Top menu

Περιεχόμενα Τεύχους 7

Ρετρό : "Θρήνος για τον Ιγνάτιο Σάντσεθ Μεχίας" του Φεντερίκο Γκαρθία Λόρκα

της Ανθής Ντάρδη

1934, στις πέντε τ’ απόγεμα , με φόντο το ιδιόμορφα γοητευτικό τοπίο της Γρανάδα. Στον Ισπανικό Νότο, στην πόλη των αντιθέσεων που γέννησε έναν μαγευτικό πολιτισμό και ανέθρεψε με τις παραδόσεις της σπουδαίους καλλιτέχνες.  Ακούγεται η φωνή ενός άντρα, ενός ταλαντούχου, δημιουργικού άντρα, σπλάχνου αυτής της παράδοσης , ν' απαγγέλει “ Στις πέντε τ’ απόγεμα. Ήταν ακριβώς πέντε τ’ απόγεμα. Ένα παιδί έφερε τ’ άσπρο σεντόνι στις πέντε τ’ απόγεμα. Ένα ζεμπίλι μ’ ασβέστη κιόλας έτοιμο στις πέντε τ’ απόγεμα. Όλα τ’ άλλα ήτανε θάνατος και μόνο θάνατος στις πέντε τ’ απόγεμα”.

Ο “ Θρήνος για τον Ιγνάτιο Σάντσεθ Μεχίας”  συμπεριλαμβάνεται στην συλλογή των ποιητικών απάντων του Federico García Lorca, που κυκλοφόρησε το 1997 από τις εκδόσεις ΕΚΑΤΗ, σε μετάφραση των Κ. Πολίτη και Ρ. Καππάτου και πρόλογο του τελευταίου.

Ο Federico García Lorca ήταν πάνω από όλα τραγουδιστής, ένας ερωτευμένος τραγουδιστής που συνήθιζε να απαγγέλει τα ποιήματα του με σκοπό να τους μεταφέρει ζωντάνια και κέφι, χαρακτηριστικά κυρίαρχα σε εκείνον. Όμως ο “ θρήνος για τον Ιγνάτιο Σάντσεθ Μεχίας” δεν έχει τα σημάδια ενός κλασικού ποιήματος του δημιουργού του, δεν βασίζεται στα χνάρια της Ανδαλουσιανής παράδοσης, δεν υμνεί τις ομορφιές της Ισπανικής γης, δεν ακολουθεί την αραβική μοιρολατρία για το θάνατο . Το ποίημα γράφτηκε το 1934, αποτελώντας ωδή για τον θάνατο του καλού φίλου του Lorca, και αποτέλεσε την τελευταία συλλογή  που πρόλαβε να δει ο ίδιος τυπωμένη στο χαρτί.

“Είναι σαν να πέθανα εγώ, είναι σαν να προετοιμάζομαι για τον ίδιο το θάνατό μου”, φέρεται να έχει πει κάπου ο Lorca. Αυτά τα λόγια κλείνουν μέσα τους την βαθιά οδύνη και τον πραγματικό πόνο του ποιητή, αλλά υπογραμμίζουν και την άδικη σύμπτωση θανάτου για τον άνθρωπο που “ανέμιζε για μια στιγμή το μπολερό και το βαθύ πορτοκαλί του μεσοφόρι” (στίχοι του Νίκου Καββαδία). Το ποίημα αποτελείται από τέσσερις ωδές που αντιπροσωπεύουν τέσσερα αργά βήματα θανάτου.  Η πρώτη ωδή είναι μυστική τελετή με ιερέα τον ίδιο τον ποιητή, να εκφράζει την απώλεια του με έναν τρόπο γεμάτο ανθρωπιά, έξω από ποιητικές φόρμες και κανόνες.

Ακολουθώντας  τη θλίψη του ο Lorca, στην δεύτερη ωδή, φτάνει στην άρνηση της θανάσιμης πραγματικότητας, σπαράζοντας και κλείνοντας βασανιστικές εικόνες στα μύχια της ψυχής του. Η τρίτη και η τέταρτη ωδή παίρνουν το όνομα τους από την νεκρώσιμη ακολουθία των καθολικών  “cuerpo presente alma ausente” ( που σημαίνει ο νεκρός παρών, η ψυχή απούσα) Στο “cuerpo presente” συνοδοιπόρος στην έκφραση πόνου του ποιητή γίνεται η συνειδητοποίηση που μέχρι εκείνη τη στιγμή είχε απεγνωσμένα  αποφύγει.

Στην τελευταία ωδή ο Lorca φαντάζει σαν να δίνει μια υπόσχεση στο φίλο του, να μην ξεχαστεί το όνομα του και οι αρετές του παρότι το σώμα του δεν βρίσκεται πια στη γη.  Τραγική σύμπτωση ότι ο ποιητής κρατάει την υπόσχεση του και οι αναγνώστες με τη σειρά τους σφραγίζουν κάθε μέρα μια δική τους άτυπη υπόσχεση μνήμης και θαυμασμού μετά την άδικη εκτέλεσή του.

“Αν είναι αλήθεια πως είμαι ποιητής από χάρισμα του Θεού- ή του διαβόλου- είναι εξίσου αληθινό πως είμαι ποιητής χάρη στη τεχνική και την προσπάθεια, καθώς και για το λόγο του ότι καταλαβαίνω απόλυτα τι είναι ένα ποίημα”. (Federico García Lorca) Αν αυτή είναι η αλήθεια για την ποιητική δυναμική του Lorca, προερχόμενη από το στόμα του ίδιου, για τους αναγνώστες η απόλυτη ποιητική αλήθεια βρίσκεται στις δημιουργίες του.

 

“Έψαχνε για την αυγή
κι η αυγή δεν ήταν.
Ψάχνει για το καθαρό προφίλ του,
και τ’ όνειρο τον πλανεύει.
Ψάχνε για τ’ ωραίο κορμί του
και βρίσκει ανοιχτό το αίμα του“

(απόσπασμα από το ποίημα
“Θρήνος για τον Ιγνάτιο Σάντσεθ Μεχίας”)