Top menu

Η γοητεία της γλώσσας του Γιώργου Ιωάννου

32 χρόνια από τον θάνατο του σπουδαίου λογοτέχνη μας Γιώργου Ιωάννου, θυμόμαστε το έργο που άφησε στα ελληνικά γράμματα.

Γράφει ο Ελπιδοφόρος Ιντζέμπελης

Τα λογοτεχνικά κείμενα είναι σαν τους μαγικούς καθρέπτες. Ο κάθε συγγραφέας ανασύρει επιλεκτικά τα προσωπικά του είδωλα και δίνει στα δρώμενα τις δικές του εκδοχές. Ανοίγουμε μια πόρτα και βρισκόμαστε μπροστά σε χιλιάδες άλλες κλειστές. Αυτή την τεχνική τη χειρίζεται με επιδεξιότητα ο συγγραφέας, καθώς πασχίζει να πείσει τον αναγνώστη και να του παρουσιάσει όσο γίνεται πιο αληθοφανές το κατασκευασμένο έργο του.

«Ο Γιώργος Ιωάννου ήταν ο άνθρωπος ο οποίος κυριολεκτικά αγωνιούσε με το κείμενο, ήταν αυτός που ήθελε να καταφέρει να βγάλει μέσα απ’ αυτό ό,τι καλύτερο και πιο κοντά στην αλήθεια την οποία ο ίδιος πίστευε και υπερασπιζόταν», θα πει για τον συγγραφέα ένας άλλος σπουδαίος της νεολληνικής πεζογραφίας, ο Μένιος Κουμανταρέας.

«Μου αρέσει το συγκεκριμένο και… μισώ τις περιττές περιγραφές», εξηγεί σε συνέντευξή του ο ίδιος ο Ιωάννου, που κάθε πρόταση που έγραφε την περνούσε από κρησάρα. Τα κείμενά του τα κατατάσσει  στη γενική κατηγορία «πεζογραφήματα», ίσως επειδή το είδος αυτό του επιτρέπει να βρίσκεται μεταξύ δοκιμίου και αφηγήματος και να περικλείει σε δύο γραμμές ολόκληρα διηγήματα.

Η πεζογραφία του Ιωάννου έχει μια υποβλητική ατμόσφαιρα όπου τα πάντα οδηγούν την υποτιθέμενη πραγματικότητα στην υπέρβασή της. Τον βοηθούν σε αυτό η ακρίβεια και η καθαρότητα της λέξης και της σύνταξης, η όλη οργάνωση της πρότασης στην οποία καταφεύγει  ο συγγραφέας.

Επίσης η μονομερής αφήγηση στην οποία επιμένει, η χρήση δηλαδή ενός μόνο προσώπου είτε ως αφηγητή είτε ως θεατή στην εξιστόρηση, επιτρέπει στον Ιωάννου να εισχωρήσει στο βάθος του υποκειμένου και μέσα από την ατομική περίπτωση να αναδείξει μια καθολικότερη κατάσταση.  

Το βίωμα από την άλλη είναι ένα άλλο κυρίαρχο στοιχείο στο έργο του Ιωάννου. «Πρέπει να κατανοηθεί ότι όλοι οι συγγραφείς… γράφουν με τα προσωπικά τους βιώματα», εξηγεί ο ίδιος. Οι εμπειρίες του αποτελούν την πρώτη ύλη στην οποία προστίθενται συναισθήματα, σκέψεις, αναμνήσεις και συνειρμοί από την παιδική του ηλικία.

Ο εξομολογητικός τόνος, άλλο ένα γνώρισμα της πεζογραφίας του, είναι έντονος στο ρεαλισμό του και συγκλονιστικός στην ευθυβολία του και στην απογύμνωση κάθε είδους καταφυγής.

Το ύφος του ακολουθεί τον προφορικό λόγο της λαϊκής τάξης που οι φιλοσοφίες της φτάνουν ως τα μικροαστικά πρότυπα. Τα πρόσωπα που περιγράφει ο Ιωάννου είναι γεμάτα ανησυχίες, χαρακωμένα από ανεκπλήρωτους πόθους που γυρεύουν μάταια μια έξοδο κινδύνου. Ο πόθος, τα όνειρα, η συννεφιά η μοναξιά, το φως κι ο θάνατος ορίζουν την υπάρξή τους. Μια ύπαρξη που εκεί που απογειώνεται βυθίζεται πάλι στο κενό και στις χαμένες ευκαιρίες.

Ο Ιωάννου απεχθάνεται την ιστοριούλα, «το θέμα» ή ο μύθος λειτουργεί σαν ένα σφουγγάρι τοποθετημένο πάνω σε μια υγρή επιφάνεια. Ανάλογα με τα υγρά που υπάρχουν και την απορροφητικότητά του το σφουγγάρι θα τα μαζέψει και μάλιστα όλα, χωρίς καμιά διάκριση. Ο συγγραφέας το πολύ να τα βάλει σε κάποια τάξη.
 
Δημιούργησε μια δική του αφηγηματική τέχνη, παραπλανητική θα την έλεγε κανείς ή μαιευτική, με την έννοια ότι έφτανε στο θέμα του πολιορκώντας το από πλάγιες εισόδους.

Η απόσταση που τήρησε από καταστάσεις που πληγώνουν ήταν πάντοτε δεσμευτική και καθοριστική στην επιλογή της μερικής απομόνωσης από τον κόσμο. Κόσμος του υπήρξε ο ιδιωτικός χώρος, οι επισκέπτες του, οι μισοσκότεινοι δρόμοι, τα καφασωτά ή καλυμμένα με βαριές κουρτίνες παράθυρα, οι πυκνογραμμένες σελίδες.

Πολλά από τα πεζά του δεν είναι τίποτε άλλο παρά η πεζογραφική μεταφορά και ανάπτυξη ενός συγκεκριμένου ποιήματος. Γι’ αυτό και τα έργα του διαβάζονται πολλές φορές.

Ας μας επιτραπεί να πούμε πως θα πρόσφερε περισσότερα στα ελληνικά γράμματα αν δεν ξόδευε όλο και περισσότερο το πλούσιο ταλέντο του στο να αποτυπώσει στο χαρτί μια ελληνικότητα όλο και πιο μακρινή, ερμηνευτική, φθίνουσα και ξεκομμένη από τον υπόλοιπο κόσμο.

Είναι δύσκολο να πούμε αν το μοναχικό και αιρετικό ύφος του μπορεί να έχει την απήχηση που είχε στους νέους της προηγούμενης γενιάς.