Top menu

Περιεχόμενα Τεύχους 8

Το νερό δεν έχει σχήμα, δεν έχει χρώμα - Ανάγνωση της Νατάσας Κεσμέτη

της Νατάσας Ζαχαροπούλου

Νησί από ελαφρόπετρα, Διηγήματα, Νατάσα Κεσμέτη, Εκδ. Αλεξάνδρεια, 2008

Το νερό δεν έχει σχήμα, δεν έχει χρώμα. Παίρνει το σχήμα και το χρώμα του υλικού εντός του οποίου περιέχεται. Στη συγκεκριμένη περίπτωση, έχει το σχήμα και το χρώμα των ηρώων της Νατάσας Κεσμέτη στο «Νησί από ελαφρόπετρα», αλλά επίσης το σχήμα και το χρώμα της μνήμης και όλου του εσωτερικού κόσμου της συγγραφέως.

Ταυτόχρονα το νερό διαρρέει όλα τα διηγήματα της συλλογής και λειτουργεί σαν συνδετικός κρίκος ανάμεσά τους. Το νερό περιβρέχει το «νησί από ελαφρόπετρα» αλλά και το διαπερνά. Πλάσματα νερένια το περιποιούνται και το περιφυλάσσουν.

Ωστόσο το βιβλίο είναι στέρεο και γαιώδες. Κι αυτό αποτελεί ένα βασικό στοιχείο της ικανότητας της Ν.Κ., της «κυρίας Νηρού» ή «Ρανούς», του «Νηρίτη», που διαπλέκεται στο παρελθόν, το παρόν και το μέλλον των ηρώων της, περιπλεκόμενη η ίδια, και που δεν περιορίζεται μόνο στις κλασικές λογοτεχνικές αναζητήσεις περί ζωής, αλλά προβληματίζεται και γι’ αυτή καθαυτή την ποιότητα και την αναγκαιότητα της ίδιας της λογοτεχνίας, ειδικότερα μάλιστα στις μέρες μας.

Από το πρώτο διήγημα της συλλογής με τον τίτλο «Τροφώς» ο αναγνώστης καταλαβαίνει ότι δεν έχει να κάνει με μια «εύκολη» λογοτεχνία. Κι όμως δεν μπορεί να αφήσει το βιβλίο από τα χέρια του.

Και δεν οφείλεται, κατά τη γνώμη μου, αυτό στην ηδονή που προκαλεί ο κατακλυσμός των λέξεων, που μόνο σε τυχαία επιλογή δεν βασίζεται, αλλά οι πολυποίκιλες αισθητικές και έσω-έξω αισθητηριακές κλιμακώσεις, οι οποίες συχνά φτάνουν τον αναγνώστη στο αίσθημα βαθειάς πληρότητας, κατάσταση η οποία είναι αφ’ ενός προϋπόθεση κι αφ’ ετέρου υποχρέωση της λογοτεχνίας.

Σκέφτεσαι διαβάζοντας, αλλά δεν θέλεις να σκεφτείς. Νιώθεις. Και δεν θέλεις να σωπάσεις. Θέλεις να κρατήσεις και συγχρόνως να μοιραστείς τις «πεταλούδες» που μέ κάθε νεύμα-κάλεσμα της κυρίας Νηρού ή Ρανούς σηκώνονται από τις μυστικές φωλιές τους, από τη νάρκη τους και φτερουγίζουν προς το φως που ξεχύνεται παντού ένα γύρω και λαμποκοπά και φωτίζει της ψυχής τα πείρατα και γαργαλούν κι αυτού του σώματος την ευδαιμονία: «Κι εσύ υπάρχεις».

Η ψυχή του αναγνώστη συναντάει επιτέλους το αληθινό. Το αναγνωρίζει. Η πλοκή των κειμένων δεν στήνεται για να γίνει είδος του λόγου, αλλά οι λέξεις υπηρετούν ό,τι προϋπάρχει: της καρδιάς τα πάθη, το πλάνταγμα, τις βαθειές οδύνες, το άνοιγμα.

Όταν η δύναμη του λόγου ξεχειλίζει χωρίς να υπηρετεί τίποτα ψεύτικο, τίποτα δήθεν, αλλά όταν κάθε λέξη συνηθισμένη ή σπάνια – δείγμα μιας ακμαίας νοητικής ικανότητας κι ενός συναισθηματισμού όχι βολεμένου στις επιδερμικές ψυχο-ερμηνείες, αλλά βυθισμένου στην αναζήτηση και τη γνώση καταστάσεων που φτάνουν μέχρι τις ρίζες της ατομικής ύπαρξης που είναι ξεχωριστή και συνάμα αλληλένδετη με τις υπόλοιπες – υπηρετεί τον εναλλασσόμενο ρυθμό της καρδιάς, άλλοτε ταχύ άλλοτε άρρυθμο, αγωνιώδη, πάσχοντα, συμπάσχοντα, νευρώδη, ατίθασο, σπηλαιώδη, ευγνωμονούντα, διαμπερή, συμπάλλοντα.

