Top menu

Περιεχόμενα Τεύχους 26

Τάσος Λειβαδίτης: Τα σύρματα & Συσκευή του νεκρού ανθρώπου

leivaditis1.jpg
Τα Σύρματα

Ένα απ' τα καλύτερα βιβλία του 1978, ενός ποιητή που αν δεν πέσουν οι κεραυνοί του Δία πάνω του, ή δεν εγκλωβιστεί απ' τις στυγνές απαιτήσεις τού καθ' ημέρα βίου, θα έχει, χωρίς καμιά αμφιβολία, ένα ποιητικό μέλλον βέβαιο και ευρύ. Γιατί με την πρώτη του κιόλας συλλογή κατορθώνει αυτό το τόσο δυσκολοαπάντητο (και πάντα με την ωριμότητα κατακτημένο): να ενώσει όλο το ακαθόριστο, ασαφές και ευκίνητο της σύγχρονης ποίησης με ουσιαστικότητες στέρεες, σαν ακρογωνιαίους λίθους ή σαν μικρά θαύματα καθαρότητας και συναισθηματικής πληρότητας. Ο Σωτήρης Κακίσης δε θέλει απλώς να γράψει. Έχει να πει. Η διαφορά είναι μεγάλη.

Οι ανθρώπινες σχέσεις (οι σχέσεις μας με τους άλλους και με τον εαυτό μας), μαζί με την απέραντη νοσταλγία μιας υ-πέρβασης εκείνου που ζούμε, μιας ταύτισης με το απόλυτο και το διαρκές (αυτό που θα λέγαμε μεταφυσική ή θεό), είναι οι δύο παράλληλες μέσα στις οποίες κινείται και πορεύεται, από καταβολής κόσμου, η αληθινή ποίηση. Η ποίηση καλύτερα -το αληθινή ενυπάρχει στην ίδια τη λέξη. Όλοι οι άξιοι ποιητές βάδισαν πάνω στη μια ή την άλλη παράλληλο. Και μερικοί πάνω και στις δυο μαζί.

Ο Κακίσης έχει το προτέρημα να εκφράζει τα πιο πολύπλοκα ψυχολογικά προβλήματα μ' έναν πλάγιο τρόπο, μέσα από κάποιο θολό και αόριστο φως, που ενώ δεν αφαιρεί τίποτε απ' την οξύτητα τους, τους προσδίνει συγχρόνως και μια μαγεία -απαραίτητη για να δημιουργηθεί ο ποιητικός λόγος. Τα ποιητικά του κείμενα τις περισσότερες φορές τα συγκρατούν απλές καθημερινές σκηνές, με ήρωες τους ταπεινούς και ανώνυμους που γεμίζουν τους δρόμους και τις πλατείες του κόσμου ετούτου: εισπράκτορες λεωφορείων, τυπογράφους, νοσοκόμες, τυφλούς ή ανήμπορους γέρους. Τα περιστατικά, όμως, αυτά λειτουργούν σ' ένα «άλλο» επίπεδο απ' το πραγματικό.

1. οι γέροι δυσκολεύονται αφάνταστα στο πέρασμα των δρόμων. διστάζουν, τρέχουν, δεν μπορούν να υπολογίσουν σωστά, κινδυνεύουν.
2. τ’ αυτοκίνητα προσπαθούν να τους τυφλώνουν, χωρίς να κρατάνε την ταχύτητα σταθερή, περιφρονούν τους γέρους και παίζουν μαζί τους.
3. πάντα όμως οι γέροι καταφέρνουν και περνάνε απέναντι. τ’ αυτοκίνητα τότε εξαφανίζονται τελείως απ' τη ζωή τους σα να μην υπάρχουν, οι γέροι τα εκδικούνται.

Αλλά ακόμα κι όταν επεκτείνεται πέρα απ' τα εντελώς προσωπικά βιώματα σε καθολικότερες επιδιώξεις, η αναγωγή είναι πάντοτε πειστική, δίνοντας, μάλιστα, οικειότητα σε λέξεις πολύ ταλαιπωρημένες μέχρι σήμερα, όπως λόγου χάρη η λέξη «προλετάριος» ή «κομμουνισμός». Θα μπορούσα να πω ότι το κοινωνιολογικό στοιχείο στην ποίηση του Κακίση έχει υπόβαθρο μουσικό.

Πολλές φορές γράφοντας για ένα βιβλίο βλέπει κανείς το αδιέξοδο του να μιλήσει απλά: να «εξηγήσει» δηλαδή το βιβλίο. Γιατί στην ποίηση δεν πρόκειται πια για εξήγηση αλλά για μετάγγιση και ο κριτικός κάνει χρέη νοσοκόμας, που οι γνώσεις της, όμως, πρέπει να επαρκούν για να συνδέσει τις δυο φλέβες. Αυτό γίνεται ιδιαίτερα αισθητό σε τρόπους ποιητικής γραφής σαν του Κακίση, όπου όλα είναι έντονα και συγχρόνως απαλά, όπου το ρόλο του οδηγού άλλοτε τον παίζει ο υπαινιγμός κι άλλοτε η πιο απλή καθημερινή λεπτομέρεια, όπου η καιριότητα και η απροσδιοριστία αλληλοσυμπληρώνονται.

