Top menu

Περιεχόμενα Τεύχους 12

#2 Ευαγγελία Ανδριτσάνου : "Μια στιγμή ομορφιάς είναι μια εμπειρία αιωνιότητας"

της Μαρίας Ιωαννίδου

Στο βιογραφικό της Ευαγγελίας Ανδριτσάνου, στο εσώφυλλο της ποιητικής της σύνθεσης «ΚΑΛΕΣ ΓΥΝΑΙΚΕΣ ΚΑΚΕΣ ΓΥΝΑΙΚΕΣ», διαβάζει κανείς ονόματα μεγάλου ειδικού βάρους, κάτω από τις επίσης σημαντικές σε σχέση με τα γράμματα, σπουδές της. Ελληνική φιλολογία, γλωσσολογία και θέατρο. Και στη συνέχεια, θέατρο από τη θέση της σκηνοθεσίας και από τη σκηνή, και μετάφραση, και παράλληλα μητρότητα. Και εν τέλει ποίηση, ή μήπως θέατρο; Η λέξη «πλήρης» που συναντάμε στον θεατρικό της μονόλογο «Καθαρός Έλιοτ» σχηματίζεται πολλές φορές στο μυαλό μου καθώς η Ευαγγελία γράφει, μεταφράζει στη γλώσσα μας, ερμηνεύει.  "Να βρεθούμε να τα πούμε" είπαμε στο τηλέφωνο που έψαξα και βρήκα από τις εκδόσεις Άγρα που εξέδωσαν το δικό της ποιητικό βιβλίο τις «Καλές Γυναίκες Κακές Γυναίκες» αλλά πολύ πρόσφατα και το «Πίρσινγκ» του Larry Tremblay που μετέφρασε. Και τα είπαμε. 

Μετάφραση, ψυχοθεραπεία – είσαι αυτή που έχει μεταφράσει στα Ελληνικά όλο το έργο του Γιάλομ-, θέατρο και ποίηση. Πού βρίσκεται ο κοινός τους τόπος; Υπάρχει κάποιο απ΄ όλα που τα συγκεντρώνει;

Είναι σύμπτωση άραγε που ανοίγεις τη συνέντευξη με τη λέξη «μετάφραση»; Η μετάφραση είναι το κλειδί. Η μεταφορά του μηνύματος, η οποία διευκολύνεται, διαμεσολαβείται από έναν άνθρωπο – από τον έναν γλωσσικό κώδικα στον άλλον ο μεταφραστής, από το ασυνείδητο στο συνειδητό (υπεραπλουστεύοντας βέβαια) ο ψυχοθεραπευτής, από τη διάνοια στο συναίσθημα ο ηθοποιός ή ο σκηνοθέτης, από το ιδιωτικό στο οικουμενικό ο ποιητής.

Μιλησέ μας για τη «συνάντησή» σου με τα γραπτά του Γιάλομ. Πέρα από τη μεταφραστική δουλειά, νοιώθεις να σε έχουν επηρεάσει στην καθημερινότητά σου;

Όλα τα κείμενα που έχω μεταφράσει μ’ έχουν επηρεάσει. Το κακό – και καλό – με τα βιβλία του Γιάλομ είναι πως κάθε φορά μπαίνω σε μια καταιγιστική «θεραπεία υπαρξιακού συγκλονισμού». Φαντάσου επί πέντε ή έξι ώρες κάθε μέρα να περιστρέφεσαι γύρω από ζητήματα όπως το νόημα της ζωής, ο θάνατος, η ελευθερία και η εξ ορισμού μοναχικότητά μας. Αναγκάζεσαι να περνάς συνεχώς από κόσκινο τις επιλογές σου, να προβάλλεις τον εαυτό σου σε πέντε ή σε δέκα χρόνια από τώρα, όπως προτείνει ο Γιάλομ στους θεραπευόμενούς του, και ν’ αναρωτιέσαι τι χρειάζεται ν’ αλλάξεις στον τρόπο που αντιμετωπίζεις τη ζωή, για να μη συσσωρεύσεις ακόμα περισσότερους λόγους να μετανιώνεις.

Συναντήθηκες ποτέ με τον ίδιο στις επισκέψεις του στην Αθήνα;

Φυσικά. Εκτός από τις επίσημες συναντήσεις μας όταν παρουσιάζονται τα βιβλία του, κάθε φορά φροντίζει με τη γυναίκα του να κανονίσουν έτσι το πρόγραμμά τους ώστε να έρθουν να φάμε μαζί στο σπίτι. Έχουμε μια σχέση μεγάλης αγάπης, παρότι μπορεί να περάσουν μήνες χωρίς να επικοινωνήσουμε. Ο Γιάλομ τρελαίνεται για σπιτική σπανακόπιτα, την οποία βέβαια φτιάχνει κι ο ίδιος στην Αμερική αλλά εκεί δεν έχει λέει την ίδια γεύση! Κάθε φορά που τον αποχαιρετώ νιώθω σαν να φεύγει μακριά ένας πολύ δικός μου άνθρωπος.

