Top menu

Λέσχη ανάγνωσης Μαΐου: 7 + 1 κριτικές [Προτάσεις για τον Ιούνιο]

kolaz255.jpg
Η συντακτική ομάδα του περιοδικού Vakxikon.gr προτείνει στη Λέσχη ανάγνωσης Μαΐου, τα παρακάτω βιβλία:
1_-_marinosekos.jpg
Φύλλο μηδέν, μυθιστόρημα, Ουμπέρτο Έκο, μτφρ. Έφη Καλλιφατίδη, εκδόσεις Ψυχογιός 2015

 

Στη δημοσιογραφική γλώσσα «φύλλο μηδέν» είναι το δοκιμαστικό φύλλο (προφανώς, πέραν του ενός) πριν από την επίσημη έκδοση μιας εφημερίδας. Πρόκειται για τη βασική περίοδο πειραματισμών και δοκιμών για την εκάστοτε συντακτική ομάδα.
Μια τέτοια αλλοπρόσαλλη, ετερόδοξη και εξόχως ατελή ομάδα συντακτών που μετέχει στη δοκιμαστική έκδοση της εφημερίδας «Αύριο», παρουσιάζει ο πολύπλαγκτος συγγραφέας, ακαδημαϊκός, φιλόσοφος και βιβλιόφιλος, Ουμπέρτο Έκο – μια κλασική περίπτωση σύγχρονου «brainbox» στο στυλ του Μπόρχες.
Οι λογής συνωμοσίες που εξυφαίνονται κάτω από το προφανές της καθημερινότητας, ο ρόλος του καθεστωτικών ΜΜΕ στη διαμόρφωση της σύγχρονης δημοκρατίας του δυτικού κόσμου, τα αποπλύματα της επίσημης ιστορικής αφήγησης, πλείστες όσες λογοτεχνικές αναφορές, δάνεια και αντιδάνεια, έρωτες, δολοφονίες, γκρίζες ζώνες και κουτσομπολιά, είναι κάποιες από τις έμμονες συγγραφικές ιδέες του Έκο που και σε αυτό το βιβλίο παρατίθενται με φειδώ (λόγω της ασυνήθιστα μικρής έκτασης του μυθιστορήματος για τα πρότυπα του Ιταλού), αλλά και ευδιάκριτη οξύνοια.
Στην πραγματικότητα, η εφημερίδα «Αύριο» δεν πρόκειται ποτέ να πάρει το δρόμο για το περίπτερο. Είναι το δημιούργημα ενός σκοτεινού απατεώνα που θέλει να την χρησιμοποιήσει ως «όχημα» εκβιασμών. Με τη βοήθεια ενός αχυρανθρώπου, του Σιμέι, κινεί όλα τα νήματα, αλλά δεν φαίνεται πουθενά. Είναι ο άφωνος χρηματοδότης του οποίου οι βουλές και οι περίεργες επιχειρηματικές διαθέσεις πρέπει να ακολουθούνται με θρησκευτική ευλάβεια.
Ο Σιμέι είναι αυτός που βρίσκει τον Κολόνα, το βασικό πρόσωπο του μυθιστορήματος, και του προτείνει να αναλάβει κεντρικό πόστο στην ιεραρχία της εφημερίδας. Μη έχοντας τίποτα άλλο να περιμένει από τη ζωή του, ο αποτυχημένος συγγραφέας, Κολόνα, που κάνει διάφορες δουλειές του ποδαριού για να επιβιώσει, δέχεται και φυσικά μπλέκεται στον ιστό της αράχνης. Τριγύρω του συνωθείται μια δράκα παράδοξων συντακτών, ο καθένας είναι μια ιδιαζόντως γραφική φιγούρα, που θα αποτελέσουν τη συντακτική ομάδα της εφημερίδας. Δίχως να γνωρίζουν, όμως, ότι τούτη η εφημερίδα είναι χτισμένη πάνω στην άμμο.
Μα, μήπως κάπως έτσι δεν κατασκευάζονται και οι ειδήσεις; Πάνω στην άμμο, μέχρι να χαθούν. Ο Έκο πιάνει το νήμα της ιστορίας με τη λογική ότι όλα συνδέονται με όλα (πόσο κλασικό για την περίπτωσή του) και αναπτύσσει την προβληματική του για το ρόλο των ΜΜΕ στο παγκόσμιο χωρίο και ειδικότερα στην Ιταλία. Με τρόπο δηκτικό, ευφυή και πικρά χιουμοριστικό, ξεδιπλώνει όλες τις παθογένειες και την επιλεκτική δυναμική της σύγχρονης δημοσιογραφίας που όχι μόνο δεν λειτουργεί ως «ελεγκτής του ρεύματος», αλλά μετέχει στο καθημερινό παίγνιο χειραγώγησης, εξαπάτησης και ψευδολογίας στο οποίο εμπλέκονται και συνεργάζονται όλες οι εξουσίες του σύγχρονου κράτους.
Παράλληλα, δεν λησμονεί μια άλλη «αγαπημένη» θεματική του: τις λογής συνωμοσίες που περιλαμβάνουν τους πάντες: μαφιόζους, πράκτορες, κυβερνήτες, το Βατικανό, τις ΗΠΑ, τους εξωγήινους, τους ναζί και ότι, άλλο μπορεί να φανταστεί κανείς. Είπαμε, στον Έκο όλα συνδέονται με όλα.
Βασικός συνωμοσιολόγος στο μυθιστόρημα είναι ο εκκεντρικός Μπραγκαντότσο – ένας δημοσιογράφος που βλέπει παντού φαντάσματα, κρύπτες και σκοτεινές δυνάμεις. Μέσα στο ταραγμένο του νου υφαίνει μια ολόκληρη θεωρία σύμφωνα με την οποία ο Μπενίτο Μουσολίνι, μετά την ήττα του Άξονα, όχι μόνο δεν θανατώθηκε, αλλά διέφυγε στην Αργεντινή και από εκεί έκανε κινήσεις επανόδου ή αποσταθεροποίησης της ιταλικής δημοκρατίας.
Τι παράξενο, λίγο πριν συγκεντρώσει όλα τα στοιχεία για την μεγάλη αποκάλυψη, ο εν λόγω δημοσιογράφος βρίσκεται δολοφονημένος. Η εφημερίδα διαλύεται πριν καν ξεκινήσει, οι συντάκτες εξαφανίζονται, ο Κολόνα που γνωρίζει τα πάντα για την υπόθεση (ο Μπραγκαντότσο του έχει εκμυστηρευτεί όλες τις γαργαλιστικές λεπτομέρειες), διαφεύγει τρομαγμένος και βρίσκει θαλπωρή στην Μάια, μια νεαρή κοπέλα, σχεδόν αυτιστική, που με τη σειρά της θέλησε να παίξει μια ολότελα αποτυχημένη επαγγελματική ζαριά με την εφημερίδα «Αύριο».
Η εφημερίδα που φιλοδοξούσε να δημοσιεύει τα γεγονότα πριν συμβούν και θα αποκάλυπτε τα πάντα με μια απρόσμενη ελευθεριότητα, είναι άλλη μια φενάκη που η σύγχρονη δημοκρατία δεν μπορεί να αντέξει. Ο Έκο στήνει ένα χορό παλιάτσων, παίζει με τη μυθοπλασία της πραγματικότητας και την πραγματική διάσταση της λογοτεχνίας. Ο μύθος μπλέκεται με την Ιστορία, η επίσημη αφήγηση με την κατασκευή της. Ο Έκο, με την απόσταση που του προσφέρει ο χρόνος, μεταφέρει τη δράση στο 1992, χρονιά που έδειξε με τον ένα ή τον άλλο τρόπο τι θα επακολουθούσε στην Ιταλία τα επόμενα 20 χρόνια (Μπερλουσκόνι,  επιχείρηση Καθαρά χέρια, οικονομική κρίση κλπ.).  Η μετάφραση ανήκει στην Έφη Καλλιφατίδη.

