Top menu

Περιεχόμενα Τεύχους 26

Οδυσσέας, τρόπον τινά της Κούλας Αδαλόγλου [Δύο κείμενα]

bakonikagitsiadaloglou.jpg
Οδυσσέας, τρόπον τινά, ποίηση, Κούλα Αδαλόγλου, Εκδόσεις Σαιξπηρικόν 2013

 

Η Πηνελόπη της Ιθάκης εκσυγχρονίστηκε, δεν αφήνει τις σκέψεις της να λιώνουν στο αχανές κενό του δωματίου με τον φινετσάτο αργαλειό. Ούσα γυναίκα πρότυπο της ιστορίας αποτινάζει το στερεότυπο. Δεν επαφίεται πια σε μια επιβεβλημένη κατάσταση αφωνίας και αναμονής που της χρέωσε ένας κάποιος Όμηρος. Δια πένας Κούλας Αδαλόγλου γίνεται η persona centrale με κέντρο αναφοράς αφ’εαυτού της. Δεν χρειάζεται να αντλεί την ύπαρξη της από την παρουσία του συζύγου της, αλλά επιβάλλει την αξία της στο ιστορικό -λογοτεχνικό εν προκειμένω- πεδίο,  μέσα από την επαφή με τον ίδιο της τον εαυτό.

Η μεταξύ τους συζυγική σχέση υφίσταται, γίνεται καθημερινή, απτή, ηλεκτρονική. Δεν σκανδαλίζει με την αμεσότητα των λέξεων ούτε με την απομάγευση των ιστορικών προτύπων και δυαδικών νοητικών συσχετισμών (παρούσα-απών /αναμένει-ταξιδεύει / πιστή-ελεύθερος / παρόν-παρελθόν κ.τ.λ) «Οδυσσέα Dear,/ελπίζω να περνάς καλά με την αντροπαρέα σου./ Και να σου πω ότι, παρά την άρνησή σου για βοήθεια / βρήκα του αριθμητικούς συσχετισμούς που με  βασάνιζαν. / Ευελπιστώ, λοιπόν, να ολοκληρώσω το υφαντό που/ σχεδιάζω./ Με άλλα λόγια, τα καταφέρνω και χωρίς εσένα»

Με την αναπροσαρμογή της οπτικής, ακόμη κι αν τα δεδομένα παραμένουν ιστορικά αμετάβλητα, αναπροσαρμόζεται και η προοπτική του χρόνου. Οι πρωταγωνιστές της απομυθοποιούνται, ενσωματώνονται στις αδυναμίες του σημερινού, μας γίνονται πιο οικείοι, έρχονται να μας συναντήσουν στον παρόν.

Τα ποιήματα της συλλογής ξεδιπλώνονται σε δύο ισόποσα τμήματα του βιβλίου. 1. Τα μηνύματα στον Οδυσσέα και 2. Διαδρομές. Στο πρώτο τμήμα καρφί ακίνητο στο σώμα της αφήγησης, γύρω από το οποίο περιστρέφονται οι αγωνίες, τα παράπονα και η εξομολόγηση της Πηνελόπης  παραμένει  η απουσία του Οδυσσέα. Της δίνει όμως μια διαφορετική χροιά. Η αναμονή έχει πλέον εξαϋλωθεί στην καταφατική συνειδητοποίηση της αξίας των μεσοδιαστημάτων.

