Top menu

Καρολίνα Μέρμηγκα: "Όταν μια ιστορία θέλει να ειπωθεί, θα ειπωθεί"

Συνέντευξη στον Ελπιδοφόρο Ιντζέμπελη

Η Καρολίνα Μέρμηγκα γεννήθηκε στην Αθήνα το 1957. Σπούδασε Νομικά και εργάστηκε ως δικηγόρος και δημοσιογράφος. Έχει εκδώσει δύο συλλογές διηγημάτων (Ερωτευμένες, Εστία, 2005 και Σήμερα δεν θα Πεθάνω, Μελάνι 2010), ένα μυθιστόρημα (Συγγενής, Μελάνι 2013) και έχει μεταφράσει τα βιβλία Το 'Επαχθες' Χρέος της Ελλάδας  του Ι. Μανωλόπουλου, Μελάνι 2012 και Η δεύτερη ευκαιρία του Χένρυ Τζέημς, Μελάνι 2014.

Ποια ήταν η αφορμή για να γραφεί το μυθιστόρημα «Ο Έλληνας γιατρός», εκδόσεις ΜΕΛΑΝΙ;
Δεν υπάρχει αφορμή. Υπάρχει κάτι που σε ξύνει όλο και πιο πολύ, και κάποια στιγμή ξέρεις ότι πρέπει να το ξύσεις. Ή, για να το πω πιο λογοτεχνικά, όταν μια ιστορία θέλει να ειπωθεί, θα ειπωθεί. Κάθε συγγραφέας το γνωρίζει αυτό: σαν μια εσωτερική βοή που όλο και μεγαλώνει μέσα σου, έως ότου αναγνωρίζεις και αποδέχεσαι ότι είναι αυτό με το οποίο πρέπει να αναμετρηθείς.  

Ο τίτλος που διαλέξατε είναι συμβολικός ή προσδιορίζει κάποιο πρόσωπο;
«Θέλω τον Έλληνα γιατρό...» ψιθυρίζει ο ετοιμοθάνατος βασιλιάς Αλέξανδρος που δεν αντέχει άλλο τους ξένους ειδικούς που μαζεύονται στο προσκεφάλι του κι αποζητά εκείνον που τουλάχιστον τον κάνει να χαμογελά. «Φέρτε μου τον Έλληνα γιατρό!» προστάζει ο Γερμανός στρατιωτικός διοικητής της Αθήνας που δεν μπαίνει στον κόπο να μάθει τα περίεργα ονόματα των πολιτών αυτής της χώρας που περιφρονεί. Πέρα από αυτά όμως, ο ήρωας του βιβλίου (του οποίου το όνομα δεν δίνεται ολόκληρο, ακριβώς γιατί δεν έχει σημασία) ήταν σε όλη του τη ζωή πρωτίστως αυτά τα δυο: Έλληνας και γιατρός. Και υπηρέτησε αυτά τα δύο, με τον τρόπο που αυτός έκρινε πιο συνεπή. Εξ ου και το βιβλίο περιστρέφεται γύρω από την ιστορία της Ελλάδας και γύρω από την ενασχόλησή του «ιατροφιλόσοφου» με την επιστήμη του, με όλη την ευρεία έννοια που της έδωσε. Είναι επομένως η αφήγηση του βίου ενός ανθρώπου και της ιστορίας μιας χώρας.

Ο Κωνσταντίνος είναι γιατρός και παράλληλα μια σπουδαία προσωπικότητα. Υπάρχουν σήμερα ανάλογες προσωπικότητες στην Ιατρική και ευρύτερα στην Ελλάδα;
Δεν είμαι σε θέση να το απαντήσω αυτό, αλλά έτσι κι αλλιώς δεν βλέπω το νόημα απαρίθμησης ονομάτων. Το βιβλίο το διαπερνά ένας δικός μου θαυμασμός για κάποια πρόσωπα (ελπίζω όχι υπερβολικός, γιατί δεν είναι αγιογράφημα), αλλά όλοι μας θαυμάζουμε διαφορετικούς ανθρώπους για διαφορετικούς λόγους.

Αλήθεια ο γιατρός Κωνσταντίνος Μ.  εξέτασε τον βασιλιά Αλέξανδρο όταν τον δάγκωσε η μαϊμού; Ποια ήταν η δική του διάγνωση και τι θα συνέβαινε αν εισακούονταν η εισήγησή του;
Τα γεγονότα που περιγράφονται στο βιβλίο είναι, τηρουμένων των μυθιστορηματικών αναλογιών, αληθινά. Θεωρείται ότι αν είχε γίνει ακρωτηριασμός θα είχε σωθεί η ζωή του βασιλιά και θεωρείται (κατά τη ρήση του Τσόρτσιλ) ότι μπορεί έτσι να είχε αποφευχθεί μια αλυσιδωτή εξέλιξη γεγονότων, δεδομένου ότι ο Βενιζέλος είχε αγαστή συνεργασία με τον βασιλιά Αλέξανδρο (αντίθετα από την πολύ κακή με τον πατέρα του, Κωνσταντίνο). Δεν είμαι όμως οπαδός των «Αν», κι επιπλέον κρίνω ότι οι εκλογές του 1920 που έγιναν αμέσως μετά θα είχαν ακριβώς το ίδιο αποτέλεσμα, ακόμα και αν δεν είχε πεθάνει ο Αλέξανδρος.  

