Top menu

Εις μνήμη Μηνά Χατζησάββα [Συνέντευξη στον Γ. Δουατζή]

χατζησάββας

Συνέντευξη στον Γιώργο Δουατζή

«Δεν υπάρχει για μένα θεατρικός ή συμβατικός χρόνος. Είναι ένα. Η ζωή μου. Ο χρόνος που ανάλωσα στο θέατρο με συντήρησε,  με έφερε μέχρις εδώ, με έκανε αυτό που είμαι». Μηνάς Χατζησάββας. Διστακτικός στην αρχή, άνετος μετά,  αφήνει τις λέξεις να ξεχυθούν με τρόπο χειμαρρώδη και το «πορτραίτο» του παίρνει σταδιακά υπόσταση.

Ο λόγος του προδίδει πως ο δημοφιλής ηθοποιός βρίσκεται στο ύψιστο σημείο επαγγελματικής ωριμότητας. «Σε κάθε ρόλο – λέει - δοκιμάζεται ο  εαυτό μας. Είναι ένα συνεχές στοίχημα. Κι επειδή θέλω να είμαι πάντα συνεπής, τα πράγματα γίνονται πολύ πιο απαιτητικά. Περιμένουν οι άλλοι από μένα. Έχω το σύνδρομο του μαθητή, ο οποίος δίνει κάθε φορά εξετάσεις μπροστά στο κοινό. Και είναι τόσο επώδυνο αυτό, που πια δεν το αντέχω».

Χαρά δημιουργίας;
Μεγάλη χαρά, ένιωσα το 1997  στις επεισοδιακές «Βάκχες» στην Επίδαυρο με σκηνοθεσία Ματίας Λάνγκχοφ, όπου στο τέλος φώναζαν αίσχος και αντιδρούσαν αρκετοί θερμόαιμοι. Εγώ ένιωθα κάτι σαν Τσε Γκουεβάρα διότι πίστευα ότι έκανα αυτό που έπρεπε.  Μεγάλη αγωνία και απόλαυση ένιωσα φέτος με τον κατά Χάινερ Μίλερ «Φιλοκτήτη», πάλι με σκηνοθέτη τον Λάνγκχοφ, ο οποίος μου ανέτρεψε παγιωμένες απόψεις δεκαετιών για ό,τι έχει σχέση με το αρχαίο μας θέατρο.

Υπάρχει το ταλέντο;
Όχι. Υπάρχει μόνο η πραγματική αγάπη για κάτι και η δουλειά.

Κάθε παράσταση είναι…
Μια μεγάλη δοκιμασία. Χειρότερη κάθε φορά, όσο περνάει ο χρόνος. Κάθε πρεμιέρα είναι για  μένα πέντε χρόνια ζωής λιγότερα.  

Είδος θεάτρου που προτιμάτε;
Οι επιλογές που κάνω στο θέατρο είναι πάντοτε δύσκολες. Δεν μπορώ να κάνω θέατρο σαλονιού, μπουλβάρ. Δεν μου βγαίνει. Θέλω να είναι έργο καταγγελτικό, μεγάλο ως κείμενο, να με γεμίζει. Δε μπορώ να καταθέτω καθημερινά τον ιδρώτα, την αγωνία μου, σε κάτι που δεν έχει ουσία, βάθος. Εγώ επενδύω παίζοντας. Δεν μπορώ να επενδύσω στο τίποτα.  Το θέατρο που απλά διασκεδάζει δεν είναι κακό. Εγώ δε μπορώ να παίξω σε αυτό.

Τι θα λένε αύριο για σας;
Για την ποιότητα της δουλειάς μου, δε μπορώ να πω τίποτα. Ξέρω όμως ότι θα πουν ότι υπήρξα καλός συνάδελφος, αξιαγάπητος. Το νιώθω ότι με αγαπάνε.

Διχάζουν οι ρόλοι;   
Η υπόκριση για μένα είναι η απόλυτη αλήθεια. Χωρίς αυτήν την αλήθεια δεν υπάρχεις. Είναι η απόλυτη δική σου αλήθεια, όπως και η αληθοφάνεια του ρόλου σου.

Δηλαδή;
Όταν υποκρίνομαι, βγάζω το απόθεμα όσων έχω δει, έχω συνδυάσει, έχω συνταιριάξει. Η παρατηρητικότητα είναι το καλύτερο όπλο του ηθοποιού. Βάζω στο ρόλο τα προϊόντα της παρατήρησης μου πάνω στην ανθρώπινη ζωή. Αυτή η λειτουργία πάνω στη σκηνή είναι ό,τι πιο αληθινό υπάρχει.

