Top menu

Περιεχόμενα Τεύχους 21

Ζμπίγκνιεφ Χέρμπερτ, æmaeth: maeth

Μεταφράζει ο Αναστάσιος Δρακόπουλος
Ανάμεσα στα πάθη υπάρχει ένας θυμός της διάνοιας κι αυτός είναι με τη φύση σύμφωνος. Χωρίς θυμό δε μπορεί να κατακτηθεί η πνευματική καθαρότητα· πρέπει να νιώθει θυμό ο άνθρωπος για ό,τι σπαρμένο από τον εχθρό.
Όσιος Ησαΐας ο αναχωρητής, Φιλοκαλία των Ιερών Νηπτικών

Ο Ζμπίγκνιεφ Χέρμπερτ, γεννηθείς το 1924, ήταν ένας από τους μεγαλύτερους ποιητές της σύγχρονης Πολωνίας. Στη διάρκεια της γερμανικής κατοχής υπήρξε μέλος μυστικών αντιναζιστικών οργανώσεων. Μετά την απελευθέρωση αποχώρησε από την Πολωνία για λίγα χρόνια και εγκαταστάθηκε σε Γαλλία και Ιταλία, όπου έγραψε δοκίμια και μελέτες πάνω στην ειδικότητά του –ήταν διπλωματούχος νομικής με ενδιαφέροντα τη φιλοσοφία και την ιστορία της τέχνης. Ανήκε στην κύρια ομάδα των ποιητών της πατρίδας του που αντιτάχθηκαν στο κομμουνιστικό μοντέλο, όπως αυτό εφαρμόστηκε.
Τα ποιήματά του συνεχίζουν την παράδοση των προπολεμικών Πολωνών λυρικών, αλλά οι εμπειρίες των ριζικών αλλαγών που πραγματοποιήθηκαν στον κοινωνικό ιστό της μεταπολεμικής Περιόδου έχουν εμπλουτίσει το έργο του. Η εσώτερη πάλη του δημιουργού τον οδηγεί στην εκτεταμένη χρήση ειρωνείας και στις μυστικές ατραπούς που ορίζουν σύμβολα από τη βιβλική και ελληνική μυθολογία.

Απεβίωσε στις 28 Ιουλίου του 1998, στη Βαρσοβία. Το 2008 είχε προκηρυχθεί έτος μνήμης του από την κυβέρνηση της χώρας.

Η παρούσα μετάφραση έγινε από την αγγλική. Ο τίτλος αποτελεί σχόλιο του μεταφραστή. O ποιητής εμφάνιζε μινιμαλιστική τάση, γι’ αυτό τα σημεία στίξης είναι λιγοστά.

Μια στάσηΛοιπόν, κάναμε στάση σε μια πόλη
ο μαγαζάτορας ζήτησε το τραπέζι να μετακινηθεί στον κήπο
η μαρμαρυγή ενός αστέρα
εμείς κόβαμε τη φρατζόλα
όταν γρύλοι ακούστηκαν μες στο χρώμα του λυκαυγούς
μια κραυγή
μια κραυγή τέκνου απρόσμενη
η ταραχή ανθρώπινων εντόμων
κι η παχιά μυρουδιά της γης
εκείνοι που κάθονταν με την πλάτη στον τοίχο
ατένιζαν τώρα το μενεξεδί –
τον λόφο με τις αγχόνες
ο κισσός των εκτελέσεων αναρριχάτο

τρώγαμε πολύ, ναι,
καθώς συνηθίζεται όταν κανείς δεν πληρώνει

Ρόπτρον

Υπάρχουν ορισμένοι
που καλλιεργούν κήπους στις κεφαλές τους
καλντερίμια οδηγούν απ’ τις τούφες των μαλλιών τους
σε ηλιόλουστες, ολόλευκες πόλεις

είναι εύκολο γι’ αυτούς να γράψουν
κλείνουν τα μάτια
κι αμέσως κοπάδια εικόνων
κατρακυλούν στο μέτωπό τους

η φαντασία μου
είναι ένα κομμάτι σανίδα
και μοναδικό μου εργαλείο
ένα μικρό κομμάτι ξύλο

τη χτυπώ
μου απαντά
ναι
όχι

κάποιοι έχουν τον θαλερό κώδων ενός δέντρου
κάποιοι τον γλαυκό του νερού
εγώ έχω ρόπτρο
από ανυπεράσπιστους κήπους

χτυπώ τη σανίδα
και με παρακινεί
με το χέρσο ποίημα ηθικολόγων
ναι
όχι

Τροία

Ι

Τροία, ω Τροία
ο αρχαιολόγος
θα κινήσει με τα δάχτυλά του τη σποδό σου
κι όμως μια πυρκαγιά προκλήθηκε μεγαλύτερη
κι από αυτή της Ιλιάδας
για επτά έγχορδα –

πολύ λίγα τα έγχορδα
χρειάζεται ολόκληρη χορωδία
μια θάλασσα ελεγειών
και κεραυνός βουνών
και βροχή λίθων