Η πορεία του γιατρού Κωνσταντίνου Μ. είναι μια πορεία που αποκαλύπτει και ιστορικά γεγονότα που δεν τα γνωρίζουμε. Οι αναφορές σας μας πλουτίζουν και μας μαθαίνουν. Μπορεί ένα μυθιστόρημα να μας κάνει να αγαπήσουμε την ιστορία του τόπου μας;
Δεν χρειάζεται να την αγαπήσουμε, χρειάζεται να τη μάθουμε. Σαν ένα ζωτικό κομμάτι του σημερινού κόσμου μας, γιατί δεν γεννηθήκαμε εν κενώ κι ούτε όσα γίνονται σήμερα προκύπτουν από το τίποτα. Ναι, νομίζω ότι μπορεί. Όχι ένα μυθιστόρημα αλλά πολλά, με διαφορετικές ερμηνείες και αποχρώσεις, έτσι ώστε να δημιουργείται ζύμωση και ενδιαφέρον και το ενδιαφέρον να δημιουργεί ώθηση για μάθηση. Είναι ενδιαφέρον το ότι δεν έχουμε πιο πλούσια παραγωγή ιστορικών μυθιστορημάτων –το εννοώ με την έννοια των γαλλικών, αγγλοσαξονικών κλπ.

Διάβασα το μυθιστόρημα με κομμένη ανάσα. Αν και είναι ογκώδες καταφέρατε να με κερδίσετε ως αναγνώστη. Ποια είναι η τεχνική για να κερδίσει ο συγγραφέας τον αναγνώστη;
Αυτό που με ρωτάτε θυμίζει τη περίφημη σκηνή με τον ήρωα του βιβλίου: σαν αυστηρός αλλά και με πολύ χιούμορ καθηγητής, ρωτά έναν έντρομο φοιτητή του να του πει ποιο είναι το «μικρόβιο» του καρκίνου, και όταν εκείνος πανικόβλητος απαντά «Το ήξερα κύριε καθηγητά, αλλά το ξέχασα...» αναφωνεί «Ω καημένη ανθρωπότης, ένας το ήξερε και το ξέχασε κι αυτός!» Αν υπήρχε συνταγή γι’ αυτήν την τεχνική, πόσους περισσότερους κερδισμένους αναγνώστες θα είχαμε. Το μόνο που μπορώ να πω είναι ότι όταν η μυθοπλασία «παίζει» με την ιστορία, δεν πρέπει να φαίνονται οι ραφές. Πρέπει δηλαδή η ιστορία να μπλέκεται με το μύθο αβίαστα, σαν μια ύφανση τόσο πυκνή που να μην μπορείς να διακρίνεις τις διαφορετικές ίνες της. Δεν είναι πολύ εύκολο.

Γράφετε ότι δεν μπορούμε να ξέρουμε τις ζωές των άλλων. Βιογραφία είναι να τις επινοούμε. Μπορείτε να αιτιολογήσετε τη γνώμη σας;
Ακόμα και για τα πιο κοντινά μας πρόσωπα υπάρχει η ζωή απ’ έξω, αυτήν που βλέπουμε εμείς, κι η ζωή από μέσα: αυτή που (κατά την προσφάτως δημοφιλή έκφραση) βιώνουμε. Όταν γράφουμε επομένως μια βιογραφία (πράγμα που σε καμία περίπτωση δεν έκανα εγώ με τον «Έλληνα Γιατρό») συρράβουμε και αθροίζουμε τις πληροφορίες που έχουμε για κάποιον άλλο και επινοούμε ένα άθροισμα. Γιατί το πραγματικό άθροισμα μιας ζωής, μόνο για τη δική μας μπορούμε να το βρούμε.  

Ποια ήταν η απήχηση του αναγνωστικού κοινού στο έργο σας;
Νομίζω καλή. Σιγά-σιγά. Όσοι το διαβάζουν στ’ αλήθεια, δηλαδή αργά και προσεκτικά χωρίς να μένουν μόνο στην επιφάνεια των «γεγονότων» της πλοκής, νομίζω καταλαβαίνουν ότι λειτουργεί σε πολλά επίπεδα, ότι θέτει πολλά ερωτήματα και θίγει πολλά θέματα, όχι μόνον ιστορικά: αξιακά κυρίως, ηθικά.

Ποια εποχή σας εμπνέει περισσότερο για να γράφετε;
Εκείνη της ιστορίας που θέλω να πω. Δεν ξεκινώ από εποχές, δεν επιλέγω το πλαίσιο, αυτά είναι οι «σκηνικές λεπτομέρειες».

Θα σας ενδιέφερε να εκδώσετε κάποιο μυθιστόρημά σας μόνο σε ψηφιακή μορφή; Διαβάζετε μυθιστορήματα σε ψηφιακή μορφή;
Όχι, δεν βλέπω το λόγο. Έχω διαβάσει πολλά βιβλία σε ψηφιακή μορφή, γιατί όταν μου πρωτο-δόθηκε η ευκαιρία έπεσα πάνω τους με βουλιμία –ήταν μια ευκολία. Μετά από λίγο κατάλαβα όμως ότι όταν μ’ αρέσει ένα βιβλίο θέλω να το έχω στη βιβλιοθήκη μου, να το κατεβάζω και να το φυλλομετρώ. Επομένως για μένα η ψηφιακή μορφή είναι το εύκολο, το γρήγορο, για να βρω κάτι που ψάχνω ή για να δω αν κάτι μ’ αρέσει –και αν μ’ αρέσει, να το αγοράσω σε χαρτί.

Ποιο μυθιστόρημα διαβάζετε αυτή την εποχή;
Την Ιλιάδα. («Μυθιστόρημα»; Για μένα ναι).