Κανονικά αδυνατώ να επιλέξω κάποιο κείμενο που να υπερτερεί ή να υστερεί. Όλα δυνατά, εφάμιλλα. Το καθένα με τον τρόπο του και για τους λόγους που γράφηκε. Το καθένα ένα διαμάντι. Καλοδουλεμένο χωρίς προεξοχές, γωνίες, ακατέργαστα στοιχεία.

Η επιμονή στη λεπτομέρεια, η οποία όμως δεν γίνεται εμμονή, χαρακτηρίζει την Ν.Κ.. Λατρεύει να περιγράφει επιμελώς την απαρατήρητη λεπτομέρεια, που εντέλει χαρακτηρίζει τη μοναδικότητα ενός εκάστου.

Η πένα της στριφογυρίζει γύρω από πρόσωπα, καταστάσεις, αντικείμενα, γεγονότα, συνθήκες ζωής και παράλληλα ανατέμνει σε βάθος, εισχωρεί στο αντικείμενο της παρατήρησής της, χωρίς να ναρκισσεύεται. Διαγράφει σπειροειδείς κινήσεις ανεβαίνοντας ή κατεβαίνοντας επίπεδα παρατηρητικότητας και καταγραφής λεπτομερειών, που οδηγούν τόσο την ίδια τη συγγραφέα όσο και τους αναγνώστες της σε λεπτεπίλεπτα και ιδιαίτερα εσωτερικά επίπεδα νοητικής και συναισθηματικής υφής. Και το πράττει χωρίς να βιάζεται, χωρίς να χρονοτριβεί. Δίνει χώρο και χρόνο. Και μοιάζει να έχει βρει τη χρυσή τομή ώστε να μην απολέσει το ενδιαφέρον όποιου θα εμβαπτισθεί στα κείμενά της.

Οπωσδήποτε τη σπάνια αυτή της ικανότητα δεν την οφείλει μόνο στην 35ετή της εμπειρία από την ενασχόληση με το λόγο, ούτε και στην εμπειρία ζωής με την οποία έχει ως τώρα προικιστεί. Είναι αυτό το κάτι πίσω και πέρα από τις λέξεις. Είναι της ψυχής το φτεροκόπημα που σαρκώνεται και σαρκώνει το λόγο, που χαρίζει ποιότητα σ’ αυτή την ίδια τη ζωή και τα τεκταινόμενά της. Αλλιώς είναι προτιμότερη η σιωπή. Υπάρχει πολλαπλάσιο κέρδος άλλωστε από αυτή.

Και δεν έχω παρά να συμφωνήσω με όσους τεχνίτες του λόγου («Καμωμένα από Νηρίτη», σελ. 185, ο πρώτος, που «είναι μια άλλη μεγάλη ιστορία, ο δεύτερος ο «ποιητής» και ο τρίτος, το «πολύ σκληρό… κοχύλι») που είδαν και αναγνώρισαν αυτό το κάτι, και άλλα κάτι συγχρόνως, όπως το προσωπικό της στυλ γραφής, παρά που σε μερικά σημεία έχει και τις λογοτεχνικές του αναφορές, και την παρότρυναν. Όμως είναι σημαντικό κάτι επίσης να υποψιάζεσαι ή και να γνωρίζεις και ο ίδιος τις επιρροές και να ασκείσαι συνεχώς και συγχρόνως παλεύοντας ν’ αποφύγεις τις παγίδες της ταύτισης, ώστε να τις υπερβείς, βρίσκοντας και χρησιμοποιώντας εντέλει την ιδιαιτερότητα της δικής σου φωνής.

Η Ν.Κ. πιστεύει ότι η θεραπεία βρίσκεται στο να «διορθώσουμε τα μάτια μας» κι αυτό προσπαθεί. Να μας βοηθήσει «να βλέπουμε με τα μάτια των νεκρών την Ιερότητα» («Εικαστική λογοτεχνία» ή «νησί από ελαφρόπετρα», σελ. 159), όπου «Ιερότητα» είναι τόσο η ζωή όσο κι η λογοτεχνία.

Άλλωστε, τόσο ο ζωντανός, ο Παρών αναγνώστης όσο κι ζωντανός, ο Παρών συγγραφέας πρέπει «ισόβεια και ιώβεια να υπομένουν» και «να δειπνούν αργά-αργά τη Σκιά τους» («Καμωμένα από Νηρίτη»).

Εν κατακλείδι, το «Νησί από ελαφρόπετρα» είναι μια εξαίρετη συλλογή διηγημάτων που σε κρατάει εδώ, παρόντα στο παρόν των κειμένων, και σε αποτρέπει από το να γίνεσαι απλώς χρονοφάγος φυλλομετρητής.