Top menu

Περιεχόμενα Τεύχους 4

Βωμολόχοι, Ernesto Carnetti & Johnny Handsome II

 

του Ernesto Carnetti

Σελίδες από το κρυμμένο τετράδιο ΙΙ

Ελπίδες και φόβοι όνειρα και διαψεύσεις διαψεύσεις και όνειρα. Κι όμως εγώ είμαι ακόμα εδώ. Στο μικρό μου δωμάτιο. Ανακατώνω τις λέξεις. Έξω χορεύουν και διασκεδάζουν η ζωή κυλάει κανονικά το πρωί πηγαίνουνε στη δουλειά τρέχουν πίσω από κατάμεστα λεωφορεία σκοτώνονται στο μετρό. Κι όμως εγώ είμαι ακόμα εδώ. Έξω βρέχει τ’ αυτοκίνητα τρέχουν οι περαστικοί σιωπηλοί και τα φύλλα νεκρά. Κοιτάω το πρόσωπο μου την αντανάκλαση μου μουσκεύουν και λιώνουν οι σταγόνες στο τζάμι. Τριγύρω μου τα ερείπια της Ρώμης να καταδυναστεύουν πόσους αιώνες εκατομμύρια ψυχές. Αναρωτιέμαι πόσο θα μου πάρει να φύγω επιτέλους εξίσου απ’ τη δική μου ζωή κι εκείνη των άλλων αυτόν τον ανυπόφορο κύκλο με τις μικρές του χαρές και τις μεγάλες διαψεύσεις. Όλα όσα γύρεψα στη ζωή μου ένα τεράστιο ψέμα μια τεράστια τρύπα που σε ρουφούσαν πριν καν να σκεφτείς και χανόσουν στο τίποτα. Πόσοι αγώνες… πόσες γυναίκες… πόσα χαμένα χαμόγελα… πόσες πληγές θεατές και αθέατες… κλεισμένος στο μικρό μου δωμάτιο περιμένοντας πάντα το θαύμα και βλέποντας στη λάμπα μου το ποθητό μου ικρίωμα την έσχατη πράξη… και κει στο χείλος στην άκρη αιωρούμενος το στερνό μανδραγόρα ένας διάδρομος φως λα δέχρε λιχ εμ όχι μη λυπάσαι για μένα μαμά αφήνω τα μάτια μου να κοιτάξουν για μια στιγμή την πλάτη μου να απομακρύνεται σ’ ένα ατέρμονο μάκρος λωρίδα λευκός ένας διάδρομος φως… και στο βάθος του ένα κάστρο τα μούσκλα κι ο χρόνος σκυμμένος σχεδόν και με τα δυο χέρια μου να σπρώχνω μια πύλη σκουριασμένη πόσοι αιώνες να είχαν περάσει από τότε που πέρασε κι ο έσχατος από δω; Ένα κόκκινο χαλί και μια σάλα τα σπερματσέτα να καίνε στους τοίχους και στο βάθος η τράπεζα μακριά κι ορθογώνια με τραπεζομάντιλο κόκκινο και χρυσά κηροπήγια και στην άλλη μεριά η γυναίκα βαμπίρ με τα χείλη κόκκινα και το φόρεμα κόκκινο να μου δείχνει το δρόμο. Ανοίγω τ’ αστέρια αψηφώ τα κεριά και κατευθύνομαι προς το μέρος της τη φιλάω στα χείλη μου ξεσκίζει το στήθος ακούω την καρδιά μου να φωνάζει τη δική της καρδιά και αγναντεύω το μπούστο της παράθυρο σε μιαν άλλη ζωή… τα νύχια της ξεφλουδίζουν τη σάρκα μου και το στόμα της μου χαρίζει ένα καινούργιο κορμί τα χέρια μου τα μάτια μου η φωτιά που καίει τα μέλη μου και το άρωμα της στις φλέβες μου νιώθω ξανά αδυσώπητη τη ζωή να κυλάει στις φλέβες μου τον πούτσο μου να σκληραίνει τα μάγουλα της ν’ ανάβουν το στόμα της να μπουκώνει με το καυλί μου τα χέρια της να τρελαίνουνε το μουνί της και ο πούτσος μου να θραύει τη γύμνια της. Ω τι κώλος Θεέ μου Παράδεισος! Πόσες φορές να σ’ ευχαριστήσω Θεέ μου που μου χάρισες ανάμεσα στα ποδάρια αυτό το καυλί! Ανοίγω τα κωλομέρια της και τα μάτια μου δεν χορταίνουν να βλέπουν του μουνιού της τα χείλη και τη σούφρα της κόκκινη τρίβω το πούτσο μου στην κωλοτρυπίδα της και ανθίσταται στις πιέσεις γλιστράει μέσα αργά βασανιστικά πιέζοντας τα τοιχώματα την ακούω να ξεφωνίζει και να ουρλιάζει νιώθω τη σάρκα μου να σκίζει στα δύο τη σάρκα της τη νιώθω να υγραίνει και το πούτσο μου να γλιστρά τη νιώθω να χύνει να βλέπω άσπρα υγρά τα δικά της άσπρα παχύρρευστα υγρά και να φωνάζει από την καύλα τον οργασμό κρατημένη απ’ το τραπέζι γερά και να σκίζουν οι φωνές της στα δύο τον ουρανό την βλέπω να χάνεται και να γυρνά ξανά από μακριά και να γλύφει στον πούτσο μου τη γεύση του κώλου της σαν τρελή ρουφάει τον πούτσο μου μέχρι τ’ αρχίδια να μου δαγκώνει τον πούτσο μου και να ξεπετάγεται το αίμα μου πίδακας καταρράκτης να κοκκινίζει τη μούρη της κόκκινος να βάφονται κόκκινοι οι τοίχοι και ν’ ανοίγουν στα δύο από το αίμα μου… μια κόκκινη χαραμάδα… στο βάθος βλέπω το Πουργατόριο… άγγελοι τέρατα με καρτερούν γελώντας…