Τα ανάλαφρα μηνύματα του απόντα Οδυσσέα που φαίνεται να ζει το δικό του παρόν παίρνουν τις απαντήσεις του πηνελοπικού παρόντος αναιρώντας το κοινό τοπίο των εραστών.  Ο Οδυσσέας γράφει «Πάει, τον φάγαμε κι αυτόν τον μήνα! / Γυρίζω σύντομα, θα πρασινίζει το νησί!» η απάντηση καθηλώνει «RE: / Κανένα μήνα δεν φάγαμε, αυτός μας τρώει…». Πέραν της υποφώσκουσας ειρωνικής  διάθεσης, που προφανώς κρατάει ζώσα την επιθυμία της γυναίκας για τον Οδυσσέα, η πληγή που ανοίχθηκε εντός της, διανοίγει στίχους και λέξεις που θα ζήλευαν πολλές Πηνελόπες. «Αχ, Οδυσσέα dear, /Μου φαίνεται παραλογίζομαι. / Αφήνω το ζεστό νερό να τρέξει πάνω μου, / οι πόροι μου ζητάνε το παρόν /κι όχι το παρελθόν σου.»

Το ανέστιο και το δίπολο εδώ/εκεί είναι το βασικό μοτίβο του δεύτερου τμήματος της συλλογής. Το υφάδι της μοναξιάς, της απουσίας, του προσωρινού της ζωής και των συναντήσεων με τον άλλο μεταφέρεται σε πρώτο πλάνο χωρίς να αποδυναμώνει στιγμή τη βεβαιότητα πως  το εδώ και το εκεί που επιθυμεί ο καθένας μας βρίσκεται στον ίδιο μας τον εαυτό όταν αφεθεί στην αγάπη. «Όλα τα υπάρχοντά μου μια αποσκευή. /Σαλίγκαρος ή χελώνα. / Γυμνοσάλιαγκος χωρίς αυτά, ευάλωτος»  […] Το θαύμα είναι κοντά σε ό,τι αγαπήσαμε / σε όσους αγαπήσαμε.»

Aναστασία Γκίτση

 

*

 

Ο ερωτικός άνθρωπος παραμένει με έντονη τη λαχτάρα για λαγνεία, τρυφερότητα, χάδι, κι αφοσίωση μέχρι το τέλος της ζωής του, μέχρι το θάνατο. Λένε πως πρώτα έρχεται ο θάνατος κι ύστερα χάνεται η ανάγκη του πάθους. Η νέα ποιητική συλλογή της Κούλας Αδαλόγλου «Οδυσσέας τρόπον τινά» είναι μια θαρραλέα κατάθεση  ψυχής της ποιήτριας, καθώς νιώθει τον χρόνο να στενεύει τους ορίζοντές της, να αποφλοιώνει τη λαχτάρα της για δυνατές συγκινήσεις,  κάτι που αναπόφευκτα την καθηλώνει σε ένα στενάχωρο παρόν.

Η συλλογή χωρίζεται σε δύο μέρη. Το πρώτο έχει τον τίτλο Μηνύματα στον Οδυσσέα. Εδώ η ποιήτρια κάτω από το προσωπείο της Πηνελόπης ξετυλίγει τα αισθήματά της στέλνοντας μηνύματα στον απόντα Οδυσσέα μέσω ηλεκτρονικού υπολογιστή. Το γυναικείο ποιητικό υποκείμενο με παρρησία απογυμνώνει τα τρίσβαθα της καρδιάς και μιλάει με τόλμη για τη μοναξιά, τη στέρηση της ανδρικής αγκαλιάς, τον πανικό, την απόγνωση. Ο Οδυσσέας ως κάτοχος εξουσίας απουσιάζει σε ατέλειωτα ταξίδια για επαφές με άλλα κέντρα εξουσίας, σμίγει με άλλες γυναίκες, με τις ανδροπαρέες του απολαμβάνει τη χαρά της περιπέτειας σε ανοικτούς ορίζοντες. Κι έχουμε την αντίθεση: η Πηνελόπη περιχαρακώνεται στον κλειστό ορίζοντα της Ιθάκης. Ο χρόνος που κυλάει κάνει «γιάγμα την κορμοστασιά της», φθείρει το σώμα της, αλλοιώνει τη μορφή της. Μέσα στην αναμονή για την επιστροφή του ακαταμάχητου Οδυσσέα, τον οποίο εναγώνια αποζητά, παρηγοριά της είναι το γράψιμο με τα μηνύματα που στέλνει και τα ημερολόγια που κρατάει. «Το γράψιμο κρατάει όσο και η ζωή μας», λέει σ’ ένα στίχο της η ποιήτρια, «ενώ τα υφαντά τελειώνουν κάποτε». Κι εμμέσως καταλαβαίνουμε ότι το γράψιμο είναι η ποιητικής της τέχνη, στην οποία βρίσκει δια βίου καταφυγή, όταν η ίδια η ζωή είναι φειδωλή να της δώσει συναισθηματική ανάταση κι έκσταση.

