Top menu

Περιεχόμενα Τεύχους 18

Gathered Avant-garde Poets - Η Παρουσίαση Β' Μέρος

Διαβάστε το α' μέρος


Γιώτα Βούζνα

Ναύπακτος

Μέσα στο δάσος περίμενα να ’ρθεις να κάτσεις πάνω στην πέτρα, να νιώσεις τους παλμούς της. H συχνότητα του κορμιού σου να συντονιστεί με τη συχνότητα των φαντασμάτων που την άγγιξαν κάποτε, να ακούσεις την άμετρη μουσική που μεταφέρουν τα φύλλα μέσα στους αιώνες, να σταθείς μπροστά στο δέντρο να αφουγκραστείς την κρυμμένη νεράιδα που σε αφουγκράζεται. Και το σώμα πια να χαθεί μέσα στην ώχρα των πεσμένων φύλλων που θα γεννήσουν το νέο δέντρο, που η ανάσα θα φτάσει το βαθύ μπλε του ουρανού, το λαμπρό λευκό του αστεριού, το πύρινο κίτρινο του Άρη.

Αναστάσιος Δρακόπουλος

Τοτέμ

Κάποια βράδια πέφτουν βαριά σαν τη σιωπή μεταξύ δυο κρεμασμένων που συναντιούνται κι όλοι οι μακρινοί σταθμοί ψυχορραγούν: η ώρα της συνταρακτικής αναπόλησης. Η αγάπη για το ασήμαντο, οι έρωτες για πράγματα που δε μπόρεσες ποτέ ν’ αποκτήσεις. Σωπαίνεις κι ακούς αμυδρά έναν καλπασμό να διατρέχει το άρρητο –μια μυστική ακολουθία ή έναν ψίθυρο από ένα πρόσωπο χρόνια χαμένο.
Εκείνες τις απέραντες ώρες, έξω απ’ το παράθυρο μπορείς να διακρίνεις την ποίηση σε σκοτεινό σοκάκι να πλαγιάζει με τα ετοιμοθάνατα ζώα, τους θνησιγενείς να δοξάζουν εντός ρείθρων την αμορφία του χαιρέκακου ουρανού και τα δέντρα να καπνίζουν την πνοή των νεκρών μας (πόσα χρόνια πέρασαν;).

Ηώς.

Ευριπίδης Δρατσέλος

after bloody albedo

Περιμένοντας απλά, πότε θα φιλοτιμηθεί, κρατώντας λευκά λουλούδια, να μας ξανα-τιμήσει με επίσκεψη η λευκαύγεια…
Τι κι αν το ίδιο μας το πνεύμα ξερόβηχε, αρπώντας μας απ' το γιακά, για να συστήσει προσοχή
Εμείς πληρώνουμε την πιο αδάμαστη ανάγκη μας για επιφάνεια στον πλεονασμό
Και είναι τόσο περασμένη-πια-η ώρα της κοινής συγγνωμικής μετάνοιας
Όσο και η κακορίζικη στιγμή-τότε-στην εμμονική απόφαση της άγνοιας
Ίσως ήρθε το σκαιό, αιματηρό αποτέλεσμα, ν' ασβεστώσει τον αστικό μαρασμό
Για να σκοτώσει τα ζιζάνια και να κλείσει τις βαθιές ρωγμές που άφησε χάσκουσες η απαντοχή
Περιμένοντας απλά, πότε η κοινωνική, αποπροσανατολισμένη συνοχή, θα συλλέξει όλα τα μαδημένα της αιμοπετάλια…

Άγγελος Σπύρος Παρασκευάκος

Τα χρόνια των βιβλίων

Βουτάω τα χέρια μου στο χρώμα
και ύστερα πασαλείβω τους τοίχους.
Να φύγει το λευκό,
να σπάσει η ασπρίλα,
να φύγει και του βλέμματος η βαρετή σιωπή.

Βουτάω τα μάτια μου στο χρώμα
και ύστερα βουτάω σε στίχους.
Σε ξεθωριασμένες πια φωτογραφίες,
Σε ιστορίες άλλων που έκανα δικές μου,
Σε αρώματα από σκόνες δομημένα
Και σε σελίδες που με σέρνουνε στο χρόνο.

