Top menu

Περιεχόμενα Τεύχους 31

Fast food & κέρματα του Αντώνη Θ. Παπαδόπουλου

παπαδόπουλος

Fast food & κέρματα, ποίηση, Αντώνης Θ. Παπαδόπουλος, εκδόσεις Μανδραγόρας 2015

Η ποίηση είναι ένας πειραματισμός. Η Τέχνη η ίδια είναι πειραματισμός. Έχει τις δικές της νόρμες, το δικό της κέντρισμα στο συναίσθημα αδιαφορώντας για τη συμβατική καθημερινότητα. Αν κλείσουμε την ποίηση στην καθημερινότητα και την επανάληψη, τότε απλά έχουμε μια άλλη υποκουλτούρα και έναν ιδιότυπο λαϊκισμό.

Πολλές φορές έχω γράψει ότι η ποίηση είναι ένας πειραματισμός, ένας γλωσσικός πειραματισμός, που ξεπερνά το μεμονωμένο γεγονός της επικαιρότητας το οποίο στάθηκε αφορμή για το ποίημα, για να αγκαλιαστεί με το συναίσθημα∙ ένας πειραματισμός των λέξεων, της θέσης τους, της μελωδικότητας, του συναισθηματικού τους φορτίου και της εικονικής τους αναπαράστασης∙ ένας πειραματισμός που μέσα από τη λεκτική λιτότητα, αναδύει έναν εκφραστικό πλούτο.

Ο Αντώνης Θ. Παπαδόπουλος απέδειξε από τη δεκαετία του ’70 τον τρόπο με τον οποίο προσεγγίζει την ποίηση. Και ακριβώς στο πλαίσιο της αναζήτησης νέας φόρμας, εντάσσεται και η νέα του ποιητική συλλογή «fast food & κέρματα» (Μανδραγόρας, 2015) που συντίθεται από 50+49 χαϊκού. Ο τίτλος υποδηλοί εύστοχα το γρήγορο, το ελαφρύ κι εύκολο στη μεταφορά.

Το «fast food» παραπέμπει στο γρήγορο κι έτοιμο, στη συσκευασία δρόμου, όπως ακριβώς είναι σύντομα τα χαϊκού. Μόνο που δεν πρόκειται για φαγητό, αλλά για τροφή της ψυχής και της καρδιάς. Τα «κέρματα» παραπέμπουν σε εκείνο που κουβαλάμε εύκολα μαζί μας, μικρό και ελαφρύ. Σύντομα/γρήγορα ποιήματα των 17 συλλαβών και ισάριθμα κέρματα που διαιρούν τη συλλογή σε δύο ενότητες.

Fast poems, θα έλεγα εγώ∙ μικρά και γρήγορα, για ανάγνωση στο πόδι ή το λεωφορείο, έτοιμα, δίχως υπερβολές από τον "σεφ", δίχως "γευστικές" εξάρσεις στο "πιάτο". Και ταυτόχρονα κέρματα∙ θορυβώδη αντικείμενα με χαρακτηριστικό ήχο, σαν το συναίσθημα που μας γεννά το χαϊκού, σύμβολα μετάβασης σε έναν άλλο κόσμο (χωρίς να προσπερνάμε την αφιέρωση της ενότητας σε αγαπημένο πρόσωπο). Ταυτόχρονα όμως τα κέρματα λειτουργούν και ως φιλοδώρημα προς τον αναγνώστη.

Μόνο που η νόρμα των χαϊκού φόρμα δεν είναι ούτε εύκολη και γρήγορη ούτε ελεύθερη, καθώς συνιστά μία "σφιχτή" τεχνικά φόρμα ποίησης και εξόχως απαιτητική τόσο για τον καλλιτέχνη όσο και για τον αναγνώστη. Αποτελεί μία πρόκληση για το δημιουργό, καθώς αγωνίζεται μέσα στις τεχνικές απαιτήσεις της να συγκινήσει, να αφηγηθεί, να μεταφέρει αυτούσιο το δικό του συναίσθημα όταν συνέθετε. Ταυτόχρονα, είναι πρόκληση και για τον αναγνώστη που νοερά αναπαριστά τη σκηνή μέσα από 17 συλλαβές (5+7+5).

