Υπάρχει μια σαφής αντιστοιχία στην ερμηνεία - αξιοποίηση κάποιων ονείρων στο βιβλίο και στα όνειρα του ζωγράφου Νταλί, όπως η παραποίηση των μορφών και των μεγεθών.
Η γλώσσα: είναι απλή, κοντά στην καθημερινότητα. Ωστόσο δεν αστοχεί στο να προωθεί την πλοκή και να περιγράφει τους αιφνιδιασμούς.
Η κοινωνία του βιβλίου είναι ανάκατη φανταστική, πραγματική και μυθική. Οι άνθρωποί της συχνά βρίσκονται σε κάποια δοκιμασία και περιγράφονται οι αντιδράσεις τους, με σκοπό κάποια εξήγηση.
Οικολογία: Προσωπικά εντυπωσιάστηκα από την αξία που δίνει η συγγραφέας στην Οικολογία και την υποβαθμισμένη ποιότητα ζωής μας, συνδέοντας τον έξω με τον μέσα κόσμο. Το διήγημα «Η Ζωή κάπου αλλού» υπάρχει μια τολμηρή προβολή και προέκταση της απανθρωπιάς των σύγχρονων πόλεων.
Συνολικά: Πρόκειται για μια άκρως ασυνήθιστη θεματική, που ακουμπάει στην όποια πραγματικότητα της ψυχοθεραπείας και κει διαφέρει απ' το καθαρά φανταστικό. Το ξαναδιάβασμα των κειμένων επιφέρει μια αναγκαία εξοικείωση, που δευτερογενώς αποκαλύπτει τη γοητεία του κειμένου, που εν πρώτοις κρύβεται από το παράδοξο. Η συγγραφέας έχει βαριές γνωστικές αποσκευές, που νομίζω και εύχομαι να της εξασφαλίσουν ένα μακρύ ταξίδι στο λογοτεχνικό χώρο.

Νίκος Τακόλας

 

5_-_papadopoulospyxaras.jpg
Κρασί, έρωτας και χιλιόμετρα, ποίηση, Κώστας Πυξαράς, εκδόσεις Πολύτροπον 2013

 

Υπάρχουν ποιητές, που από την πρώτη τους συλλογή καταφέρνουν να εντυπωσιάσουν και να τραβήξουν το ενδιαφέρον του αναγνώστη καθώς εφορμούν δυναμικά στο ποιητικό γίγνεσθαι.
Ένας τέτοιος ποιητής είναι και ο Κώστας Πυξαράς με την πρώτη του ποιητική συλλογή Κρασί, έρωτας & χιλιόμετρα», που κυκλοφορεί από τις εκδόσεις Πολύτροπον.
Το πρώτο, που παρατηρούμε, είναι ότι ο Κώστας Πυξαράς πειραματίζεται σε διάφορα ύφη και στιλ, χρησιμοποιώντας τόσο τον παραδοσιακό όσο και τον ελεύθερο στίχο. Η ποίησή του είναι κυρίως κοινωνική με υπαρξιακές πινελιές. Ο ποιητής αφιερώνει την πρώτη του αυτή ποιητική συλλογή στον Παύλο Φύσσα δίνοντας έτσι από την αρχή ένα κοινωνικό υπόβαθρο στην ποίησή του, που πάει «κόντρα! / στο σήμερα που χάνεται / στ’ αύριο που δε λέει να ‘ρθει».
Οι υπαρξιακές ανησυχίες του Κώστα Πυξαρά αποτυπώνονται με μια λεπτή ειρωνεία για τον τρόμο των ανθρώπων μπροστά στο θάνατο: «θα δακρύζουμε μέσα μας που δε θα ζήσουμε για πάντα / κι απ’ τη θλίψη δε θα ζούμε ούτε σήμερα / κι απ’ την αγωνία δε θα ζούμε καθόλου». Όμως, ο ίδιος ζητά θάρρος για να νικήσει τη δική του αγωνία: «θέλω να πάρω μια χούφτα θάρρος στην τσέπη μου / και να ζήσω τόσο έντονα / που να διστάσει ο θάνατος να με γυρέψει», ενώ σε άλλο ποίημα θα γράψει στωικά: «δε μου ανήκει τίποτα / παρά ο κόσμος που διατρέχει τις αισθήσεις μου / κάθε λεπτό που αργογερνάω».
Όταν χρησιμοποιεί παραδοσιακές φόρμες ο Κώστας Πυξαράς έχει σωστά μετρημένο στίχο, ενώ οι μεταμοντέρνες πινελιές του μας χαρίζουν στίχους, που θα μπορούσαν να μελοποιηθούν. Ο ποιητής μας καλεί στους δρόμους του, που είναι γεμάτοι με ανθρώπους και ρωτά: «σ’ αυτούς τους δρόμους μου λοιπόν, αν έτυχε και μπήκες / ντόμπρα για πες μου, είσ’ εδώ, ή πά’ καιρός που βγήκες;»
Το μόνο αρνητικό, που έχουμε να παρατηρήσουμε από τη συγκεκριμένη ποιητική συλλογή, είναι ότι τα περισσότερα ποιήματα είναι πολύστιχα και φλυαρούν λίγο, λέγοντας με πολλούς στίχους, όσα θα μπορούσαν να ειπωθούν με λιγότερους.
Κλείνοντας, αυτή τη μικρή προσέγγιση στην ποιητική συλλογή του Κώστα Πυξαρά Κρασί, έρωτας & χιλιόμετρα, οφείλουμε να συγχαρούμε τον ποιητή για το δυναμικό του αυτό ξεκίνημα και περιμένουμε τη συνέχειά του στο δύσκολο δρόμο, που διάλεξε.

