Top menu

Περιεχόμενα Τεύχους 33

Ιόλη Ανδρεάδη: "Η εποχή μας δεν είναι ποιητική, είναι hi-tech"

ανδρεάδη-33

Συνέντευξη στην Πωλίνα Γουρδέα

Το να είναι κανείς ταλαντούχος καλλιτέχνης σε μια εποχή hi-tech δεν είναι και το πιο εύκολο πράγμα στον κόσμο. Πρέπει να μπορεί να αντιβαίνει τους ψυχρούς και αγχωτικούς ρυθμούς της καθημερινότητας και να ανοίγει τον δρόμο στην ποίηση. Η Ιόλη Ανδρεάδη έχει αποδείξει με τη σκηνοθετική της δεινότητα ότι μπορεί να δημιουργεί παραστάσεις που έχουν στόχο τους την ποιητική κριτική της κοινωνίας, αλλά και της εποχής. Η τελευταία της δουλειά ήταν στο Κακογιάννης με την Οικογένεια Τσέντσι, ένα πρωτότυπο θεατρικό έργο εμπνευσμένο από τους Τσέντσι του Αρτώ και το χρονικό του Σταντάλ. Μια παράσταση πρόκληση αφού το έργο ήταν απελπιστικά σκοτεινό και βαθύτατα καταγγελτικό. Η ίδια κατόρθωσε να δημιουργήσει μια νέα γλώσσα σωματική που μπορεί, μέσω του ηθοποιού, να μιλά με άκρως ποιητικό τρόπο για τα πιο αποτρόπαια εγκλήματα. Σκηνοθέτις της εποχής της, η ίδια επιλέγει να ασχολείται με το θέατρο ασκώντας κριτική σε ό,τι την αγγίζει. Υποδεχόμαστε λοιπόν, μια νέα δημιουργό του θεάτρου που μας μιλά για την τέχνη της.

Πώς επιλέγεις τα έργα που ανεβάζεις; Με ποιο κριτήριο;
Συνήθως τα έργα που ανεβάζω τα γράφω, μόνη μου και, τώρα τελευταία, σε συνεργασία με έναν πολύτιμο συνεργάτη. Ένα κριτήριο επιλογής θέματος είναι το να είναι αυτό που με ενδιαφέρει έντονα σε μια περίοδο της ζωής μου. Για παράδειγμα, πριν μερικά χρόνια με απασχολούσε έντονα η ξενιτιά. Έτσι γεννήθηκε η ιδέα για το The return of the exile, που παρουσιάστηκε πρώτα στη Νέα Υόρκη, μετά στην Αθήνα και μετά στο Λονδίνο που μιλά για το γυρισμό ενός ξενιτεμένου και την παγερή υποδοχή του από τους δικούς του. Ένα άλλο χρήσιμο στοιχείο είναι να βρεθεί μια πηγή έμπνευσης που σχετίζεται με αυτό το θέμα: το κείμενο ενός συγγραφέα, ένας πίνακας, ένα τραγούδι, μια ιστορία που βρήκα στο ίντερνετ. Τέλος, πρώτη προϋπόθεση είναι να επιλεγεί το θέμα από ένα θέατρο ή οργανισμό.

Η τελευταία σου δουλειά στο Κακογιάννης ήταν η Οικογένεια Τσέντσι. Έργο που παρουσιάζει μια οικογενειακή θλιβερή πραγματικότητα. Θεωρείς ότι η παράστασή σου επιτέλεσε τον σκοπό της; Και αν ναι, ποιος ήταν αυτός εξαρχής;
Η παράσταση αυτή στον ζεστό και φιλόξενο χώρο του Κακογιάννης ήταν αυτό ακριβώς που ήθελα να δω και να πω και ακόμη καλύτερη. Σκοπός μου ήταν μια ποιητική κριτική στην κοινωνία, χωρίς τη σωματική και τη λεκτική υπογράμμιση της βίας που υφιστάμεθα, αλλά με τη βία αυτή να ενυπάρχει στο λόγο.
 
Η ιστορία των Τσέντσι είναι κατ' εξοχήν τρομακτική και τερατώδης. Οποιαδήποτε ξερή παρουσίασή της στη σκηνή θα ήταν αφόρητη. Εσύ κατόρθωσες να αναδείξεις την ποίηση που υπάρχει μέσα στην σκοτεινή αυτή ιστορία ώστε ο θεατής ν' απολαύσει ένα υπέροχο κείμενο. Είσαι υπέρμαχος της άποψης ότι στο θέατρο το κείμενο είναι πάνω απ' όλα;
Πιστεύω ότι το κείμενο είναι πάνω απ’ όλα, αλλά λέγοντας «κείμενο» εννοώ τις λέξεις αλλά και τις κινήσεις/χειρονομίες, και τα χρώματα, και το φως, και τη φωνή και την αναπνοή. Εννοώ μάλλον πως η αφήγηση είναι πάνω απ’ όλα. Η αφήγηση στο θέατρο και στο σινεμά, γιατί για τις άλλες τέχνες δεν έχω γνώση και γνώμη, πρέπει να είναι καλή.

