Top menu

Περιεχόμενα Τεύχους 8

Ελεγεία στις αχανείς διαστάσεις ενός κρίνου! (Συλλογικό)

των Θεοδοσία Ζαμπάκα, Κωνσταντίνα Παπαχριστοπούλου & Τάσου Ρήτου

Πράξη Α' : Στο λεωφορείο

-Σου δίνω αφορμές να - ξεγυμνώσουμε απόψε τις ψυχές μας.
-Να μεθύσουμε τις ώρες που η νύχτα πνίγεται στη σιωπή.
-Να μοιράσουμε τα διάσπαρτα κομμάτια τρέλας τριγύρω μας.
-Πάψε να μελαγχολείς και τρέχα μέσα στο βουνό.
-Φρόντισε να ανακαλύψεις τα πάθη σου και να τα’ αφήσεις ελεύθερα να σε κυριεύσουν.
-Θα φροντίσω να κυριεύσω τους ανέμους, τα χιόνια, τα πουλιά και τις καρδιές.
-Να αισθάνεσαι, ζήσε ανεξάρτητα, παρέα με σκιές που σαγηνεύουν το σκότος του πνεύματος.
-Μπορείς να ξεβράσεις από μέσα σου όλες τις πληγές, σαν το κατούρημα σε μια στάση μιας ώρας ταξιδιού;
-Μπορούμε άραγε να συγκεντρώσουμε το πάζλ των έντονων στιγμών μας και να το διαμορφώσουμε με τη σειρά που θέλουμε; Λοιπόν. . . Αν τα όνειρά σου είναι σαν το λασπωμένο χιόνι, τα τραγούδια σαν μια μπανιέρα γεμάτη με αίμα, η φωνή σου χωρίς θόρυβο κι η μουσική ένα ταξίδι δίχως όμορφο προορισμό (μάλλον δίχως προορισμό). . . τότε μην αναρωτιέσαι τι τρέχει. . . Είσαι δυστυχισμένος!
-Διάλεξε λοιπόν ύστερα από μια ματιά στο χιονισμένο βουνό. . . νιώθεις σαν φέτα τομάτα ή σαν σάντουιτς με τόνο. . .
Ξενοδοχείο Ελπίδα. Δωμάτιο 506!
-Παράπονα. . .that’s it. . .
Φτάσαμε!

31/03/09
(Τάσος - Θεοδοσία)


Πράξη Β' : Στο δρόμο

Ξεκινάει λοιπόν ένα ταξίδι με τη γλύκα της προσμονής θεριεμένη, θες μόνο την καλή κατάληξη και όλον το αγέρα που σου έχει υποσχεθεί ο εαυτός σου όταν έκανες το πλάνο. Η γραμμή του ταξιδιού ξεκινά και υπάρχει παντού δρόμος και σύννεφα. Ίσως και κάποιες μελωδίες – μα από καιρό εξασθενημένες. Δρόμος και σύννεφα και εσύ ακόμα εξαντλείς την προσμονή, είναι μόνο από εκεί η γλύκα. Ο δρόμος είναι στρωμένος με πίκρα και τα σύννεφα καθορίζουν με ακριβείς επιταχύνσεις το βάθος ενός πλακώματος πάνω στο στέρνο σου- μοιάζει με αίσθηση του μόνιμου αποχαιρετισμού του καλού τέλους. Ο δρόμος συνεχίζει να καλεί, οι στροφές του ανέμελες – άλλες πονηρές – καθορίζουν τα πρόσθετα χιλιόμετρα που τόσο επιθυμείς να διαγράψεις πάνω στην πορεία σου. Όταν τελικά θα φτάσεις στο πρώτο σταυροδρόμι θα δεις τον ίδιο δρόμο κομμένο στα δυο μα δεν έχει ιδιαίτερη σημασία αν θα πας αριστερά ή θα κάνεις επιτόπου αναστροφή για να γυρίσεις από εκεί που ήρθες. Η ερώτηση εύλογη: Αν είναι όλες οι επιλογές πορείας ίδιες σαν την κανονικότητα των ημερών από τις οποίες απέδρασες, πως θα κάνεις τις μέρες που έρχονται έτοιμες για το θαύμα της ομορφιάς; Κουβαλάς μαζί σου ένα θησαυρό που έχεις στερεώσει πάνω στο μέρος της καρδιάς – ένα κουτάκι αστρόσκονη- με αυτό θα κάνεις τις ημέρες έτοιμες να ομορφύνουν. Όλα (λες) ετοιμάζονται από καιρό και οι μυστικές διεργασίες του συμπαντικού σου ρυθμού οδηγούν το νου σου στο ταξίδι αυτό, αυτό που θες οπωσδήποτε να έχει καλή κατάληξη, αλλά τελικά οι φιδογυριστοί του δρόμοι δεν είναι τίποτα διαφορετικό από τα μονοπάτια που σκαρφαλώνουν δίπλα στα ποτάμια της αιώνιας ροής.