Θεοχάρης Παπαδόπουλος

 

6_-_kokkosikaragiannidou.jpg
Οι τέσσερις εποχές του [Α], ποίηση, Ειρήνη Καραγιαννίδου, εκδόσεις Λογότεχνον 2013

 

Με την πρώτη κιόλας ανάγνωση των ποιημάτων που συναπαρτίζουν την ποιητική συλλογή της Ειρήνης Καραγιαννίδου που κυκλοφορεί από τις εκδόσεις Λογότεχνον, ο αναγνώστης αντιλαμβάνεται πως το θέμα που δεσπόζει είναι ο έρωτας. Οι εποχές εναλλάσσονται χωρίς τη φυσική τους αλληλουχία. Έτσι, την ερωτική άνοιξη διαδέχεται ο κλειστός χειμώνας, που παραδίδει το ποιητικό υποκείμενο σε μια άνιση μάχη, σε μια σιωπή εκκωφαντική. Γι αυτό και η αφηγηματική φωνή ζητά να σφυρηλατηθεί από την αρχή, για να έρθουν οι εποχές στη φυσική τους αλληλουχία. Οι εποχές μπλέκονται μεταξύ τους σκιαγραφώντας τη διάθεση των σωμάτων που άλλοτε χαίρονται αρχή καλοκαιριού την πρώτη τους άνοιξη και άλλοτε τα γυροφέρνει ο χειμώνας αρχή άνοιξης.
Οι πρωταγωνιστές παραδίδονται σε ένα παιχνίδι ρόλων, όπου εναλλάσσουν μορφές προκειμένου να περιΕΧΟΥΝ ο ένας τον άλλο. Αγνοώ αν είσαι κύμα μαγνητικό/ Ικεσία πλεούμενης λαχτάρας/Η απλώς θαλάσσια συνείδηση. Επιδίδονται σε ένα παιχνίδι λέξεων όπου δεσπόζει το στερητικό Α, που εκφράζει την Α-γωνία της εγκαταλελειμμένης φωνής, την α-σημαντη προσπάθεια της ποιήτριας να αρθρώσει έστω και το -Α-, αυτό το Α που της στερεί την ερωτική γαλήνη, που θα μπορούσε να συμβολίζει την αγάπη, την απώλεια, την απόγνωση ή την αμφιθυμία της. Γραμμένα άλλοτε σε α’ και άλλοτε σε β’ ενικό, τα ποιήματα της συλλογής αποτυπώνουν τις εναλλαγές των συναισθημάτων σε αντιστοιχία ή αναντιστοιχία με τις εναλλαγές των εποχών, σκιαγραφώντας το γενικότερο αμφίθυμο κλίμα της συλλογής.
Η ποίηση της Καραγιαννίδου δημιουργεί εικόνες στο χαρτί  σαν προσωπογραφίες σε καμβά και ήχους όμοιους με άσματα. Σήμερα μ’ αυτή την καταστροφική λάμψη του φεγγαριού θα γιγαντώσω το κενό σου θα δια στείλω τον ορίζοντα ώστε να είναι τα χάδια επιβραδυνόμενα σε μια άστοχη μάζα αγκαλιάς- της δικής μου. (...) Πνίγοντας τη γλώσσα στο οξύ του ονόματος σου φωνάζουν "έλα" με ταχύτητα φωτός.
Η συλλογή θα μπορούσε να χαρακτηριστεί ελεγεία στον έρωτα ή στην απουσία αυτού. Κάθε ποίημα της συλλογής αποθεώνει τον έρωτα, παρόντα και απόντα, επερχόμενο και παρελθοντικό, προσδίδοντάς του  μια νέα νοηματική διάσταση, μια νέα δυναμική.

