Top menu

Η Ευδοξία, ο Μίμης και τα Κοράκια [ΟΟ' μέρος] - Μυθ. σε συνέχειες

130076-giannis_soldatos

Την επομένη επισκέφτηκε το γραφείο του Γραβάνη η ψυχρή Αμερικανίδα, μητέρα της Νέας Ευδοξίας. Το σκηνικό επαναλήφθηκε, όπως με τη σύζυγο του πρώτου εξαδέλφου του δικού της συζύγου. Η χαροκαμένη μητέρα, οι ωραίες στιγμές με την κόρη της, η σχέση της με τον Γραβάνη, όλα αυτά που εκείνος γνώριζε και που τα γνώριζε όλη η Ελλάδα και η Αμερική. Και οι ίδιοι διάλογοι, στα αγγλικά αυτή τη φορά. Προφανώς η άλλη χαροκαμένη μητέρα τής είχε παραδώσει το μάθημα:

– Προσπάθησα με κάθε τρόπο να εμποδίσω την κόρη μου να φτάσει εκεί που έφτασε, αλλά δεν τα κατάφερα. Μόνο εσείς μπορούσατε να αποτρέψετε αυτή την εξέλιξη.

– Τι έπρεπε να κάνω;

– Δεν ξέρω τι έπρεπε να κάνετε, εσείς ξέρετε... Είσαι μέλος της οικογένειάς μας. Κι εσύ και η Βασιλεία, και συγγνώμη που σου μιλάω στον ενικό, αλλά σε θεωρώ παιδί μου.

Άρες, μάρες, κουκουνάρες και από το παγόβουνο που καθόταν απέναντί του, μέλος του θεάτρου του παραλόγου. Παρά τα πενήντα πέντε της ήταν ακόμη μια θελκτικη γυναίκα. Ευτυχώς που οι Αμερικανοί θα έφευγαν την άλλη βδομάδα. Θα τον περίμεναν όποτε ήθελε στην Αμερική και ο Έντγκαρ θα αποκτούσε έναν νέο φίλο. Πού θα αποκτούσε αυτόν τον φίλο, στον ουρανό; Τρόμαξε ο Γραβάνης, δαγκώθηκε, ψάρεψε το παγόβουνο, της χαμογέλασε, άρχισε να θερμαίνεται η άλλη και κάτι βγήκε. Ο Έντ-γκαρ ήταν υγιέστατος και κάποια στιγμή έφτιαξε ερωτική σχέση με την πρώτη Ευδοξία. Κοιμόταν οι δυο τους στο πατρικό του γιου της, στο ίδιο κρεβάτι. Είπε κι άλλα η Αμερικάνα και όταν έφυγε του άφησε το προσωπικό της τηλέφωνο. Η Βασιλεία ξέσπασε σε γέλια:

– Από ό,τι κατάλαβες, σου την έπεσε και το παγόβουνο. Κρατιέται καλά, κι αν είναι να μας αφήσει κι αυτή δυο-τρία διαμερισματάκια στο Michigan, προχώρα, εγώ εδώ είμαι, κρατάω αντίσταση. 

 

Την Πέμπτη, μετά το μάθημα του Γραβάνη, η Βασιλεία και ο σύζυγός της βρέθηκαν στα εγκαίνια της έκθεσης του Hλία. Η Αναστασία είχε καταφέρει να μετατρέψει τα εγκαίνια σε κοσμικό γεγονός. Η εφημερίδα του Γραβάνη το πήρε όλο πάνω της. Ο κάπτεν μάζεψε τον δημοσιογραφικό κόσμο και τους τεχνοκριτικούς και ζήτησε από το εικαστικό τμήμα να κάνουν εκτενές ρεπορτάζ. Ο τζούνιορ κουβάλησε την αφρόκρεμα του αθλητισμού. Ο Γραβάνης το Πανεπιστήμιο, ο Άρης και η Μυρτώ το θέατρο. Οι τρεις Αμερικανοί έφεραν την αμερικανική πρεσβεία και την αντιπροσωπεία της Ford στην Ελλάδα. Ο Έντ-γκαρ είχε γίνει περδίκι, μετά την αποκάλυψη της μπλόφας με το AIDS. Ο Ηλίας έτριβε τα χέρια του, θα ακριβοπουλούσε και θα ξεπουλούσε. Ογδόντα πίνακες είχε εκθέσει, από τους οποίους οι δεκαπέντε παρίσταναν την Αναστασία, με τους δέκα σε αδαμιαία περιβολή. Ο πίνακας που ανήκε στον Γραβάνη βρισκόταν σε περίοπτη θέση με την καρτελίτσα «Ανήκει».