Το νεωτερικό στοιχείο στο μύθο (πέρα από την παρεμβολή των ηλεκτρονικών μηνυμάτων) είναι τα ειρωνικά βέλη, οι ειρωνικές νύξεις της Πηνελόπης προς τον Οδυσσέα για την απουσία του που μακραίνει μέσα στα χρόνια, επίσης το γεγονός ότι δεν διστάζει να του πει ότι σε πολλά πρακτικά ζητήματα μπορεί να τα καταφέρει και μόνη της. Κι ενώ από τη μια μεριά έχει ανάγκη τη λαγνεία, την τρυφερότητα και την αφοσίωσή του, από την άλλη διατηρεί την αξιοπρέπειά της, την αυτοκυριαρχία, το κριτικό της πνεύμα. Νεωτερικό στοιχείο είναι και η προτροπή της να την κατακτήσει με το πολυμήχανο πνεύμα του από κάποιον «άλλον » άνδρα που την διεκδικεί. Διαβάζουμε τους στίχους: Ο άλλος έρχεται με στήθος που καίγεται… εσύ πού είσαι Οδυσσέα;… Ο άλλος επέλαση ασυγκράτητη, μπαίνει για μπόρα ή για λυγμό/κρατάει λεπίδι, κόβει τους αρμούς μας… εσύ κοντά μου, αλλά απ’ έξω, ανήσυχος. «Βρες τρόπο να με βάλεις στην πρίζα», προτρέπει τον Οδυσσέα, «τα χιόνια μούλιασαν τα καλώδια των αισθήσεών μου». Επιπλέον αλλαγή στο μύθο είναι ότι το ποιητικό υποκείμενο γνωρίζει ότι ο Οδυσσέας θα έρθει και θα ξαναφύγει, κι αυτό τονίζει το τραγικό στοιχείο στη σχέση τους. Όμως στο μεσοδιάστημα κάτι θα έχει κερδίσει από τον ερχομό του. Κι αν η ίδια τον αφήσει, θα έχει πάλι λόγο να επιστρέψει. Υπάρχει ανάμεσά τους η ελπίδα να ξανασμίξουν, ο ένας να περιμένει τον άλλο «με πρησμένα μάτια» από αγάπη.

Αυτός ο πλούτος συναισθημάτων για τον ερωτισμό μιας ώριμης γυναίκας που δεν θέλει να σιωπήσει, δεν θέλει να καταθέσει τα όπλα για το μερίδιό της στο  παιχνίδι του πάθους, την ηδυπάθεια του σώματος, το θάλπος της τρυφερότητας από τον ερωτικό σύντροφο, δένει έξοχα  με τα εκφραστικά μέσα της Αδαλόγλου. Η σαφήνεια, η διαύγεια, η κουβεντιαστή εξομολόγηση, η λιτότητα, η αποφυγή κάθε κοινοτοπίας αποτελούν αρετές που κερδίζουν άμεσα τον αναγνώστη. Το βιβλίο ξαναδιαβάζεται πολλές φορές χωρίς ποτέ να χάνει την ενάργεια και τη μαγεία του.

