Top menu

Περιεχόμενα Τεύχους 21

#6 Νίκος Σιδέρης: "Ό,τι βοηθάει τους ανθρώπους να σκέφτονται είναι καλό"

Συνέντευξη
στην Πωλίνα Γουρδέα
 
Όταν ο λόγος αναδύεται ανεμπόδιστα, μεταξύ προσώπων, για να φέρει στο φως ερμηνείες και λογικά σχήματα, η κουβέντα καταλήγει να είναι και απολαυστική και ουσιαστική. Συνάντησα τον συγγραφέα – ψυχαναλυτή Νίκο Σιδέρη στο γραφείο του στον Χολαργό, όπου με υποδέχτηκε εγκάρδια. Αυθεντικός και ειλικρινής, όπως συνηθίζει να είναι, μου έδωσε μία συνέντευξη αποκαλυπτική για το πως βλέπει ο ίδιος την κρίση και τους τρόπους αντίστασης μέσα σε αυτήν.

Ξεκινώντας από το θέμα της περιπέτειας της γραφής, ο Νίκος Σιδέρης μας μιλάει για τις αλλαγές που συντελούνται τόσο στον κόσμο όσο και στον τρόπο αντίληψης των πραγμάτων. Υπέρμαχος των αλλαγών, υποκλίνεται στον εσώτερο εαυτό μας που αποτελεί το ασφαλέστερο καταφύγιο ενδυνάμωσης σε μια περίοδο άκρατης φθοράς και διάχυτης απελπισίας.

Σε μια χώρα που το κοινωνικό κράτος ψυχορραγεί και τον Γενάρη του 2013 τα στατιστικά στοιχεία ανακοίνωναν 125 νοσηλείες ατόμων με κλονισμένη ψυχική υγεία, τι θα προτείνατε ως ασπίδα προστασίας μπρος στο φαινόμενο μιας όλο και εντεινόμενης αγριότητας;

Αυτό είναι το θέμα του βιβλίου μου που μόλις κυκλοφόρησε από τις Εκδόσεις Μεταίχμιο (Μιλώ για την κρίση με το παιδί) και αναφέρεται στο πως μιλώ για την κρίση με το παιδί. Εκεί εκθέτω κάτι που ονομάζω αντίδοτο στην κρίση και το οποίο έχει δύο πυλώνες και πέντε συστατικά. Ο πρώτος πυλώνας είναι μια θεραπεία αλήθειας. Σε κάθε θεραπεία υπάρχουν ισχυρές αντιστάσεις απέναντί της. Όμως, αν δεν πούμε τα πράγματα με το όνομά τους, όσο είναι ανθρωπίνως δυνατό, και αν δεν απαλλαγούμε από κάποιες αυταπάτες, θα συνεχίσουμε να πλατσουράμε στο έρεβος. Ο δεύτερος πυλώνας είναι η επιστροφή στους ανθρώπους, που σημαίνει έμπρακτα και διανοητικά να επαναφέρουμε την ανθρώπινη σχέση στο επίκεντρο της προσωπικής και της κοινωνικής ζωής. Τώρα, τα πέντε συστατικά του αντίδοτου στην κρίση είναι τα εξής:

