Top menu

Περιεχόμενα Τεύχους 3

"True Love" - μια απόπειρα ανάγνωσης

της Μαίρης Αλεξοπούλου

«Μια πνιχτή κραυγή μες στον αγέρα (θέλω, θέλω, θέλω) κι όποιος αφήσει τέτοια κραυγή. Έστω και μια φορά στη ζωή του, δεν ξέρω αν είναι άγιος ή ονειροπαρμένος, πάντως φελλός αποκλείεται να είναι, και δίκαια γεύτηκε ψωμί και φίλησε γυναίκα.»

Το «True love» του Άρη Μαραγκόπουλου (εκδ. Τόπος, 2008) είναι αυτό ακριβώς: μία πνιχτή κραυγή ενός θυμωμένα ρομαντικού άντρα με εφηβική καρδιά που λαχταράει που θέλει να ξέρει τώρα «το νόημα της ζωής». Γελάει κάποτε, αλλά με πόνο. Και ερωτεύεται. Με πόνο. Και φιλιώνει. Και γαμάει και γαμιέται. Με πόνο. Με πόνο. Με πόνο. Γλείφει τις πληγές του και σηκώνεται και ξαναπιστεύει και προχωράει.
Δεν είναι μονάχα αυτός ο θυμωμένος ρομαντικός που μιλάει. Μιλάει και ο φίλος του, μιλάνε οι γυναίκες του, τα γραπτά του, οι υποσημειώσεις, τα italics, τα βιβλία που αγαπάει και εκείνα που μισεί, ο θυμός του, ο φόβος του, η φαντασία του, οι αγωνίες του. Κυρίως αυτές. Τον χαρακτηρίζουν. Τον καθορίζουν. Μιλάνε οι τελικές παράγραφοι κάποιων κεφαλαίων, αυτές που επανέρχονται για να προσθέσουν μία καινούρια αλήθεια κάθε φορά, περί του ότι «στον καθένα κάτι λείπει σ' αυτή τη ζωή», αλλά και του ότι το πώς χειριζόμαστε αυτό το κάτι και την έλλειψή του, καθορίζει τη ζωή μας και τη θέση μας σ' αυτήν. «Μια απύθμενη μήτρα που περιέχει ακέραιο το νόστιμο Νόημα της Ζωής». Αυτήν αναζητά η πνιχτή κραυγή. Και ίσως βρίσκει.
Ο Μίμης είναι ένας διαννοούμενος. Ή πάντως αυτό θα ήθελε να είναι. Βλέπει και κρίνει αλλιώς από ό,τι κάνουν οι γύρω του. Αυτό τον καταστρέφει, αυτό τον θυμώνει, αλλά εν τέλει αυτό του δίνει ταυτότητα.

Ο Μαραγκόπουλος επιλέγει έναν αγγλόφωνο τίτλο για το μυθιστόρημά του. Γιατί; Τί κερδίζει ο συγγραφέας; Τί το μυθιστόρημα; Τί ο αναγνώστης; Λέξεις-φράσεις αγγλικές έχουν πια περάσει στην καθημερινότητα όλων μας (και στων ηρώων του «True love»). Δεν μεταφράζονται. Ή πάντως στην μετάφραση χάνουν κάτι από την αυθεντικότητά τους, το νόημα και τις συνδηλώσεις αυτού. Το «Αληθινή αγάπη» δεν έχει καμία απολύτως σχέση με το «True love».