Διονύσης Μαρίνος

 

2_-_karagiannosybardis.jpg
Mεγάλες γυναίκες, μυθιστόρημα, Γιώργος Συμπάρδης, εκδόσεις Μεταίχμιο 2015

 

Οι εξαρτήσεις της μοναξιάς, η απουσία έρωτα, ο φόβος για το γήρας και κυρίως το αδιευκρίνιστο του αισθήματος- είναι τα θέματα που πραγματεύεται ο Γιώργος Συμπάρδης, στην νουβέλα του “Μεγάλες Γυναίκες”.
Κεντρική περσόνα η εξηντάχρονη Σοφία. Μια μοναχική γυναίκα, η οποία αδυνατώντας να αποδεχθεί τον πολυκαιρισμένο πια χωρισμό της, μπλέκεται στα δίχτυα μια παράξενης ιστορίας.
Μοχλός της μυθοπλασίας ο Σταύρος. Ένας παραβατικός νέος, ο οποίος “δένεται” με την ηρωίδα κλονίζοντας κάθε στοιχειώδη ισορροπία. Εξαιρετικό ενδιαφέρον παρουσιάζει, ο τρόπος με τον οποίο ο συγγραφέας αποδίδει τον ψυχισμό της Σοφίας, όπως επίσης και το βαθύ υπαρξιακό χάος... το οποίο την εξορίζει σ’ ένα σχεδόν φαντασιακό χώρο. Η ομοιότητα του Σταύρου με τον πατέρα Ιωάννη αποτελεί, θα λέγαμε, το πρώτο επίπεδο του μύθου (mythos)- της πλοκής (plot).
Η αφήγηση είναι τριτοπρόσωπη, με περιορισμένη οπτική γωνία (limited point of view). Οι δευτερεύοντες χαρακτήρες εμφανίζονται είτε με την αναφορά στα ονόματά τους είτε με την χρήση έμμεσου λόγου. Σε μερικά σημεία έχουμε μικρούς διαλόγους, οι οποίοι όμως δεν παρουσιάζουν ιδιαίτερη σημασία στην δράση (action).
Η καθημερινότητα μπλέκεται με τον ψυχισμό, προσφέροντας μιαν ενεργή και απολαυστική αναγνωστική εμπειρία.

Κωνσταντίνος Καραγιαννόπουλος

 

3_-_poulakosmardas.jpg
Ξεκαρφώματα, κείμενα, Κάπα Σαρδάμ (Κώστας Μαρδάς), εκδόσεις Κλειδάριθμος 2015

 