Τι πιστεύεις ότι ισχύει περισσότερο στο τοπίο του θεάτρου και της ποίησης, τι κυριαρχεί; Ο μύθος γύρω από τις συλλογικές εμπειρίες, τα πάθη που ταλανίζουν τους ανθρώπους σαν κοινωνικά όντα, ή η αναζήτηση ενός ατομικού νοήματος;

Ο μύθος οργανώνει, κωδικοποιεί την ατομική εμπειρία. Είναι μια απάντηση στο αίτημα για ένα προσωπικό νόημα. Η καταγραφή της ατομικής περίπτωσης, στην ποίηση ή στο θέατρο ή οπουδήποτε, είναι περισσότερο εκτόνωση, στιγμιαία ανακούφιση. Μόνο με την αναγωγή στο κοινωνικό ή  στο οικουμενικό (ανάλογα με τον βαθμό αφαίρεσης) μπορεί ίσως κανείς να γαληνέψει με την επίγνωση ότι ανήκει, ότι είναι μέλος της κοινότητας.

Η πρώτη μου επαφή με τις «Γυναίκες» σου στην αυλή του Λεμονιού, πέρσι την Άνοιξη, σε μια ποιητική/θεατρική ανάγνωση της Λέσχης του περιοδικού Poema, μου έδωσε, μου ενέτεινε την αντίληψη που είχα ήδη, ότι η ποίηση φτιάχτηκε, εξυπηρετεί και εξυπηρετείται από τον προφορικό λόγο. Έπαιξε ρόλο και η δική σου ανάγνωση. Δεν θα μπορούσα να διανοηθώ εκείνη τη στιγμή αυτά τα ποιήματα σε άλλη «φωνή». Και έτσι τα διάβασα κατόπιν και από το χαρτί. Ποια η δική σου γνώμη;

Πιστεύω στην προφορικότητα της ποίησης. Μου φαίνεται πιο πλήρης εμπειρία το άκουσμα ενός ποιήματος από τη σιωπηλή ανάγνωσή του. Το ποίημα είναι φωνή. Συχνά μάλιστα είναι πολλές φωνές. Με τον «Αρμαδίλλο», τη θεατρική μου ομάδα, έχουμε κάνει πολλές σκηνικές αναγνώσεις ποίησης σε μέρη άτυπα, σε καφέ, σε μπουάτ, πολύ πριν έρθουν οι ξενόφερτοι συρμοί των poetry slams. Υπήρχαν ποιήματα που ακούγονταν καλύτερα ειπωμένα από πολλές φωνές, οι οποίες είτε εναλλάσσονταν είτε διάβαζαν με τρόπο χορικό. Υπήρξαν πολλοί άνθρωποι που μας είπαν πως πρώτη φορά κατάλαβαν την ποίηση.

Οι «Γυναίκες» σου καλές ή κακές, ερωτηματικές και ερωτικές, μητέρες, τροφοί και κυνηγοί… Αυτή την αίσθηση είχα… Τι αναζητά η γυναίκα; Υπάρχει ένα κυρίαρχο ζητούμενο, «ο παρών αδελφός», «ο ερχομός του Ποιητή»; Κάτι πέραν αυτών; Αδηφάγος ή τροφός; ή και τα δύο; Στάση αναμονής ή στάση αναγκαστικής διεκδίκησης, είναι αυτό που αισθάνεσαι, αυτό που προέκυψε μετά τη γραφή;

Είναι τόσο εύστοχη αυτή η έκφραση, που μ’ αιφνιδίασε: «στάση αναγκαστικής διεκδίκησης». Οι γυναίκες σχεδόν συνθλίβονται από αναγκαιότητες αδήριτες, απ’ τις οποίες είναι επίσης υποχρεωμένες να επιβιώσουν, αφού εξαρτώνται απ’ αυτές τόσα πρόσωπα. Τι ζητά η γυναίκα; Νομίζω να επιζήσει. Γι’ αυτό βγάζει νύχια, δείχνει δόντια, κι αν ενταθούν πολύ τα πράγματα, η δύναμη της καταστροφής τους παίρνει μπάλα όλους – και την ίδια.