Κοντά = Στη δυσκολία πήγαινε κοντά στους δικούς σου ανθρώπους και σε ό,τι προκύπτει ως τόπος αλληλεγγύης. Ζήτησε και δώσε.
Μαζί = Στην ώρα του πόνου και της απορίας είναι μεγάλος ο πειρασμός της ναρκισσιστικής αναδίπλωσης. Δηλαδή να απομονωθείς στη γωνιά σου και να γλείφεις τις πληγές σου. Αυτό δεν είναι η καλύτερη φόρμουλα.
Πλατιά = Η μεγάλη αντιξοότητα είναι σαν τον πόνο. Δηλαδή τείνει να συγκεντρώνει όλη την προσοχή και την ενέργεια του δοκιμαζόμενου στο σημείο που πονά και πάσχει. Έτσι όμως, με αυτόν τον τηλεφακό που ενεργοποιεί η οδύνη, χάνει κανείς τη συνολική εικόνα. Δηλαδή χάνει την πυξίδα, τον δρόμο και τους πόρους που θα του επέτρεπαν ν’ ανταπεξέλθει. Γι’ αυτό είναι καλύτερα αντί για τηλεφακό να χρησιμοποιείς ευρυγώνιο για να συλλαμβάνεις τη μεγάλη εικόνα.
Σκέψη και προσπάθεια = Ζούμε εδώ και κάποιο χρονικό διάστημα μια κατάσταση ψυχολογικού πολέμου με στόχο τα μυαλά των πολιτών και σκοπό την πλήρη εμπλοκή της ικανότητας να σκέφτεσαι. Γι’ αυτό στην Ελλάδα σήμερα υπάρχει ένα απόλυτο κριτήριο: Ό,τι βοηθάει τους ανθρώπους να σκέφτονται είναι καλό. Ό,τι εμποδίζει τους ανθρώπους να σκέφτονται είναι κακό. Απλά πράγματα. Και για να μην χάνεται η σκέψη μέσα στη σκέψη χρειάζεται η έμπρακτη προσπάθεια.
Αξιοπρέπεια = Το ύψιστο αγαθό για κάθε άνθρωπο. Το οποίο μπορεί να το υπερασπίσει και να μην το ξεπουλήσει, όποια κι αν είναι η δυσκολία και όση κι αν είναι η πίεση των πραγμάτων.

Προφανώς το αντίδοτο που περιγράφω αφορά την προσωπική στάση κάθε ανθρώπου μέσα στην κρίση. Δεν υποκαθιστά ευρύτερες αναγκαίες διεργασίες, όπως η πολιτική και, ακόμη σπουδαιότερο, μια βαθιά διανοητική και ηθική μεταρρύθμιση που θα επαναπροσδιορίσει τον πολιτισμό μας και τον τρόπο που βιώνουμε τα πράγματα.

Πώς ξεκίνησε για σας η περιπέτεια της γραφής;

Είναι εύκολο πια να το πω. Πριν από σαράντα χρόνια ήταν πιο αφηρημένο, πλέον είναι πιο συγκεκριμένο. Η προσωπική ιστορία του πάθους μου για τον λόγο ξεκινά μεταξύ τριών έως πέντε ετών. Τότε συνάντησα με δύναμη τον κόσμο των λέξεων, διερωτώμενος για τις λέξεις. Δηλαδή από αυτήν την ηλικία είχα δύο απορίες. Γιατί το λένε έτσι και, αφού είναι έτσι, έτσι είναι το πράγμα, γιατί το λένε έτσι οι λέξεις. Ένα από τα πιο γλαφυρά παραδείγματα είναι το όνομα μιας θείας που λεγόταν Ελιά. Το να βλέπω μια γυναίκα που λεγόταν Ελιά και δεν ήταν δέντρο και μάλιστα δεν ήταν ελιά, ήταν ένα θέμα. Τόσο για έναν ενήλικα, αλλά πόσο μάλλον για ένα παιδί. Ήταν ένα μεταφυσικό αίνιγμα. Αυτό το κομμάτι το ένιωθα σπλαχνικά, έχει πολύ δύναμη μέσα μου. Έχει κάτι το ιλιγγιώδες το πως ταιριάζει ένα πράγμα με την παράσταση του πράγματος. Προσπαθώντας να συλλάβω το πως αιχμαλωτίζουν οι λέξεις τα πράγματα γεννήθηκε μια σχέση πάθους. Πολιορκώ τα πράγματα με τις λέξεις, τις λέξεις με εικόνες και τις εικόνες με αισθήσεις. Ποτέ δεν μ’ απογοήτευσε αυτή η περιπαθής σχέση και γι’ αυτό τη συνεχίζω. Επειδή μου δίνει ικανοποίηση, αλλά κι επειδή μαζεύω ένσημα για τον Παράδεισο!