230 σελίδες ιδιαίτερου χιούμορ, άφθονου γέλιου, έξυπνης σάτιρας και εύστοχου, φορές-φορές καυστικού και δηκτικού σχολιασμού της επικαιρότητας. 100 αντι-κείμενα όπως τα ονομάζει ο συγγραφέας συγκεντρώθηκαν σε αυτήν τη γυαλιστερή έκδοση του Κλειδάριθμού. Συγγραφέας, ο Κάπα Σαρδάμ, κατά κόσμον Κώστας Μαρδάς, εμπειρότατος δημοσιογράφος, πολιτικός αναλυτής και σχολιαστής στην TV αλλά και ποιητής. Ο Μαρδάς, διευθυντής σύνταξης εδώ και 1,5 χρόνο στην ιστορική εβδομαδιαία εφημερίδα του Νίκου Κακαουνάκη "Στο Καρφί", έχει αναλάβει σε κάθε φύλλο να σχολιάζει την επικαιρότητα με την διαχρονικά ιδιαίτερη σατιρική του γλώσσα. Και μόλις συμπληρώθηκαν 100 γίνανε βιβλίο. Αλλά τα κείμενα συνεχίζουν την πορεία τους στην εφημερίδα και κανείς μπορεί να αναζητήσει τη συνέχεια κάθε Σάββατο στα περίπτερα.
Η συμβολή του Μαρδά στην σατιρική διάσταση της επικαιρότητας είναι μεγάλη και σημαντική. Ανέκαθεν, πρωτίστως και κυρίως μέσα από τις σελίδες των εφημερίδων, οι σατιρικοί σχολιαστές πήγαιναν παρακάτω την είδηση, ανέλυαν το θέμα που μας απασχολούσε για μέρες με έναν τρόπο διαφορετικό που ξέφευγε από τα συνηθισμένα, από την "ξύλινη" δημοσιογραφική γλώσσα και αποτελούσε τροφή για σκέψη στον εμβριθή αναγνώστη της εφημερίδας.
Απαραίτητη σε τέτοιου είδους κείμενα είναι πάντοτε και η συνοδεία ενός σκίτσου ή κάποιου σατιρικού εικαστικού. Στην περίπτωση των κειμένων του Μαρδά στην εφημερίδα (που όλα ανεξαιρέτως συμπεριλαμβάνονται στην έκδοση) το απαραίτητο συνοδευτικό τους είναι τα κολάζ, τα οποία μάλιστα αυτή την περίοδο έχουν τύχει μεγάλης εκτίμησης μέσα από τις σατιρικές τηλεοπτικές εκπομπές. Στη μέθοδο της "κοπτοραπτικής" εικόνων και προσώπων επιδίδεται και ο Αντώνης Παλιβάκος, συνεργάτης της στήλης "Ξεκαρφώματα" στην εφημερίδα.
Αναζητήστε το βιβλίο -πρόκειται για μια απαραίτητη έκδοση που εξετάζει την πραγματικότητα μας μέσα από ένα άλλο πρίσμα. Άλλωστε τέτοιου είδους κείμενα δεν χάνουν ποτέ τη φρεσκάδα και την σπιρτάδα τους παρόλη την "εφήμερη" δημοσίευση τους.

Νέστορας Πουλάκος

 

4_-_ioannidouvlavianos.jpg
Το αίμα νερό, μυθιστόρημα, Χάρης Βλαβιανός, εκδόσεις Πατάκης 2014

 

