Top menu

Περιεχόμενα Τεύχους 23

#4 Γιώργος Παναγιωτίδης: "Τους μαθητές μου τους αποκαλώ αθλητές της γραφής"

Συνέντευξη
στην Πωλίνα Γουρδέα
Συνάντησα τον μυθιστοριογράφο και ποιητή Γιώργο Παναγιωτίδη στο Πασαλιμάνι με αφορμή τα διαδικτυακά μαθήματα δημιουργικής γραφής. Μιλήσαμε για τη γραφή και το νόημα της διδασκαλίας της μέσω διαδικτύου. Σε μια εποχή όπου οι άνθρωποι γίνονται σφουγγάρια καθηλωμένα, ξέχειλα από τα σλόγκαν, τις ασημαντολογίες, τις σκόρπιες εικόνες που απορροφούν από το πρωί ως το βράδυ μπροστά στην οθόνη του υπολογιστή τους, κάποιοι αποφασίζουν να παρακολουθήσουν μαθήματα δημιουργικής γραφής. Μία επιλογή που σου επιτρέπει να ξεφύγεις από τους περιορισμούς του χώρου και του χρόνου, ν' απολαύσεις διαφορετικά την εμπειρία της ομάδας και ν' αναμετρηθείς με τις τεχνικές της γραφής. Ο Γιώργος Παναγιωτίδης είναι ο συνοδοιπόρος αυτού του ταξιδιού και μοιράζεται μαζί μας τη συγκίνηση αυτού του εγχειρήματος.Πότε ακριβώς ξεκινήσατε τα μαθήματα δημιουργικής γραφής διαδικτυακού τύπου;

Διαδικτυακού τύπου τρία χρόνια πριν. Όλως τυχαίως, δηλαδή δεν είχα blog ούτε ιστοσελίδα. Από το facebook με γνώρισαν κάποιοι και στη συνέχεια έφτιαξα τη σελίδα. Από ’κει και πέρα δια-δικτυωθήκαμε εντελώς. Ξεκίνησα με διδασκαλία έχοντας φυσική παρουσία σε μια ομάδα ανθρώπων που θέλησαν να μάθουν μυστικά της γραφής. Εξαιτίας του διαδικτύου με βρήκαν Έλληνες από την Κύπρο, την Ισπανία, τη Γερμανία και τη Σερβία, αλλά και από πολλές πόλεις της Ελλάδας που δεν είχαν την ευκαιρία να ενταχθούν σε μια ομάδα. Ενεργοποιήσαμε λοιπόν και το Skype.

Η κατάργηση της συνομιλίας πρόσωπο με πρόσωπο πιστεύετε ότι μπορεί να γίνει εμπόδιο στη σπουδή ενός αντικειμένου;

Εξαρτάται τι εννοείς κατάργηση της φυσικής παρουσίας. Η άποψή μου είναι θέμα εμπειρίας. Ο υπολογιστής φαντάζει ψυχρό μέσο που δεν θα σε φέρει σ’ επαφή με τον συνομιλητή. Όταν λοιπόν λέω εμπειρία, θυμάμαι την πρώτη ομάδα και το πρώτο βιβλίο. Όταν βρεθήκαμε από κοντά αγκαλιαστήκαμε και η εντύπωση ήταν ότι είμασταν γνώριμοι από παλιά, όλοι τους όχι μόνο με εμένα αλλά και μεταξύ τους. Μετά ταξίδεψαν για να γνωριστούν. Η κοπέλα από τη Λευκωσία πήγε στο Βελιγράδι και αντίστροφα! Ωραίο δεν είναι αυτό; Απέκτησαν ουσιαστική, φιλική σχέση μεταξύ τους. Κάτι που δυστυχώς, δεν συναντάς πάντα σε ομάδες με φυσική παρουσία. Τα περισσότερα παιδιά διδάχθηκαν το 75% της ίδιας ύλης, διάβασαν τα ίδια κείμενα, την ίδια θεωρία και τους προέτρεψα το ίδιο. Αλλά τα ύψη είναι εντελώς διαφορετικά μεταξύ τους. Μόνο εγώ μπορώ να διακρίνω την κοινή προτροπή, τα όρια.

