Top menu

Περιεχόμενα Τεύχους 13

Η εμπειρία του "Μαύρου Κύκνου"

της Ειρήνης Ασημένου

Ντάρεν Αρονόφσκι
Πάθος, έγκλημα, ζωή, θάνατος στην φυλακή της εικόνας

Μετά απο μήνες αποχής απο τις κινηματογραφικές αίθουσες ένα καλό θρίλερ με την υπογραφή του Darren Aronofsky, φαινόταν η πιο δελεαστική πρόταση για την επανένταξή μου στον κόσμο του υποσυνείδητου μηνύματος καθώς και την επαφή μου με την επαναλαμβανόμενη πια   έκφραση του καταπιεσμένου συναισθήματος μέσω της, κατα κάποιο τρόπο "χαλασμένης" λογικής, σαν σε κάποιο εγγεφαλικό παιχνίδι αυτοέκφρασης του "θέλω" και του "πρέπει". Οχι, το Black Swan (2010) είναι κάτι παραπάνω απο μια συνηθισμένη εφαρμογή της εξίσωσης, αίμα + πάθος = φόβος + κάθαρση. Πρόκειται για μια καθαρά προσωπική κουβέντα ανάμεσα στον Darren Aronofsky και τον θεατή. Μια ιστορία που σαν όλες τις άλλες προσωπικές ιστορίες, κρύβει φόβους, προκαταλήψεις και γεγονότα που στοιχειώνουν την ύπαρξη με ανείπωτους πόθους και καταπιεσμένα όνειρα. Μια συναισθηματική εναλλαγή αγάπης μίσους, πάθους απώθησης, λογικής και παράνοιας μέσα σε κάτι φαινομενικά τόσο εξευγενισμένο, συγκροτημένο και ηθικό, όπως το μπαλέτο.

Η Nina Sayers (Natalie Portman), ακροβατεί με πληγωμένα απο τις ποέντ πόδια, ανάμεσα στην παιδικότητα και την ενηλικίωση σαν σε σκοτεινά μονοπάτια απελευθέρωσης και ανεξαρτητοποίησης, ενώ ο Aronofsky φαίνεται να μεταφράζει την αντίθεση του άσπρου και του μαύρου κύκνου σε κάτι περισσότερο απο το κλασσικό μοτίβο του καλού και κακού.

Πιέζει για μεταμόρφωση, εκτροχιασμό, ένα πάθος που πρέπει να πάψει να μένει ανέκφραστο, προστατευμένο απο λευκά συναισθήματα και ηθική αυτοέκφραση. Ζητά μια ομορφιά χαλασμένη, σπασμένη και αποξενωμένη απο το καθρεύτισμα της φευγάτης παιδικότητας σε μια λίμνη που πάντα μιλάει μ' αλήθειες. Η επιμονή του Thomas (Vincent Cassel) εκφράζει σαφώς την πίεση του ίδιου του σκηνοθέτη για το τέλειο θέαμα, όπως αυτό απαιτείται στην εποχή της εικόνας, της τέλειας εικόνας που δεν συγχωρεί τις ατέλειες. Μια εικόνα που κραυγάζει για έλξη και ερωτισμό.

Το λευκό στέκεται σαν καθρέφτης στην κάμερα και τυφλώνει με καλοσύνη και ομορφιά, ηθική και συγκρότηση, μια επιφάνεια με λίγα λόγια, φυλακή για το μαύρο, το ένστικτο, την άφωνη δύναμη, την ορμή για επιβίωση.

Θα μπορούσε να ειπωθεί ακόμα πως ο Darren Aronofsky αφηγείται εδώ μια ιστορία καταπιεσμένης ενηλικίωσης, μια ερωτική ιστορία που κοιμάται κάτω απο το έντονο φως του λευκού και της ηθελημένης αγνότητας. Ο λευκός κύκνος είναι περήφανος, όφορφος άμεμπτος μα παρ όλα αυτά υποφέρει κάτω απο την εικόνα που άθελα του υποσχέθηκε πως θα κρατήσει, με αντάλλαγμα τα αγνά συναισθήματα, που στον κόσμο του σκηνοθέτη απλά δεν υπάρχουν.

Η Nina προσπαθεί να ξεφύγει απο την εικόνα του αδύναμου παιδιού που έχει φτιάξει γι αυτήν η μητέρα της, βυθίζεται όλο και περισσότερο στα βαθύτερα ένστικτα, τον σκοτεινό εαυτό της και ο αγώνας αυτός είναι έκδηλος σε όλη τη διάρκεια της ταινίας, μέσα απο κατοπτρισμούς και φαντάσματα βίας και διχασμού.

Ο πόλεμος της εικόνας και η αναζητηση του αληθινού και πρωτόγονου δεν είναι κάτι καινούριο για τον Aronofsky αφού είναι έκδηλη και σε παλιότερες ταινίες του όπως το Requiem for a Dream (2000), The Fountain (2006) ή ακόμα και στο Π (1998) όπου στην ουσία ο Max Cohen (Sean Gullette) βρίσκεται παγιδευμένος στη σκέψη του και προσπαθεί με ουσίες να εναρμονιστεί με τον περίγυρο. Ουσίες που βοηθούν τους Marion (Jennifer Connelly) και Harry (Jared Leto) να χαθούν σε κόσμους ελεύθερους, μακριά απο την προδικασμένη εικόνα, πιο κοντά στα δικά τους ένστικτα και θέλω στο Requiem for a Dream (2000), καθώς επίσης και την Sarah (Ellen Burstyn) να πλησιάσει τα όρια της ζητούμενης απο τα μέσα, εικόνας που θα οδηγήσει στην αποδοχή και τον θαυμασμό.

Η αγωνία κορυφώνεται στη θέα αυτού του κρυμμένου εαυτού, στις θυσίες που έχουν γίνει  στο όνομα του και στο θυμό που εξαπολίεται με την ανακάλυψή του. Αυτοκαταστροφή, αυτό είναι το βαθύτερο συναίσθημα φόβου που καταφέρνει ο Aronofsky στις ταινίες που υπογράφει.

Η Nina φοβάται τους γύρω της, κρύβεται απο φανταστικούς εχθρούς, σκιές και τέρατα που υπάρχουν μόνο στο μυαλό της. Καταφέρνει να ξυπνήσει το πάθος της μα ο Μαύρος κύκνος της είναι αυτός που την καταστρέφει λίγο πριν πέσει η αυλαία. Τα καταφέρνει μα χάνεται σε μια λίμνη απο αίμα.

O φόβος του Aronofsky δεν απαντά στο κακό, δεν εξημερώνει το άγριο. Αντίθετα, κίνείται στις πιθανότητες ανάμεσα σε πόλους της ανθρώπινης ύπαρξης, χορεύει μεταξύ του πάθους και της απάθειας, του είναι και του φαίνεσθαι, της φθοράς και αφθαρσίας μελετώντας τις αντοχές του μυαλού μπροστά στην εικόνα.