Ο Χάρης Βλαβιανός υπογράφει «Το Αίμα Νερό» ως «μυθιστόρημα» της ζωής του, με το  χωρισμό του «σε σαράντα πέντε πράξεις» να παραπέμπει σε δράμα. Όπου πλήθος από άστοχες πράξεις και φαρμακωμένα λόγια των ανθρώπων που έφεραν στη ζωή τον συγγραφέα διασταυρώνονται με την προσωπικότητά του, μια οντότητα στην οποία απευθύνεται στο δεύτερο ενικό πρόσωπο. Σαν να διατυπώνεται η απάντηση  σε ένα άγραφο αλλά παρόν ερώτημα : «Να συγχωρέσω, να συμφιλιωθώ, αλλά πώς;». Ο συγγραφέας συνδιαλέγεται με τον εαυτό του, καθώς εξιστορεί και μοιάζει να αναρωτιέται:
Πώς να κάνεις σχέση με μια μητέρα που σε αφήνει, νήπιο, να πλανιέσαι σε καράβι που διασχίζει θάλασσα, που κλείνεται στη φυλακή για χάρη των κοσμημάτων της, που παίζει αέναα παιχνίδια γοητείας με εναλλασσόμενους συντρόφους μεταξύ των οποίων και τον πρώην άντρα της, τον πατέρα σου;
Πώς να σχετιστείς με έναν πατέρα που κάνει κι άλλη μία οικογένεια, που διατηρεί μία αυλή από αφοσιωμένους φίλους /συντρόφους στα γλέντια του που εσύ παρακολουθείς χωρίς να συμμετέχεις;  Που σε εναποθέτει σε ανοίκειά σου πρόσωπα όταν  εσύ περιμένεις να τον συναντήσεις. Ειδικά αφού οι συναντήσεις σας είναι σπάνιες, όταν μεσολαβεί ένας ωκεανός (αποξένωσης) μεταξύ σας, εκτός από τη γεωγραφική απόσταση διαφορετικών χωρών Ευρώπης – Αμερικής;
Πώς να συγχωρήσεις μια  μητέρα που απομυζά το άφθονο χρήμα του πατέρα με πρόσχημα εσένα, ενώ το ίδιο χρήμα στοιβάζεται μέσα σου, χωρίς καν να το νέμεσαι, που παράλληλα το αντιλαμβάνεσαι σαν ένοχη προοπτική που φιμώνει την –έγκαιρη- έκφραση; Μήπως το χρήμα δεν ήταν το συνεχές ζητούμενο, δεν ήταν το πρόσχημα που οι δύο διαζευγμένοι σου γονείς σχετίζονταν αντί να διεκδικούν εσένα;
Όσο μεγάλωνες έστρεφες το εύγλωττο, γεμάτο προσδοκία, βλέμμα προς τον πατέρα που βλέπουμε στο εξώφυλλο. Όταν κατέφυγες σε άλλους τόπους για να μην πρωταγωνιστείς στο «δράμα» που σκηνοθετούσαν άλλοι, μάταια τον περίμενες να χαρεί για οτιδήποτε κατάφερνες. Ο άθλος να προχωράς με τόση μοναξιά, χωρίς καθοδήγηση και οικογενειακή εστία για να επιστρέψεις ερχόταν πάντα αντιμέτωπος με τη σιωπή, την μη παρουσία μιας πατρικής φιγούρας. Τον θυμάσαι να παίζει μια ατέλειωτη παρτίδα σκάκι αντί να παίξει μαζί σου, αντί να σχεδιάσει τη στρατηγική της δικής σου ζωής σ΄ εκείνες τις κρίσιμες καμπές της.
Μέχρι το τέλος των γονιών σου, περιπλανιόσουν συμβολικά στους δαιδαλώδεις διαδρόμους σκάφους που ταξιδεύει, όπως ακριβώς το ανασύρεις από την νηπιακή σου μνήμη στη πρώτη πράξη.  Πάντα ελπίζοντας και πάντα αναμένοντάς τους, να αναλάβουν έστω και αργά –και καλύτερα- το ρόλο που τους αναλογούσε. Ο πατέρας όμως παρέμεινε αδιάφορος και πολύ απασχολημένος με την εικόνα του, την άνοδο, τη γοητεία του. Παρόμοια η μητέρα, μια κοσμική χωρίς ουσιαστικό αντίκρισμα στην κοινωνία, μία ματαιόδοξη καλλονή, να καθρεφτίζεται πανέμορφη στα μάτια άλλων παιδιών και να παραμένει απρόσιτη και εγωκεντρική στη σχέση της με τα δικά της. Να μην  καταφέρνει  να αγαπήσει ούτε και την κόρη που αποκτά στη συνέχεια, την αδελφή σου. Στα δύσκολα θα σε θυμηθεί και θα προστρέξει σ΄ εσένα, θα σε φορτώσει ακόμα μία ενοχή και άπειρες ευθύνες για τις κακοτοπιές της ζωή της που είχε η ίδια προκαλέσει.
Και οι δύο γονείς του αφηγητή απέκτησαν κι άλλα, εξ ίσου άτυχα παιδιά, αλλά το θέμα που τους κατέστησε «γονείς των άλλων» - θάλεγα- δεν ήταν αυτό το γεγονός, το βιολογικό και αδιαμφισβήτητο. Η συναισθηματική του ακτημοσύνη δηλώνεται  και από τη φόρμα που επέλεξε, με τη κτητική αντωνυμία «μου» να μην συνάπτεται ούτε με τους γονείς ούτε με κανέναν άλλον  από τους ομοαίματούς του.
Βέβαια τις λογοτεχνικές αυτοβιογραφικές μαρτυρίες που αναφέρονται σε τραύματα δεν είναι δυνατόν να της προσεγγίσει κανείς παρά με τον άπλετο σεβασμό που δικαιούνται. Τον κερδίζουν με την τόλμη που προϋποθέτει η ανατομία της κακοποίησης, η ανάκληση στη μνήμη και η μεταγραφή σε λογοτεχνικό έργο. Ίσως το πιο επώδυνο και αξιοσέβαστο στο συγκεκριμένο, είναι η τεκμηρίωση της μη συγχώρεσης. Εκκρεμής όσο και σαφής η αφήγηση: Η κάθαρση του δράματος συνίσταται στην ίδια τη διατύπωση και τη καταγραφή του.
Στο «μυθιστόρημα», αποκαλύπτεται ό,τι συνέβαινε πίσω από τις κλειστές πόρτες με τους συντελεστές της ψυχικής κακοποίησης να φορούν στη δημόσια εικόνα τους, μάσκες. Ο φυσικός χώρος, τα σκηνικά του οικογενειακού δράματος, το κοσμοπολίτικο περιβάλλον και τα φανταχτερά ενδιαιτήματα, αντιδιαστέλλονται με την ψυχική φτώχεια, την ανέχεια συναισθημάτων αγάπης και στοργής στα πρώτα χρόνια∙  κατανόησης, καθοδήγησης και επικοινωνίας στα εφηβικά και πρώτα νεανικά που ακολούθησαν.
Ο λόγος, λιτός -με χαρακτηριστικά ποιητικού- αποδίδει με επιτυχία την απόδοση του συναισθηματικού κλίματος. Φαίνεται να είναι αποτέλεσμα και της προηγούμενης άσκησης του Χ.Β. στη μετάφραση της ποίησης, τη τέχνη της μεταγραφής από μια γλώσσα σε μιαν άλλη (από τη γλώσσα της οδύνης, στη γλώσσα της αφήγησης). Και στην άσκησή του σε ένα  ζύγι ακριβείας  τόσο για το βάρος, όσο και για το ειδικό -συναισθηματικό- βάρος της κάθε λέξης.
Καθώς ο συγγραφέας επιλέγει εικόνες από τους σταθμούς της ζωής που τον σημάδεψαν, εκείνες που διατηρούνται στη μνήμη χωρίς «ξέφτια» από τα προηγούμενα και επόμενα γεγονότα, η κάθε λέξη παίζει το ρόλο της και προδιαγράφει, γεφυρώνοντας, τα χρονικά κενά που μεσολαβούν. Είτε ως διάλογος, είτε ως εσωτερικός, ο λόγος λειτουργεί σαν ραχοκοκαλιά που συγκρατεί αυτά τα αποσπάσματα ζωής και τα ενώνει. Ενσωματώνοντας ενδεικτικούς διαλόγους, αιχμηρές καταστάσεις, ακόμα και άψυχα αντικείμενα με συμβολική δύναμη.
-«Ο Αμερικανός έφυγε από το σπίτι σας κακήν κακώς, άφησε όμως πίσω του το σπαθί».
-«κάθε φορά που έγραφες το ο, σκεφτόσουν πάντα ένα πρησμένο μάγουλο»
-«Κι έτσι η παιδική σου ηλικία χάθηκε για πάντα, μ’  εσένα να παρακολουθείς από μακριά άλογα να τρώνε αξιωματικούς και πύργους να σωριάζονται στο χώμα για χάρη μιας βασίλισσας».
-«Γι΄ αυτήν εσύ ήσουν προδότης.»
-«Τετρακόσιες τριάντα έξι επιστολές που έσταζαν οργή και απόγνωση.»
Η οικονομία, η ακρίβεια και η δύναμη συμπύκνωσης της ποιητικής διατύπωσης φαίνεται να ακόνισαν την πένα και συνέλεξαν το κατάλληλο ψυχικό μελάνι προκειμένου να ξεδιπλωθεί πιστά, αποστασιοποιημένα αλλά και έντονα το κεκκαθαρμένο - ή μη- δράμα. Τα συναισθήματα δεν αναλύονται ούτε αναπτύσσονται. Η παράθεση των γεγονότων αρκεί. Οι έριδες, οι εσωτερικές συγκρούσεις αλλά και τα πικρά ερωτηματικά που κληροδότησαν αποκρυσταλλώνονται σε μια καλοδεμένη συλλογή από μαύρα μαργαριτάρια.
Κάπως σαν  «τα λόγια που δεν ειπώθηκαν, τα δάκρυα που δεν κύλησαν, τραγούδια που δεν τραγουδήθηκαν». (από το λιμπρέτο της όπερας «Τανχόϊζερ» του Ρ. Βάγκνερ)