του Johnny Handsome

Σκόνη, δακρυγόνα, στάχτες κι αποκαΐδια

"Υστερόγραφο: δε πιστεύω στη τύχη.
Όταν τα ψέμματα πεθαίνουν, γεννιούνται ωραίοι στίχοι
και γλυκαίνουν το μίσος στους ιχνανθρώπους
ή τους πετάνε για πάντα μες στους πανέρημους τόπους."
(Φυσάει κόντρα - Active Member)


Περπατώ στα χαλάσματα ενός σάπιου πολιτισμού.Σκόνη, δακρυγόνα, στάχτες και αποκαΐδια. Λερώνονται τα γυμνά μου πόδια, ματώνουν από τα σπασμένα γυαλιά. Οι σκηνές βίας κάνουν τα μάτια να καίνε, τα δάκρυα εξατμίζονται... Δυσωδία υποκρισίας! Πέθανα το 1999. Τουλάχιστον έτσι λένε ή ίσως έτσι θα 'πρεπε να είχε γίνει. Νεκροζώντανος τριγυρνώ στις σκιές, στο φώς μοναχά καταστρέφω. Η γλώσσα έγινε πύρινη, η μελάνη χαράζει πληγές.
Ψευτοαναρχικοί, φασίστες, άνθρωποι με τα μπλέ... Κάποιοι έχουν τ'αρχίδια τους στο στόμα.
Άλλοι κρατούν όπλο, ως προέκταση του μικροσκοπικού τους πέους.

Bang! Bang!

- Fuck! Το καθάρισα το μπασταρδάκι ...
- Ναι! Και είναι μόλις 15 !

Αλλά δεν πειράζει... Σκέψου, θα γίνεις διάσημος! Τα media θα ξετρελαθούν μαζί σου!
Αδηφάγοι δημοσιογράφοι, " παραθυρα " παντού... Μου 'ρχεται εμετος, αίσθημα αηδίας, υπερκορεσμός ενημέρωσης, ο φόβος σε κάθε οικία!  Ίσως κάτι αλλάξει, ίσως η μάζα αποκοιμηθεί ξανά! Ξεχάσει την ηλίθια παρανομία της ύπαρξής σου.
Καταπιεσμένος ανθρωπάκος, κομπλεξικός δήθεν ήρωας ενος έθνους...ΧΑΧΑΧΑ! Μα τί έθνους; Μπάσταρδοι που σκοτώνουν ο ένας τον άλλο, σαρκοφάγα ερπετά που τρώνε το ένα το άλλο. Για μια χούφτα αργύρια, για λίγη δόξα, για το εξουσιάζειν! Μη φοβάσαι. Το ειδωλολατρικό σύμβολο της τρομοκρατίας δε θα πέσει έτσι...Θα συνεχίσει να έχει χρώμα μπλέ και να φορά στολή! Και εσύ, εσύ αγαπητε μου θα παραμείνεις ο ίδιος...Ο ίδιος γαμημένος μαλάκας που δε σου κατσε το γυναικάκι σου, που έχεις βαρεθεί  τη μίζερη ρουτίνα της ζωής σου, που δε σου πετυχε πιο νωρίς η μαλακια που  προσπάθησες να τραβήξεις στις βρώμικες τουαλέτες του γαμημένου μπατσάδικου. Και η Εξουσία θα βγει να πει πως λυπάται...Με βλέμμα παγερό, όχι οργισμένο μήτε πένθημο... Πολύχρωμοι ακριβοπληρωμένοι ηθοποιοι, ευνουχισμένες χαμούρες! Το αίμα συνεχίζει να χύνεται. Πολλοι πολεμούν τώρα πια χωρις να ξέρουν το γιατι. Τρέχω στους ερειπωμένους δρόμους της πόλης αυτής. Φωτιές που αργοσβήνουν, κλάματα παιδιών, άνθρωποι να χτυπιούνται! Άνθρωποι; Υπάνθρωποι... Το αύριο γεννιέται τότε, το τώρα αργοσβήνει στο παραπέτασμα του μέλλοντος.

Bang!Bang!

Fuck!