Το να γράφει κανείς ποίηση είναι επαναστατική πράξη και αν ναι, γιατί; Πότε αρχίζει για σας η σχέση με την ποιητική γραφή;

Ο ήρωας ενός μυθιστορήματός μου διαπιστώνει, με αισθήματα και σκέψεις που μπορείτε να φανταστείτε, ότι ζει σ’ έναν κόσμο που είναι απροσάρμοστος στην ποίηση. Συνεπώς, η ποιητική πράξη πολεμάει να δημιουργήσει πλωτήρες ευστάθειας για το υποκείμενο που χειμάζεται σε μια τέτοια κοινωνία, πρόσθετη συνοχή και νόημα σ’ αυτόν τον άστοχο κόσμο. Άκρως επαναστατική πράξη η ποίηση! Το πρώτο μου ποίημα ήταν για έναν πολύ παιδικό έρωτα. Το οποίο συνδύαζε το όνομα της αγαπημένης με λουλούδια. Στην πραγματικότητα η σχέση με την ποίηση, πέραν της περιπαθούς σχέσης με τις λέξεις, έχει πρόσθετες καταβολές. Η μία είναι η εμβάπτισή μου σαν παιδί στη λαλιά και στην ομιλία του Ιονίου, που χαρακτηρίζεται από πνευματώδη μουσικότητα. Δηλαδή από την αξιοποίηση, στον κόσμο των λέξεων, λεπτοφυέστατων δονήσεων και αισθήσεων που συνδέονται με τη μη πραγματολογική πλευρά των πραγμάτων. Τουτέστιν η επαφή της ψυχής με τα πράγματα μπορεί να ενεργοποιεί την εγγενή ποιητικότητα-μουσικότητα που υπάρχει στον καθένα μας, παράγοντας συγκινήσεις και παραπομπές. Και επειδή ό,τι σημαίνει παραπέμπει, εισάγεσαι έτσι στον κόσμο της σημασίας και του νοήματος με ρίσκο και με απόλαυση.

Το να είναι κανείς ψυχαναλυτής και συγγραφέας αποτελεί ως σχήμα ένα δίπολο; Πώς ισορροπείτε τις αντιθέσεις;

Εδώ ελλοχεύει ένας πειρασμός, δηλαδή στη συνύπαρξη των ιδιοτήτων ψυχαναλυτή – συγγραφέα. Ο πειρασμός της απομείωσης, της συρρίκνωσης του κόσμου σε μια ουσιώδη μεν, αλλά μία μόνο πτυχή. Και η ψυχανάλυση και η γραφή τρέφονται από και καλλιεργούν την πέραν της κυριολεξίας, τουτέστιν τη μεταφορική επίσης, με διάσταση του λόγου, της εμπειρίας και της ύπαρξης γενικότερα. Ωστόσο υπάρχει μία ουσιώδης διαφορά μεταξύ τους, που καλό είναι να τη σέβεται όποιος έχει και τις δύο ιδιότητες. Ως ψυχαναλυτής προσφέρει στον άλλον την ακρόασή του και τη σιγή του προκειμένου να πλαστεί ένας χώρος κενός που θα υποδεχθεί τον λόγο του αναλυόμενου. Ως συγγραφέας προσφέρει στον άλλον τον λόγο του, ο οποίος πλάθει μία χώρα και πλήθος χάρτες αυτής της χώρας, ώστε ο άλλος να εμπλουτίσει τις δικές του επιλογές. Όπως βλέπουμε, πρόκειται για δύο διαφορετικές λειτουργίες του λόγου, που συγκλίνουν στην ανάδειξη των λεπτοφυών δονήσεων της εμπειρίας, αλλά εγκαθιστούν σχέσεις λόγου καθαυτές ασύμμετρες και μεταξύ τους ποιοτικά διαφορετικές. Άρα παρά το ρίσκο ολισθημάτων προς τη μία ή την άλλη κατεύθυνση, η εν τω βάθει σύγκλισή τους επιτρέπει την έκδηλη εναρμόνισή τους με όρους ενότητας των αντιθέτων και αμοιβαίο εμπλουτισμό των ποιοτήτων τους.