Μαρία Ιωαννίδου

 

5_-_xirogiannidouatzis.jpg
Κράτα την άνοιξη, ποίηση, Γιώργος Δουατζής, εκδόσεις Γαβριηλίδης 2014

 

Όσο παράδοξο κι αν ακούγεται, κρατώ στα χέρια μου την Άνοιξη. Χρησιμοποιώ τη μεταφορά για να δηλώσω πόσο πετυχημένη μπορεί να είναι μια συνεργασία μεταξύ καλλιτεχνών που υπηρετούν διαφορετικές τέχνες, όμως διακατέχονται από την ίδια αγάπη για τις τέχνες τους. Η αγάπη είναι ο συνδετικός τους κρίκος. Ο λόγος για τον μουσικό Χάρη Γιούλη και τον ποιητή Γιώργο Δουατζή που δημιούργησαν από κοινού ένα βιβλίο που φέρει τον τίτλο Κράτα την Άνοιξη και κυκλοφορεί από τις εκδόσεις Γαβριηλίδης. Το βιβλίο περιέχει ποιήματα του Δουατζή και cd με μουσική από τον Γιούλη. Μουσική του δεύτερου σε ποίηση του πρώτου. Μια γόνιμη συνύπαρξη τεχνών που συγκινεί. Η έκδοση είναι δίγλωσση. Η Caroline Babilotte έχει κάνει τη μετάφραση της διπλής εισαγωγής (Υψίστη όπως Π του Γιώργου Δουατζή και Σκέψεις για μια συνάντηση του Χάρη Γιούλη) καθώς και των ποιημάτων στα γαλλικά. Ακόμα, στο cd απολαμβάνουμε και τη συμμετοχή του Χρήστου Θηβαίου και της Αφροδίτης Μάνου.
Στην εισαγωγή του ο ποιητής μάς μιλά για την σχέση του με την ποίηση την οποία αποκαλεί "Υψίστη" και της είναι αφοσιωμένος τόσο πολύ που ενοχλούνται πρόσωπα του περιβάλλοντός του. Όμως εκείνος επιμένει και μάλιστα θεωρεί ότι εκείνη διαρκώς τού αντιστέκεται. Γράφει χαρακτηριστικά: Nιώθω μαζί της όπως το σκαμπανέβασμα των κυμάτων, το οποίο αρκετές φορές γίνεται πολύ ισχυρό, τρικυμιώδες θα έλεγα. Πότε μου δίνει μεγάλη χαρά, πότε με βυθίζει στη μελαγχολία. Αλλά και τότε, ακόμα και στα όρια της θλίψης, πάντα υπάρχει το στοιχείο της ομορφιάς, το στέρεο ίχνος μιας υψηλής αισθητικής.
Ο Χάρης Γιούλης στο δικό του σημείωμα περιγράφει τη σχέση του με τον ποιητή και την γνωριμία με την ποίησή του. Προσπάθησε να αφουγγραστεί την εσωτερική μουσική των ποιημάτων, τον ήχο των στίχων και τον ρυθμό τους ώστε να "πατήσει" πάνω σε αυτήν για τη δική του μουσική δημιουργία. Επίσης, επισημαίνει την πρωταρχική αιτία για να ασχοληθεί με τα ποιήματα του συγκεκριμένου ποιητή. Ήταν "η ποιότητα του λόγου του. Λόγος άλλοτε γλυκός, ερωτικός, που μου δημιουργεί μια ιδιαίτερη ατμόσφαιρα και εικόνες [...] Λόγος άλλοτε πύρινος, με ορμή ποταμού για δικαιοσύνη και ανθρωπιά, πηγαίος μέσα από την καθημερινότητα των συνανθρώπων μας." Όσο για τη δική του μουσική, την αποκαλεί εναλλακτική (alternative) μουσική, ένας όρος που χωρίς να τον καλύπτει, πλησιάζει αυτό που κάνει, όπως λέει.
Η ποίηση του Δουατζή άλλοτε δροσερό αεράκι (αλλά απλά να με αγαπάς), άλλοτε με μαχητική διάθεση (Πόση δύναμη χρειάζεται το γκρέμισμα της αυταπάτης.../Γιατί δεν κάνεις κάτι/πώς δεν κάνω/περιμένω/), άλλοτε σκορπίζοντας σοφία (Μπήκα στη σιωπή να μάθω/Η αυτογνωσία ο μόνος δρόμος προς τον άλλο/Ωριμάζοντας θα αποδεχθείς πόσο μόνοι είμαστε). Είναι ποίηση ζωντανή και άμεση και με βλέμμα πάντα στραμμένο προς τον έρωτα, τον οποίο ανιχνεύει, πώς αλλιώς; (Kρύσταλλο ο έρωτας/πονάει όταν θρυμματίζεται/με τον πρώτο κραδασμό./Οι ερωτευμένοι πάντα μετρούσαν τον χρόνο με την έλλειψη.../Ο έρωτας κι ο θάνατος/φωνάζουν ζήσε, ζήσε). Αρμονία, ομορφιά, αλήθεια και ποιότητα είναι οι λέξεις που ταιριάζουν εδώ.
Τα παραπάνω στοιχεία χαρακτηρίζουν την δουλειά των δύο δημιουργών και πραγματικά αξίζει τον κόπο να την γνωρίσει κανείς.