– Τον αγοράζω όσο-όσο, είπε ο Mister. Θα κοσμήσει τα κεντρικά γραφεία της Ford.

– Μα ανήκει, απάντησε ο Ηλίας.

– Σκέψου το, άλλο Ελλάδα και άλλο Αμέρικα.

Έπεσε πανικός στην παρέα. Η Αμερική ήταν μια πρόκληση για όλους. Ο Ηλίας προσφέρθηκε να φτιάξει όσους παρόμοιους πίνακες ήθελε ο Παναγιώτης, με μοντέλο την Αναστασία τους. Ο κάτοχος του πίνακα δεν έφερε αντίρρηση, του έφτανε που το μοντέλο κυκλοφορούσε ανάμεσά τους και τους πρόσφερε χαρά. Έκλεισε η συμφωνία και η καρτελίτσα «Ανήκει» παρέμεινε στη θέση της. Μόνο που ο πίνακας ανήκε σε άλλον. Γνώρισε ο Mister και το μοντέλο που κυκλοφορούσε ανάμεσά τους, σαν ροζ πεταλούδα, προσφέρθηκε να την αγοράσει και αυτήν, για το ημερολόγιο της Ford.

– Σου είπα, άσ’ το πάνω μου, είπε η Αναστασία στη Βασιλεία.

– Τι να αφήσω, ήρθε από μόνο του.

Έκανε πως το σκέφτηκε η Αναστασία και μετά δέχτηκε με τον όρο να γίνει η φωτογράφιση από την προσωπική της φωτογράφο. Ο Mister αγόρασε και τη Βασιλεία, αγόρασε και τρεις ακόμη πίνακες, ήταν έτοιμος να αγοράσει κι άλλους, αλλά ξαφνικά έπεσαν όλοι και δεν έμεινε κανένας πίνακας απούλητος.

Τον Θεό τους δεν είχαν οι Αμερικανοί, και η κόρη τους δεν είχε κλείσει εβδομάδα από το πέταγμά της στους ουρανούς.

Ο Έντγκαρ είχε βάλει κι αυτός στο μάτι την Αναστασία, αφού πια δεν ήταν ομοφυλόφιλος και η μητέρα του είχε βάλει στο μάτι τον Γραβάνη. Τους είχαν καταλάβει όλοι στην παρέα και το πράγμα είχε πάρει εορταστική ατμόσφαιρα, μετά από την κηδεία της Δευτέρας. Ο Έντ-γκαρ δούλευε στο τμήμα δημοσίων σχέσεων της Ford, και το παγόβουνο ήταν δημοσιογράφος στο CNN. To μπλέξιμο έπαιρνε ανεξέλεγκτες διαστάσεις, αλλά κανένας δεν είχε διάθεση να βάλει κάποιο φραγμό. Μόνο ο Αναπλιώτης είχε ενδοιασμούς με αυτό το περίεργο ελληνοαμερικανικό αλισβερίσι και την παλαιά εμπλοκή του Ιδρύματος Ford στα ελληνικά πολιτιστικά πράγματα, αλλά έδωσε τόπο στην οργή.     

Ο Ηλίας είχε γίνει πλούσιος, μέσα σε λίγες ώρες, και η φιγούρα της Αναστασίας είχε πάρει τον δρόμο για δέκα καλά σπίτια, ενώ είχαν κλειστεί και μερικές ακόμη παραγγελίες. Το μοντέλο κατέβαζε τη μία βότκα μετά την άλλη και έγινε πίτα, σκορπώντας ακόμη περισσότερη χαρά και διασκέδαση.

 

Την επομένη πραγματοποιήθηκαν δύο ραντεβού που είχαν κλειστεί, μαζί με τις άλλες συμφωνίες στα εγκαίνια.

Το πρώτο στη Δαφνομήλη μεταξύ Έντγκαρ, Αναστασίας και Βασιλείας και το δεύτερο στην Πατριάρχου Ιωακείμ, μεταξύ Γραβάνη και παγόβουνου.

– Λέγε με Κάθριν, του είπε εκείνη.