(Κωνσταντίνα)

Πράξη Γ' : Στα σκαλοπάτια

Σου δίνω αφορμές.
Μπλέκομαι στις ροές.
Ξεγυμνώνω το σύμπαν.
Ψάχνω στη θάλασσα να βρω το γιατρικό.
Με μια ματιά στο παρελθόν, ατενίζοντας το μέλλον, αναζητώ ένα χαμόγελο μακριά από τα σύννεφα.
Πέρα από τα άστρα.
Αυτό που ψάχνουμε είναι ανάσες
Είναι ένα όνειρο, είναι η αστρόσκονη από την πηγή της φαντασίας μας.
Ένα παιδικό πολύχρωμο τετράδιο που έχουμε φτύσει όλες μας τις στιγμές και έχουμε ξεράσει όλη τη σκόνη που αφήνουν πίσω τα μεθυσμένα τροχοφόρα.
Ο δρόμος ίδιος όπως και πάντα με ένα προορισμό ασύλληπτο, απρόσμενο.
Χωρίς ξεκάθαρα χαρακτηριστικά στο μαυρισμένο του πρόσωπο.
Στο ραγισμένο νου.
Η βασίλισσα σκέψη βγάζει το δηλητήριο που καθηλώνει το μέσο και ο δρόμος αδειάζει.
Το τρένο φεύγει.
Άλλος ένας αποχαιρετισμός ονείρου.
Άλλη μια φαντασίωση.
Άλλο ένα αντίο!
Ένα άστρο ξεμύτισε απ’ το μαύρο παραβάν του ουρανού και έδειξε την εναλλακτική πορεία.
Τα γράμματα χάλια, το μολύβι τελείωσε και τα πόδια μου πονάνε, αλλά δεν θα σταματήσω. . .θα προχωρήσω!

 

(Τάσος - Κωνσταντίνα)

 

Πράξη Δ' : Στην άκρη ενός γκρεμού

Καταλυτικές λασπωμένες παρουσίες,
μικρές ανάσες διαύγειας σε όμορφες πόλεις μυρωδάτου παρελθόντος.
Κάποτε,
τότε που υπήρχε νιότη,
πρόθεση και διάθεση,
κι η αγάπη προστάτης όλων,
κάποιος μου είπε «το σύμπαν σου ζητάει θετικότητα»,
και από τότε γυρνώ στις νοσταλγικές μου μνήμες.
Λέω,
κάπου θα βρω μια ένεση θετικότητας,
για το σύμπαν που διασπάται χωρίς εκρήξεις,
δίχως περγαμηνές με γράμματα τα μελλούμενα,
κι όμως όλοι κάπου το νιώθουμε,
ένα ταξίδι γυρεύει την τέλεσή του μα κανείς δεν θέλει να βάλει τέλος.
Πως θα ζήσουμε δίχως δρόμους?

 

(Κωνσταντίνα)


Πράξη Ε' : Κοντά στου πρόποδες ενός αποχαιρετισμού

(για την Έλενα και το k.mobil που δε θα πεθάνει ποτέ)

Θεσσαλονίκη, μια ανάσα μετά το πρώτο γκάζι και με την λάμψη των αστεριών κίνησα για το όνειρο. Θέριεψε ανάμεσα στους τοίχους ενός σπιτιού γεμάτο παραμύθια.

Αλεξανδρούπολη, ο φάρος ίσα που έφευγε μέσα στην ομίχλη και τη βροχή. Ευτυχώς η πέτρινη ταβέρνα είχε καλό κρασί και ρεμπέτικα να ακούγονται από τα ηχεία. Μια Θεά με αστραφτερό πρόσωπο τσούγκρισε το ποτήρι της με το δικό μου.