Ασημίνα Ξηρογιάννη


6_-_papadopapakon.jpg
Πρόσθεσε αφαιρώντας, ποίηση, Ηλίας Δ. Παπακωνσταντίνου, ιδ. έκδοση 2014

 

Πριν από λίγο καιρό είχαμε την ευκαιρία να διαβάσουμε το πιο πρόσφατο πόνημα του Ηλία Δ. Παπακωνσταντίνου Πρόσθεσε αφαιρώντας. Πρόκειται για μια ποιητική συλλογή, όπου ο ποιητής βελτιώνει το στίχο του, σε σχέση με την προηγούμενη ποιητική του συλλογή, που είχαμε διαβάσει, κάνοντας ακριβώς αυτό, που λέει ο τίτλος: Η συλλογή περιλαμβάνει ποιήματα με λιγότερους στίχους, με αποτέλεσμα το νόημα να δίνεται όπως είναι χωρίς να πλατειάζει. Έτσι ο Ηλίας Δ. Παπακωνσταντίνου αφαιρώντας περιττούς στίχους, προσθέτει στην ποίηση. Θα πρέπει να τονίσουμε, ότι πολλοί σύγχρονοι ποιητές πλατειάζουν και λίγοι από αυτούς κατορθώνουν να διορθώσουν αυτό το ελάττωμα. Όμως, όλα τα παραπάνω έχουν να κάνουν με την πρώτη έννοια του τίτλου. Υπάρχει και μια δεύτερη έννοια: Τα ποιήματα του Ηλία Δ. Παπακωνσταντίνου στη συγκεκριμένη συλλογή χαρακτηρίζονται από μια έντονη αφαιρετικότητα, χωρίς να χάνουν το νόημά τους και άρα μια ακόμα αρετή προστίθεται στο έργο του. Όπως χαρακτηριστικά αναφέρει η Κατερίνα Αγγελάκη Ρουκ στον πρόλογο του βιβλίου, «Ο Ηλίας Παπακωνσταντίνου πετάει στις πιο δύσκολες-θεματικά-κορφές της ποίησης, χωρίς ποτέ να χάνει την ισορροπία του, ούτε όμως και την αίσθηση της ισόπεδης γης».
Τα ποιήματα της συλλογής του Ηλία Δ. Παπακωνσταντίνου Πρόσθεσε αφαιρώντας, είναι κυρίως κοινωνικά και υπαρξιακά και πολλά από αυτά ξεχωρίζουν με ομορφότερο, κατά τη γνώμη μας, το «Διαβάτης παρών», που αναφέρεται στον Γιώργη Διαβάτη, που εκτελέστηκε το 1949 στα 33 του χρόνια, επειδή αρνήθηκε να υπογράψει το κυβερνητικό χαρτί μετάνοιας, που θα του έσωζε τη ζωή με τίμημα να προδώσει τις ιδέες του. Το ποίημα είναι συγκλονιστικό, ενώ η επανάληψη των στίχων: «Διαβάτης παρών, Διαβάτης απών», δίνουν μεγαλύτερη έμφαση στην τραγικότητα του ποιήματος. Την αρετή της αυταπάρνησης και της θυσίας για ένα καλύτερο μέλλον, τη συναντάμε και σε άλλα ποιήματα, που χωρίς να αναφέρονται σε συγκεκριμένα ονόματα και γεγονότα κατορθώνουν να κεντρίσουν το ενδιαφέρον του αναγνώστη: «Τιμή να ζήσω το θάνατο για τ’ αθάνατο μέλλον!»
Εδώ θα κλείσουμε, αυτό το μικρό μας ταξίδι στην ποιητική συλλογή του Ηλία Δ. Παπακωνσταντίνου Πρόσθεσε αφαιρώντας, προσυπογράφοντας την προτροπή της Κατερίνας Αγγελάκη Ρουκ στον πρόλογο του βιβλίου, «ίσως αν προσθέσουμε αφαιρώντας κερδίσουμε πολλά».

