Top menu

Περιεχόμενα Τεύχους 2

Παγκόσμια ιστορία της τρομοκρατίας Μέρος Β'

του Γιώργου Μπλάνα

Ο ΘΗΣΕΑΣ ΚΑΙ ΤΑ ΑΡΧΑΙΑ ΠΡΟΣΩΠΑ ΤΗΣ ΤΡΟΜΟΚΡΑΤΙΑΣ

Για κάποιον ομολογουμένως παράξενο λόγο, εξαιρετικά ευφυείς άνθρωποι όπως ο Μαρξ και ο Ένγκελς αποδέχθηκαν με απίστευτη ευπιστία την ιδέα πως η αυθεντική μορφή κοινωνικής συμβίωσης των ανθρώπων ήταν ένα είδος πρωτόγονου κομμουνισμού. Οι προϊστορικοί άνθρωποι υποτίθεται πως παρόλη την ένδειά τους σε υλικούς πόρους, συνήθιζαν να μοιράζονται ακριβοδίκαια το σύνολο των αγαθών που διέθετε η κοινότητά τους. Η συσσώρευση πλούτου επέφερε ταχύτατα την διαμόρφωση της ιδέας της ατομικής ιδιοκτησίας, τον χωρισμό σε oμάδες ιδιοκτητών και μη ιδιοκτητών, ισχυρών και αδύναμων, εξουσιαστών και εξουσιαζομένων. Τίποτε περισσότερο από μια ακόμη ρομαντική άποψη για τον άνθρωπο: μια ακόμη μεταμόρφωση της πανάρχαιας ιδέας πως το παρελθόν υπήρξε πάντα καλύτερο από το παρόν και πως το μέλλον θα πρέπει ίσως να αποκαταστήσει τους παλιούς, καλούς καιρούς. Ο τρόμος της αλλαγής των δεδομένων στα οποία έχουν συνηθίσει, σιγόκαιγε πάντα στις ψυχές των ανθρώπων. Να πως το διατύπωσε διαυγέστατα ο Έμερσον, ένας φιλόσοφος που εμπιστευόταν ανεπιφύλακτα το μέλλον: «Δεν υπάρχουν αιώνιες αξίες˙ είναι όλες πρόσκαιρες. Οι αξίες της κοινωνίας είναι οι αρετές του αγίου. Ο τρόμος για την αλλαγή προκύπτει από την ανακάλυψη πως πρέπει να πετάξουμε τις αξίες μας, όλα όσο εκτιμούσαμε μέχρι κάποια στιγμή, στον ίδιο λάκκο που έφαγε τις προφανείς αρετές μας». Η Χρυσή Εποχή, ο Κήπος της Εδέμ, κι ακόμα η αίσθηση πως κάποιο πολύ βαρύ σφάλμα άρπαξε τον άνθρωπο από την αρχική ευδαιμονία του διατρέχουν όλα τα κοσμοείδωλα — μυθικά, μαγικά, επιστημονικά και θρησκευτικά — που οικοδόμησαν οι άνθρωποι στην διάρκεια της ιστορίας τους. Για τους Ισραηλίτες είναι η βρώση του απαγορευμένου καρπού, για τους Έλληνες η αυθάδεια των ανθρώπων απέναντι στους θεούς, για τον Πλάτωνα η πολυτέλεια, για τους Γνωστικούς της Αιγύπτου η αλαζονεία της ψυχής, για τον Ρουσσώ η απομάκρυνση από τα ένστικτα, για τον Χέγκελ αξεδίψαστη ανάγκη της δυστυχούς συνείδησης να γίνει απόλυτος κύριος των πάντων, για τον Μαρξ και τον Ένγκελς η συσσώρευση πλούτου. Ένας μύθος με ατέλειωτα κεφάλια. Η ιστορία προχωρά κοιτάζοντας προς τα πίσω, Ο πολιτισμός δεν είναι παρά ένα θλιμμένο τραγούδι για μια χαμένη αγάπη: την ευδαιμονία.

