Top menu

Περιεχόμενα Τεύχους 35

"Ενθυμήματα κι εγχειρήματα" του Άγγελου Σακκή

photo © Στράτος Προύσαλης

photo © Στράτος Προύσαλης

Περίπου δέκα χρόνια πριν, ο John μού έδωσε να διαβάσω ένα xerox αντίγραφο του Κινέζικου τετραδίου του Δημοσθένη. Είπε ότι ήταν το πιο ενδιαφέρον άτομο που γνώρισε στο Συμπόσιο Ποίησης και  Μετάφρασης στην Πάρο. Τον ακούω τον John. Τον κοροϊδεύω λέγοντας ότι είναι το πρώτο μέλος της οικογένειας που διέσχισε τα Σύνορα της Ποίησης. Δεν το θέτω ακριβώς έτσι, αλλά, όπως και να ‘χει, γελάει ευγενικά με το αστείο μου. Σύντομα ξεκινήσαμε να μεταφράζουμε μαζί το κείμενο, το πρώτο από τα πολλά που ακολούθησαν.
    
Πάντοτε ανυπομονώ να δω τον Δημοσθένη στην Ελλάδα. Υπάρχει πάντα κάποιο νέο και συναρπαστικό στοιχείο σε αυτές τις συναντήσεις. Μία φορά με κάλεσε σε μία εκδήλωση πολυμέσων σ’ ένα εγκαταλελειμμένο εργοστάσιο δερμάτων, όπου διάβασε ένα δικό του ποίημα μετά από τους παράξενους, ασταθείς ήχους μίας επιτέλεσης με θέρεμιν. Μία άλλη φορά πήγαμε σε μία δική του επιτέλεση στο θέατρο στο πατάρι ενός μακριού και στενού τετραώροφου μπαρ με παλίμψηστους τοίχους. Και πρόσφατα πήγα να ακούσω την παρουσίασή του και να δω μία καλλιτεχνική έκθεση που είχε οργανώσει  για το έργο του παππού του ελληνικού Νταντά, Θάνου Murray Βελούδιου.
    
Μακράν όμως η πιο αξιομνημόνευτη περίσταση για μένα ήταν όταν μας πήρε για μία βόλτα με το αυτοκίνητο στη Δραπετσώνα, την πιο απομακρυσμένη πλευρά του λιμανιού του Πειραιά. Εγώ γεννήθηκα και μεγάλωσα στον Πειραιά, αλλά από την άλλη πλευρά. Αυτό το οποίο μου ήταν οικείο ήταν η Πειραϊκή, το Πασαλιμάνι, η Καστέλλα, το Τουρκολίμανο, η κεντρική Αγορά και η πλευρά των επιβατών του Πειραιά. Στην απομακρυσμένη αυτή πλευρά είχα πάει μόνο μία-δύο φορές μ’ έναν συγγενή μου στην Ιχθυόσκαλα, την αποβάθρα της ψαραγοράς όπου δούλευε, και λίγες φορές είχα ανέβει την οδό Αναπαύσεως που οδηγεί στο νεκροταφείο, αυτό ήταν όλο. Σ’ αυτή την αξιομνημόνευτη βόλτα ο Δημοσθένης και η Αντίκλεια μας πήγαν την Άννα κι εμένα σε μία Δραπετσώνα που δεν είχαμε δει ποτέ. Καθώς το φως του δειλινού σιγά σιγά έσβηνε, περάσαμε από εγκαταλελειμμένες καπνοδόχους και ερειπωμένα εργοστάσια, μικρούς ταρσανάδες και μικρές μαρίνες για βαρκούλες παραχωμένες εδώ κι εκεί. Φάγαμε ένα νόστιμο δείπνο σε μία μικρή ψαροταβέρνα – πασίγνωστη, είπε, εγώ δεν την ήξερα. Είπε ότι αυτός και η Αντίκλεια πήγαιναν στη Δραπετσώνα από την εποχή που σπούδαζαν. Ξέρουν τη γειτονιά απ’ έξω κι ανακατωτά, γνωρίζουν την ιστορία κάθε σπιτιού και κάθε οικοπέδου. Έχει συρτάρια γεμάτα με αρνητικά που καταγράφουν την αλλαγή του τόπου από μία κυρίως βιομηχανική περιοχή στην παρούσα κατάσταση ανάπλασης και εξευγενισμού. Πρέπει να τα ψηφιοποιήσει και να τα ταξινομήσει σύντομα, είπε, πριν καταστραφούν. Ένα ακόμα από τα «μικρά» εγχειρήματα του Δημοσθένη.

Μτφρ. Δρ. Χαράλαμπος Μαγουλάς

*

Some ten years ago John gave me to read a xerox copy of Demosthene’s “Chinese notebook.” He said he was the most interesting person he had met at the Paros Poetry Translation Symposium. I listen to John. I kid him that he’s the first person in the family to cross the Poetry Frontier. That’s not exactly how I put it, but he politely laughs at my joke anyway. Soon we started translating that text together, the first of many.

I always look forward to seeing Demosthenes in Greece. There’s always a new and exciting element in those meetings. Once he invited me to a multimedia event at an abandoned leather factory where he read a poem of his after the strange, wobbly sounds of a theremin performance. Another time we went to a “performance”event of his in the theater loft of a long and narrow 4-story bar with palimpsest walls. And recently I got to hear his presentation and see an art show he had organized for the work of the granddaddy of Greek dadaThanos Murray Veloudios.

By far the most memorable occasion for me though was the time he took us for a drive in Drapetsona, the far side of the port of Pireas. Now, I was born and raised in Pireas, but on the other side. What I was familiar with was Piraiki, Passalimani, Kastella, Tourkolimano, the central Market and the passenger side of the port. I’d only been to the far side a couple of times going with a family member to the Ichthioskala, the fish market dock where he worked, and a few times going up the Avenue of Eternal Rest leading to the cemetery, but that was it. On that memorable drive Demosthenes and Antikleia took Anna and me to a Drapetsona we had never seen. As the summer dusk light was slowly fading, we went by abandoned smoke-stacks of torn-down factories, small shipbuilding yards and little marinas for small craft tucked away here and there. We had a scrumptious dinner at a small seafood taverna – well known he said, I wouldn’t know. He said he and Antikleia had been going toDrapetsona since their school days. They know the neighborhood inside out, know the history of every house and every lot. He has drawers-full of negatives recording the change of the place from a mostly industrial area to the present state of gentrification. He should be digitizing and cataloguing them soon, he said, before they disintegrate. Another one of Demosthene’s “little” projects.

Άγγελος Σακκής (ποιητής, εικαστικός, μεταφραστής, Oakland, California, ΗΠΑ)