Top menu

#5 Ευγενία Χατζίκου: "Όχι στο ναρκισσισμό σαν κίνητρο"

Συνέντευξη
στον Ελπιδοφόρο Ιντζέμπελη
 
 
 
Η Ευγενία Χατζίκου σπούδασε σκηνοθεσία, υποκριτική, γαλλική φιλολογία και μουσική, και ειδικεύθηκε στην τηλεόραση, υπότροφος στις Βρυξέλλες. Το 1972 ιδρύει το Σπουδαστήριο Τέχνης. Η δραματική σχολή υπό την επωνυμία της, κατατάσσεται στη γ' βαθμίδα εκπαίδευσης και γίνεται ανωτέρα. Η σχολή κινηματογράφου και τηλεόρασης υπό την επωνυμία της βραβεύεται στο Μόναχο από ειδική επιτροπή καθηγητών επειδή έχει παρουσιάσει σημαντική πρόοδο χωρίς κρατική ή άλλη υποστήριξη. Έχει σκηνοθετήσει τρεις ταινίες. Από το 1972 διδάσκει συνεχώς υποκριτική, αυτοσχεδιασμό και κινηματογράφο στις δύο υπό την επωνυμίας της σχολές. Έχει μεταφράσει 15 βιβλία με θέματα σχετικά με το αντικείμενο του θεάματος για γνωστούς εκδοτικούς οίκους.

Ποια ήταν η αφορμή για να εκδοθεί το βιβλίο Notebook από τις εκδόσεις Τετράγωνο;

Είχα μαθητή στο τμήμα σκηνοθεσίας τον Νίκο Μουρατίδη. Προσπαθώ να παρακολουθώ την πρόοδο των σπουδαστών μου κι έτσι, ύστερα από χρόνια γνωριμίας και παλιάς φιλίας που με συνέδεαν με τον Νίκο, ανακαλύπτω τη νέα του δραστηριότητα, τις εκδόσεις Τετράγωνο. Έχοντας ήδη μεταφράσει 15 βιβλία, τα περισσότερα με θέματα σχετικά με το αντικείμενό μου (θέατρο, κινηματογράφος, τηλεόραση), κι έχοντας ήδη συγγράψει ένα ειδικό βιβλίο για το θέατρο που απευθύνεται σε παιδιά κι έφηβους (Αυτοσχεδιάζοντας από τις εκδόσεις Ντουντούμη),  του κάνω πρόταση για συνεργασία. Μου υποδεικνύει ένα νέο τρόπο συγγραφής, που βασίζεται σε εμπειρίες, γνώσεις, βιώματα, απόψεις κι άλλα φαινομενικά ασύνδετα, ένα είδος coffee book, πολύ πιο εξελιγμένο, ψαγμένο, θα μπορούσα να πω. Ενθουσιάστηκα! Γενικά αντιπαθώ τα κλισέ στην αφήγηση κι αυτή η σύγχρονη γραφή με κέντρισε πολύ. Με έντονο τρακ, έστελνα υλικό στον Νίκο, με την απαίτηση να με κρίνει αυστηρά... Η εμπειρία μου από τη συνεργασία αυτή, είναι άριστη. Σ΄ αυτό συμπεριλαμβάνεται κι η εξαιρετική δουλειά της επιμελήτριας του βιβλίου Γιώτας Τσιμπαλίδη.

Μέσα από το βιβλίο φαίνεται ο τιτάνιος αγώνας που κάνατε για να ιδρύσετε την Σχολή Χατζίκου. Ο αγώνας σας όμως δικαιώθηκε. Πώς αισθάνεστε μετά από τόσα χρόνια;