Ψυχοθεραπεία και θέατρο, ξανά… Η ταύτιση, η ενσυναίσθηση, ο μύθος και η συνδιαλλαγή ανάμεσα σε ήρωες θεατρικούς και η σχέση θεραπευτή-θεραπευόμενου…Τις βλέπεις κι εσύ τις παράλληλες γραμμές; Η τέχνη, η ψυχοθεραπεία, ή εναλλαγή ρόλων στη ζωή, κάνουν τη διαφορά;

Η επαφή με το πνεύμα, τον ψυχισμό και το σώμα του άλλου – αυτό είναι το θέατρο, σ’ αυτό ασκείται ο ηθοποιός, για να το μεταδώσει στο θεατή. Κατά μια έννοια είναι μια άσκηση στην κατανόηση, στην αποδοχή και πιθανόν τελικά στην αγάπη του ξένου, του μη δικού μας. Σε πλουτίζει αυτό πολύ. Οι αυθεντικοί ηθοποιοί είναι συνήθως άνθρωποι με μεγάλη οξυδέρκεια και συγχρόνως με βαθιά ενσυναίσθηση. Με διαφορετικά εργαλεία, από διαφορετική οδό το ίδιο διδάσκονται κι οι ψυχοθεραπευτές. Τι άλλο είναι όλα παρά «νάρκης του άλγους δοκιμές εν φαντασία και λόγω»;

Ποιά δυνατότητα του πεζογράφου συγγραφέα «ζηλεύει» πιο πολύ η ποιήτρια Ευαγγελία;

Τη δυνατότητά του να μένει με τις ώρες απερίσπαστος χτίζοντας τον μυθιστορηματικό του κόσμο. Τη δυνατότητα να προσλαμβάνει χάος και να παράγει συνεκτικό όλο.

Είμαστε συνέχεια μάχιμες οι γυναίκες; Θα καταργούσες, αν ήταν στο χέρι σου τη μάχη; Θα επέβαλες «ειρήνη» ή με άλλα λόγια, θα ενστερνιζόσουν μια σύγχρονη Λυσιστράτη;

Μα το σεξ δεν έχει πια την ίδια ισχύ ως γυναικείο όπλο. Το παλιό σύνθημα «Κάντε έρωτα, όχι πόλεμο» εξακολουθεί να μ’ ενθουσιάζει αλλά στην εποχή μας είναι ακόμα πιο ουτοπικό. Τώρα που οι ρόλοι των φύλων είναι τόσο συγκεχυμένοι, το σεξουαλικό ένστικτο αμβλύνεται συνεχώς. Το ένστικτο της επιβολής όμως καλά κρατεί με όλα του τα επακόλουθα, καθυπόταξη, καταστροφή, θάνατο, κυριολεκτικό ή μεταφορικό. Κάτω απ’ αυτές τις συνθήκες πώς να καταργήσεις τη μάχη; Μπορεί να μην επιτίθεσαι εσύ αλλά αναγκαστικά θα πολεμήσεις για ν’ αμυνθείς.

Ποιος από τους «ρόλους» σου σε απελευθερώνει; -σαν μητέρα, γυναίκα ενός άντρα, ηθοποιός, ποιήτρια, μεταφράστρια, ή με τι άλλο, τέλος πάντων βρίσκεις τις αληθινές σου συντεταγμένες ;

Αισθάνομαι ελεύθερη όταν καταφέρνω να εκφράσω αυτά που έχω μέσα μου. Γι’ αυτό και τελειώνοντας τις «Καλές γυναίκες, κακές γυναίκες» αποκόμισα ένα αίσθημα ικανοποίησης. Είπα αυτά που ένιωθα. Τώρα έχει συσσωρευτεί πάλι ενέργεια μέσα μου, αισθάνομαι πάλι έτοιμη να «γεννήσω» κάτι, αλλά δεν έχει βρει τη μορφή του. Θέλω πολύ να ξαναπαίξω θέατρο, συχνά το σκέφτομαι σαν κάτι υπέροχα απελευθερωτικό αλλά φυσικά είναι μια αυταπάτη. Περνάς διά πυρός και σιδήρου ώσπου να νιώσεις αυτή την πλήρωση που σου προσφέρει η ανταπόκριση των θεατών όταν είσαι επί σκηνής.