–πώς να οδηγήσεις
τους ανθρώπους μακριά απ’ τα ερείπια
πώς ν’ αποκόψεις
την επωδό απ’ τα ποιήματα–

έτσι σκέφτεται ο αψεγάδιαστος ποιητής
μουγγός
σα στήλη άλατος
–το τραγούδι θα δραπετεύσει αβλαβές
και να που δραπετεύει
με το πυρφόρο πλατάγισμα φτερών
στον καθάριο ουρανό

Το φεγγάρι σηκώνεται πάνω απ’ τα ερείπια
Τροία, ω Τροία
η πόλη στέκει σιωπηλή

Ο ποιητής μάχεται την ιδική του σκιά
ο ποιητής κλαψουρίζει σαν χαμοπούλι του κενού

Το φεγγάρι σηκώνεται ξανά και ξανά
ελαφρύ μέταλλο σε στάχτη σιγοκαίουσα

ΙΙ

Περπάτησαν κατά μήκος ρεματιών ίσως πάλαι ποτέ δρόμων
σαν να βρίσκονταν πάνω σε πορφυρή θάλασσα τέφρας

κι ο αγέρας ανασήκωσε την κόκκινη σκόνη
χρωματίζοντας ευλαβικά το ηλιοβασίλεμα της πόλης

Περπάτησαν κατά μήκος ρεματιών ίσως πάλαι ποτέ δρόμων
μια ανάσα κατά το παγωμένο πρωινό επί ματαίω

είπαν: πολλά χρόνια θα περάσουν
μέχρι το πρώτο σπίτι εδώ ν’ αναγερθεί

Περπάτησαν κατά μήκος ρεματιών ίσως πάλαι ποτέ δρόμων
αναμενόταν να βρεθούν ίχνη

ένας σακάτης παίζει
φυσαρμόνικα
για τα κλαδιά μιας ιτιάς
για μια κοπέλα

ο ποιητής σιωπηλός
κι η βροχή που πέφτει

Οίκος

Ένας οίκος πάνω απ’ τις εποχές
σπίτι για νεαρά ζώα κι αγουρίδες
ένας χώρος άδειος
κάτω από απολεσθέν άστρο

σπίτι ήταν το τηλεσκόπιο της παιδικότητας
η σάρκα του συναισθήματος
το μάγουλο μιας αδελφής
το κλωνάρι ενός δένδρου

το μάγουλο έσβησε στη φωτιά
το κλωνάρι σκίστηκε απ’ τα πυρά
πάνω απ’ τα υπολείμματα μπαρουτιού στο καταφύγιο
ένα τραγούδι από άστεγα παιδιά

σπίτι είναι το ζάρι του συναισθήματος
σπίτι είναι ο κύβος της νεότητας

ένα φτερό από μια απανθρακωμένη αδελφή

κλωναράκι ενός νεκρού δένδρου

Χαλίκι

Το χαλίκι
είναι ένα τέλειο πλάσμα

αυτάρκες
γνωρίζει τα όριά του

γεμάτο
με χαλικώδες νόημα

με μυρουδιά που δεν ξυπνά αναμνήσεις
δε φοβίζει και δεν προκαλεί τον πόθο

η οσμή κι η παγερότητά του
είναι αξιοπρεπείς

Πέφτουν οι τύψεις βαριές
όταν το κρατώ στο χέρι
και το ευγενές κορμί του
δέχεται κάλπικη θερμότητα

Τα χαλίκια δε δαμάζονται
μέχρι το τέλος μάς κοιτούν
με ήρεμα, καθαρά μάτια

Ο κ. Cogito (1) κι η φαντασία

Ι

Ο κ. Cogito ποτέ δεν εμπιστεύτηκε
τα παιχνίδια της φαντασίας

το πιάνο στην κορυφή των Άλπεων
δεν έπαιζε αληθινή μουσική

πώς να εκτιμήσει τους λαβυρίνθους
κι αυτή η Σφίγγα τον γέμιζε απέχθεια

ζούσε σε σπίτι δίχως υπόγειο
δίχως καθρέφτες και διαλεκτική

μακριά απ’ τη ζούγκλα
των μπλεγμένων εικόνων

σπάνια καβαλούσε το φτερό
μιας μεταφοράς
και πετούσε
για να πέσει μετά σαν ένας ακόμα Ίκαρος
στην αγκάλη της Μητέρας Γης

τις ταυτολογίες λάτρευε
τις εξηγήσεις
«idem per idem», καθώς λέγεται

ήτοι το πτηνό είναι πτηνό
η δουλεία σημαίνει δουλεία
το μαχαίρι είναι μαχαίρι
κι ο θάνατος παραμένει θάνατος

αγάπησε
το επίπεδο του ουρανού
μια ευθεία γραμμή
ω η βαρύτητα αυτής της γήινης μητέρας