Όταν παίζετε;
Έχω πλήρη συνείδηση ότι είμαι εγώ. Ο Μηνάς που έμαθα απέξω αυτό το διαολεμένα δύσκολο κείμενο. Είμαι ο Μηνάς που πασχίζει να κάνει το καλό.

Ισχυρή επιθυμία;
Να σκέφτονται οι άλλοι θετικά για μένα. Να με αποδέχονται. Είναι αστείο, αλλά ενώ ντρέπομαι να λένε καλά λόγια για μένα, τώρα, μετά την παράσταση του Φιλοκτήτη, επιζητώ τους επαίνους. Πιστεύω ότι έκανα την περισσότερη δουλειά που έχω κάνει ποτέ στη θεατρική ζωή μου για ένα ρόλο. Ένιωσα να χάνω τη ζωή μου, Έφτασα στα όριά μου.

Γιατί;
Μετά τόσα χρόνια θέατρο, τόσες φόρμες, τόσες ευκολίες που κατακτάει ένας ηθοποιός, ένιωσα να μη βρίσκω νέους τρόπους να αντιμετωπίσω αυτό το τόσο δύσκολο κείμενο. Όταν παίξαμε το Διόνυσο πριν έντεκα χρόνια, ρώτησα τον Ματίας Λάνγκχοφ τι θέλει να κάνω; Μου απάντησε: «Ότι θέλεις. Θεός είναι ο Διόνυσος, κάνε ό,τι σου έρθει στο κεφάλι». Κι αυτό με είχε απελευθερώσει. Και τώρα με το Φιλοκτήτη του είπα «τι θέλεις»; «Τίποτα από αυτά που θέλεις να κάνεις» απάντησε. Με παίδεψε πολύ.

Χρωστάτε;
Πολλά στο Γιώργο Μιχαηλίδη. Δεκατέσσερα χρόνια μαζί του έκανα πάρα πολλά πράγματα. Μου έδωσε την ευκαιρία να κάνω πολύ μεγάλους ρόλους. Του οφείλω πολλά και τον εκτιμώ πολύ.

Όνειρο;
Να έχω χρόνο να κάνω σημαντικά πράγματα. Ξέρετε, σε μένα όλα ήρθαν αργά αλλά σταθερά, μετά από πολλή δουλειά. Ούτε με άλματα, ούτε με  καλάμια. Πραγματώνονταν όνειρα διαρκώς.

Όταν πάψουν να σας δίνουν ρόλους;
Το έχω νιώσει αυτό ήδη, με την αλλαγή των ρόλων. Δεν μου δίνουν ρόλους νέου, αλλά πατέρα, σύντομα θα μου δώσουν παππού. Με τη λογική ότι οι παππούδες πεθαίνουν, λέω ότι αύριο θα πάψουν να μου δίνουν ρόλους. Ίσως και να μην υπάρχω για να μπορούν να μου τους δώσουν.(γέλιο).

Ανασφάλεια;
Κάνω θέατρο γιατί είμαι φοβερά ανασφαλής. Μέσω του θεάτρου μπόρεσα να αρθρώσω λόγο. Στη σκηνή κάνω βουτιά στην πραγματικότητα και αυτό μου δίνει δύναμη να κάνω ό,τι θέλω κάτω από ένα ρόλο, όπου πάλι είμαι εγώ.

Παιδικές μνήμες;
Ήμουν πολύ κλειστό παιδί. Δεν με άφηνε η μάννα μου να παίξω στη γειτονιά, «με τους αλήτες που παίζανε έξω» και ήμουν κλεισμένος μέσα. Μεγάλωσα στη Νέα Σμύρνη στην Αθήνα. Θυμάμαι ως μέγα γεγονός, τη μέρα που πήραμε ηλεκτρικό ψυγείο και το πανηγύρι που έγινε στη γειτονιά. Μέχρι τότε κουβαλούσαμε για το ψυγείο του σπιτιού τον πάγο με το δίχτυ.

Πρώτο θεατρικό σκίρτημα;
Όταν με πήγε η μεγαλύτερη αδελφή μου σε ταινία με κινούμενα σκίτσα, τον Πήτερ Παν. Μαγεύτηκα. Θυμάμαι βαδίζαμε την ανηφοριά προς την Άνω Νέα Σμύρνη και είχε ένα φεγγάρι… και ξαναζούσα τη μαγεία του παραμυθιού με την παιδική μου φαντασία. Πρώτη φορά που είχα συνείδηση της συγκίνησης μέσα από ένα έργο τέχνης το οποίο μπορεί να φτιάξει ο άνθρωπος.

