Top menu

Άνθρωποι και εργοστάσιο -Μερικά σχόλια για την εικαστική έκθεση

Γράφει ο Θανάσης Βαβλίδας

Είναι γνωστό ότι η Ελευσίνα ανακηρύχθηκε ως μία από τις τρεις πολιτιστικές πρωτεύουσες της Ευρώπης για το 2021. Οι άλλες δύο πόλεις είναι το Νόβι Σαντ ης Σερβίας και η Τιμισοάρα της Ρουμανίας. Εκείνο που δεν είναι γνωστό, είναι η νεότερη ιστορία της Ελευσίνας, η οποία όχι μόνο συγκροτεί ένα ισχυρό συστατικό στοιχείο στην ανάπτυξη του νεοελληνικού κράτους σε βάθος χρόνου, αλλά και διαθέτει όλα εκείνα τα χαρακτηριστικά  που το καθιστούν γνήσιο εκπρόσωπο των τάσεων που επικράτησαν στη βιομηχανική ανάπτυξη και στις εργασιακές διεκδικήσεις. Γιατί μπορεί να είναι διαχρονική η γοητεία που ασκούν τα Ελευσίνια μυστήρια και ο υποβλητικός αρχαιολογικός χώρος που διασώζεται σήμερα, αλλά η τροπή που πήρε η ανάπτυξη της πόλης στα νεότερα χρόνια είναι αντιπροσωπευτική τόσο των δυνατοτήτων όσο και των στρεβλώσεων που εμφωλεύουν σε μια τέτοια ανάπτυξη.

Με την έννοια αυτή, η έκθεση "Βιομηχανική Ελευσίνα, Άνθρωποι και εργοστάσια" που κράτησε μέχρι πριν λίγες εβδομάδες, υπήρξε ταυτόχρονα ένα εικαστικό γεγονός, ένα σημαντικό τεκμήριο, μία φωνή από καρδιάς για το πώς ήμασταν και το πού πηγαίνουμε. Η έκθεση εντάχθηκε στο Φεστιβάλ των Αισχυλείων που διοργανώνει κάθε χρόνο ο Δήμος Ελευσίνας και είχε ως χορηγό τα ΕΛ.ΠΕ. (Ελληνικά Πετρέλαια) και ως χρηματοδότη το Δήμο (δήμαρχος: Γιώργος Τσουκαλάς)  μέσω του Π.Α.Κ.Π.Π.Α. (ΝΠΔΔ για τον πολιτισμό, τα αθλητικά, την κοινωνική πολιτική και την προσχολική αγωγή - πρόεδρος: Μαρία Βασιλείου).  Τα  εκθέματα προσφέρθηκαν κατά κύριο λόγο από τους ντόπιους συλλέκτες Κώστα Λυκίδη και Γιώργο Παυλόπουλο, ενώ δεν ήταν λίγοι εκείνοι που συνεισέφεραν μεμονωμένα με κάποια φωτογραφία, αντικείμενο ή μαρτυρία. Το ίδιο το κτίριο αποτελεί τεκμήριο της βιομηχανικής ανάπτυξης της Ελευσίνας, αφού χρησίμευσε ως διοικητήριο του παλιού Ελαιουργείου στην παραλία Ελευσίνας και σήμερα ανήκει στην Εθνική Τράπεζα που το παραχωρεί στο Δήμο για τις πολιτιστικές εκδηλώσεις του.  Ειδικότερα , τα εκθέματα του κάτω ορόφου που αφορούσαν νεότερες επιχειρήσεις όπως η χαλυβουργική και τα ναυπηγεία, υπήρξαν "δάνεια" των ίδιων των επιχειρήσεων.

Ήδη από το χώρο υποδοχής της έκθεσης, αντιλαμβάνεται κανείς, ότι   αυτό που  όλοι γνωρίζουμε ως σύγχρονη Ελευσίνα και πολύ εύστοχα κινηματογράφησε στο ντοκιμαντέρ του "Αγέλαστος Πέτρα"  ο Φίλιππος Κουτσαφτής, οφείλεται σε μια σειρά από ευνοϊκές συγκυρίες που ανάγονται στα τελευταία είκοσι χρόνια του  δέκατου ένατου αιώνα. Τότε, λοιπόν, "μια ομάδα νεαρών από εύπορες  αστικές οικογένειες με επιχειρηματική παράδοση πήγαν για σπουδές στο Πανεπιστήμιο της Ζυρίχης, όπου οι περισσότεροι επέλεξαν τη χημεία" (Νικόλαος Κανελλόπουλος, Επαμεινώνδας Χαρίλαος, Ανδρέας Χατζηκυριάκος, Λεόντιος Οικονομίδης, Αλέξανδρος Ζαχαρίου,  Μενέλαος Σακελλαρίου) . Επιστρέφοντας στην Ελλάδα, συνεταιρίστηκαν μεταξύ τους ιδρύοντας στην Ελευσίνα πρωτοπόρες για την Ελλάδα επιχειρήσεις, οι οποίες κατέστησαν την Ελευσίνα ως τη δεύτερη μεγαλύτερη βιομηχανική ζώνη της Αττικής.

