Top menu

"Έδεσσα" - Σπύρος Παλούκης / "Κρακ" - Δημήτρης Τσεκούρας

του Νέστορα Ι. Πουλάκου

Έδεσσα, Φωτογραφικό λεύκωμα, Σπύρος Παλούκης, Fata Morgana Publications, 2009

poulakos-edes.jpgH Έδεσσα ως ένα παλίμψηστο από μυρωδιές : η νοτισμένη βροχή που ξεπλένει τα πλακόστρωτα, τα ανθισμένα δέντρα την άνοιξη, η μυρωδιά καμένου ξύλου το χειμώνα, τα πορτοκάλια στα καλάθια στο παζάρι, το νοτισμένο χορτάρι της αυγής, οι ηλικοκαμένοι κορμοί στο δάσος, η ευωδία των λιβαδιών με τις παπαρούνες. Έδεσσα... μια μυρωδιά.

Μια ολόκληρη πόλη περικλεισμένη σ' ένα βιβλίο. Αυτό έχει καταφέρει να κάνει επάξια ο φωτογράφος και συγγραφέας Σπύρος Παλούκης στην αγαπημένη του πόλη. Να τη συνοψίσει "εντός των τειχών" ενός συλλεκτικού φωτογραφικού λευκώματος, έγχρωμου, καλαίσθητα επιμελημένου από τις δικές του εκδόσεις, τις Fata Morgana Publications.

Και όλα αυτά μέσα σε 184 σελίδες. Ένα ειλικρινές δώρο για την όμορφη πόλη της Βορείου Ελλάδας. Την Έδεσσα. Με τους καταρράκτες, το μπόλικο χιόνι, την υγρασία και την ομίχλη το χειμώνα. Τον ηλιόλουστο κάμπο και την καταπράσινη φύση την άνοιξη και το καλοκαίρι.

Ο Σπύρος Παλούκης με τη φωτογραφική του μηχανή απαθανάτισε τις πιο μεστές στιγμές της πόλης : τους κατοίκους της στην καθημερινότητά τους, στη δουλειά τους, στο σπίτι τους, στη διασκέδασή τους. Τα απέραντα φυσικά τοπία της Έδεσσας και των πέριξ της, βουνά, λαγκάδια, κάμποι, ποτάμια κ.ά. Τα έθιμα της πόλης και τις παραδόσεις της. Την ιστορία της και τα αρχαία μνημεία της. Τις υπαρκτές θύμησες από τα χρόνια της τουρκοκρατίας και την απελευθέρωσή της πόλης το 1918. Την τοπική παραγωγή, το γιαούρτι, τα κεράσια, το τσίπουρο, το σταφύλι κ.ά

Άπαντα επιμένουν στο χρόνο, Υπομένουν το χρόνο. Και η φωτογραφική η μηχανή η αθάνατη τον καδράρει το χρόνο μια για πάντα. Τον κάνει ακίνητο. Για να θυμούνται όλοι.

Στο κείμενο και τις λεζάντες ο ίδιος ο φωτογράφος και βραβευμένος συγγραφέας μόλις στα 29 του. Μια άξια προσπάθεια.

*

του Τάσου Ρήτου

Κρακ - μυθιστόρημα σε τρεις πράξεις, Μυθιστόρημα, Δημήτρης Τσεκούρας, Εκδόσεις Διάσελο, 2008

rhtos-krak.jpgΗ Μόλλυ σκέφτεται. . .γράφει. . .ονειρεύεται. . .πίνει. . .γαμιέται. . .παραλογίζεται. . .και πεθαίνει!
Η Κασσάνδρα. . .σκέφτεται . . .γράφει. . . ονειρεύεται. . .πίνει. . .γαμιέται. . .παραλογίζεται. . .και εξαφανίζεται!

Ο συγγραφέας κρύβεται πίσω από την κουρτίνα, κάτω από το κρεβάτι, μέσα στο μπάνιο, πίσω από τα δέντρα, σαν φάντασμα παρακολουθεί την ιστορία των δύο κοριτσιών, και διηγείται άλλοτε με ποιητικό και άλλοτε με χειμαρρώδες και στεγνό ύφος τις παράνοιες και τις περιπέτειες, ώσπου να φτάσουν στα σημείο συνάντησης, το bar.

Από την αρχή μπορείς να καταλάβεις ότι θα υπάρξει μια συνάντηση. Κάτι κοινό θα ενώσει τις δυο διαφορετικές ζωές των δυο κοριτσιών, αλλά δεν είναι ξεκάθαρο τι ακριβώς.

Το ύφος του συγγραφέα γίνεται όλο και πιο ωμό και πιο ρεαλιστικό, σαν να νομίζεις ότι διαβάζεις τα απομνημονεύματα των κοριτσιών. Φτάνοντας στην κορύφωση καταλαβαίνεις ότι πρόκειται για το ίδιο πρόσωπο του άντρα που ονειρευόταν η Μόλλυ και η Κασσάνδρα.

Και η κορύφωση σε ένα τέτοιο μυθιστόρημα είναι ο θάνατος; Η εξαφάνιση; Είναι δύσκολο να βγάλεις το συμπέρασμα, αν δεν μπεις βαθιά στο ρόλο των δυο κοριτσιών.