Σέρρες, μέσα στη σκόνη και τα πρώτα σημάδια άρνησης του ονείρου – όχι δεν θα περάσεις καλά. Η Θεά μουρμούριζε ξόρκια να ξαναβρώ το όνειρο που ήταν εκεί και αδυνατούσα να το αναπνεύσω.

Σέρρες – Πρέβεζα, θάνατος μέσα στο αηδιαστικό χιόνι. Η Θεά μου είπε ότι ήταν άχνη ζάχαρη (ή εγώ το είπα) και σα να νιώσαμε μια γλύκα.

Πρέβεζα, το όνειρο πήρε μια ανάσα από τη λιακάδα και την ομορφιά. Λιγοστή βοήθεια. Το όνειρο χαροπαλεύει.

Πρέβεζα – Κατερίνη, ο βράχος πονούσε πολύ, η σκοτεινιά από τα τούνελ πλάκωσε κάθε υποψία ξεγνοιασιάς. Όμως τα δέντρα ήταν μαζί μας σε όλο το δρόμο και μετά την πυκνή τρομακτική ομίχλη μας ξεπροβόδισαν 10 νέα χελιδόνια στην άκρη του γκρεμού που αδημονούσαμε. Ο κάμερα-μαν κοιμόταν στο πίσω κάθισμα, ξεπαγιασμένος από τα ανοιχτά παράθυρα που μας χάιδευε η άνοιξη και το δάσος. Την κατάλληλη στιγμή αιχμαλώτισε το σύννεφο που ανέβαινε ξυστά τους απότομους βράχους. Το σύννεφο είπε ευχαριστώ και εγώ έβρισα γιατί φοβόμουν.

Κατερίνη, γύρισε η διάθεση γεμάτη αμμουδιά και ήχους προβάτων. Αποφασίσαμε με τη Θεά να πάμε για πρωινό στη θάλασσα.

Κατερίνη – Λάρισα, χαθήκαμε στο όμορφο δάσος, ομορφύναμε από το μεγαλείο του και ο Λάκι, το αγριογούρουνο ρουθούνισε ενοχλημένο από τα φλας της δημοσιότητας – ήθελε μόνο να φάει μαζί με τα μαμά του λουλούδια στην άκρη του κόσμου.

Λάρισα, τελευταίος σταθμός. Το όνειρο ήταν ζωντανό, ακόμα και τις μέρες που δεν φαινόταν. Τώρα που σιμώνει το τέλος, η μεγαλοσύνη του είναι ένεση στις δακρυγόνες εκκρίσεις. Ένας αποχαιρετισμός που ράγισε δύο ψυχές και τα τελευταία χιλιόμετρα γεμάτα δάκρυα και ευγνωμοσύνη.

Το όνειρο ήταν και θα παραμείνει ζωντανό από τις δυνατές καθάριες ψυχές που έστρωσαν όμορφα το δρόμο. Όλη την ώρα, παράξενα νέα από κάποιο άλλο άστρο έδεναν τις αναμνήσεις μας με όλες τις συγκινητικές, συμπαντικές στιγμές που διασχίσαμε. Έκανα και εγώ ένα ξόρκι: Αυτές τις ανάσες να μην τις ξεχάσουν οι ψυχές μας.

(Κωνσταντίνα)

 

Πράξη ΣΤ' : Μαζεύοντας τα κομμάτια από το χάρτη

Προσπάθησα να σου εξηγήσω,
πόσο πολύ το λάθος σου εγώ ζηλεύω.
Σαράντα κύματα, πολύς αέρας,
ηλεκτρικό οχτάχορδο
και δέκα σκέψεις μέσα στη σακούλα.
Σιωπή με κομμένα ακροδάκτυλα.
Δεν βλέπω τίποτα μπροστά μου,
μα νιώθω το σύμπαν να αυλακώνει την καρδιά μου.
Επόμενη στάση η ζήλεια, το λάθος μου – σου- έγινε!
Πάψε να μιλάς, άκου λίγο τη σιωπή των χειλιών μου!

 

(Τάσος)