Top menu

Περιεχόμενα Τεύχους 18

4 ποιήματα - Αμαλία Ρούβαλη

Αραχτή
      Με παίρνω αγκαλιά
                                                                            για να παρηγορήσω
                                                                                          τις αδυναμίες μου.
                                              
                   Παράτησα την ύπαρξή μου
                                                                                                                        αραχτή στον  χρόνο.
                                                     
                 Τώρα πια, κανείς δεν έρχεται να μου πει:
                                                                                                            «είσαι ολόκληρη».


Νυχτερινή περιπλάνηση

Τα φώτα στην Ιερά Οδό
κυλούν τα μάτια μου

Τα βήματα
στην Ιερά Οδό

ψáχνουν τα δÓντια σου

να πονέσουν
τις αρθρώσεις

να πληγώσουν τις πίσω αισθήσεις
Ακροστοιχίζονται
οι πειρασμοί μου
εμβολίζονται τα θέλω σου.

Τα φώτα στην Ιερά Οδό

φτιάχνουν σημάδια
για το τιμόνι μου

να μην πέσω πάλι\

\σε ξέρες./

Τα φώτα στην Ιερά Οδό
γίνονται Βαρδάρης
κείνη τη νύχτα
που έγδερνε
τα φιλιά
μαστίγωνε το δέρμα μας
κι έχυσε τα μάτια μας

στις σπασμένες ράγες του τραίνου
γέρικα στηριγμένες,

\δεκανίκια
στα παλτά./

Τα φώτα στην Ιερά Οδό
σηματοδοτούν
νοσταλγία
σε κρύα πλακάκια

ασπρόμαυρα

αλλοτινών καπηλειών
με αποκριάτικους χορούς

κι ένα σκαλοπάτι

στο έμπα της μνήμης

\-μάρμαρο βουλιαγμένο- /.
τ' ακούς-?

Τα φώτα στην Ιερά Οδό
μπήκανε στον κόπο

να χώσουν τα βήματά μου
σε καλούπια,
                                 κόκκος

στο πηλοφόρι

                                 ίσαμε να χτιστεί

                                              κι ο όροφος
στον ουρανό.

Τα φώτα στην Ιερά Οδό

με πήγανε

σε κείνη την ταβέρνα
                      με νταλικέρηδες
                                                   κερνάγανε φιλικά

                                                                            τα κορμιά τους.

Τα φώτα στην Ιερά Οδό

μου ξέκαναν

την ελπίδα
                                          
                                                                     για φρέσκιες  αισθήσεις.     
 


Ta kροκί του Λωτρέκ

Συννέφιασε
στα μ-á-τια μου
το γέλιο σου
γάργαρο
σαν ποτίστρα
της διακεκομμένης ροής
ζωή.
Παγώσαν
οι νιφάδες
στο κεφαλόστρατο
του Άραβα
με την αρίσα
pavais d´éternité.
ανέβαινα
το λιθόστρωτο
χιόνιζε
είχε
έναν ήλιο γελαστό
αρνιόταν
να προστέσει
σταγόνες
/στην κοινή μας –
στέρνα\
«Αδειάζαν τα μάτια μου από το φως της μέρας»
σφύριζε ο Σεφέρειος αέρας
κι εγώ δεν καταλάβαινα τίποτα.
Θυμήθηκα πώς
áνοιγες
διάπλου
στο στήθος της Μαρί
ω! τα δέκα οφθαλμοπορνικά μου αθώα χρόνια!!!
\ο/ Αρνί Μαρί Ραϋμόν ντε Τουλούζ Λωτρέκ Μονφά
ζωγράφιζε
το ιδανικό βυζί της
σβύνοντας τη λάμπα.
Γύρισες με όλα σου τα δόντια
γέλασες
γάργαρα
δείχνοντας
το ιδανικό παλτό
για να κρύψει
όλες
τις επικλινείς στέγες
από Πιγκάλ
κι επάνω
Μέχρι τις
ω!!!/// οι ήσυχες
μέρες του Κλισύ///....!!
κι ο Χένρυ Μίλλερ
χαμογελάει
πίσω από
τα πέπλα της Αναΐς Νιν
-??? πού είναι τα ημερολόγιά μου,
και το κρεβάτι
κι
οι απελπισίες
της Nôtre-Dame-de Lorette
αγκαλιά με
τη  Djuna Barnes
να ιχνηλατεί
στο κορμί σου τη
Ν.Υ,ΝΥ-?????/??
το χέρι σου
ζεσταίνεται
στον κόρφο μου
στην Abesses
Φοβόμασταν
ν’ ανεβούμε πιο πάνω,
Όλο αυτό το συνοθύλευμα
της Tertre
με τα φτιασίδια
της Ακαδημίας του Μπονάρ
Ξέραμε
ότι θα μας τρόμαζε
η απλωσιά
της Sacre-coeur
αποφύγαμε τις κακοτοπιές\
στυλ
ατελιέ του Πικάσο
κι όλων
των εικονοκλαστών
σαν
τα βρεφικά σκίτσα
του Μιρό
Μόνο ο Μπρακ
σκάει
χαμόγελα σαρδόνια
και δη
υπό την αιγίδα
του αφεντικού του,
λέγε με Μπρετόν.

Στην κόχη
μια κιβωτός του Νώε
έγνεφε φιλικά
μπας
και μας σώσει.
Η πλήρης αγνόηση,
η πρόκληση στο σάλτο.
Πιο πάνω
ήταν το εμείς,
το απιθώσαμε απαλά
στο κανκάν
της Jane Avril
με
τη θρυλική της κρεμμυδόσπουπα;
kαληνύχτα
Aristide Bruand
dans ton cabaret
Ambassadeurs:
Be my guest.

Πειραγμένος καιρός

Περασμένος καιρός
στο εύρος του θανάτου
κι οι λεϊμονιές δεν βγάναν άνθια,
ζορίζονται.
Πειραγμένος καιρός
στο νεύμα του θανάτου.
Ξεχασμένος καιρός
στο νήμα του θανάτου.
Δεν υπάρχουμε πια.
Χαθήκαμε.
Νυχτωμένος καιρός
στο χάδι του θανάτου.

Οι ιστορίες κουράζονται,
δε μπορούν άλλο
ξαποσταίνουν στο παγκάκι
γυμνό από περίγυρο.
Ούτε μπρος έχει
ούτε πίσω.
Οι ιστορίες
απλώνουν τα κύτταρά τους
κατά μήκος
και παραδίνονται
στο άγγιγμα τ΄αγγέλου.
Λυπημένος καιρός
στο άγγιγμα τ΄αγγέλου.

Η Αμαλία Ρούβαλη ζει στην Αθήνα. Έχει εκδώσει τις ποιητικές συλλογές: Πρώτα Ποιήματα (Εκδόσεις Νέα Σκέψη, 1976) και Έπεα πτερόεντα; (Εκδόσεις Τυπωθήτω, 2009)