Τον περίμενε ντυμένη όχι και τόσο σεμνά και με τον Mister να βρίσκεται στην αμερικανική πρεσβεία για σοβαρό ραντεβού. Φορούσε μαύρα λόγω πένθους, αλλά η γάμπα της πρόβαλλε μαζί με το γόνατο και κάπως παραπάνω, καλλίγραμμα όλα. Και το μέρος του στήθους που ξεπρόβαλλε, άφηνε υποσχέσεις. Ήταν σίγουρος πως το παιχνίδι ήταν στημένο από την κόρη της, το δήλωσε μάλιστα αμέσως η μητέρα:

– Ό,τι πούμε και ό,τι γίνει σήμερα είναι επιθυμία της Ευδοξίας μου.

Τι να πούνε και από πού να αρχίσουνε; Για καλό και για κακό ο Παναγιώτης έλεγξε τις διεξόδους προς τη βεράντα, αν χρειαζόταν να προλάβει το κακό.

Ο Έντγκαρ μπήκε στον χώρο της Δαφνομήλη με το αέρα του πετυχημένου αμερικανόπαιδα, πρόσφερε από μία ανθοδέσμη στην κάθε κυρία και κάθισε ανοίγοντας τα χαρτιά του:

– Ο ξάδελφος μου είπε για την ιδιαίτερη σχέση που είχε με την κάθε μία από εσάς.

– Σιγά, τρεις μέρες, σχολίασε η Βασιλεία.

– Εμένα κράτησε τρεισήμισι, συμπλήρωσε η Αναστασία.

Κάτι έπαθε και πάλι ο Γραβάνης. Το φλογερό παγόβουνο τον οδήγησε στην αρωματισμένη κρεβατοκάμαρη, όπως τότε η κόρη της, και άρχισε εκείνη να γδύνεται, αργά βασανιστικά για τον άλλο που εισέπραττε το θέαμα. Αποκάλυψε τα στήθη της, που έλαμψαν στο ολόφωτο δωμάτιο. Δεν φοβόταν το φως, δεν χρειαζόταν να κρύψει τίποτε, η ηλικία είχε τονίσει τη σεξουαλικότητά της και τα στήθη έγερναν προς τα κάτω, τόσο όσο χρειαζόταν για να αυξάνεται ο πόθος. Ήταν κι αυτή φυσική ξανθιά, το παρατήρησε εκείνος όταν αποκάλυψε την ήβη της και στη συνέχεια του πρόσφερε  έναν έρωτα σαν αυτόν του είχε προσφέρει η κόρη της. Η χαμένη κόρη και το σώμα της μητέρας της ενώθηκαν σε ένα και τότε ήρθε το τέλος του κόσμου. Ο καθηγητής βγήκε στη βεράντα, ανέβηκε στην κουπαστή και πέταξε στους επτά ουρανούς για να συναντήσει τις δύο εξαδέλφες.

Τι είναι αυτό που μου διάβασες; ρώτησε ο Γραβάνης την Αμερικανίδα.

– Είναι η τελευταία σελίδα που έγραψε για το μυθιστόρημά της η κόρη μου, λίγο πριν μας αφήσει. Τα έγραφε όλα στα ελληνικά και στα αγγλικά. Θα κυκλοφορήσει σύντομα στην Αμερική.

Ο Παναγιώτης, η Βασιλεία και η Αναστασία ήταν σίγουροι πως μητέρα και γιος θα οδηγούσαν τα δύο ραντεβού στο κρεβάτι και κατέστρωναν τις ζώνες άμυνας. Διαψεύστηκαν και οι τρεις.

– Θέλει να μας περάσει κάποιο μήνυμα; ρώτησε ο Γραβάνης την Αμερικανίδα. Θέλεις να πάμε στο κρεβάτι;

– Αν ολοκληρωθεί η διαδικασία μέχρι το πέταγμά σου.

– Φυσικά και δεν θα ολοκληρωθεί.

– Τότε δεν υπάρχει λόγος να χάνουμε τον χρόνο μας για ένα πήδημα. Συναντηθήκαμε σήμερα να συζητήσουμε σοβαρά για μπίζνες.

