Top menu

Ένα βιβλίο ως δώρο για τις φετινές γιορτές

της Νατάσας Ζαχαροπούλου

Στις μέρες μας, όπου καθημερινά στα μήκη και τα πλάτη του πλανήτη συμβαίνουν ανατροπές στο μοντέλο της υλικής ευμάρειας, αλλά και που αποκαλύπτεται, επίσης καθημερινά, ότι η πνευματικότητα είναι ισχνή και επιφανειακή (υπηρετώντας το μοντέλο της τεχνητής βελτίωσης των συνθηκών της ζωής μας), η αγορά ενός βιβλίου ίσως κάνει την ανατροπή και στην επιλογή των φετινών γιορτινών μας δώρων.

Χρειάζεται η στροφή μας εντός, στην περιοχή μέσα μας που ο καθένας διαθέτει, και απ’ όπου μπορεί ν’ αντλήσει όλο το δυναμικό για τη γιατρειά και τον επαναπροσδιορισμό της ζωής του σε νέες βάσεις αλλά με διαχρονικές αξίες.

Όμως, ακόμα και σε ό,τι αφορά τα βιβλία, μοιάζει ασφαλές και χρήσιμο να επιλέγουμε τελικώς εκείνα που αποκοιμίζουν τις αισθήσεις και παραιτούν τη σκέψη από τα άγχη της καθημερινότητας, και που ωστόσο λειτουργούν σ’ ένα παράλληλο επίπεδο ομοίως με τις ναρκωτικές εκπομπές της τηλεόρασης, τις οποίες αν και κατηγορούμε, εντούτοις ανελλιπώς παρακολουθούμε.

Το θέμα δεν είναι ο καθείς να ξεχάσει (έστω και για λίγο) το πώς ζει, το πού ή πώς έχει εκπέσει η ζωή του, γιατί οπωσδήποτε έχει συμβάλλει σ’ αυτό και ο ίδιος με την ή τις επιλογές του.

Το θέμα επίσης δεν είναι να συνεχίσει ο καθένας μας να υποκρίνεται ότι δεν αντιλαμβάνεται την οδύνη από το «δάγκωμα» της άρνησης της ατομικής του ευθύνης, που έχει ήδη δημιουργήσει μιαν ανοιχτή πληγή και η οποία έχει σχεδόν κακοφορμίσει και όζει, κάτι που τον οργίζει, τον θυμώνει, κι αρκετά συχνά τον ωθεί να εξωτερικεύει τον θυμό του προσανατολίζοντάς τον σ’ έναν άλλο στόχο έξω και μακριά από τον ίδιο, εκείνον δηλαδή της «ευθύνης των άλλων».

Το ζητούμενο είναι πώς να ξεφύγουμε από τους στείρους προβληματισμούς μιας ζωής εξωτερικής για εξωτερική κατανάλωση και να επιστρέψουμε στο γόνιμο προβληματισμό μιας ζωής εσωτερικής για εσωτερική και εξωτερική βελτίωση της κατάστασης ζωής όλων μας.

Και είναι επίσης βέβαιο ότι το «βαθμό δυσκολίας» στις προσωπικές μας απαιτήσεις δεν μπορεί να τον ορίσει ένα «σύστημα αξιών», το οποιοδήποτε σύστημα που κινείται με όρους αγοράς, που εκκινεί και βασίζεται στα μεγέθη, τις πωλήσεις και εν κατακλείδι τους στόχους αύξησης των μεγεθών του στην βιβλιοαγορά και τα επιχειρηματικά κέρδη.

Φυσικά δεν είναι παράτυπο ή κακό εκ προοιμίου το να θέλει ο καθείς να αυξήσει το μέγεθος της εκδοτικής του επιχείρησης, το μερίδιό του στην αγορά βιβλίων και τα κέρδη του. Παρέχει όμως το διαφορετικό, δηλαδή το είδος των βιβλίων εκείνων που θα  κινητοποιήσουν τη συνειδησιακή μας αφύπνιση ή ό,τι παράγει συνηγορεί προς τη συνειδησιακή μας ύπνωση;  

Το πιο απλό αλλά ουσιαστικό ερώτημα θα ήταν το εξής κλασικό : «Τι είναι λογοτεχνία;» ή αλλιώς: «Πόσα και ποια από τα βιβλία που εκδίδονται σήμερα είναι πράγματι λογοτεχνία;»

Ο χώρος του βιβλίου, όπως άλλωστε και τόσα άλλα πράγματα στις μέρες μας, υποκρύπτει παγίδες, εξωρραϊσμούς, στημένες πολιτικές, αδιαφανείς διαδικασίες προώθησης και πωλήσεων, είναι έρμαιο των δημοσίων σχέσεων και της πολιτικής, μέ ό,τι αυτό υπονοεί και συνεπάγεται.