Είναι παντελώς αμφίβολο αν υπήρξε ποτέ κάποιο είδος πρωτόγονης κομουνιστικής συμβίωσης. Το βέβαιο είναι πως υπήρξε μια εποχή — ήδη σε αυτό το στάδιο βρίσκονταν οι Ινδιάνοι της Βόρειας Αμερικής — όταν κατέφθασαν εκεί οι λευκοί Ευρωπαίοι — στην διάρκεια της οποίας οι κοινωνικοί σχηματισμοί ήταν θεμελιωμένοι πάνω σε κάποια ευρεία έννοια της οικογένειας. Οπωσδήποτε, στο εσωτερικό αυτών των σχηματισμών οι διακρίσεις δεν θα ξεπερνούσαν τις ηλικιακές ή συναισθηματικές σχέσεις μεταξύ συγγενών. Κι όμως οι άνθρωποι έδωσαν αιματηρούς αγώνες για να ξεφύγουν από αυτήν την κατάσταση. Μπορούμε να υποπτευθούμε τι τους ενοχλούσε. Μπορούμε να υποπτευθούμε τον τρόμο που ένοιωθαν στο ενδεχόμενο να σφαγιασθούν από τα μέλη κάποιας άλλης οικογένειας κι ακόμη την αφόρητη πίεση των ταμπού, των επενδυμένων με τρομερά μυστήρια απαγορεύσεων, που τους έκλειναν στο εσωτερικό της οικογενείας τους. Ο τρόμος για το άγνωστο γέννησε την μαγεία, την θρησκεία, την φιλοσοφία, την επιστήμη. Ορισμένες από αυτές τις νοητικές πρακτικές είχαν αργότερα την ικανότητα να δημιουργήσουν ένα ειρηνικό πλαίσιο άσκησής τους. Αυτό δεν σημαίνει πως απέφυγαν τον τρόμο. Τον άσκησαν εν πολλοίς. Πολλές φορές με απίστευτα ύπουλο τρόπο.

Μια παρόμοια κατάσταση πρέπει να επικρατούσε γύρω στα 1300 π.Χ. στην Αττική. Ο Θουκυδίδης την εξωραΐζει, αλλά δεν μπορεί να κρύψει μια τουλάχιστον πηγή τρόμου: τον πόλεμο. «Ο πληθυσμός της Αττικής ήταν πάντοτε χωρισμένος σε πολλές πόλεις, με δικά τους πρυτανεία και άρχοντες. Αν δεν φοβούνταν κάτι δεν κατέφευγαν στον βασιλιά. Έλυναν τις υποθέσεις τους και διοικούσαν τις πόλεις τους μόνοι τους. Κάπου κάπου μάλιστα, ορισμένες από αυτές έφταναν στο σημείο να σηκώσουν πόλεμο ενάντια στον βασιλιά, όπως οι Ελευσίνιοι, υπό την ηγεσία του Εύμολπου, εναντίον του Ερεχθέα». Προφανώς η συνύπαρξη όλων αυτών των πόλεων κάθε άλλο παρά ειρηνική ήταν. Ο Αριστοτέλης μιλώντας για το παρελθόν της Αθήνας είναι πιο αποκαλυπτικός. Η πράξη της ιεροσυλίας επέσυρε μιαν αποτρόπαια ποινή. Ο ιερόσυλος θανατωνόταν, πετιόταν βορρά στα σκυλιά και στα όρνεα και οι άμεσοι συγγενείς του εξορίζονταν. Οι φτωχοί, οι γυναίκες και τα παιδιά ήταν σκλάβοι των πλουσίων. Ο οποιοσδήποτε μπορούσε να γίνει σκλάβος λόγω χρεών.

Όλα αυτά, συνεχίζει ο Θουκυδίδης, μέχρι που ««...βασίλευσε ο Θησέας, ο οποίος αναδείχθηκε το ίδιο δυνατός και σοφός ηγεμόνας, εισάγοντας αρκετές μεταρρυθμίσεις. Κατήργησε τις διοικήσεις των διαφόρων πόλεων, οργάνωσε όλους τους κατοίκους της Αττικής στο σημερινό κράτος των Αθηνών, εγκαθιστώντας ένα Βουλευτήριο και ένα Πρυτανείο, και ενώ επέτρεψε στους κατοίκους των διαφόρων πόλεων να καλλιεργούν τα κτήματά τους, όπως και πριν, τους ανάγκασε να έχουν μία και μοναδική κοινή πολιτεία, την Αθήνα, που επειδή εισέπραττε φόρους από όλους έγινε μεγάλη και τρανή».

