Top menu

Περιεχόμενα Τεύχους 31

Γιώργος Συμπάρδης: "Γράφω προσπαθώντας να «αποκρύψω» τις εμμονές μου"

συμπάρδης-συνέντευξη

Συνέντευξη
στον Κωνσταντίνο Καραγιαννόπουλο

Συνομιλήσαμε με τον συγγραφέα Γιώργο Συμπάρδη με αφορμή τη νουβέλα του Μεγάλες γυναίκες, που κυκλοφορεί από τις εκδόσεις Μεταίχμιο (2015). Σχετικά με το βιβλίο ανατρέξτε στη σελίδα των εκδόσεων.

Κοινό χαρακτηριστικό των ηρώων της νουβέλας σας, «Μεγάλες Γυναίκες», είναι η μοναξιά. Τι είναι η μοναξιά και μέχρι ποιο σημείο μπορεί να οδηγήσει τα άτομα;
Μοναξιά πρώτα απ’ όλα σημαίνει περίσσεια χρόνου, ένα κενό που σου επιτρέπει να επεξεργαστείς τα εξωτερικά ερεθίσματα και να δημιουργήσεις και να πιστέψεις (όπως η ηρωίδα μου) σ’ έναν άλλο κόσμο. Παράλληλο με τον πραγματικό και παρόμοιο με τον κόσμο μέσα στον οποίο ζει και ο συγγραφέας όσο γράφει.

Η Σοφία δένεται σχεδόν εξαρχής με τον νεαρό Σταύρο. Μάλιστα, σε κάποιο σημείο του λέει πως τον αγαπά. Τι είναι αγάπη;
Αγάπη είναι το άλλο όνομα της «αναζήτησης» και της επιθυμίας μας για τον άλλο. Στην περίπτωση της Σοφίας η ανομολόγητη αγάπη της για τον Σταύρο είναι ερωτική και μητρική ταυτόχρονα. Το αίνιγμα της ταυτότητας του Σταύρου, που την απασχολεί, αντανακλά την απορία της για τα δικά της αταύτιστα συναισθήματα.

Προς το τέλος του βιβλίου ανακαλύπτουμε έναν μυστήριο δεσμό ανάμεσα στη Σοφία και στην Ιουλία Προμπονά. Με ποιον τρόπο δενόμαστε με τους άλλους;
Η Ιουλία Προμπονά ενδέχεται να είναι ένα ακόμα θύμα του Σταύρου και μια αντίζηλος της Σοφίας. Όπως επίσης ενδέχεται να γνωρίζει όλα όσα η Σοφία αγνοεί και προσδοκά να μάθει πλησιάζοντάς τον.

Η Σοφία φαίνεται διχασμένη ως προς τα συναισθήματά της απέναντι στον προστατευόμενο της. Υπάρχει τρόπος να διαχωρίζουμε τα αισθήματά μας;
Τα αισθήματα της Σοφίας για τον νεαρό Σταύρο έχουν διακυμάνσεις και μεταπτώσεις. Είναι σαν να ζει, κατά κάποιο τρόπο, μέσα σ’ έναν γάμο. Της προσφέρεται ένα δαχτυλίδι και προσφέρει τροφή και στέγη. Πλένει και σιδερώνει τα ρούχα του νεαρού και στη συνέχεια βιώνει τη ζήλια και τη διάψευση των προσδοκιών της. Την «απιστία» και τους τριγμούς μιας σχέσης που προσομοιάζει με τον γάμο.

Πόσο δύσκολο είναι για έναν άντρα συγγραφέα να αποδώσει τον ψυχισμό μιας γυναίκας;
Ο συγγραφέας, όπως και ο ηθοποιός στο θέατρο, εφαρμόζει τη μέθοδο Στανισλάβσκι. Προσπαθεί να μπει στη θέση του ήρωα ή της ηρωίδας και στο πετσί του «ρόλου». Αυτό δεν εννοούσε κι ο Φλωμπέρ όταν έλεγε «η Μαντάμ Μποβαρύ είμαι εγώ»; Την ίδια μέθοδο δεν χρησιμοποιεί και ο θεατρικός συγγραφέας όταν ομιλεί διά στόματος της Λαίδης Μάκβεθ ή της Μπλανς Ντιμπουά;

Θα θέλατε να μας εισαγάγετε στο συγγραφικό σας εργαστήρι;
Γράφω με μαύρο και κόκκινο μπικ και με μολύβι. Το κόκκινο μπικ και το μολύβι για τις παραλλαγές της ίδιας φράσης και το μαύρο για το αρχικό και το τελικό καθαρογραμμένο κείμενο. Ξεκινάω γνωρίζοντας τον τίτλο ή έναν τίτλο που περιέχει την κεντρική ιδέα και αποβλέπω σ’ ένα τέλος συγκεκριμένο, τουλάχιστον όσον αφορά την ουσία του. Ξοδεύω πολύ χαρτί γιατί πάσχω από συγγραφική δυσλεξία: μία φράση μπορεί να μου πάρει μια ολόκληρη μέρα, το ίδιο και ένας μικρός διάλογος και στο μεταξύ η πλοκή διαμορφώνεται σχεδόν από μόνη της: η προηγούμενη φράση περιέχει ή ανατρέπεται από την επόμενη κι από το σημείο στο οποίο τελειώνει το ένα κεφάλαιο ξεπηδάει το άλλο. Το να τελειώνεις ένα κεφάλαιο είναι μεγάλη ηδονή, το να αρχίζεις το επόμενο και να διαπιστώνεις την αφηγηματική τους συνάφεια, ακόμα μεγαλύτερη.

Εάν δεχθούμε πως κάθε συγγραφέας χαρακτηρίζεται από κάποια εμμονή, ποια η δική σας συγγραφική εμμονή;
Γράφω προσπαθώντας να «αποκρύψω» τις εμμονές μου (κυρίως την αιτία της), και την ίδια στιγμή αποβλέπω στον δαιμόνιο εκείνο αναγνώστη που θα «ξεκλειδώσει» το κείμενο και θα τις εντοπίσει. Ακούγεται και είναι αντιφατικό αλλά έτσι είναι.

Η επιτυχία και η αναγνώριση πόσο σας έχουν επηρεάσει;
Η επιδοκιμασία της κριτικής και του αναγνωστικού κοινού αγχώνει τον συγγραφέα: Ανεβάζει τον πήχη των προσδοκιών και πολύ συχνά, αντί να τον ενθαρρύνει, λειτουργεί ως τροχοπέδη. Συμβαίνει κάποτε και το αντίθετο: μία έντιμη αποτυχία να σε ενδυναμώνει.

Ποιο μήνυμα θα θέλατε να στείλετε στους αναγνώστες σας;
Να διαβάσουν τις «Μεγάλες γυναίκες» αργά και προσεκτικά. Είναι μια νουβέλα που, όπως λέμε, «τρέχει» στο διάβασμα -θέλεις να δεις τι γίνεται παρακάτω-, κι αυτό τελικά αποβαίνει εις βάρος της.