Φυσικά, τίποτε απ’ όλα αυτά θα μπορούσε και να μην αφορά τον αναγνώστη. Όμως, εφ’ όσον ο καθένας μας ως αναγνώστης θα επιλέξει τελικώς τι θα αγοράσει και τι περιμένει από το ανάγνωσμα που θα φτάσει στα χέρια του, εντέλει πολύ τον αφορά  το τι και το πώς προωθείται το κάθε βιβλίο, όπως επίσης τον αφορούν τα μάλλα και  τα «γιατί» και τα «διότι» των εν λόγω προωθήσεων.

Η αλλαγή που όλοι μας επιζητούμε και στην πραγματικότητα χρειαζόμαστε προϋποθέτει την ουσιαστική αναζήτηση, και επιβάλλει την καθιέρωση βαθμού δυσκολίας στα πράγματα. Δεν υπάρχει χρόνος για διαιώνιση της άφεσης και του περισπασμού μας σε πράγματα «τυχαία» και επιλογές του συρμού.

Δεν υπάρχει μόνο η σύγχρονη ελληνική και παγκόσμια λογοτεχνία. Υπάρχουν πάντα οι κλασικοί. Έλληνες και ξένοι. Αυτοί κατ’ αρχήν ορίζουν το βαθμό δυσκολίας, αυτοί κινητοποιούν και μετατρέπουν έναν αναγνώστη από άνθρωπο του ρεύματος, οπαδό του συστήματος σε άνθρωπο μονάδα, άνθρωπο με συνειδησιακή εγρήγορση, εν ολίγοις άνθρωπο σκεπτόμενο, αναζητητή, απαιτητικό ως προς την ποιότητα και τις αρχές της ζωής του, ως προς την ποιότητα και τις αρχές της ζωής τού συνόλου.

Υπάρχουν και σύγχρονοί τέτοιοι συγγραφείς. Έλληνες και ξένοι. Δεν θα τους ανακαλύψει ίσως κανείς στους πάγκους με τους σωρούς των βιβλίων, δεν θα τους βρει απαραίτητα ανάμεσα στους τίτλους των εκδοτικών οίκων που κυκλοφορούν εκατό με διακόσιους ετησίως, δεν θα τους διαβάσει στις αμφισβητούμενες λίστες των ευπώλητων, των λεσχών ανάγνωσης, των υποψηφίων για βραβεία αναγνωστών, αλλά δεν αποκλείεται κιόλας.

Χρειάζεται έρευνα. Πρωτίστως χρειάζεται έρευνα στον εαυτό μας : Ποιοι είμαστε, ποιοι νομίζουμε ότι είμαστε, τι αναζητούμε, τι επιδιώκουμε, τι θεωρούμε πληρότητα, τι μας πληρώνει ατομικά διανοητικά και συναισθηματικά, σε ποια πράγματα γινόμαστε οπαδοί ερήμην μας, ποια κοινωνία υπηρετούμε, ποια κοινωνία χρειαζόμαστε, τι άποψη έχουμε για το δικό μας ρόλο και τη δική μας συμμετοχή ή συνεισφορά σ’ αυτήν την κοινωνία που επιζητούμε, πού θεωρούμε ότι βρίσκεται η ατομική μας ευθύνη στα τρέχοντα πράγματα και συνθήκες ζωής, κ.ά.

Ίσως έτσι ο καθένας μας μπορεί να βρει όχι μόνο το βιβλίο που του χρειάζεται, που θα τον βοηθήσει να προχωρήσει ένα βήμα παρακάτω, ένα βήμα πιο μπροστά και πιο βαθιά, αλλά και να επιλέξει να το δωρίσει στους φίλους του. Να συνεισφέρει μ’ ένα μικρό δώρο στη συλλογική εξελικτική μεταμόρφωση.

Διότι αν δεν αλλάξει ο καθένας τον τρόπο με τον οποίο έχει συνηθίσει να ζει τη ζωή του και ν’ αντιμετωπίζει τον εαυτό του, τίποτα δεν θ’ αλλάξει στον κόσμο. Η αλλαγή ποτέ δεν έρχεται απ’ έξω.

Κι αυτό από μόνο του συνιστά έναν απαρατήρητο, ωστόσο απολύτως υπαρκτό σε απαράμιλλο βαθμό δυσκολίας, που προσδιορίζει και χαρακτηρίζει την ατομική μας ύπαρξη εντός του Γίγνεσθαι.