Η δικαίωση του αγώνα για την ίδρυση της Σχολής, ήρθε εντελώς αναπάντεχα, μ’ ένα εξαιρετικά δυσάρεστο τραγικό γεγονός: πρόσφατα έχασα, σχεδόν αιφνιδιαστικά, το γιο μου. Μοναδικό μέλος της οικογένειάς μου. Ανακοίνωσα το συμβάν στο διαδίκτυο κι έγινε συναγερμός: παλαιοί σπουδαστές, ακόμα κι από την έναρξη λειτουργίας των Σχολών, βρέθηκαν κοντά μου, δηλώνοντας την αγάπη τους, τα πόσα οφείλουν στη δασκάλα τους, μου έστελναν μουσικά κομμάτια με παρόμοια θέματα (του Eric Clapton, το τραγούδι, για παράδειγμα, όταν έχασε το γιό του). Ο Κώστας Φέρρης του αφιέρωσε ένα μπλουζ θαυμάσιο. Κι ήρθαν, στην κηδεία και στο μνημόσυνο. Αυτή η συμπαράσταση αποτελεί εφαλτήριο και δικαίωση όσων πάσχισα να καταθέσω σε εκείνες τις Σχολές. Φαίνεται ότι κάρπισαν κάποιοι σπόροι.

Στη Σχολή Χατζίκου τι δυνατότητες και τι επιλογές είχε ο μαθητής που ερχόταν να σπουδάσει εκεί;

Θα πρέπει πρώτα να κάνουμε μια αποσαφήνιση: Η φοίτηση στις Σχολές δεν μπορεί να έχει μόνο επαγγελματική σκοπιμότητα. Υπήρξαν πολλοί σπουδαστές με επάγγελμα γιατρού, νομικού, αρχιτέκτονα, αρχαιολόγου, μαθηματικού, φιλόλογου - καθηγητή κ.λπ. Οδηγός είναι η αγάπη για το θέατρο και τον κινηματογράφο, που απαιτεί σωστά ενημερωμένους θεατές, κριτικούς, ερευνητές, θεωρητικούς, δασκάλους. Κι υπάρχει κι η άλλη κατηγορία που θέλει και πρέπει σ’ αυτό να είμαστε έτοιμοι κι εξοπλισμένοι, να δημιουργήσει επαγγελματίες. Οφείλουμε να τούς παρέχουμε θεωρητικές αλλά και πρακτικές γνώσεις, επαγγελματισμό, αποτελεσματικότητα. Φημιζόμουν ως αυστηρή προκειμένου όλοι να συμμετέχουν στις δύσκολες ασκήσεις και σ’ όλα τα πόστα. Διαφορετικά έχαναν τη σειρά τους... Οι πρακτικές ασκήσεις (ταινίες 16 χιλ.) των σκηνοθετών και οπερατέρ διακρίθηκαν σε διεθνή φεστιβάλ. Η θεατρική ομάδα διακρίθηκε σε θεατρικά φεστιβάλ. Σήμερα, έχω άλλη μια ικανοποίηση να βλέπω σπουδαστές να διακρίνονται στους χώρους που επέλεξαν και... γνωρίζουν ότι κάπου έχουν έναν αυστηρό κριτή: τη δασκάλα τους.

Οι διεθνείς διακρίσεις της σχολής βοήθησαν να αυξήσει το κύρος της. Ποια ήταν η αντιμετώπιση της σχολής από τους τότε κυβερνώντες;

Όπως έλεγε και κάποιος παλιός πολιτικός «έξω πάμε καλά». Πραγματικά, στο εξωτερικό, εκτός από τις διακρίσεις είχαμε και πολύ καλή αποδοχή της προσπάθειας. Στην πατρίδα μας: α) δεν υπήρξε ποτέ μία δραχμή ή ευρώ για όσα καλά σήμαινε η Σχολή, σαν επιχορήγηση. β) Η ανακοίνωση του διεθνούς βραβείου, θάφτηκε σ’ ένα συρτάρι του Υπουργείου Πολιτισμού (;), σα να μην υπήρξε. γ) και το κυριότερο: όταν ο κ. Βενιζέλος ανέλαβε Υπουργός Πολιτισμού (;), μας κοινοποίησε εγκύκλιο ότι οι Σχολές πρέπει να σταματήσουν τη λειτουργία τους, αφού πάρουν δίπλωμα οι τελευταίοι εγγραφέντες τριτοετείς. Οικονομικός μας μαρασμός; Αχαριστία; Άγνοια; Σκοπιμότητες;

Ποιοι από τους ηθοποιούς ή τους σκηνοθέτες που συνεργάστηκαν μαζί σας τους έχετε μέσα στην ψυχή σας;