Πότε σκεφτήκατε να γίνετε ηθοποιός;
Είπα ότι θέλω να γίνω ηθοποιός όταν είδα για πρώτη φορά τη Βουγιουκλάκη στην ταινία «Το Ξύλο βγήκε από τον Παράδεισο». Όταν το είπα στο σχολείο άρχισαν να με κοροϊδεύουν και έτσι το έκρυβα πλέον. Στην τετάρτη Γυμνασίου ο καθηγητής ζήτησε να κάνουμε μια ηχογραφημένη – τάχα ραδιοφωνική - εκπομπή θεατρική. Έγραψα λοιπόν το Νικηφόρο Φωκά - ιστορικό θέμα ήθελε ο καθηγητής - και ήταν μια πολύ καλή δουλειά. Θυμάμαι την αγωνία μου αφού την ολοκλήρωσα. Είχα πυρετό από την ένταση. Τότε κατάλαβα ότι θα ασχοληθώ οπωσδήποτε με το θέατρο.

Αντιδράσεις;
Ο πατέρας έλεγε « άσε τον να κάνει ότι θέλει». Η μάνα με ήθελε τραπεζικό υπάλληλο. Τελικά τους είπα ότι θα γίνω σκηνοθέτης κινηματογράφου διότι ντρεπόμουν να πω ότι θα γίνω ηθοποιός. Γύρω στα δεκαεπτά  μου καλοκαίρι του ’65 έφυγα για το Παρίσι και γράφτηκα στη Δραματική Σχολή του Ρενέ Σιμόν όπου φοίτησα δέκα μήνες. Γύρισα στην Αθήνα και έδωσα εξετάσεις στη Σχολή του Εθνικού την οποία τελείωσα το 1969.

Πρώτος ρόλος;
Το καλοκαίρι του ’69 ο Πάρις στον «Ρήσο» του Ευριπίδη στο φεστιβάλ της Δωδώνης. Εκεί ένιωσα επαγγελματίας ηθοποιός. Στο Ελεύθερο θέατρο πολιτικοποιήθηκα. Το οποίο ιδρύσαμε έξι επαγγελματίες το 1970,  οι Κώστας Αρζόγλου, Νίκος Σκυλοδήμος, Υβόνη Μαλτέζου, Ανέττα Μιχαλιτσιάνου, Γιάννη Λεκός και εγώ.

Πρώτη αμοιβή;
Είχα ζητήσει χαρτζιλίκι από τον πατέρα μου και μου είπε «όταν μου φέρεις απολυτήριο, τότε θα σου δώσω». Το ξέχασα. Έξι χρόνια αργότερα, παίρνοντας το απολυτήριο πήγα σπίτι και μου έδωσε ένα πενηντάρικο. Από τότε άλλαξε η σχέση με τον πατέρα μου. Τότε τον ανακάλυψα.

Τι δεν θα ξεχάσετε;
Τον πατέρα μου στα τελευταία του. Με καθαρό μυαλό μέχρι τα ενενήντα πέντε  του που πέθανε. Πήγα να τον δω και μου είπε: «Είναι εδώ η Σοφίκα, βαστάει ένα καλάθι και θέλει κάτι να μου δώσει.. Βέβαια εσύ γελάς τώρα, γιατί δε μπορείς να το δεις αυτό». Σοφίκα ήταν η μάνα μου που είχε πεθάνει χρόνια πριν. Είναι από τα ωραιότερα πράγματα που έχω στη μνήμη μου.

Τι θέλετε να ξεχάσετε;
Τίποτα δε θέλω να ξεχάσω. Φαντάζομαι ότι την ώρα που θα πεθαίνω, δε θα θέλω να ξεχάσω ό,τι έζησα. Αλλά θα το ξεχάσω γιατί δεν θα υπάρχω…. Πρέπει να θυμάμαι όλα όσα έζησα γιατί αυτό με κάνει καλύτερο. Ακόμα και τα πιο δύσκολα που θα ήθελα να ξεχάσω, μου δίνουν δύναμη και ζωή για να συνεχίσω. Βέβαια ως πολύ πονηρός, τα χρησιμοποιώ στη ζωή και στην τέχνη μου. Είναι πηγές έμπνευσης και μου βγαίνουν σε διάφορους ρόλους. Παρόλα αυτά για να μη δηλητηριάζεται η ζωή μας, ξεχνάμε πικρίες που μας έδωσαν οι άλλοι.