Η διδασκαλία της δημιουργικής γραφής σχετίζεται με τη δική σας περιπέτεια στον συγγραφικό χώρο;

Τι ωραία ερώτηση! Χειροκροτώ. Κάποιος αν το αρνηθεί, θα πει ψέματα. Με το που το ανακάλυψα πήγα να παρακολουθήσω ένα μεταπτυχιακό δημιουργικής γραφής στην Ελλάδα. Αυτό συνέβη μετά την παραζάλη του βραβείου μου από το περιοδικό Διαβάζω το 2008 (Βραβείο Μυθιστορήματος για το βιβλίο Ερώτων και αοράτων, εκδόσεις Γαβριηλίδης 2007). Το κάθε βραβείο είναι ένα όριο για σένα που το παίρνεις. Θυμάμαι τα λόγια του Μπασκόζου, «περιμένουμε πολλά από σένα». Αυτό και μόνο σε τρομάζει. Το βραβείο πρέπει να το ξεχάσεις. Στους μαθητές μου, καθώς γράφω κι εγώ, δίνω κείμενα δικά μου και ζητάω την κρίση τους με το άγχος του πρωτάρη. Αυτό που κάνω με όλους αυτούς τους ανθρώπους είναι πολύ διαφορετικό από το προσωπικό μου εργαστήρι γραφής. Το ότι έχω μια γνώση θεωρίας είναι ένα εχέγγυο.

Η επιδίωξη μιας εκτός χώρου μάθησης είναι το ζητούμενο σε μια εποχή αποξένωσης;

Ο εικονικός χώρος είναι χώρος και αυτός. Το αναφέραμε και παραπάνω. Μπορείς ν’ αναπτύξεις ουσιώδη σχέση με ανθρώπους που μπορεί να μην τους γνώριζες ποτέ. Βέβαια, λείπει η μυρωδιά, η επαφή, αλλά η διαδικασία αυτή καλλιεργεί έναν περίεργο νόστο για ανθρώπους.

Οι μαθητές σας τι βασικό χαρακτηριστικό έχουν, πώς τους επιλέξατε;

Δεν έχουν κανένα κοινό σημείο μεταξύ τους και αυτό είναι ένα κριτήριο για να τους επιλέξω. Συνήθως, τους ζητάω να μου στείλουν ένα κείμενο μιας σελίδας με ό,τι είδος θεωρούν ότι γράφουν. Αλλά η τηλεφωνική επαφή μαζί τους αποτελεί ένα κριτήριο για τη χημεία που μπορεί ν’ αναπτυχθεί. Εγώ πρέπει απλώς να διακρίνω έναν ενθουσιασμό για την έναρξη.


Η σχέση με τον δάσκαλο απαιτεί βιωματική εμπειρία, ένα είδος δυνατού πάθους. Πόσο το internet αποκόβει τον άνθρωπο από τη ζωή και πόσο μεταμορφωνόμαστε σε πλάσματα φτωχά από κόσμο;

Να μια ίντριγκα εδώ. Η σχέση που αναπτύσσεται με τους μαθητές είναι σχέση ερωτική. Εγώ, χωρίς να το επιδιώξω, έχω αποδεχτεί την προσφώνηση δάσκαλε και όλοι τους θα προστρέξουν, όχι μόνο όταν είμαστε on line αλλά ανά πάσα στιγμή. Είναι μια προτροπή αυτό, ένα μυστικό της δημιουργικής γραφής. Από την πρώτη συνάντηση μαζί τους σημειώνω εμφατικά ότι ο ένας στόχος μας είναι η δημιουργική ανάγνωση (δηλαδή η καλλιέργεια της φιλαναγνωσίας η οποία δεν εμπεριέχει μόνο βιβλία, αλλά και ζωντανά βιβλία, δηλαδή ανθρώπους). Τους συνιστώ να διαβάζουν ανθρώπους ακόμα και τους περαστικούς  απ’ τη ζωή τους. Από τη στιγμή που γράφουν, τους ζητώ επίσης να φτιάξουν τον αναγνωστικό τους κύκλο. Είναι σημαντικό.