Πρέπει κατ’ αρχήν να ξεχωρίσω το Θάνο Κωστόπουλο. Δε με γνώριζε, δεν ήμουν φίρμα, δεν είχα συστάσεις, αλλά μ’ εμπιστεύτηκε. Το απέδειξε στην πολύχρονη συνεργασία μας, μέχρι το θάνατό του. Ο Χρήστος Βαχλιώτης: υπήρξε δικός μου δάσκαλος, κι ανταποκρίθηκε στο κάλεσμά μου. Έτσι είχαμε δύο πόλους για τα παιδιά: τον αυστηρό στις αρχές του αρχαίου δράματος Κωτσόπουλο και τον ανήσυχο, θεατρικά αναρχικό Βαχλιώτη. Τα παιδιά, μετά από αυτήν τη δισυπόστατη διδασκαλία έβγαιναν κερδισμένα. Ο Παντελής Βούλγαρης, ο Κώστας Φέρρης στην κινηματογραφική. Είναι πολλοί μέσα στην ψυχή μου και φοβάμαι ότι οι διακρίσεις μου είναι μεροληπτικές γιατί με τους περισσότερους οι σχέσεις ήταν καθαρές.

Δεν ήταν άδοξο το τέλος της Σχολής Χατζίκου;

Δεν ήθελα να συντηρώ σαν κονσέρβα μια Σχολή, που είχε κιόλας τη μικρή της θετική ιστορία, κάνοντας τη "εργαστήρι ελευθέρων σπουδών". Ίσως με χρόνια με καιρούς, καταλάβουν πόσο άστοχη ήταν η απόφασή τους και ο Νόμος επαναφέρει όσα το παρασκήνιο κατάστρεψε. Η Ανωτέρα Δραματική, υπακούοντας τυφλά σ’ ένα νόμο του 1982 (1158), έκανε τόσο αυστηρές εισαγωγικές εξετάσεις ενώπιον ειδικής Επιτροπής ώστε ελάχιστα παιδιά μπορούσαν ν’ αποδείξουν στα 3-5 λεπτά της ώρας που τούς αναλογούσαν ότι μπορούν να γίνουν ηθοποιοί. Στις Βρυξέλλες έχουν σύστημα να παρακολουθεί ο υποψήφιος 3-4 μήνες τα μαθήματα συμμετέχοντας ώστε να τον κρίνουν αντικειμενικά οι καθηγητές. Προσπάθησα να το εισηγηθώ γιατί το βρίσκω πολύ δίκαιο, αλλά δεν εισακούσθηκα. Με ελάχιστες λοιπόν συμμετοχές (στις 150-200 αιτήσεις που έστελνα, μού ενέκριναν εγγραφή 5-7 σπουδαστών) ήταν οικονομικά αδύνατο να λειτουργήσει η Σχολή με 32 ώρες την εβδομάδα x τρεις τάξεις, για τρία έτη. Δεν ήθελα βέβαια να εκμεταλλευτώ την εργασία κανενός καθηγητή.

Γράφετε ότι τα βιβλία και η μουσική σας βοήθησαν και γνωρίσατε νέα πράγματα. Οι νέοι σήμερα όμως διαβάζουν βιβλία , ακούνε μουσική;

Πραγματικά τα βιβλία κι η μουσική αποτελούν τον κόσμο μου. Οι νέοι ακούνε μουσική με επιλογές ενίοτε κατευθυνόμενες ενώ τα βιβλία αντικαταστάθηκαν από τηλεοπτικές «χαβούζες». Όμως αρνούμαι να μας κατατάξω σε ξεχωριστές κατηγορίες: αγαπώντας τους νέους καλό θα είναι να τους δώσουμε ερεθίσματα να βρούνε νέες απολαύσεις, νέες απαντήσεις στα αδιέξοδά τους, νέους ρυθμούς. Δεν είμαστε άλλος κόσμος. Για να τους προσαρμόσουμε χωρίς στείρους διδακτισμούς, θα πρέπει -νομίζω- κι εμείς να προσαρμοστούμε στους καινούργιους τρόπους έκφρασης κι ανησυχίας.