Μπορούμε να φανταστούμε τον τρόπο με τον οποίο ο Θησέας — ή όποιος άλλος — επέβαλε αυτήν την ιστορικά αποδεδειγμένη μεταρρύθμιση. Μπορούμε ακόμη να τον νοιώσουμε στον μύθο που περιέβαλε το γεγονός, στους περίφημους άθλους του Θησέα: θάνατος. Η πρώτη πράξη του μυθικού βασιλιά ήταν η εξεύρεση όπλων. Σήκωσε μια τεράστια πέτρα και απέσπασε το σπαθί του. Μ’ αυτά θα αιματοκυλούσε τους εκπροσώπους όλων όσων τρομοκρατούσαν του κατοίκους της Αττικής, θέτοντας για πρώτη φορά στην ιστορία μια τυπολογία της τρομοκρατίας. Τι τρόμαζε λοιπόν τους ανθρώπους εκείνης της εποχής; Πρώτα πρώτα η απρόκλητη βία. Όταν ο Θησέας έφτασε στα μέρη της Επιδαύρου, έπρεπε ν’ αντιμετωπίσει τον Περιφέτη, έναν γιγαντιαίων διαστάσεων φονιά, που κρατούσε μπρούντζινο ρόπαλο και τσάκιζε τα κεφάλια των ταξιδιωτών. Ο μυθικός ήρωας τον σκότωσε αλλά σαν έξυπνος επίδοξος άρχοντας κράτησε το ρόπαλο, εξασφαλίζοντας στον εαυτό του το δικαίωμα της απρόκλητης βίας. Ύστερα έπρεπε να αντιμετωπίσει την αποτρόπαιη συνήθεια του διαιρείν τους ανθρώπους, μια συνήθεια από την οποία δεν θα απαλλασσόταν ποτέ, ακόμη και η πιο συγκαταβατική ή λαοπρόβλητη εξουσία. Η ταυτότητα του ανθρωπίνου όντος ήταν πάντα θεμέλιο της αξιοπρεπούς επιβίωσής του. Η απόλυτη συμφωνία καθενός με τον εαυτό του έπρεπε να γίνει αναφαίρετο δικαίωμα όλων. Λίγο πριν τον Ισθμό, ο Θησέας εξόντωσε τον Σίνι. Το προσωνύμιό του ήταν Πιτυοκάμπτης, γιατί λύγιζε τα ψηλά πεύκα, έδενε στις κορυφές τους τα πόδια των ταξιδιωτών και τα άφηνε να σηκωθούν πάλι, χωρίζοντας στα δύο το θύμα. Η ταυτότητα είχε εξασφαλιστεί. Λίγο μετά τον Ισθμό, προς την Αθήνα, συνάντησε το πρώτο βλαβερό ζώο — το δεύτερο θα το αντιμετώπιζε στον Μαραθώνα — που ρήμαζε την περιοχή. Σκοτώνοντας την αγριογουρούνα Φαία, ο ήρωας απάλλαξε το μελλοντικό του Βασίλειο από τον τρόμο της ζωώδους καταστροφής των περιουσιών. Σειρά είχε ο τρόμος της καταναγκαστικής εργασίας, ο τρόμος της εξαπάτησης. Ο Σκύρων στεκόταν στην περιοχή της Κακιάς Σκάλας, υποχρέωνε με την απειλή ενός τσεκουριού τους ταξιδιώτες να τους πλύνουν τα πόδια και μετά τους κλωτσούσε στην θάλασσα, όπου γίνονταν τροφή μιας τεράστιας χελώνας. Ο Θησέας πλήρωσε τον εκμεταλλευτή με το ίδιο τίμημα. Στην Ελευσίνα, ο Κερκύονας, που ανάγκαζε τους ταξιδιώτες να παλέψουν μαζί του, μέχρι θανάτου, βρήκε ακαριαία τιμωρία. Ο Θησέας τον άρπαξε, τον σήκωσε ψηλά και τον βρόντησε στο χώμα με όλη του την δύναμη. Κανείς δεν έπρεπε στο εξής να προκαλεί τον διπλανό του και ιδίως αν ήταν δυνατότερος. Η εκτέλεση του Προκρούστη, ο διασημότερος και πιο ερεθιστικός άθλος του Θησέα, διαθέτει έναν συμβολισμό εξαιρετικά προφανή. Ο πονηρός αυτός φονιάς έδειχνε μεγάλη προθυμία να φιλοξενήσει τους ταξιδιώτες. Ωστόσο τους αρνιόταν το δικαίωμα στην διαφορετικότητα. Τους ξάπλωνε σ’ ένα κρεβάτι και τους προσάρμοζε στα δικά του μέτρα. Ακρωτηρίαζε αυτούς που ήταν πολύ ψηλοί και τραβούσε μέχρι εξάρθρωσης αυτούς που ήταν πολύ κοντοί. Ο Θησέας απάλλαξε τους κατοίκους της Αττικής από την τρομώδη υποχρέωση να προσαρμόζονται σε οτιδήποτε άλλο εκτός από τον εαυτό τους. Μπαίνοντας στην Αθήνα, αντιμετώπισε και πάταξε μια σπείρα πενήντα γιγαντόσωμων εξαδέλφων του, οι οποίοι του επιτέθηκαν. Οι συμμορίες έπρεπε να εξαφανιστούν. Πηγαίνοντας στο παλάτι του πατέρα του Αιγαία, η μητριά του Μήδεια επιχείρησε να το δηλητηριάσει. Όμως ο πατέρας του τον αναγνώρισε από το σπαθί και τα σανδάλια που φορούσε, τον γλίτωσε και εξόρισε την μητριά. Η συνομωσία είχε παραχθεί. Απέμενε μόνο ένας άθλος. Ο Θησέας έπρεπε να πατάξει την τρομοκρατία που ασκούσε στην Αθήνα η Κρήτη, με τα σκοτεινά θρησκευτικά σύμβολα: τον Μινώταυρο που κατασπάραζε Αθηναίους νέους και νέες στον αδιάβατο λαβύρινθο. Κατάφερε να απαλλάξει τους συμπολίτες του και από αυτήν την μορφή τρομοκρατίας, χρησιμοποιώντας -αυτήν την φορά- την λογική ανάλυση, έστω κι αν ο μίτος, το κουβάρι, του δόθηκε από μιαν ερωτευμένη γυναίκα, την Αριάδνη, έστω κι αν η τελική επισφράγιση του άθλου ήρθε με το σπαθί, που αποκεφάλισε τον Μινώταυρο. Η σύνδεση του έρωτα με την ανάλυση και την βία, θα ακολουθούσε στο εξής την σκέψη των Ελλήνων. Έρωτας ήταν η φιλοσοφία, έρωτας για την λογική, βίαιη έπρεπε να είναι η επιβολή της αλήθειας στην σκέψη: μια γέννα με πόνους αφόρητους. Κάθε πλατωνικός διάλογος θα πρόβαλε σαν ένας Μινώταυρος που κατασπάραζε τις σκέψεις μας σ’ έναν σκοτεινό λαβύρινθο άγνοιας. Ο φιλόσοφος κινούμενος από έρωτα προχωρούσε προσεκτικά, ξεδιπλώνοντας τον μίτο της λογικής, κι όταν έφτανε μπροστά στο παράλογο, ακρωτηρίαζε με βία τις προλήψεις που τον εμπόδιζαν να δει την αλήθεια.