Εισαγωγικό σημείωμα-προειδοποίηση: ποιος μιλάει; Μιλάει ο Μαραγκόπουλος; Το ύφος, το λεξιλόγιο, η οπτική του εισαγωγικού κειμένου είναι το ίδιο ακριβώς με εκείνο του αφηγητή του 1ου κεφαλαίου, αλλά και με του παντεπόπτη αφηγητή, ο οποίος εμφανίζεται σε κάποια σημεία του κειμένου για να εξηγήσει, θυμήσει, θυμώσει, τοποθετηθεί. Ο Μαραγκόπουλος αφηγείται την ιστορία μέσω πολλαπλών αφηγητών και αφηγηματικών φωνών. Ξεχωριστές, άκρως πιστευτές και αληθοφανείς, αποκαλύπτουν το αδύνατο της πλήρους γνώσης -και άρα αποτύπωσης- της Αλήθειας.
Ταυτοχρόνως, ο ίδιος ο Μαραγκόπουλος αποτελεί μέρος του μυθιστορήματος. Ελάχιστη έρευνα στο google, αποκαλύπτει ότι ο Μαραγκόπουλος τηρεί blog με όνομα bad pupil, στο οποίο γράφει σχόλια μία γυναίκα με όνομα good pupil (βλέπε κύριος Μπ και κυρία Μπ), στον οποίο αναρτά φωτογραφίες με κόκκινα βέλη όπως και ο Μίμης στο «True love» κλπ. Επίσης, σε συνέντευξη του στην Athens Voice ο Μαραγκόπουλος λέει πως αγαπάει τα βιβλία, τις γυναίκες, τη ρακή, όπως ακριβώς κάνει και ο Μίμης, αλλά και ο ανώνυμος παντεπόπτης.
Δεν μπορεί να είναι τυχαία όλα αυτά. Και δεν νομίζω ότι σκοπός είναι η αυτοαναφορικότητα, η αυτοβιογραφία ή ό,τι αυτό-κλπ. Τολμώ να αναρωτηθώ: μήπως ο Μαραγκόπουλος προσπαθεί να δημιουργήσει ένα ολόκληρο σύμπαν, μία κατασκευή που να «βγαίνει» από το βιβλίο αυτό καθ' αυτό. Δομικά στοιχεία της κατασκευής είναι:
1. το μυθιστόρημα «True love»
2. το blog του «bad pupil» (το αναφέρει και στις αφιερώσεις)
3. ο ίδιος ο συγγραφέας και η παρουσία του ως δοκιμιογράφου, συνεντευξιαζόμενου κλπ, αλλά και
4. ο Βενιαμίν Σανιδόπουλος (αν και δεν γίνεται σαφής αναφορά, ο Β.Σ. είναι βασικός χαρακτήρας του Μαραγκόπουλου, από εκείνους που συνδέουν τα βιβλία του, και με την παρουσία του σ' αυτά, αλλά και με τις απόψεις του και την κοσμοθεωρία του - π.χ. «Η καπατσοσύνη των ξένων» του Πατσόπουλου: προφανέστατη αναφορά σε current bestseller. Ο Βενιαμίν Σανιδόπουλος κάνει ανάλογες σκέψεις σε κάποιον περίπατό του στον Εθνικό Κήπο, όταν βλέπει μία όμορφη κοπελιά να διαβάζει ένα εξίσου «μη αποδεκτό» βιβλίο. Ο Β.Σ. θα μπορούσε άνετα να είναι ο ανώνυμος παντεπόπτης αφηγητής).
Εννοώ ότι, το «True love» είναι μυθιστόρημα που φυσικά μπορεί να σταθεί μόνο του, αλλά που εμπλουτίζεται, απλώνεται, μεγαλώνει, σταθεροποιείται (ή και εξηγείται) αν κανείς το δει παράλληλα και ταυτόχρονα με τα όσα άλλα επιλέγει να κάνει ο Μαραγκόπουλος, τους άλλους τρόπους με τους οποίους κοινωνεί την κοσμοθεωρία του, τις επιθυμίες και τους φόβους του για τον άνθρωπο και τη σημερινή εποχή.
Επίσης, αυτού του είδους η hypertextuality (blog, μυθιστόρημα, παλαιότερα μυθιστορήματα + χαρακτήρες, συνεντεύξεις) βγάζει τον αναγνώστη από τη σελίδα του εν λόγω βιβλίου, τον οδηγεί σε πιο μεγάλη κλίμακα, να δει τα όσα λέει το βιβλίο από πιο μακριά, μέχρι και να τολμήσει ο αναγνώστης, αν αντέχει, να διαβάσει την ίδια τη ζωή του μέσα από το ανάγνωσμα του οικοδομήματος αυτού.

Γυναίκες: δεν ξέρω αν το βιβλίο θα χαρακτηριστεί αντιφεμινιστικό. Εξίσου, δεν ξέρω τί θα πει φεμινισμός. Πάντως η εξήγηση και η χρήση του όρου «πουτανιά» είναι άκρως ρεαλιστική. 

Ποιητικότητα: Οι αναρτήσεις στο blog του Μίμη (ειδικά σελ 98-102, Ματαιότητα III) φέρουν μία έντονη ποιητικότητα, σε εντελώς άλλο ύφος από εκείνο που o Μίμης σκέφτεται και μιλάει. Ίσως έτσι να γράφει στα βιβλία του.
Γιατί το κάνει στο blog; Είναι εκεί πιο ελεύθερος; Είναι κανείς πιο ειλικρινής όταν γράφει; Ή είναι ο φύσει συγγραφέας (υπάρχει άλλος;) πιο ειλικρινής όταν γράφει; Μήπως χρησιμοποιείται αυτό το στοιχείο για να ενισχύσει τον χαρακτήρα, δείχνοντας πόσο δύσκολο του είναι να χειριστεί την "πραγματική" ζωή και πόσο ανοιχτός μπορεί να είναι σε μία virtual, ονειρική πραγματικότητα;

Στα αρνητικά του «True love» τοποθετώ μονάχα την έντονη προφορικότητα ορισμένων στιγμών, π.χ. «το έχουν ξεπεράσει το θεματάκι» ή «σαχλαμαρέ επίπεδο», αν και φαντάζομαι ότι ένας συγγραφέας της συγγραφικής πείρας του Μαραγκόπουλου δεν κάνει οτιδήποτε τυχαία.