Η γραφή ως συμβάν πόσο απαιτεί από μας την έκθεσή μας; Τι λέτε στους μαθητές σας γι’ αυτό;

Υπάρχουν κάποιοι που στην αρχή διστάζουν να εκτεθούν, γι’ αυτό έχουμε την ιστοσελίδα όπου αναρτούμε κείμενα. Αυτό το λέμε άσκηση θάρρους. Κι εδώ ισχύει το λατινικό ρητό:  Qui scribt bis legit (Όποιος γράφει, δυο φορές διαβάζει). Η έκθεση έχει να κάνει και με το προσωπικό βίωμα, αντλεί από την προσωπική εμπειρία. Αλλά αυτό συμβαίνει στον εκάστοτε μαθητή μετά από πολλή άσκηση, δηλαδή το πέρασμα στη συγγραφική πρόθεση. Επιλογή ύφους, γλώσσας, τεχνικής. Απο ‘κει και πέρα είναι σύμβαση με τον αναγνώστη.


Ως δάσκαλος, ποια ήταν η μεγαλύτερη πρόκληση που συνατήσατε;

Η μεγαλύτερη πρόκληση είναι πάντα το εντελώς ακατέργαστο υλικό που συνδυάζεται με το μεγαλύτερο πείσμα της ανάγκης για τη γραφή.

Ποιός είναι ο αγαπημένος σας συγγραφέας; Τι σας αρέσει σ’ αυτόν;

Θα σου πω δύο συγγραφείς και τρεις ποιητές, χωρίς να σου πω τους λόγους! Ο Γιώργος Χειμωνάς και ο Φραντς Κάφκα. Και οι δύο προέρχονται από έναν ιδιάζοντα μοντερνισμό. Από ποιητές αγαπώ τον Καβάφη. Δεν θα πω τίποτα από τα γνωστά, θα πω ότι τον βρήκα σ’ ένα εμπορικό κέντρο στη Μπανγκόκ. Μετά θα σου πω τον Όμηρο, είναι ο μόνος Έλληνας διεθνής. Θα πω, επίσης, την ποιήτρια Ελίζαμπεθ Μπίσοπ η οποία είναι της εποχής του 1930, την οποία και μεταφράζω. Αυτή απογειώνει την αφηγηματική ποίηση σε αντίθεση με τον δικό μας κρυπτικό μοντερνισμό.

Πείτε μου έναν στίχο που θυμάστε πάντα κι έναν λόγο για να ξεκινήσει κάποιος να γράφει;

Τη δυσκολότερη ερώτηση μου την έβαλες στο τέλος. Θυμάμαι μια φράση: Η ποίηση δεν είναι ένα ελευθέρωμα της συγκίνησης, αλλά απόδραση από τη συγκίνηση. Δεν είναι έκφραση της προσωπικότητας, αλλά απόδραση από την προσωπικότητα (T.S. Eliot). Φράση που δεν είναι στίχος, αλλά είναι λόγος για να γράφει κανείς. Και μια φράση από ένα άλλο κείμενο, «αν σταματήσω να γράφω θα πρέπει να επιστρέψω στον εαυτό μου».

Απόσπασμα από το βιβλίο Οδός δημιουργικής γραφής - αριθμός 2 [Οσελότος 2013]

 

Η Πωλίνα Γιάροβα είναι πρίμα μπαλαρίνα της όπερας του Μονάχου και τα τελευταία χρόνια έχει κατακτήσει της Γερμανούς με την εξαιρετική ερμηνεία της στον «Κύκνο που πεθαίνει» του Σαιν-Σανς. Φήμη και χρήματα της ανήκουν. Μα εκείνος τη γνώριζε πριν απ’ αυτά. Εκείνος είναι η πρώτη και μοναδική της αγάπη. Στα δεκαπέντε της έκλεψε το παρθενικό της φιλί.
[Γεωργία Τσολάκη - Το γράμμα]
 

Στόματα που μιλούν τραγουδιστά, που σε παρασέρνουν μ’ έναν ήχο μαγικό. Ψιθυριστά, που δεν ακούγονται εκτός κι αν πας πολύ κοντά τους. Απόκρυφα, που δεν θέλουν να σου φανερώσουν τίποτα. Αλληλέγγυα, που βοηθάνε τους άλλους. Αχόρταγα, μεγάλα, που ζητάνε κι άλλα. Ατιμώρητα, που συνεχίζουν τα λόγια τους κι ας έχουν κριθεί από κάποιους ένοχα.
[Γεωργία Γκότση - Στόματα, στόματα]