Ένας μύθος σαν κι αυτόν του Θησέα δεν έχει τίποτα αφελές. Λέει τα πράγματα με το όνομά τους, αρκεί να μπορούμε ν’ ακούσουμε τα ονόματα των πραγμάτων. Η αλήθεια δεν βρίσκεται ποτέ στο βάθος. Το βάθος βρίσκεται πάντα πάνω πάνω. Το βάθος είναι ο τρόμος μας μπροστά στην ευκρίνεια της αλήθειας, που συχνά δεν συμφωνεί με τις επιθυμίες μας. Το κρυμμένο νόημα δεν είναι παρά μια προσπάθεια αποφυγής του νοήματος. Τα σύμβολα κενοτάφια ιδεών. Δεν έχουν τίποτε κάτω τους. Οι ιδέες ζουν αλλού και περιμένουν πότε θ’ αποφασίσουμε να σταματήσουμε αυτό το παιδαριώδες παιχνίδι της ερμηνείας. Οι μυθικοί άθλοι του Θησέα μιλούν καθαρά. Τι λένε; Τρομοκρατία είναι η απρόκλητη βία. Τρομοκρατία είναι η αφαίρεση του δικαιώματος στην ταυτότητα. Τρομοκρατία είναι η ζωώδης καταστροφή της ζωής και της περιουσίας του άλλου. Τρομοκρατία είναι η καταναγκαστική εργασία. Τρομοκρατία είναι η εξαπάτηση. Τρομοκρατία είναι η αναίτια πρόκληση του άλλου. Τρομοκρατία είναι η αφαίρεση του δικαιώματος της διαφορετικότητας. Τρομοκρατία είναι η ομαδοποίηση με στόχο την επιβολή. Τρομοκρατία είναι η συνομωσία. Τρομοκρατία είναι η υποτέλεια. Τρομοκρατία είναι ο θρησκευτικός σκοταδισμός.