Θεοχάρης Παπαδόπουλος

 

7_-_karagiannozilakos.jpg
Το κελαηδιστό πουκάμισο, ποίηση, Βασίλης Ζηλάκος, εκδόσεις Κουκούτσι 2015

 

Από την μεταφυσική εκζήτηση (metaphysical conceit) στην ρομαντική οπτική του κόσμου και από τον, αναγεννησιακού τύπου, “λυρικό” λόγο στον υπερβατισμό (transcendentalism)- με την ευρύτητα που προσέδωσε ο Emerson στον όρο αυτό- ο Βασίλης Ζηλάκος αναμετράται με τον κόσμο και τον Εαυτό.
Η ποιητική του συλλογή Το κελαηδιστό πουκάμισο, αποτελεί ένα ταξίδι στα άρρητα νοήματα του πραγματικού (εσωτερικού και εξωτερικού), καθώς μέσα από την ιδιαίτερη στιχοπλοκία του το σημασιολογικό βάρος της ζωής μετασχηματίζεται σ’ ένα κύμα διαττόντων... παραφράζοντας τον Stevens Wallace.
Το βιβλίο χωρίζεται σε τρία μέρη. Κάθε μέρος συμπίπτει με το βλέμμα του ποιητή, που διατρέχει τον χωρόχρονο της ονειροβασίας του.
Στο πρώτο μέρος, μ’ έναν καθαρά εξομολογητικό τόνο, στην επιφάνεια εμφανίζονται οι πρωταρχικές πληγές του ανθρώπου- θάνατος, μοναξιά, απώλεια... μνήμη. Σε πολλά σημεία ο λόγος του διακόπτεται από εσωτερικούς μονολόγους (ή και επικλήσεις), οι λειτουργία των οποίων είναι η αποφυγή των υπεκφυγών. Μέσω της τέχνης οι πληγές μετουσιώνονται σε λόγο και ο πόνος σε λύτρωση. Οι εικόνες που χρησιμοποιεί είναι παρμένες από την ύπαιθρο και φορτωμένες με συγκινησιακό και σημασιολογικό περιεχόμενο.
Στο δεύτερο μέρος - που φέρει τον τίτλο “Το σταχτί ποτάμι” (τίτλος που μας προϊδεάζει για μια ζοφερότητα ή καλύτερα για το άχρωμο του κόσμου που περιγράφει)- ο ποιητής έχοντας πλήρως αποδομήσει και ανασυστήσει τον εαυτό του και το ψυχολογικό/ υπαρξιακό του περιβάλλον στρέφεται στον κόσμο γύρω του. Ψάχνει για τον άλλον και ματώνει με της πληγές της κοινωνίας, της οποίας είναι αναπόσπαστο κομμάτι. Δίσεκτα χρόνια, πτώσεις και αμφισβητήσεις- διχασμός και συνενοχή... είναι τα χαρακτηριστικά της σύγχρονης Ελλάδας. Το σπουδαίο σ’ αυτό το κομμάτι του έργου είναι το άνοιγμα της γλώσσας, το οποίο με την λιτή του εκφορά προσδίδει στα ποιήματα μια καθαρά φιλοσοφική χροιά.
Στο τρίτο και τελευταίο μέρος- που τιτλοφορείται “Σκληρή αχτίδα”- παρατηρούμε την ανάγκη του Βασίλη Ζηλάκου να βρει ένα έρεισμα... μιαν αχτίδα ελπίδας... που θα τον βοηθήσει να συνεχίσει τον δύσκολο δρόμο της αυτοεκπλήρωσής του. Η πορεία προς την αλλαγή έχει ένα μεγάλο φορτίο θλίψης και πόνου, ενώ η ίδια μοιάζει περισσότερο με πτώση στα ανοιχτά μιας απέραντης θάλασσας. Οι ποιητές -έχοντας χάσει την αίγλη και το μεγαλείο τους- εγκαταλείπουν άπραγοι τον κόσμο που κάποτε τους είχε αγκαλιάσει. Τούτο φανερώνει μια πλήρη αποσάθρωση... υλική και πνευματική. Βέβαια, και μόνο το γεγονός ότι όλα αυτά λέγονται μέσω της ποίησης, η αχτίδα της ελπίδας γίνεται όλο και πιο δυνατή... όλο και πιο ζωντανή.
Εάν μου ζητούνταν να δώσω έναν τίτλο στην αίσθηση, που μου δημιούργησε το έργο αυτό... θα ήταν: “Κοσμογονία και Τελείωση, στα ζοφερά μονοπάτια της εξέλιξης”.

Κωνσταντίνος Καραγιαννόπουλος

 

8_-_dimosblanas.jpg
Παγκόσμια ιστορία της τρομοκρατίας, δοκίμιο, Γιώργος Μπλάνας, εκδόσεις Vakxikon.gr 2015

 

