Ένα βλέμμα. «Do u c what I c?» (μπορεί και «ξένο», αλλοδαπό ή έτερον). Για να μοιραστεί κανείς και να κρατήσει την ομορφιά της φύσης, της αρχιτεκτονικής και των παράδοξων. Γιατί και η γλώσσα και η ομορφιά τελούν υπό εξαφάνιση. Ή και κόντρα στο χρόνο που περνά, για να φυλαχτεί αυτού που λένε «ωραίες αναμνήσεις». «I was there», στα Ελληνικά νησιά… το αντικείμενο του πόθου του ανά τον κόσμο τουρίστα. Κοντά στα «άψυχα», σαν να ήταν άνθρωποι.
Στιγμές και εικόνες που συναντήθηκαν η ιστορία, η συνέχεια, η φύση και το παράδοξο. Που κάτι σχετίστηκε με κάτι άλλο, από τα παλιά, από τα ονειρικά και από τα απίθανα. Τίποτα ανείπωτο δεν υπάρχει στις εικόνες. Είναι όλα εκεί, αντιπροσφορά από το περιβάλλον σε έναν κόσμο εσωτερικό, τόσο ιδανικό που μόνο στη φαντασία, στη μνήμη, ή σ’ αυτά που η τέχνη ζωντάνεψε, υπήρξε.
Μια νύξη, ότι υπάρχει η ομορφιά, ερήμην. Μία συνθήκη «άνεσης» που όλα αποκαλύπτονται. Κάδρο, «κλικ», και ναι λοιπόν, «I was there», δεν ήταν ψέμα ή προσδοκία ούτε στείρα φαντασία η ομορφιά∙ υπάρχει. Ακόμα και μέσα στο παράδοξο, ή και μόνο εκεί. Η ομορφιά του κόσμου συνεχίζεται ό,τι κι αν γίνεται, και ό,τι και αν δεν.