Επέλεξες να γίνεις σκηνοθέτις. Αυτή σου η επιλογή σ' έχει, μέχρι στιγμής, δικαιώσει;
Δε θα ήθελα να δικαιωθώ, θα ήθελα να υπάρξω. Μέσα από την επιλογή αυτή και τις συγγενικές της που πήρα – συγγραφή, διδασκαλία, έρευνα – νιώθω πως υπάρχω.

Πόσο εύκολο είναι για έναν νέο καλλιτέχνη σήμερα ν' ακολουθήσει την τέχνη του; Θεωρείς ότι η εποχή μας λειτουργεί δεσμευτικά ως προς αυτό;
Επειδή είναι πολύ δύσκολο, το κάνουμε πιο εύκολο όταν απαλλασσόμαστε από τα εμπόδια που βάζουμε οι ίδιοι στον εαυτό μας. Όπως λέει και ο Σιλβέστερ Σταλόνε στο μαθητή του τον Adonis Creed, ζητώντας του να κοιταχτεί στον καθρέφτη: «Αυτός είναι ο πιο μεγάλος αντίπαλός σου». Η εποχή μας δεν είναι ποιητική, είναι hi-tech, σπίντα, ανταγωνισμός, πάλη για το αυτονόητο, πισωγυρίσματα και κύκλοι γύρω από τον εαυτό μας κοινωνικά, οπότε δε βοηθάει.

Τι διαβάζεις στον ελεύθερο χρόνο σου;
Το περιοδικό Κόμιξ της Disney.

Το θέατρο είναι ένας μεγεθυντικός φακός της πραγματικότητας. Όμως, πολλές φορές, η πραγματικότητα είναι τόσο πεζή που δεν αφορά κανένα θεατή. Εσύ τι πιστεύεις ότι είναι αυτό που κάνει κάποιες παραστάσεις να ξεχωρίζουν;
Παραφράζοντας την ερώτηση, όταν μεγεθύνεται με τέτοιους τρόπους η πραγματικότητα που να φωτίζονται τέτοια σημεία, ακόμη και της πεζότητάς της, που να σε αφορούν. Π.χ. στο Lost in translation κάτι τέτοιο συμβαίνει.

Ποιους νέους ηθοποιούς θαυμάζεις και με ποιο κριτήριο επιλέγεις τους συνεργάτες σου;
Θαυμάζω πολύ κάποιους νέους ηθοποιούς, όπως για παράδειγμα τους τρεις ηθοποιούς της Οικογένειας Τσέντσι, το Μιλτιάδη Φιορέντζη, την Ελεάνα Καυκαλά και τη Μαρία Προϊστάκη, οι οποίοι εκτός από το ταλέντο τους πιστεύουν στη σκληρή δουλειά, τους διακρίνει η σοβαρότητα αλλά όχι και η σοβαροφάνεια και αγαπούν πολύ αυτό που κάνουν και όχι μόνο τον εαυτό τους μέσα σε αυτό. Νομίζω πως επιλέγω τους συνεργάτες που θέλω να συνεργαστώ με κριτήρια καλλιτεχνικά, ανθρώπινα και δικτύου, δηλαδή, όσον αφορά στους ηθοποιούς, συνήθως μ’ αρέσει να τους έχω δει να παίζουν, να τους έχω θαυμάσει και να τους έχω συμπαθήσει στην απλή συναναστροφή.

Πιστεύεις στον ηθοποιό - δημιουργό ή θεωρείς ότι οφείλει να είναι "εκτελεστικό όργανο" στα χέρια του σκηνοθέτη του;
Μ’ αρέσει να είναι «εκτελεστικό όργανο» όταν του ζητώ κάτι, να μπαίνει σε αυτό χωρίς δισταγμό δηλαδή, να είναι διαθέσιμος, αλλά ταυτόχρονα έχω την ανάγκη να συνομιλώ με ισότιμους ή πιο έξυπνους και δημιουργικούς συνομιλητές όταν αναλύουμε το κείμενο ή γίνεται μια κουβέντα για το τι είναι η παράσταση. Τέλος, σε αυτό που προτείνει ένας ηθοποιός κάνοντας κάτι, μ’ αρέσει να ανιχνεύεται ένα βάθος σκέψης και εμπειρίας.

Τι σε χαρακτηρίζει ως άνθρωπο και ως καλλιτέχνη; Ποια αξία σου δίνει ώθηση για τη δημιουργικότητά σου;
Η επιμονή.

Τι ετοιμάζεις αυτή την περίοδο;
Ετοιμάζω μια παράσταση που δεν μπορώ ακόμη να μιλήσω γι’ αυτήν, σε ένα χώρο-πηγή έμπνευσης και ελπίζω με δυο ηθοποιούς που θέλω πολύ να συνεργαστώ.

Ποιο θεατρικό έργο σε έχει στιγματίσει σαν προσωπικότητα και γιατί;
Ο Θείος Βάνιας για την πίστη στο μέλλον και την ίδια στιγμή τη ματαιότητά της.

Πώς οραματίζεσαι το μέλλον του θεάτρου στην Ελλάδα της κρίσης;
Προτιμώ να μην το σκέφτομαι αλλά να βλέπω την κάθε μέρα σαν μοναδική.

Πες μας έναν στίχο που θυμάσαι πάντα.
Ου το εμόν ή το σον, το ψυχρόν τούτο ρήμα ερρήθη.