Top menu

Περιεχόμενα Τεύχους 24

Γαλάζια αγελάδα του Βασίλη Τσιαμπούση

 
Γαλάζια αγελάδα, μυθιστόρημα, Βασίλης Τσιαμπούσης, Εκδόσεις Μεταίχμιο 2013

 

Κατεξοχήν διηγηματογράφος, ο Βασίλης Τσιαμπούσης, αποπειράται για δεύτερη φορά, στη συγγραφική του διαδρομή, να απλωθεί πέραν της μικρής φόρμας που τον έχει καταξιώσει, και να συνθέσει ένα μυθιστόρημα γεμάτο «ιδιομορφίες».

Η δομή της Γαλάζιας αγελάδας κινείται μεταξύ ιστορικό αφηγήματος, μυθιστορίας, αυτοβιογραφίας και πολιτικού παρασκηνίου. Η μυθιστορηματική αυτοτέλεια, εξαρχής, χάνεται από τη στιγμή που ο ήρωας του βιβλίου, ο Γιώργος Μούσιος, είναι υπαρκτό πρόσωπο και ουσιαστικά γίνεται η βαρύνουσα φωνή στην ανάπτυξη της ιστορίας. Καίτοι η πρόθεση του Τσιαμπούση είναι να παρενθέσει κι άλλες διηγήσεις στην κεντρική ιστορία της οικογένειας Μούσιου, όλες λειτουργούν-τελικά- ομόκεντρα.

Παιδί που βγήκε από τις φωτιές του Εμφυλίου, ο Μούσιος, έγινε μέλος της κυβέρνησης Καραμανλή το 1977 καταλαμβάνοντας τη θέση του υφυπουργού Συγκοινωνιών.

Η Γαλάζια αγελάδα γίνεται το βήμα υπεράσπισης του γιατρού πατέρας του, ο οποίος σκοτώθηκε από τους αριστερούς αντάρτες την περίοδο του εμφύλιου σπαραγμού. Συνακόλουθα είναι η εξιστόρηση των βασάνων της χώρας από το 1910 μέχρι και την Μεταπολίτευση. Οι εσωτερικές έριδες, τα κομματικά παιχνίδια, η… διπλή Κατοχή από Βουλγάρους και Γερμανούς, η χούντα και ο Καραμανλής, ο Ανδρέας Παπανδρέου και ο Αντώνης Σαμαράς.  Όλα τούτα μέσα από το πρίσμα των νικητών του βουνού, κάτι που από μόνο του λειτουργεί καταλυτικά στην «πολιτική σκόπευση» του βιβλίου.

Η ελληνική λογοτεχνία βρίθει πονημάτων για την περίοδο του Εμφυλίου. Πλείστα όσα έχουν γραφτεί για’ κείνη την «σκοτεινή» περίοδο. Για λόγους ευεξήγητους, που δεν είναι της παρούσης, τα περισσότερα εξ αυτών έχουν γραφτεί από την σκοπιά των ηττημένων.

Δεν θα πρέπει, φυσικά, να λησμονούμε τον αχό που σήκωσαν τα ευάριθμα έργα της εγχώριας πεζογραφίας, που τόλμησαν να αντιπαρατεθούν με την «αγιοποίηση» της Αριστεράς. Περιπτώσεις όπως αυτές των Βαλτινού, Κοτζιά, Αποστολίδη, Ν. Κάσδαγλη, Θ.Δ. Φραγκόπουλο είναι χαρακτηριστικές. Ωσαύτως χαρακτηριστική –και δηλωτική- ήταν και η απάντηση του κριτικού Δημήτρη Ραυτόπουλο, ο οποίος από την «Επιθεώρηση Τέχνης», είχε κατακεραυνώσει όλα τούτα τα μυθιστορήματα χαρακτηρίζοντάς τα ως «μαύρη πολιτική λογοτεχνία».

Ανήκει σ’ αυτή την κατηγορία η Γαλάζια αγελάδα; Σαφώς όχι! Αν και τα πάθη εξακολουθούν να είναι οξυμένα, έχει παρέλθει η εποχή που τα δύο «στρατόπεδα» συγκρούονταν στα μαρμαρένια αλώνια της πολιτικής, με αφορμή τον Εμφύλιο.

Ο Τσιαμπούσης, ωστόσο, ξύνει πληγές, δεν επιθυμεί να αθωώσει ή να δικάσει (μέσω του Μούτσιου), αλλά δεν καταλήγει σε ένα συγκεκριμένο περίγραμμα των προθέσεών του. Ένα μεγάλο μέρος του βιβλίου αφιερώνεται στους βυζαντινισμούς των δελφίνων της Ν.Δ., μετά την ανάληψη του προεδρικού θώκου από τον Κ. Καραμανλή. Ο Αβέρωφ εναντίον του Ράλλη, στη μέση ο Μητσοτάκης και τριγύρω μια Ελλάδα που αλλάζει ρότα. Ο Μούσιος είναι πρωταγωνιστής σε κάμποσα από αυτά τα παρασκηνιακά συμφραζόμενα. Η οικογένειά του, έτσι και αλλιώς, έχει βαθιές ρίζες στο πολιτικό παίγνιο, κάτι που πλήρωσε και ο πατέρας του, Αθανάσιος Μούσιος.

Το μυθιστόρημα δεν καταφέρνει να αποβάλει την μερικότητά του, ούτε να ξεφύγει από το «πρώτο πλάνο» των αφηγήσεων και των γεγονότων. Λείπει η αναγκαία εσωτερική επεξεργασία των ηρώων, έτσι ώστε να αποκτήσουν μυθιστορηματική υπόσταση. Ίσως, ευθύς εξαρχής, ήταν λάθος να λάβει τον χαρακτήρα του μυθιστορήματος, καθώς ξεφεύγει του… ρεύματος ανεπίστρεπτα.

Διονύσης Μαρίνος