ΙΙ

Ο κ. Cogito θα συνυπολογιστεί
στις μειονότητες των ειδών

θα δεχθεί αδιάφορα την ετυμηγορία
των μελλοντικών ανθρώπων των γραμμάτων

καθώς προσπάθησε να χρησιμοποιήσει
τη φαντασία για ευγενείς σκοπούς

για ευσπλαχνία
για να κατανοήσει

-τη νύχτα του Πασκάλ
-τη φύση του διαμαντιού
-την οργή του Αχιλλέα
-την τρέλα των ανθρωποκτόνων
-τα όνειρα της Mary Stuart
-τον φόβο του Νεάντερνταλ
-την απελπισία των τελευταίων Αζτέκων
-την επιθανάτια οδύνη του Νίτσε
-την έκσταση των παλαιολιθικών χαρακτών
-τον κύκλο ζωής μιας βελανιδιάς
-τον κύκλο ζωής της αρχαίας Ρώμης

κι έτσι για να διατηρηθεί η συμφωνία
και τα νεκρά να επιστρέψουν

η φαντασία του κ. Cogito
έχει κίνηση εκκρεμούς

με ακρίβεια
περνά από οδύνη σε οδύνη

δεν έχει χώρο
για την τεχνητή πυρκαγιά της ποίησης

πώς να το κάνουμε
προτιμά να παραμένει πιστός
σε μια αμφισβητήσιμη διαύγεια

Το κτήνος του κ. Cοgito (1)

Ι

Καθισμένος στην ιπποτική του σέλλα
υπολόγιζε μ’ ακρίβεια
το μέγεθος και τις πιθανές κινήσεις
του δράκου
–τυχερός ο Άγιος Γεώργιος

το πρώτο βήμα κάθε καλής επίθεσης
είναι να εκτιμήσεις σωστά
τον αντίπαλο

Ο κ. Cogito βρίσκεται
σε δυσμενέστερη θέση
κάθεται σε μια φθαρμένη σέλλα
σε μια ομιχλώδη κοιλάδα

δε μπορεί ν’ αντιληφθεί
τα πύρινα μάτια
τ’ αδηφάγα νύχια
τα σαγόνια

καθώς στην ομίχλη
βλέπεις μόνο
την απόμακρη λάμψη της ανυπαρξίας

το κτήνος του κ. Cogito
δε γνωρίζει διαστάσεις
κι ορισμό

μοιάζει με μια γιγαντιαία μελαγχολία
απλωμένη στη χώρα

δε διαπερνάται
από πένα
από λογομαχία
ή κοντάρι

αν δεν έπνιγε με το βάρος του
αν δε σκόρπιζε τον θάνατο
θα μπορούσε να ειπωθεί
πως αποτελεί μια ψευδαίσθηση
ένα προϊόν αρρωστημένης φαντασίας
αλλά υπάρχει
σίγουρα υπάρχει

σαν μονοξείδιο του άνθρακα
γεμίζει σπίτια, εκκλησιές, μαγαζιά

δηλητηριάζει πηγάδια
καταστρέφει ό,τι έχει κατακτήσει ο νους

καλύπτει το ψωμί με μούχλα

η ένδειξη ύπαρξής του
είναι τα θύματα

δεν είναι απόδειξη
αλλά αρκεί

έτσι δεν είναι;

ΙΙ

και να που οι σώφρονες προτείνουν
να ζήσουμε μαζί με το κτήνος

δεν πρέπει να κάνουμε
ξαφνικές κινήσεις
θα πρέπει να είμαστε αθόρυβοι

κι αν φανεί στον ορίζοντα απειλή
μπορούμε να πάρουμε τη μορφή
μιας πέτρας
ή ενός φύλλου

ακούστε τη σοφή Φύση
που καλεί σε μιμητισμό

που ζητά να μην αναπνέουμε δυνατά
να υποδυόμαστε τους απόντες

ο κ. Cogito όμως
δεν αρκείται σε μια ζωή πρόφασης
θέλει ν’ αγωνιστεί
να συγκρουστεί με το κτήνος
σ’ ανοιχτό έδαφος

κι έτσι περπατά την αυγή
στα κοιμισμένα προάστια
με προσοχή
οπλισμένος με αιχμηρό αντικείμενο

σαν λεγεωνάριος
μιας αρχαίας εποχής
καλεί –
βγες έξω ποταπέ δειλέ

μα μέσα απ’ την ομίχλη
φαίνεται μονάχα
το τεράστιο ρύγχος της ανυπαρξίας

Ο κ. Cogito ζητά
αυτήν την άνιση μάχη
και θα συμβεί
πιθανώς σύντομα

πριν επαναληφθεί η Πτώση
λόγω αδράνειας
πριν προκύψει ο άδοξος θάνατος
πριν τον πνιγμό
από αμορφία

Παραπομπή:
(1) Η λέξη cogito στη λατινική σημαίνει σκέπτομαι. Χρησιμοποιείται, επίσης, για να δηλώσει εν συντομία την καρτεσιανή πρόταση «cogito ergo sum»· σκέπτομαι, άρα υπάρχω.