Ισχυρότερο μάθημα;
Πως ο άνθρωπος έχει απίστευτες δυνάμεις, όταν αγαπάει πάρα πολύ κάτι και πιστεύει σε αυτό που κάνει.

Ο Αγαμέμνων;
Θα συναντήσω μια Κλυταιμνήστρα στο πρόσωπο της Αμαλίας Μουτούση και χαίρομαι που θα παίξω μαζί της. Πρώτη φορά που θα παίξω μετά έντεκα χρόνια τραγωδία, σε σκηνοθεσία Άννας Μπρούσκου στην Επίδαυρο. Αυτό το καλοκαίρι έγιναν πράγματα σημαντικά με σημαντικούς ανθρώπους.

 

Λέξεις…

 

Χρόνος;
Τα πάω άθλια μαζί του. Διότι δεν θέλω να πεθάνω. Κι έπειτα, με το θέατρο δεν κατάλαβα καθόλου πως πέρασε ο χρόνος.

Πολιτική;
Σιχαίνομαι κάθε μορφής εξουσία, που είναι ό,τι χειρότερο στον άνθρωπο.

Συγκρούεστε;
Το αποφεύγω. Αλλά όταν συμβεί τους παίρνει ο διάολος.

Αδικία;
Θα μπορούσα να σκοτώσω άνθρωπο. Εξοργίζομαι.

Σας προσβάλλει;
Να μη δέχονται ότι είμαι ειλικρινής

Τι δώσατε;
Ρωτήστε τους άλλους. Εγώ θα σας έλεγα τον ιδρώτα μου στις διάφορες σκηνές, τις σύγχρονες ή των αρχαίων θεάτρων.

Αγάπη είναι…
Να ξεχνάς το εαυτό σου.

Αγωνία;
Να είμαι καλός. Να κάνω καλά τη δουλειά μου.  

Απωθημένο ρόλου;
Θα ήθελα να παίξω τον Οιδίποδα τύραννο, αλλά πέρασα την ηλικία του. Και θα ήμουν πολύ καλός…

Η επανάληψη;
Φροντίζω να είμαι διαφορετικός σε κάθε ρόλο. Ο Μηνάς πάντα, αλλά με άλλες προτάσεις προς τους θεατές.

Το χειροκρότημα είναι…
Η μεγάλη ευχαρίστηση, κυρίως όταν έχεις παιδευτεί ιδιαίτερα για ένα ρόλο.

Διεκδικείτε;
Να μου φέρονται καλά, διότι φέρομαι καλά. Άλλως, εξοργίζομαι.

Γεράματα;
Θέλω να είμαι καλά, να έχω το μυαλό μου, να μπορώ να συζητώ Όταν βρίσκομαι σε ένταση και δεν με ακολουθεί το σώμα μου, σιχτιρίζω. Θα ήθελα να είμαι τριάντα χρόνια νεότερος, με το τωρινό μυαλό μου, αλλά δε γίνεται …

Διασκέδαση;
Με ένα καλό κρασί, καλό φαγητό, το βραδάκι μετά την παράσταση με φίλους.

Μοναξιά;
Την αποφεύγω σαν το διάολο. Δεν έχω μείνει ποτέ μόνος. Δεν μπορώ. Θέλω να μοιράζομαι με το σύντροφο μου ό,τι αισθάνομαι, ό,τι μου συμβαίνει, ό,τι έχω.

Εκτιμάτε;
Την καθαρότητα.

Απεχθάνεστε;
Την υποκρισία.

Εμπιστοσύνη;
Στους ανθρώπους. Και σπάνια διαψεύδομαι. Το μεγάλο μυστικό είναι να δείχνεις και συ στον άλλο εμπιστοσύνη. Έτσι έχω κερδίσει πολλά στοιχήματα. Όταν είσαι ανοιχτός, δεν μπορεί ο άλλος να επιτεθεί. Νιώθει ότι δεν έχει να φοβηθεί τίποτα. Οι άνθρωποι είναι αδύναμοι, άρα επιφυλακτικοί.

Αφοσιωμένος;
Στην ανθρωπιά. Στην καλοσύνη. Δεν μπορώ κακότητα γύρω μου, απότομους ανθρώπους, ψεύτες, βεντέτες.

Δημιουργία;
Δημιουργία είναι το να μπορώ να εισπράττω από τον άλλο την κατάθεση ψυχής του. Κάθε άνθρωπος κρύβει μέσα του κάτι πολύτιμο.

**

Σημείωση: Η συνέντευξη πρωτοδημοσιεύτηκε στο περιοδικό "Κ" της Κυριακάτικης Καθημερινής, τον Αύγουστο του 2008.