Με τον ίδιο όμορφο βηματισμό στη μεστή κι ευθύβολη έκφρασή της προχωράει η Αδαλόγλου και στο δεύτερο μέρος της συλλογής που έχει τον τίτλο «immigrants-τόπον τινά», όπου εκφράζει τη μοναξιά, το μαράζι για τον ξενιτεμό του γιου της σε άλλη χώρα για σπουδές και επαγγελματική αποκατάσταση. Χωρίς γλυκανάλατους μελοδραματισμούς  πείθει για την βαθιά θλίψη  να νιώθει το παιδί της  στην ξενιτιά.

Η τελευταία ενότητα με τον τίτλο Τα όνειρα αφανίζονται όταν τα απορρίπτουν, ο όμορφος βηματισμός απλώνεται στα θέματα που αδηφάγου χρόνου, της μνήμης για το μοναδικό κι ονειρεμένο παρελθόν της νιότης, όταν η ποιήτρια μετανάστευσε σε ξένη χώρα για σπουδές. Επίσης αγγίζει θέματα για την βία και την κακομεταχείριση φτωχών μεταναστών στη χώρα μας. Βλέπουμε ότι το μακρινό ταξίδι, η απουσία, η μετανάστευση, ο χωρισμός διατρέχουν τη συλλογή από την αρχή μέχρι το τέλος.

Σε αυτή την τελευταία ενότητα βρίσκεται ένα από τα καλύτερα και πιο πρωτότυπα σε σύλληψη ποιήματα με τον τίτλο «Δεν θα γίνω η Μπλανς ή taste of brown sugar”. Η αφηγηματική δεινότητα της ποιήτριας, το αρμονικό δέσιμο περιεχομένου και έκφρασης, ο μελωδικός εσωτερικός ρυθμός  φτάνουν στο απόγειό τους και μας σαγηνεύουν. Μια γυναίκα  αποφασιστικά εκφράζει σε κάποιον άνδρα (υποθέτουμε ότι είναι ερωτικός σύντροφος) ότι δεν θέλει να γίνει θύμα, να γίνει η Μπλανς Ντιμπουά, που σημαίνει ότι ετοιμάζει μια γενναία έξοδο  από κάθε μιζέρια ψάχνοντας να βρει τον αληθινό εαυτό της που θα τη βοηθήσει να διαχειριστεί τις δύσκολες καταστάσεις που αντιμετωπίζει. Κι όπως αφήνει άφωνο τον άνδρα και φεύγει από το καφέ για να περπατήσει στην πλατεία, κάτι αλλάζει επάνω της, η αποφασιστικότητα ρίχνει ένα φως στο πρόσωπό της, μια λάμψη την περιλούζει: «έβρεχε και φυσούσε/ τα μαλλιά της βαριά απ’ το νερό/ μα όπως ανέβαινε… το δέρμα της πιο νέο έδειχνε η υγρασία/ η ανάσα της με διαπέρασε…» Κρατάω την ομορφιά αυτού του ποιήματος που συμπυκνώνει  το υφέρπον μήνυμα της συλλογής ότι παρά της αντιξοότητες αξίζει να απεκδύουμε από πάνω μας την κακομοιριά που απειλεί να μας χαντακώσει.

Η Αδαλόγλου φέρνει μια φρέσκια αύρα, ένα αναζωογονητικό αεράκι στην ποίησή μας με τους  λεπταίσθητους κι αυθεντικούς στίχους της, γράφοντας μια ποίηση στέρεα ανθρωποκεντρική, καθώς ο ψυχισμός της στηρίζεται στην ανταπόκριση που περιμένει από τις διαπροσωπικές της σχέσεις. Η δική της «wonderland», η μέθη  που αποζητάει δηλώνεται ξεκάθαρα στον στίχο της:  «Το θαύμα είναι σε ό,τι αγαπήσαμε, σε όσους αγαπήσαμε. Βουτάω στο σκοτεινό λαγούμι μου».

Αλεξάνδρα Μπακονίκα