Ποιοι ποιητές και ποια ποιητικά ρεύματα σας έχουν επηρεάσει;

Ο πρώτος ποιητής που μ’ έχει σημαδέψει είναι ο Διονύσιος Σολωμός για λόγους που σχετίζονται με τα παιδικά μου χρόνια, την εμβάπτισή μου στην επτανησιακή κουλτούρα και το ότι μεγάλωσα σε σπίτι γεμάτο βιβλία, όπου δέσποζε το πάθος για τη γνώση και η λατρεία για τον Σολωμό. Ο δεύτερος συγγραφέας που με σημάδεψε και σχετίζεται με τα παιδικά μου χρόνια είναι ο Στρατής Μυριβήλης της Ζωής εν τάφω. Το βιβλίο αυτό σίγουρα το είχα διαβάσει περισσότερο από μία φορές στην Τρίτη Δημοτικού γιατί είχα γράψει στο οπισθόφυλλο με καρμπόν ο υποφαινόμενος είχε κάνει την εξής ανδραγαθία στο σχολείο του. Στη συνέχεια, οι μεγάλες συναντήσεις ήταν ο Γιάννης Γρυπάρης (και ως ποιητής και ως μεταφραστής), ο Καβάφης στο γυμνάσιο και ο Σεφέρης στο λύκειο. Το καλοκαίρι του 1969 πήγα και άφησα τα ποιήματά μου να τα δει ο Σεφέρης. Τα διάβασε, με κάλεσε και με υποδέχτηκε με την εξής προσφώνηση: Καλώς τον ποιητή. Αυτή του η κουβέντα με έκανε να τα χάσω και μιλήσαμε με τρόπο που, σημάδεψε για πάντα. Εννοείται ότι όλη η μεγάλη λογοτεχνία του κόσμου έχει περάσει από το σπίτι μου και ίσως από το κορμί μου.

Πόσο σημαντική είναι η σχέση με το παιδί που φέρουμε μέσα μας και η ανάμνηση της παιδικής μας ηλικίας;

Μπορούμε να πούμε ότι η ποίηση είναι η λεκτική ανάπλαση του κόσμου μέσα από τον τρόπο που βιώνουν τη γλώσσα και την ομιλία τα παιδιά. Ένα παράδειγμα θα σας πείσει: Μια βραδιά ήμουν σε ένα φαρμακείο και μέσα βρισκόταν μία κυρία με το μικρό της παιδάκι. Η κυρία είχε πιάσει κουβέντα με τη φαρμακοποιό, προφανώς γνωρίζονταν, και κάποια στιγμή διαπίστωσε με έκπληξη, ανησυχία και ταραχή ότι το παιδί δεν ήταν πια στο φαρμακείο. Έτρεξε στην πόρτα, φώναξε το όνομά του με αγωνία και τάχιστα ο πιτσιρίκος φάνηκε. Όταν τον ρώτησαν που είχε πάει εκείνος απάντησε: Είχα πάει στη νύχτα. Αυτή η φράση κρύβει μέσα της απόηχους από τον Όμηρο, τον Σαίξπηρ, τον Σολωμό, τον Καβάφη, τον Νερούντα και όλη τη μεγάλη ποίηση. Επίσης, δείχνει που εδράζονται οι αρχέγονες καταβολές της εγγενούς ποιητικότητας σε κάθε άνθρωπο (βλέπε τα όνειρά μας τη νύχτα). Η παιδική μας ηλικία είναι κάτι περισσότερο από ανάμνηση, καθόσον η προσωπική μας ιστορία εσωτερικεύεται ως σύστημα  ψυχικών δομών που διαιωνίζουν, μεταξύ των άλλων, την ποιητική αίσθηση των πραγμάτων αλλά και της ύπαρξης. Άρα κακομεταχειρίζεται το παιδί μέσα μας όποιος, για δικούς του λόγους, δυσκολεύεται να του αφήσει χώρο. Έτσι κάνει τα πράγματα πιο δύσκολα απ’ όσο είναι και πιο φτωχά απ’ όσο θα μπορούσαν να είναι. Επειδή ακρωτηριάζει την μεταφορική πραγματικότητα που πλάθει η τέχνη και που χωρίς αυτή η ζωή ναι μεν υπάρχει, αλλά ανθρώπινη ζωή είναι συζητήσιμο αν υπάρχει.