Πέρα από την Σχολή σας μεταφράσατε και αξιόλογα βιβλία. Ποια ήταν η απήχησή τους στο αναγνωστικό κοινό εκείνη την εποχή;

Τα βιβλία που μετάφρασα, τα μετάφρασα από... έρωτα! Όχι προς τους συγγραφείς αλλά στα όσα συναρπαστικά συναντούσα στα κείμενα. Νομίζω ότι ακόμα έχουν απήχηση. Όταν βάζω κάποια φράση από αυτά στο διαδίκτυο, μου γράφουν ότι τα ξαναανακαλύπτουν και πόσο σύγχρονα είναι. Το πιστεύω. Διαχρονικά; Ίσως. Αξεπέραστα; Ίσως. Εκείνη την εποχή όπως με ρωτάτε, θεωρήθηκαν ιδιαίτερα πρωτοποριακά. Δεν υπήρχε και μεγάλη σχετική βιβλιογραφία κι έγιναν σχεδόν ανάρπαστα (επανεκδόσεις).

Σήμερα γιατί ο ελληνικός κινηματογράφος δεν έχει την εξέλιξη που είχε πριν από μερικές δεκαετίες;

Ο ελληνικός κινηματογράφος... Πέρασε κι αυτός τις παιδικές του αρρώστιες. Μίμηση ξένων προτύπων, φτηνή εμπορικότητα, καρπαζιές, εύκολα γκάγκ προς τέρψη των καλοπερασάκηδων του θερινού σινεμά, σταροποίηση υπέρ πάντων. Όμως γυρίστηκαν και αριστουργήματα που εδραίωσαν την Ιστορία του. Από τη μια η σκέψη, ο άνθρωπος κι από την άλλη οι γνήσιοι Έλληνες κωμικοί που έκαναν τ’ αδύνατα δυνατά για να χαρίσουν γέλιο στον ταλαίπωρο Έλληνα. Σήμερα; Δεν μπορώ να δώσω τον ορισμό της εξέλιξης. Οι καιροί είναι δύσκολοι. Ο κινηματογραφιστής μπερδεύεται. Να τρέξει για τον επιούσιο; Να εκφράσει τα βάσανα του λαού; Να κατηγορηθεί από μερίδα ψευτοδιανοούμενων; Ψάχνει τη νέα του ταυτότητα. Υπάρχουν όμως δείγματα και κάποτε θα ξαναμιλήσουμε για ένα νέο ελληνικό κινηματογράφο.

Αντίθετα το θέατρο γνώρισε ανάπτυξη. Ιδρύθηκαν ανεξάρτητες θεατρικές σκηνές και πολλά ΔΗ.ΠΕ.ΘΕ. Ποια είναι η σημερινή κατάσταση και πως βλέπετε εσείς τις σημερινές θεατρικές σκηνές;

Η ανάπτυξη στο θέατρο είναι σχετική. Η ποσότητα δεν αποτελεί εγγύηση, νομίζω. Φυσικά είναι ευχής έργο η ενασχόληση με το θέατρο ειδικά σαν αντίβαρο σ’ άλλες ενασχολήσεις. Γιατί στο θέατρο υπάρχουν απαντήσεις, δίνει φώς σ’ αδιέξοδα, συμπάσχει, δημιουργεί κάθαρση και τελικά ποιεί ήθος. Όμως, θα πρέπει να ξεχωρίζουμε την ήρα από το στάρι, δηλαδή: όχι στο ναρκισσισμό σαν κίνητρο, όχι στην αυτοεπιβεβαίωση, όχι σε κοινωνικές σχέσεις σαν πρόφαση επιτυχίας, όχι στο «περνάμε καλά στο θίασο» (μα, γι’ αυτό συμμετέχουν; Για να περνάνε καλά; Οι θεατές περνάνε καλά;) Ναι στην προσφορά, στον ανθρωπισμό, στο καθαρό θέατρο, στη βελτίωση του οργάνου έκφρασης του ηθοποιού που είναι ο εαυτός του, στο σεβασμό του συγγραφέα (αν δεν τον αξίζει, ας μην ανέβει το έργο του). Πολιτιστικά το θέατρο μπορεί και το’ χει αποδείξει, να συνενώσει, να εμπνεύσει, να προβληματίσει, να ελευθερώσει...