Το φλογερό παγόβουνο ενδιαφερόταν να μη σπαταληθεί άσκοπα η περιουσία της κόρης της. Ο Έντγκαρ ήθελε να «δέσει καλά» το θέμα του ημερολογίου της Ford. Θα επέλεγαν δώδεκα διαφορετικές γυναίκες, από όλο τον κόσμο, από τις πέντε ηπείρους, όλα τα χρώματα και τους σωματότυπους. Η Αναστασία θα αντιπροσώπευε τη Μεσόγειο. Θα τραβούσαν εκατοντάδες φωτογραφίες, στο εργοστάσιο της Ford στο Highland Park του Michigan για να επιλεγεί μία. Η αμοιβή για τη δουλειά αυτή θα ανερχόταν στα εκατό χιλιάδες δολάρια, που θα τη μοιραζόταν οι δύο γυναίκες, ενώ όλα τα έξοδά τους θα τα πλήρωνε η εταιρεία, που θα τους παραχωρούσε και βοηθούς, ντεκόρ και φωτιστικές πηγές.

Η Κάθριν κατέθετε με χαρτί και μολύβι την περιουσιακή κατάσταση της κόρης της, καθώς ο κατά φαντασίαν εραστής εκείνης βίωνε το όνειρο του υπερτυχερού και φορτωνόταν σε όλη του τη ζωή τη μαρτυρική κηδεμονία από την απελθούσα. Η μητέρα της θα αποτελούσε ένα είδος κηδεμόνα της περιουσίας που θα περνούσε σταδιακά στα χέρια του καθηγητή. Αυτό το σταδιακά τον ενόχλησε, αλλά ήταν επιθυμία και διαταγή εκ των άνωθεν και δεν υπήρχε περιθώριο να πάει ενάντια. Αποπειράθηκε εκείνος να οδηγήσει τη συζήτηση προς τα προσωπικά της Νέας Ευδοξίας, με την ελπίδα να συλλέξει κάποια πληροφορία που θα έριχνε λίγο φως στη σκοτεινή ζωή μιας οικογένειας λουσμένης με το φως της δημοσιότητας. Το παγόβουνο δεν αντιστάθηκε, απάντησε σε όλες τις ερωτήσεις του καθηγητή, μόνο που εκείνος δεν μπορούσε να αξιολογήσει καμία απάντηση με κάποιο βαθμό σημαντικότητας. Η μητέρα της Νέας Ευδοξίας μιλούσε για άλλο πρόσωπο, ίσως για άτομο διχασμένο που τη μία του προσωπικότητα δεν την άγγιζαν.

Στη Δαφνομήλη ο Έντγκαρ ήταν εξίσου ομιλητικός με τη μητέρα του, αλλά και εξίσου παραπλανητικός.

Τελείωσαν και οι δύο επισκέψεις και ανανεώθηκαν τα ραντεβού για την Αμερική.

 

Οι Αμερικανοί θα έφευγαν την Κυριακή το απόγευμα και το Σαββατοκύριακο πέρασε με ξεναγήσεις και γεύματα από την ευρύτερη παρέα. Το σκηνικό ταίριαζε με ολιγοήμερο ταξίδι αναψυχής στην Ελλάδα. Και οι ψυχές εκείνων το χαίρονταν, αφού ο Παναγιώτης τις έβλεπε χαρούμενες στα όνειρά του. Έμοιαζε να έκλεινε ένας δεύτερος κύκλος. Σε μία εβδομάδα θα κυκλοφορούσε στα περίπτερα η βιογραφία του Ιωαννίδη, με το κυριακάτικο φύλλο της 17ης Απριλίου, της εφημερίδας «Παρόν και Μέλλον».

Πέρασε η εβδομάδα χωρίς αναταράξεις, «μουδιασμένη», τη χαρακτήρισε ο καθηγητής, και με ειρηνική συνύπαρξη ζώντων και τεθνεώτων. Αυτή ανακωχή των πολεμικών επιχειρήσεων ανάμεσα στα δύο μέρη τον ανησυχούσε παρά τον καθησύχαζε. Ήταν σίγουρος πως οι δύο εξαδέλφες ετοίμαζαν ισχυρό χτύπημα. Απλά η πρώτη ήθελε να τον αφήσει να χαρεί το δημιούργημά τους, το βιβλίο που τους έφερε τόσο κοντά.

Το βιβλίο κυκλοφόρησε:

«Μίμης, ο βασιλιάς των τσιγγάνων...»

Δεν συνέβη τίποτε το συνταρακτικό με την κυκλοφορία του. Υπήρξε απλά ένα πρόσχημα της Ευδοξίας να συναντηθεί με τον καθηγητή της, κάτω από τις συνθήκες που αυτή όρισε.

Η συνέχεια αύριο