Στεφανία Κοκκόση

 

7_-_papadopoulosbutulescu.jpg
Σπαράγματα, ποίηση, Valeriu Butulescu, μτφρ. Άντζελα Μπράτσου, εκδόσεις Αλλότροπο 2014

 

Πολλοί μεγάλοι συγγραφείς και ποιητές, έχουν επιλέξει, τόσο στο παρελθόν, όσο και στις μέρες μας, να εκδίδουν βιβλία με αφορισμούς ή αποφθέγματα, όμως, ο κάθε αφορισμός έχει γραφτεί υπό ορισμένες συνθήκες και εφαρμόζεται κατά περίπτωση, με αποτέλεσμα ορισμένοι να είναι ακόμα και αντιφατικοί μεταξύ τους. Τι θα διαλέγαμε, λογουχάρη ανάμεσα στο: «το γοργόν και χάριν έχει» και στο: «σπεύδε βραδέως»;
Άρα, θα αναρωτιότανε κανείς, τι παραπάνω θα είχε να μας δώσει ένα καινούργιο βιβλίο αφορισμών; Όμως, το νέο βιβλίο του Valeriu Butulescu Σπαράγματα, που κυκλοφόρησε πρόσφατα από τις εκδόσεις Αλλότροπο έρχεται να αποκαταστήσει το είδος και ίσως να το ανανεώσει.
Το πρώτο, που θα πρέπει να προσέξουμε σε ένα μεταφρασμένο βιβλίο αφορισμών, είναι η σωστή απόδοση της γλώσσας, ώστε να μπορούμε να κατανοήσουμε το υψηλό νόημα, που μπορεί να περιέχει και εδώ οφείλουμε να συγχαρούμε την Άντζελα Μπράτσου για την προσεγμένη της μετάφραση. Ειδικά, οι αφορισμοί του Butulescu παρουσιάζουν ιδιαίτερη δυσκολία, καθώς, όπως γράφει ο Loan Dubek ο κάθε αφορισμός είναι «ένα μικρό ποίημα, σύμφωνα με την άποψη πολλών κριτικών που κατατάσσουν τη δημιουργία των αφορισμών του στην Ποίηση».
Οι αφορισμοί του Valeriu Butulescu αναφέρονται κυρίως στη σύγχρονη κοινωνία με μια ειρωνική και ενίοτε σαρκαστική διάθεση, χωρίς να λείψουν και οι υπαρξιακές αναφορές: «Δεν φοβάμαι τη νύχτα στο νεκροταφείο. Φοβάμαι τη μέρα στο γήπεδο».
Όμως, το δυνατό σημείο του συγγραφέα, είναι η ειρωνεία με την οποία αντιμετωπίζει ακόμα και την ποίηση αν έχει γραφτεί αβασάνιστα: «Έγραψε ένα ποίημα για την αυγή, αν και αμφιβάλλω αν ξύπνησε ποτέ του τόσο νωρίς», ενώ για τον εαυτό του θα γράψει: «Ο συγγραφέας γνωμικών μοιάζει με την υπανάπτυκτη χώρα που πουλάει φτηνά τις πρώτες ύλες της».
Σε άλλα σημεία ο Valeriu Butulescu αναφέρεται στη δική του φιλοσοφία για τον θάνατο, που τον αναφέρει ως ένα μεγάλο ύπνο: «Απεχθάνομαι τον ύπνο. Κοιμήθηκα τόσους αιώνες! Θα κοιμηθώ κι άλλους τόσους!»
Θα κλείσουμε αυτή τη μικρή μας αναφορά στο βιβλίο του Valeriu Butulescu Σπαράγματα, χωρίς κάποια άλλη παρατήρηση. Απλά, θα αρκεστούμε να πούμε ότι έγραψε και ο Mircea Andras στην εφημερίδα Matinal: «Πόσα πολλά μπορεί να ειπωθούν με τόσες λίγες λέξεις».