Η γενιά σας έβγαλε σπουδαίους ηθοποιούς, δασκάλους και σκηνοθέτες. Γίνεται κάτι ανάλογο και από την νέα γενιά. Υπάρχει ελπίδα;

Ίσως επειδή υπήρξα για χρόνια δασκάλα, πιστεύω ότι υπάρχουν δυνάμεις που δυνητικά θα μπορούσαν να δημιουργήσουν έργο. Απλά, υπάρχει καταιγισμός παραπληροφόρησης, αποπροσανατολισμού, ακόμα κι αλλοτρίωσης. Χρειάζονται πιο γερές αντιστάσεις κι άμυνες. Ναι, υπάρχει ελπίδα.

Το βιβλίο σας είναι μια κατάθεση ψυχής. Είναι φανερή η παρουσία του παράπονου. Μήπως γιατί υπάρχει η ανθρώπινη αχαριστία;

Στο βιβλίο, πραγματικά έκανα κατάθεση ψυχής. Κι όπως όλες οι ψυχές περνάει κι η δική μου τις διακυμάνσεις της. Παράπονό μου είναι μόνο αυτός ο διαχωρισμός των ανθρώπων σε «κουτάκια». Ηλικιακά, μορφωτικά, ταξικά, ερωτικά, οικονομικά. Τον θεωρώ υπέρτατη μήτρα ρατσισμού. Εσείς κι εμείς. The wall που τραγούδησαν κι οι φίλοι μας. Αχαριστία δεν θα έλεγα ότι υπάρχει. Είναι -νομίζω- αφελής όποιος πιστεύει ότι δεν θα συγκρουστεί με όλες αυτές τις δυνάμεις που τον περιβάλλουν. Σύστημα, θεσμοί, προκαταλήψεις κ.λπ.

Ποια είναι η ανταπόκριση του αναγνωστικού κοινού στο βιβλίο σας;

Νομίζω ότι η ανταπόκριση του κοινού στο βιβλίο είναι ιδιαίτερα καλή (δεν πάσχω από ψευτό-μετριοφροσύνη), αν υπολογίσουμε κριτικά σημειώματα των Γκιώνη, Ληναίου, Μπεντενιώτη, Θ. Παπαγεωργίου και άλλων. Καθώς και ανθρώπων που δεν είναι του χώρου, αλλά το διάβασαν. Άλλη μια ικανοποίηση,  λοιπόν.

Στο βιβλίο σας αναφέρεστε και στην Ήπειρο. Αλήθεια τι γνωρίζετε για την Άρτα; Την έχετε επισκεφτεί;

Η Ήπειρος... Tη λατρεύω. Δεν κατάγομαι από εκεί. Λόγω του επαγγέλματος του πατέρα μου (αξιωματικός ξηράς μέχρι που τον απομάκρυνε η χούντα) γυρίσαμε σχεδόν όλη την Ελλάδα. Πιστεύω λοιπόν ότι η Ήπειρος έχει ένα δικό της ξεχωριστό λαϊκό πολιτισμό. Τα δημοτικά τραγούδια κι ιδιαίτερα τα μοιρολόγια, είναι αριστουργηματικά. Δεμένα με το ξεχωριστό τοπίο της, δίνουν μια ατμόσφαιρα που κανένας σκηνοθέτης δεν θα κατάφερνε να δημιουργήσει. Υπάρχει μια μοναδικότητα. Έχω επισκεφτεί την Άρτα. Είναι κι αυτή μοναδική.

Τι θα θέλατε να απευθύνετε στους αναγνώστες που θα διαβάσουν την συνέντευξή σας;

Στους αναγνώστες θα πρότεινα ν’ αποτινάξουν τα λέπια που διάφοροι και για διάφορους λόγους προσπαθούν να τούς κολλήσουν και να ξαναψάξουν τον Έλληνα κι όχι μόνο, αλλά κι όποιον μπορούν ν’ αναγνώσουν. Και θα βρουν πλούτο, θλίψη, επαφή, επικοινωνία. Ίσως το μέγιστο αγαθό πού μας έχει απομείνει.