Βουτάω τα χέρια μου στο χώμα
και σκάβω όσο πιο βαθιά μπορώ.
Τα πρωινά της άνοιξης,
τα μεσημέρια του καλοκαιριού,
τα βράδια του χειμώνα .

Είχα πέντε βιβλία μια φορά,
την εποχή που διώχνανε τους άντρες απ' τα σπίτια .
Βουτούσα τα χέρια μου στο χώμα
και έσκαβα όσο πιο βαθιά μπορούσα
και άκουγα πίσω την φωνή της μάνας μου
«πιο βαθιά , πιο βαθιά»
Να μην τα βρίσκουν τα σκυλιά όταν ψάχνουνε για κόκαλα

Και ούτε που σάπισαν,
ούτε που σκούριασαν
Τα είχα θάψει πιο βαθιά απ' τον ξεριζωμό τους
Λιγάκι μπόχα τους έμεινε κουσούρι
από τα άχρωμα ως τότε χώματα.
Και ούτε που ήλιος τα είχε δει για τόσα χρόνια .
Μα εκείνα φύτρωναν συνέχεια
και ακόμα μέσα μου φυτρώνουν
Δεν βρήκα λίπασμα καλύτερο από την ανθρώπινη ζωή.

Είχα πέντε βιβλία μια φορά .
Την εποχή που διώχνανε τους άντρες απτά σπίτια
Και τα έχω ακόμα .
Τα πρωινά της άνοιξης,
τα μεσημέρια του καλοκαιριού,
τα βράδια του χειμώνα
Ακόμα ακούω την φωνή της μάνας μου
«πιο βαθιά , πιο βαθιά»
Και ρίχνω έτσι τις καλύτερες βουτιές μου .

Ανθοφίλη Τελωνιάτη

Στον αγαπημένο

Σε τούτο το συνονθύλευμα συναισθημάτων που έσμιξαν σε μια στιγμή ακατανόητη.
Στον αγαπημένο που μου κρατούσε το χέρι μέχρι να σπάσει το κόκαλο.
Στη μορφή που προκάλεσε την τρυφερότητά μου μέχρι τελικής πτώσης.
Σ’ εκείνον που μαζί θάψαμε και γεννήσαμε στιγμές που δεν άφησαν καμία περιουσία· που με την ύπαρξή του ξεγέλασε κάθε χαμένη στιγμή μου.
Όταν η δράση γεννούσε αντίδραση, μαζί σέρναμε το χορό, μαζί ανοίγαμε τις πόρτες της υψηλής μοναξιάς. Για να παντρέψουμε τις αγωνίες μας που μας γέμιζαν με ερωτηματικά και απαντήσεις.
Πότε από συμπύκνωση και πότε από αραίωση, μέναμε γεμάτοι δύναμη και αδυναμία να προβλέπουμε το χαμό μας. Ένα χαμό που τον όριζε ο νόμος της έλξης και προκαλούσε τη γενναιότητα που δεν βρίσκαμε.
Ξυπνούσαμε σε κλαδιά ζωής και υπνωτιζόμασταν σε χώματα θανάτου. Περιμέναμε ο ένας τον άλλον σε μια μυστική υπόσχεση που δεν ξέραμε να προφέρουμε.
Στα παρασκήνια της ζωής ζωγραφίζαμε το παραλήρημα της ύπαρξης, χωρίς χρώματα, χωρίς καμβά με μόνο κοινό το κοινό μας: Ντυμένοι Άνθρωποι.

Δανάη Χατζή

Αποξηραμένα

ακριβή μου,
οι εραστές σου θα σ' εγκαταλείπουν για μια άλλη αγάπη
και συ πάντα θα μιλάς
σαν να υπάρχουν μονάχα εκείνοι στη ζωή σου
η φωνή σου, λες και σπάνε χιλιάδες μικρές
κρυστάλλινες μπάλες
αντλεί από μέσα σου την αγάπη και το θάνατο
κάθε φορά που μεγάλα λόγια
γεμάτα στόμφο
ίσια μέσα από μια τσίγκινη σωλήνα
βουίζουν

κοίτα, κοίτα
πόσο γρήγορα θα ‘ρθει το ψέμα.