Θεοχάρης Παπαδόπουλος

 

kleomenhse.jpg
Γράμμα σε αλλόκοτη καρδιά, ποίηση, Κλεομένης Παπαϊωάννου, εκδόσεις Vakxikon.gr 2014


Μέσα στην χαώδη εποχή μας, εκείνο που έχουμε ανάγκη πιο πολύ είναι πιστεύω η διαύγεια. Ο Κλεομένης Παπαϊωάννου είναι ένα νέο παιδί που για πρώτη φορά καταθέτει δημόσια τη δουλειά του. Γράφει γράμμα σε  αλλόκοτη καρδιά, φροντίζοντας παράλληλα να μας υπενθυμίζει το νόημα των πραγμάτων: H  ζωή είναι ποίημα όταν το νόημα της ζωής είναι η ποίηση, γράφει κάπου. Άλλωστε, Την ποίηση την γεννάει η στιγμή όχι ο πλούτος,/δεν ζητά πόρους,/δεν χρειάζεται ούτε καν χαρτί... Και η τοποθέτηση είναι σαφής και θελκτική συνάμα. Λίγα ποιήματα, τα περισσότερα ολιγόστιχα, μα ζωντανά. Στίχοι λιτοί, καθαροί, στοχαστικοί, χωρίς περιττά στολίδια και βαρετούς βερμπαλισμούς. Αποπνέουν μια αλήθεια που μας αφορά όλους. Αν κοιμηθώ ποιητής, θα ξυπνήσω ερωτευμένος; αναρωτιέται το υποκείμενο της γραφής. Αναζητά με θάρρος τον έρωτα και το όνειρο, απαραίτητα στοιχεία για μια ποθητή ζωή. Πάντως πρέπει να καρδιοχτυπήσει πρώτα κανείς για να έχει τη διάθεση να γράψει μετά: Κι έτσι, κάθε ζωή είναι ένα ποίημα/Το νόημά της αποκρυσταλλώνεται σε χτύπους/κι ύστερα μεταφράζεται σε στίχους. Η παρρησία και η τόλμη δεν του λείπει: Πάντως, ναι,/η ομορφιά κρύβεται στα πιο μικρά/Αυτό φοβάστε/.

  Στο ποίημα Γάγγραινα συναντάμε τους εξής στίχους: Kάποτε βρίζαμε τους γονείς μας πως μας γέννησαν νεκρούς/μα, δεν ρωτήσαμε ποτέ τους εαυτούς μας, γιατί αποδεχτήκαμε τον θάνατο/. Το Dream Punk είναι θαρρώ το μεγαλύτερο της μικρής σε έκταση αυτής ποιητικής συλλογής. Πρόκειται για ένα σκληρό, ρεαλιστικό ποίημα σε γλώσσα άμεση και καθημερινή,αλλά αρκετά λειτουργική. Μια μικρή  λοιπόν ιστορία της δικής μας ανελέητης πραγματικότητας.
Γενικά, διαβάζω μια ποίηση που δεν προσπαθεί να είναι ποίηση. Ούτε προσποιείται τίποτα. Λόγος ευκρινής που στοχεύει στην ουσία των πραγμάτων χωρίς να εξωραίζει καταστάσεις και που δείχνει συμπάθεια στις ατέλειες: Aτέλεια: A στερητικό και επιφώνημα μαζί. Εξαρτάται πως τ' ακούς. Ακόμα, στα ποιήματα αυτά το ρήμα είναι που κυριαρχεί. Πληθώρα ρημάτων και ουσιαστικών, χαρίζουν μια δυναμική στο ύφος. Ευτυχώς τα επίθετα είναι λιγοστά. Και λέω ευτυχώς, γιατί, αλήθεια είναι, όταν αυτά υπάρχουν, αποδυναμώνουν τη δραστικότητα του ποιητικού λόγου. Το μόνο σίγουρο είναι ότι ο Παπαϊωάννου βρίσκεται σε καλό δρόμο. Έχει ένα ισχυρό ένστικτο και ένα κοφτερό βλέμμα. Όμως  πρέπει πάντα να έχει κατά νου ότι ίσως το ένστικτο να μην είναι αρκετό. Ούτε και το βλέμμα. Η κλειδαριά της ποίησης είναι σφαλισμένη, όπως κι ο ίδιος γράφει. Ο δρόμος είναι δύσκολος και σκληρός. Απαιτείται συνέπεια, μελέτη και κόπος αναφορικά με την επεξεργασία του υλικού που διαθέτει κανείς, καθώς και την επεξεργασία των αρχικών ερεθισμάτων. Εύχομαι ο Παπαϊωάννου να έχει τη διάθεση για όλα αυτά, ακόμα κι όταν ξεμείνει από λέξεις. - Τί να κάνω όταν ξεμείνω από λέξεις; -Πάρ'τες και γύρνα τες ανάποδα,/βρες τους γωνίες που δεν έχει δει κανείς.
 

Aσημίνα Ξηρογιάννη