Εκφραστικά αποτελεί ένα παιχνίδισμα λέξεων με έναν ιδιαίτερο ρυθμικό τόνο που κινείται από το ελεγειακό έως την "πεζή" πρόζα, από την ειρωνεία έως το βαθύ προσωπικό πόνο. Η θεματική της είναι επίσης πλούσια. Αποφθεγματική και ακριβής στον αριθμό των συλλαβών διαμορφώνει ένα ιδιαίτερο ύφος. Στην ουσία είναι η ποιητική αποτύπωση μιας στιγμιαίας εικόνας ή ενός βαθιού συναισθήματος, μέσα στην απομονωμένη και θραυσματική απόδοσή του.

Χαρακτηριστικό της φόρμας, άλλωστε, είναι η εκφραστική λιτότητα και η πολυθεματική της. Η ομοιομορφία της συλλογής (μόνο χαϊκού) καθώς και η εναλλαγή θεματικών συνθέτουν ένα πολύχρωμο μωσαϊκό. Και στη «fast food» ενότητα και στα «κέρματα» υπάρχουν χαϊκού υπαρξιακά (χρόνος, μνήμη), για την ποίηση, εξομολογητικό ύφος (απώλεια, μοναξιά, έρωτας, μελαγχολία), κοινωνικά στιγμιότυπα (ρεμπέτικο, ταξίδι, τρένο) και πολλές πλούσιες σκηνές από τη φύση (άνοιξη και καλοκαίρι, άνθη, δέντρα κ.λπ.).

Χαρακτηριστικό της ποιητικής του Αντώνη Θ. Παπαδόπουλου, ήδη από τα πρώτα του βήματα στην ποίηση είναι η φυσικότητα της γλώσσας του και η απουσία οποιασδήποτε κρυπτικότητας. Και τούτα ακριβώς είναι ευδιάκριτα για τον καθένα στη νέα του συλλογή. Η γλωσσική του ενάργεια συνδέεται άρρηκτα με τη διαφάνεια των συναισθημάτων και των μηνυμάτων. Απέριττος, με λέξεις απλές, και σε διακριτή ισορροπίαεντυπωσιάζει τον αναγνώστη, χωρίς εξάρσεις και τεχνητές οξύνσεις.

Και ο πειραματισμός με τη στιχουργική ποικιλομορφία αποτελούσαν πάντα χαρακτηριστικά της ποιητικής του. Με τη δύναμη της προφορικότητας και της αμεσότητας πάντα πειραματίζεται με τον ελεύθερο στίχο, την ομοιοκαταληξία, το λυρισμό. Και οφείλουμε να υπογραμμίσουμε πως ο Παπαδόπουλος δεν πειραματίστηκε πρώτη φορά με το αυστηρό είδος του χαϊκού, καθώς ήδη από τα «κενό αέρος» (vakxikon.gr, 2014) έδειξε να ελκύεται από το ιαπωνικό είδος με μία σύνθεση από 25 στιχουργήματα («βοτσαλάκια»).

Ο Αντώνης Θ. Παπαδόπουλος μέσα από την αμεσότητα του στίχου του φέρνει στην επιφάνεια τις ανατρεπτικές δυνάμεις της φύσης και του ανθρώπου. Συμφιλιώνει τον άνθρωπο με την ιστορία, το άτομο με την κοινωνία που το περιβάλλει. Διατηρεί την ήπια μελαγχολία που χαρακτηρίζει την ποίηση της γενιάς του ’70. Η υπαρξιακή του προσέγγιση συνδέεται με αδιόρατες καλλιτεχνικές διαδρομές με τη σύγχρονη κοινωνιοϋπαρξιακή των ποιητών της αγανάκτησης, ως αποτέλεσμα ακριβώς των συνεχών αναζητήσεων του δημιουργού.

Ας μην παραβλέπουμε, άλλωστε, ότι η γενιά του ’70 κάποια στιγμή -πολύ νωρίς θα λέγαμε- εγκλωβίστηκε ποιητικά στις δομές που όρισαν ανθολόγοι και κριτικοί της γενιάς. Σταμάτησαν τους πειραματισμούς, την όποια άρνηση, την ποιητική αναζήτηση. Πολλοί σύντομα σταμάτησαν να ποιούν. Ο Παπαδόπουλος όμως ακόμα αναζητά νέες εκφραστικές διεξόδους, πειραματίζεται, ποιείσυνδέοντας καλλιτεχνικά το παρελθόν με το παρόν, την άρνησης της γενιάς του με την αγανάκτηση των νεώτερων ποιητών.

Δήμος Χλωπτσιούδης