Σε μια εποχή έξαρσης του στοχευμένου τρόμου η τρομοκρατία αποτελεί ίσως μία λέξη πολύ κοινή στο δημόσιο λόγο. Από την οικονομική τρομοκρατία (των ισχυρών εθνών και των κυρίαρχων μίντια) μέχρι την ιμπεριαλιστική τρομοκρατία (που καταγράφηκαν σε Ιράκ και Αφγανιστάν ή σήμερα από το ISIS) αποτελεί ένα θέμα συνεχώς στο επίκεντρο των πολιτικών συζητήσεων με αναφορές σε εθνικοαπελευθερωτικές συγκρούσεις ή παράνομες πολιτικές ομάδες.
Ωστόσο, θα ήταν λάθος να θεωρήσουμε ότι η τρομοκρατία εμφανίζεται στους Νεώτερους Χρόνους (τυπικά απαντάται πρώτη φορά μετά τη Γαλλική Επανάσταση κατά την ομώνυμη περίοδο εκκαθαρίσεων πολιτικών αντιπάλων της Επανάστασης). Είναι ένα θέμα που κάθε τόσο επανέρχεται με διάφορες εξάρσεις στο ιστορικό παρόν και αποτελεί ίσως το μεγαλύτερο best seller, καθώς εντοπίζεται στις απαρχές ακόμα του ανθρώπινου είδους..
Σε ένα τέτοιο επίπεδο -μεταξύ υλικής και συμβολικής βίας, υλικής κι άυλης τρομοκρατίας και τρομοκράτησης- κινείται και το νέο δοκίμιο του βραβευμένου ποιητή και μεταφραστή Γιώργου Μπλάνα, Παγκόσμια Ιστορία της Τρομοκρατίας (εκδόσεις Vakxikon.gr 2015).
Ο συγγραφέας επιστρατεύει την Ιστορία και την Ψυχολογία και περιδιαβαίνει τα σκοτεινά σοκάκια της φιλοσοφίας με οδηγό του τον τρόμο του ανθρώπου. Ξεπερνώντας τη σύνδεσή της με παρούσες πολιτικές ακρότητες, ανιχνεύει την παρουσία της στην ανθρώπινη Ιστορία και την εντοπίζει στο σύνολο της ανθρώπινης πολιτικής δραστηριότητας.
Με γλώσσα ρέουσα και συνειρμική ο δοκιμιογράφος φωτίζει θέματα που συχνά προσπερνάμε ως ανούσια. Προσεγγίζει ένα τόσο πολυσυζητημένο θέμα με ιδιαίτερη νηφαλιότητα κι ευστοχία προσπερνώντας το δέντρο κι αναζητώντας το δάσος στην ανθρώπινη ψυχή. Δεν εγκωμιάζει τη βία ως "μαμή", αλλά τη βλέπει ως ένα ανθρώπινο χαρακτηριστικό. Δε τη θεοποιεί ούτε την επικροτεί. Στωικά παρακολουθεί το δρόμο προς την τρομοκρατία με μία αδιόρατη απέχθεια. Αρνείται την αναγκαιότητά της όπως και κάθε τρομοκρατική πράξη (υλική ή άυλη). Αρνείται τη λογική ότι «ο άνθρωπος είναι κούτσουρο στην πυρκαγιά ενός θεού ή μιας ιδέας ή ενός έθνους».
Το δοκίμιο ξεκινά από την ελληνική και προχριστιανική μυθολογία καταδεικνύοντας τις αρχαιότατες ρίζες της τρομοκρατίας έως τις βρετανικές δημόσιες τιμωρίες-εκτελέσεις και τα βασανιστήρια, από τους ασσασίνους (που ως όρος το assassin δεν ταυτίζεται με το murderer καθώς υποδηλοί στα αγγλικά τον τρομοκράτη-πολιτικό δολοφόνο) έως  την εγκαθίδρυση κατάστασης πανικού και μόνιμης "έκτακτης ανάγκης" στις ΗΠΑ και τον υπόλοιπο Δυτικό Κόσμο με παράλληλη περιστολή αστικών, πολιτικών κι ανθρωπίνων δικαιωμάτων (επ’ αφορμή τρομοκρατικών επιθέσεων βλ. Patriot Act, Αντιτρομοκρατικό Νόμο, κουκουλονόμο κλπ).
Η τρομοκρατία είναι σύμφυτη με το ανθρώπινο είδος και συνδέεται με την ανάγκη φυγής ή το φόβο της φυγής, ανάλογα με τη θέση του ατόμου στην "αρένα" (θεατής, θύμα, θύτης ή διοργανωτής). Η Βία και το Κράτος, άλλωστε, συνόδευαν το Δία στην τιμωρία του Προμηθέα. Είναι ένα πανάρχαιο πολιτικό φαινόμενο που καταγράφεται στην Παλαιά Διαθήκη, τους μύθους των Ελλήνων (τι άλλο ήταν άλλωστε ο μυθικός Μινώταυρος αν όχι τρομοκρατία στην ηττημένη Αθήνα;), εγκαθιδρύθηκε στη ρωμαϊκή αρένα και συνέχισε στην προπαγάνδα και τη φυσική βία του Μεσαίωνα και του Νεωτερισμού.
Συνδέεται με τον όχλο και την πίστη (θρησκευτική ή πολιτική είναι αδιάφορο, αλλά όλα τελικά στρέφονται στην εξουσία). Η λογική της τρομοκρατίας βρίσκεται κατά το Μπλάνα όχι μόνο στην άσκηση βίας ή το θέαμά της (αρένα), αλλά ακόμα και στην αφήγησή της (χάρτινη αρένα) με στόχο τη συναισθηματική κατάκτηση και τρομοκράτηση του αναγνώστη (προφητείες, προπαγανδιστική ιστόρευση και ιστορία).
Έτσι η τρομοκρατία συνδέεται άμεσα με τη μαζική προπαγάνδα/κατήχηση, τον έλεγχο του όχλου (από την Αποκάλυψη του Ιωάννη έως την πρώτη έντυπη έκδοση το 1499 για τις βιαιότητες του Βλαντ Τσέπες). Άλλωστε, η τρομοκρατία συνδέεται με αυτό που έχει ανάγκη ή επιθυμεί η κυρίαρχη τάξη στρεφόμενη προς τον έλεγχο του όχλου (κυριαρχία της θρησκείας και κοσμική εξουσία, ελεύθεροι εμπορικοί δρόμοι, διατήρηση κατακτήσεων κλπ).
Όπως σημειώνει κι ο δοκιμιογράφος είναι μία μη επιστημονική μελέτη της τρομοκρατίας. Το μικρό αυτό βιβλίο δεν έχει καμία σχέση ούτε με την επιστήμη ούτε με την επιστημονική μελέτη της τρομοκρατίας. Τρομοκρατία είναι αυτό που κάνουν οι άνθρωποι στους ανθρώπους επειδή είναι άνθρωποι. Δηλαδή, επιμένει να μην τρομοκρατείται από τη λογική της λογικής και συγκροτημένης ανάλυσης του ζητήματος, πιστεύοντας ακράδαντα πως μόνον έτσι μπορεί να έχει κάποια ελπίδα να ζήσει τη ζωή του (όσο τον αφήσουν οι τρομοκράτες αντιτρομοκράτες) σαν δική του ζωή.

Δήμος Χλωπτσιούδης