στενοχωριότανε ο καθρέφτης που πίσω απ’ τον τοίχο κάτι θα υπήρχε πιο ανοιχτό απ’ το δωμάτιο, προς τα κάπου μεγαλύτερο κι ικανό να μη μπορεί να το χωρέσει. λες και το ξέρανε και βάλανε μπροστά του το κρεβάτι που γδυνόντουσαν και γεννούσαν, να τον ξεγελάσουνε με τα περάσματα τους. ο καθρέφτης όμως ήταν ενήμερος του θανάτου τους.

leivaditis2.jpg
Συσκευή του νεκρού ανθρώπου
Ο Κακίσης συνεχίζει πλουτίζοντας με το δεύτερο βιβλίο του (μετά Τα Σύρματα) την ήδη καλά σχεδιασμένη πορεία του. Οι «ήχοι» που χρησιμοποιεί είναι πάντοτε πλάγιοι. Η προσπάθεια να κατακτήσει το «θέμα» του δεν είναι ποτέ καταμέτωπη, αλλά ψάχνει να βρει την αχίλλειο πτέρνα του, που είναι πάντα μισοκρυμμένη ή εντελώς κρυμμένη πίσω από μιαν αχλύ, μιαν ομίχλη. Οι σκηνές που διαδραματίζονται είναι σαν κοιταγμένες πίσω από ένα χιονισμένο τζάμι -αφήνοντας τη φαντασία να συμπληρώσει τις λεπτομέρειες.Επίκεντρο της ποίησης του ο σύγχρονος κατακερματισμένος κόσμος και ο πόνος του, αλλά όχι στην οξύτητα του, που μια κραυγή του ανακουφίζει, αλλά στην υπόγεια διέλευση του κάτω απ' τα πράγματα -γι' αυτό και περισσότερο πόνος. Τα πιο πολλά ποιήματα είναι σαν να έχουν αρχίσει κάπου αλλού και τελειώνουν σαν να μην τελειώνουν πουθενά. Ακριβώς όπως κι ο ίδιος ο άνθρωπος που βρίσκεται ανάμεσα σε δύο άγνωστα σημεία: τη γέννηση και το θάνατο...

Απ' όλες τις ιδιότητες της ποίησης εκείνο που απασχολεί περισσότερο τον ποιητή είναι η ατμόσφαιρα. Η ατμόσφαιρα που δημιουργείται συχνά από παράταιρα (παράταιρα;) στοιχεία, από πολυσήμαντες ασημαντότητες, από φευγαλέα βλέμματα, από μισοϊδωμένες εικόνες. Όπως λέει κι ο ίδιος: Να μου πούνε ιστορίες μισές, χωρίς μουσική.

ο τηλεφωνικός κατάλογος: κάθε σελίδα με τις αποχρώσεις του θανάτου, στο πάνω μέρος κιόλας σαπισμένα πτώματα, προς τα κάτω λιγοστεύει η σήψη, στο κέντρο πρόσφατοι σχεδόν νεκροί, τέλος οι μέλλοντες...

...δεν είμαι σταματημένος, αγαπάω λίγα από κάθε ζωή. έτσι γίνομαι έμπειρος, έτσι γνωρίζω τις αμφίβολες κινήσεις των αισθημάτων...

...οι λέξεις που λένε είναι για πρώτη φορά σταθερές, φτάνουν στο στόμα τους χωρίς κανένα έλεγχο ή περιορισμό σκόπιμο, σημαίνουν...

ενώ σύντομα τελειώνουμε και το ταξί σφυρίζοντας θα διασχίσει την Αθήνα, και το ταξί μετά θα στρίβει στους στενούς ε-παρχιακούς δρόμους περιορίζοντας το φέρετρο μας, δεν αγαπιόμαστε. σε ξεγελάει η φωνή που είναι πάντα νεανική, έχεις καιρό να πας σε σχολικό πάρτυ όπου πόσες ηλικίες χορεύουνε περισσότερες απ τη δική μας, να δεις πως δε μπορείς να χορέψεις τίποτα. αγκάλιασε με δειλά.

...τότε με προλαβαίνουνε οι αρβύλες των στρατιωτών που ταξιδεύουν τη θητεία τους, το τραίνο εντοπίζεται μεταξύ Θηβών και Ολύμπου, προσπαθώ ν’ ανακαλύψω το μπαρ, χάνομαι ανάμεσα σε δυο σιωπηλά βαγόνια, εκεί που θριαμβεύει η πάχνη. σκοντάφτω πάλι στον υπνοβάτη λοχαγό: προχωράει αντίθετα.

Συχνά αυτή η «ποιητική» μοιάζει με το τεντωμένο σκοινί. Πρέπει συνεχώς ν' ακροβατείς πάνω του. Δίνοντας σου μια αίσθηση αγωνίας κι επικείμενης καταστροφής. Γενικά ο Κακίσης γράφει, κι αυτό είναι το σπουδαίο, σαν να μην ενδιαφέρεται για το αποτέλεσμα. Και δίνει το καλύτερο αποτέλεσμα.

...και το παιδί, μερικές φορές ο μικρός αιχμάλωτος, έζησε είκοσι χρόνια συνεχή, με στιγμές κολλημένες, χωρίς να τρελαθεί ώς τώρα από το κόλλημα τόσων τυχαίων στιγμών που θα μπορούσαν να χρησιμέψουν στο θάνατο του...

Τάσος Λειβαδίτης 

(εφ. Η Αυγή, 1979 και 1981)
leivaiditis2.jpg