Και έτσι, συνεχίζεται η πορεία μας στο χώρο και στο χρόνο, όπου, μετά από μια ευσύνοπτη ιστορική αναφορά  και ένα αδρό ανάγλυφο της πόλης (τον χάρτη έκανε ο Δημήτριος Φραγκουλάκης),   περιδιαβαίνουμε τις αίθουσες παίρνοντας μία μικρή αλλά δυνατή γεύση από επιχειρήσεις, όπως το Ελαιουργείο, η Βότρυς (ποτά), ο Κρόνος (υαλουργία), η Ίρις (χρώματα),  ο Τιτάν (σκυροδέματα), η κεραμοποιΐα και τα ρετσινάδικα, όλα γνωστά και καταξιωμένα στο χώρο τους. Η  έκθεση διανθίζεται με βίντεο που περιέχουν διηγήσεις εργαζομένων στα εργοστάσια (αποσπάσματα ταινιών του Βασίλη Λουλέ και του Φίλιππου Κουτσαφτή) και επίκαιρα από το Αρχείο της ΕΡΤ. Στον κεντρικό διάδρομο τόσο  του άνω όσο και του κάτω ορόφου κρέμονται  ορθογώνια πανό με προφορικές αφηγήσεις πάλι από εργαζόμενους. Η αμεσότητα του λόγου τους, η ποικιλία των μαρτυριών, ο βαθύς κόπος αλλά και η αφοσίωσή τους δε μπορούν να  αφήσουν κανέναν ασυγκίνητο. Η πλευρά των εργαζομένων εκπροσωπείται και σε ειδική αίθουσα με τη σημαντικότατη ιστορία του εργατικού κινήματος στην Ελευσίνα. Γιατί ο μεγάλος αριθμός εργαζομένων που συγκεντρώθηκε εδώ από τα μέσα του δεκάτου ενάτου αιώνα μέχρι τη Μικρασιατική καταστροφή με τους πρόσφυγες,  καθιέρωσε μεν τη μισθωτή σχέση εργασίας, αλλά "τα μεροκάματα ήταν χαμηλά, τα ωράρια εξαντλητικά και οι συνθήκες εργασίας κακές", λόγοι αρκούντως σοβαροί για να προκληθούν εξεγέρσεις σε παράλληλη κίνηση με τους εργάτες, τη σοσιαλιστική διανόηση και τον συνδικαλισμό διεθνώς.

Στον κάτω όροφο της έκθεσης, συμπληρώνουμε τις γνώσεις μας σχετικά με επιχειρήσεις που διαθέτουν μεγάλες εγκαταστάσεις και δρουν σε μετεξελιγμένη μορφή  (όπως και κάποιες που προαναφέραμε),  ακόμα και σήμερα : η Πετρόλα, η Πυρκάλ, η Χαλυβουργική, τα Ναυπηγεία Ελευσίνας. Εδώ,  κομμάτια της ιστορίας τους μας είναι πιο γνώριμα, αφού η οικονομική τους πορεία και τα απεργιακά τους κινήματα, γίνονταν συχνά πρωτοσέλιδα στη διάρκεια της Μεταπολίτευσης. Ο επισκέπτης έρχεται σε επαφή με εκθέματα που άλλοτε μπορεί κι άλλοτε δεν πρέπει να αγγίζει. Και στην άκρη της σκάλας, φεύγοντας ή μπαίνοντας,  καλείται να πει τη γνώμη του. Και πώς είναι δυνατόν να μην εκθειάσει  αυτά που είδε, αφού πρόκειται τόσο από αισθητική όσο και από ενημερωτική άποψη, μία από τις αρτιότερες εκθέσεις που έχουμε επισκεφθεί τα τελευταία δέκα χρόνια.  Δεν είναι μόνο η ευκρίνεια, η ομοιογένεια  και η εύροη παράθεση των εκθεμάτων, αλλά και οι μεγάλες καλλιτεχνικές φωτογραφίες των εργοστασίων του αρχιτέκτονα - φωτογράφου Γιώργη Γερόλυμπου, τα εξαίρετα γραφιστικά του Βασίλη Παπαδόπουλου και η ομαδική εργασία πάνω στο πληροφοριακό υλικό από  την Καλλιόπη Παπαγγελή, την Ερατώ Κουτσουδάκη και τους συλλέκτες. Η Κ. Παπαγγελή,  έγκριτη αρχαιολόγος, συμμετείχε εδώ ως Πρόεδρος της διοικούσας επιτροπής του Μουσείου Νεότερης Ιστορίας της Ελευσίνας "Γεώργιος Αμπατζόγλου" και συνέβαλε, επίσης, στην εξασφάλιση αρχειακού υλικού. Η  Ερ. Κουτσουδάκη - Γερολύμπου  υπήρξε η αφανής, αλλά εξαιρετική επιμελήτρια της έκθεσης, η οποία με την ιδιότητά της ως αρχιτέκτων και μουσειολόγος, αξιοποίησε  στο έπακρο το υλικό που τέθηκε στη διάθεσή της για να αναδείξει τις πολλαπλές πτυχές της βιομηχανικής ανάπτυξης και να μας προκαλέσει την επιθυμία να γνωρίσουμε περισσότερα για τις εταιρείες και τους ανθρώπους που τις έκαναν λειτουργικές σε καίριες χρονικές συγκυρίες.

Η έκθεση εγκαινιάστηκε στις 24 Σεπτεμβρίου, επιτυγχάνοντας μεγάλο αριθμό επισκεψιμότητας (σχεδόν πέντε χιλιάδες άτομα και επιπλέον χίλιοι μαθητές σχολείων). Πρόκειται για έναν σημαντικό αριθμό, αν τον συγκρίνει κανείς με το μέσο όρο επισκεπτών μουσείων  κι αν αναλογιστεί κανείς ότι  απαιτούσε την εγρήγορση του επισκέπτη, ο οποίος έπρεπε μες από τη λιτότητα των εκθεμάτων να αντιληφθεί την ευρύτητα της σημασίας τους και μέσω πολλών αναγνωσμάτων να κατανοήσει τη λειτουργία και τις επιδράσεις τους. Θα ελπίζαμε σε μία επανάληψη της έκθεσης αν οι συνθήκες του φιλοξενούντος χώρου και οι συντελεστές του το επέτρεπαν.