Top menu

Περιεχόμενα Τεύχους 10

Κείμενο : Εξ αφορμής Α'

της Αναστασίας Γκίτση

Θυμάμαι ακόμη τη στιγμή που αποτυπώθηκε η θαμπή ανάμνηση του παραθύρου, με το τρεμάμενο χέρι, στην εικονική μου μνήμη. Έξω έβρεχε σαν παράφορη σειρήνα ασθενοφόρου, που όσο διέσχιζε τον αγέρα τόσο περισσότερο παρεισέφρεε σε ωστικό πεδίο που αδυνατούσε το μυαλό μου να συλλάβει. Μια θαμπή ανάμνηση, σκεφτόμουν, που αναφύεται από την πιο ομιχλώδη παρακαταθήκη συναισθημάτων και ψυχικών εντυπώσεων, πώς μπορεί να σχηματίζεται σε τέτοια σάρκινη μορφή!
Και οι δυο πλευρές να χωρίζουν και να ενώνουν σ’ένα ημιδιάφανο σημείο, αρμός σημαίνοντος και σημαινόμενου, μια εισπνοή, μια εκπνοή κι ο χρόνος ανάμεσα να μην μετριέται σε λεπτά, σε στιγμές, σ’εκκρεμείς κινήσεις και συμμετρικούς ρυθμούς, παρά αρένα να δοκιμάζει τον λαό με άρτο και θεάματα. Και από την πραγματικότητα μια νοητή γραμμή να σε ορίζει. Και από την πραγματικότητα μια αχνή πνοή να σε τραβά σαν σκιά που καταλήγει σε κουκίδα.
Οι σκιές όμως έρχονται ανοίκειοι επισκέπτες, εκεί που το θαμπώδες τοπίο απλώνεται ανενόχλητο και εξαθλιώνει κάθε αίσθηση που επιμένει να προσκολλάται στα εν πράγματι κείμενα. Μάθανε, βλέπεις, οι σκιές να εμφιλοχωρούν εκεί που το φως εξασθενεί, εν εσόπτρω να καθρεπτίζονται και να διεκδικούν την αληθοφάνεια σε ιλύος απόνερα και κονιορτού καταλάγιασμα. Ο Ελύτης θα ‘λεγε την ώρα που το ζεστό χέρι ακράγγιζε το υγρό τζάμι «Χαράξου κάπου με οποιονδήποτε τρόπο και μετά πάλι σβήσου με γενναιοδωρία» και θα εννοούσα σαφώς το αποτύπωμα χνώτου της παλμικής ζέσης που ερωτοτροπεί ξεδιάντροπα μια τέτοια νύχτα με το κρύο μέτωπο του τζαμιού, σε μισοσκόταδο και κατοπτρικό χορό ζωντανής σάρκας μ’άσαρκο κρύο.
Να χαράζεσαι για λίγο και μετά να σβήνεις με γενναιοδωρία, σαν την ιστορία που σου κάρφωσαν στην πλάτη αρχαίες ρίζες και εκπεφρασμένοι χρησμοί, να χαράζεσαι για λίγο αιωνίως υποσχόμενη ενθαδική παρουσία  στο επέκεινα της ιστορικής ζύμωσης, ζύμη ή μαγιά να πλάθεσαι και σφραγίδα να μένεις στο γινωμένο σώμα της πολιτισμικής σου ανωφέρειας ή κατωφέρειας. Να χαράζεσαι για λίγο, τί να νοηματοδοτήσεις πολύ εξάλλου! Για λίγο και μετά να σβήνεις με γενναιοδωρία, θα έλεγε ο Ελύτης, και θα εννοούσα φυσικά την ελεύθερη βούληση και επιλογή αλλαγής πλεύσης και ύπαρξης… μα να σβήνεσαι με γενναιοδωρία όχι να σε σβήνουν…