Η γλώσσα που χρησιμοποιείτε στα κείμενά σας είναι άμεση και καλοδουλεμένη. Η λέξη ως δομικό συστατικό του κειμένου τι οφείλει να εμπεριέχει;

Εξαρτάται από το είδος που υπηρετεί η συγκεκριμένη λέξη. Δηλαδή αν είναι επιστημονική πραγματεία, δοκίμιο ή ποίηση. Στην προσωπική μου αίσθηση και, πιστεύω, ασυναίσθητη επιλογή των λέξεων που χρησιμοποιώ σε όλα τα είδη γραφής, εντοπίζω δύο ιδιότητες: Ακριβολογία και μουσικότητα.

Τι είναι αυτό που πυροδοτεί μέσα σας την ανάγκη για συγγραφή;

Δεν είναι πια ανάγκη. Είναι τρόπος ύπαρξης.

Πείτε μου έναν στίχο που θυμάστε πάντα.

Είναι από τον Κρητικό του Σολωμού και είναι ένα τετράστιχο:

Κάνε την είχε ερωτικά ποιήσει ο λογισμός μου,
Καν τ’ όνειρο, όταν μ’ έθρεφε το γάλα της μητρός μου•
Ήτανε μνήμη παλαιή, γλυκειά κι αστοχισμένη,
Που ομπρός μου τώρα μ’ όλη της τη δύναμη προβαίνει.

Είναι από τους κορυφαίους τόπους της λογοτεχνίας, όπου η ψυχανάλυση και η ποίηση είναι ένα και το αυτό.

Η «κρίση» πως επηρεάζει τη διάθεσή σας για δημιουργία;

Γενικά όταν με ρωτάνε τι κάνω, απαντάω: Μέσα μου είμαι καλά, γύρω γίνεται χαμός.

Ποιο είναι εκείνο το βιβλίο που διαβάσατε κάποτε και σκεφτήκατε ότι ο κόσμος επανακτά την ανθρώπινη διάστασή του με τρόπο μαγικό;

Με τις προδιαγραφές που τίθενται, είναι Ο Λύκος της Στέπας του Έρμαν Έσσε.

Τι θα συμβουλεύατε τους νέους συγγραφείς για την πορεία τους; Ποια οδό ν’ ακολουθήσουν;

Πρώτον, να είναι απλοί. Η επιτηδευμένη γραφή σπάνια ευτυχεί. Δεύτερον, να μην φοβούνται τις βλακείες τους. Να τολμούν ν’ αποτυπώνουν στο χαρτί ή να εμπιστεύονται σε έμπιστους δικούς τους ανθρώπους, εμπνεύσεις, σκαριφήματα και έργα τους. Τρίτον, να είναι αμείλικτοι κριτές του εαυτού τους. Ένα παράδειγμα από το βιβλίο μου η Τέχνη του κόκκου (Εκδ. Μεταίχμιο). Περιέχει 77 χαϊκού που τα επέλεξα μεταξύ 650 περίπου που είχα τολμήσει να καταγράψω αλλά δεν πέρασαν την τελική κρίση. Και όπως οφείλουν να είναι αμείλικτοι με τον εαυτό τους, άλλο τόσο και ίσως περισσότερο οφείλουν ν’ απαιτούν από τους φίλους τους να είναι αμείλικτοι κριτές του έργου τους. Η αυστηρή αλλά ειλικρινής και καλοπροαίρετη κριτική, μπορεί να πληγώνει για μια στιγμή τον εγωισμό, αλλά σε βάθος χρόνου είναι πνοή ζωής για το έργο.

Τι περιμένετε να σας φέρει το μέλλον;

Το μέλλον δεν υπάρχει για μένα. Μου αρκεί κάθε στιγμή που ζω να μου επιτρέπουν οι συνθήκες και η τύχη να είμαι σύμφωνος με τον εαυτό μου. Αλλιώς: Με όρους αυστηρά προσωπικούς, δεν χρειάζομαι το μέλλον. Όπου πατώ, εκεί είναι, για μένα, ο τόπος και ο δρόμος. Τα υπόλοιπα είναι φαντασίες.