Πάνω στην πάταξη αυτών των μορφών τρομοκρατίας θα βλάστιζε η αθηναϊκή δημοκρατία, έστω κι αν χρειαζόταν να ασκήσει τρομοκρατία. Μοιραία η βία μόνο με βία αντιμετωπίζεται. Το ζήτημα είναι ποιος και για πιο λόγο ασκεί βία, ποιος και για ποιο λόγο τρομοκρατεί τους αντιπάλους του. Φυσικά, το έμψυχο υποκείμενο, η μονάδα, το άτομο, απουσιάζει από κάθε προσπάθεια διευθέτησης της κοινωνικής ζωής μας. Είναι τραγικό αλλά ανθρώπινο, ίσως πιο ανθρώπινο απ’ όσο μπορούμε να φανταστούμε.

Η ρεματιά της κατατρομοκράτησης των ανθρώπων από τους ανθρώπους, έχει απ’ όλα τα αγριόχορτα. Η βία δεν είναι η μαμή της ιστορίας, είναι η γιαγιά της. Ο αχαλίνωτος ερωτισμός της ευθύνεται για τα ζαβά παιδιά, που γεννούν συνεχώς τα παιδιά της: οι άνθρωποι. Δεν υπάρχει καμιά προϋπόθεση, κανένα δεδομένο πάνω στο οποίο θα μπορούσαμε να θεμελιώσουμε τον ισχυρισμό μας για μια ειρηνική ζωή. Είναι μόνο και αποκλειστικά ζήτημα απόφασης. Η ιστορία κουτσαίνει φορτωμένη με τα πολυτελή σκουπίδια μερικών αιώνων ανάπτυξης του ανθρωπίνου είδους. Η ιστορία είναι δημιούργημα του ανθρώπου και ο άνθρωπος δημιούργημα της ιστορίας. Δεν υπάρχει τίποτε περίπλοκο, αντιφατικό ή σκοτεινό σ’ αυτό. Πότε όμως οι άνθρωποι προσπάθησαν πραγματικά; Πότε διάλεξαν την δύσκολη λύση; Η βία είναι το πιο εύκολο πράγμα που μπορεί να κάνει κανείς, αν και ίσως όχι το φτηνότερο. Οι άνθρωποι είναι νωθρά ζώα. Ο πολιτισμός μας είναι αποτέλεσμα εύκολων λύσεων. Η τρομοκρατία είναι μία μόνο πλευρά του τρομαχτικού παραμυθιού που λέμε συνεχώς ο ένας στον άλλον για να ξεχάσουμε πως έξω λυσσομανά ο άνεμος που θα μας παρασύρει στο απόλυτο μηδέν.