Διαβάζεις ποίηση; Ποιοι είναι οι δικοί σου “all time classics”, κάποιος ρυθμός που ακολουθείς; Ποιος από τους πιο παλιούς, από τους νεότερους σε έχει σημαδέψει στη γραφή;

Ναι, διαβάζω ποίηση, διατρέχω ό,τι βρεθεί στο δρόμο μου αλλά στέκομαι μόνο εκεί που με οδηγεί κάθε φορά η ψυχική μου ανάγκη. Στα χρόνια της εφηβείας ο Ελύτης ήταν ο ποιητής που μου μετέφραζε ιδανικά τον κόσμο. Συγκατένευα σε κάθε στίχο, σε κάθε λέξη «ναι, ναι, έτσι ακριβώς είναι». Κι εξακολουθώ να τον θεωρώ ένα από τα θαύματα του κόσμου. Όπως και τους τρεις τραγικούς, ιδίως τον Ευριπίδη. Πάρα πολλοί ποιητές έχουν αφήσει το αποτύπωμά τους μέσα μου, Έλληνες και ξένοι, όχι μόνο λογοτέχνες αλλά και σε άλλα μέσα, σκηνοθέτες του σινεμά ή του θεάτρου, χορευτές. Ο Μπέκετ, σαφώς. Ο Αλμοδόβαρ. Η Πίνα Μπάους. Ο φοβερός Ροντρίγκο Γκαρσία και το Carniceria Teatro. Η Σάρα Κέιν.

Αν υπάρχει «γυναικεία γραφή», αυτή η τόσο κακοποιημένη και αυθαίρετη κατηγοριοποίηση δηλαδή, θάθελες να συμπεριλαμβάνεσαι;

Όχι. Δεν μ’ αρέσουν οι κατηγοριοποιήσεις, γιατί ακριβώς είναι αυθαίρετες και απλουστευτικές.

Πες μας τις γλώσσες που δουλεύεις μεταφραστικά και αν ασχολείσαι τρεχόντως με κάτι.

Μεταφράζω κυρίως από τα αγγλικά και τα γαλλικά. Υπάρχουν υπέροχα ισπανόφωνα κείμενα που θα ήθελα κάποτε να μεταφράσω. Θα δούμε. Μόλις βγήκε από την Άγρα το «Πίρσινγκ», μια συλλογή τριών αφηγημάτων του Καναδού συγγραφέα Λαρρύ Τραμπλαί, με τον οποίο νιώθω μεγάλη συγγένεια γιατί είναι κι αυτός ηθοποιός, σκηνοθέτης, θεατρικός συγγραφέας, πεζογράφος και ποιητής. Η ιδιότητα του θεατρανθρώπου τον εφοδιάζει μ’ ένα νυστέρι τρομερής ακρίβειας, με το οποίο ανατέμνει τους ανθρώπους και  την εποχή μας. Ήταν μια μετάφραση δύσκολη αλλά μου πρόσφερε μεγάλη απόλαυση. Ήταν σαν μια δεύτερη γραφή.

Ποια η σχέση σου με τον χρόνο, με την έννοια της διάρκειας, της διατήρησης της μνήμης, με τον πρακτικό ελεύθερο χρόνο, με τη μητρότητα και με την ανάγκη, ή την μη-ανάγκη να αφήσεις το αποτύπωμά σου επάνω του.

Ουφ, ο χρόνος. Τρομερός περιορισμός. Και τρέχει ιλιγγιωδώς. Η ομορφιά είναι ένα αντίδοτο. Μια στιγμή ομορφιάς είναι μια εμπειρία αιωνιότητας. Η μνήμη είναι το άλλο αντίδοτο. Θα ήθελα να με θυμούνται. Θα ήθελα ν’ αφήσει πίσω του κυματισμούς το πέρασμά μου απ’ αυτόν τον κόσμο. Η μητρότητα πάλι είναι δίκοπο μαχαίρι. Χαρά, ζωή, προέκταση στο μέλλον αλλά μπορεί να πέσεις στην παγίδα να χάσεις τον εαυτό σου μέσα στο ρόλο. Και τότε είσαι μισός άνθρωπος άρα και μητέρα μισή.

Πώς περνάς καλύτερα ένα βράδυ σου;

Με πολλούς καλούς φίλους και εκ βαθέων κουβέντα. Είμαι άνθρωπος της ομάδας.

Μίλησέ μας για τη σχέση σου με τους εκάστοτε σκηνοθέτες που έχεις συνεργαστεί.

Όπως είπα, είμαι άνθρωπος της ομάδας. Μια εξαιρετική συνεργασία με σκηνοθέτη ήταν με τον Μιχαήλ Μαρμαρινό στην επεξεργασία της μετάφρασης των Ικέτιδων του Ευριπίδη, όπου είχαμε και τη βοήθεια μιας ομάδας εργασίας από ηθοποιούς, βοηθούς σκηνοθέτες και θεατρολόγους. Η συνεργασία μου ως ηθοποιός και σκηνοθέτης με τον Λη Μπρούερ ήταν επίσης μια σημαντική εμπειρία. Ο Λη είναι δαιμόνιος καλλιτέχνης κι άλλος ένας ποιητής που μ’ έχει σημαδέψει. Ενώ όμως υπήρχαν πολλά που μας συνέδεαν, στο τέλος κάποιες συγκυρίες μας χώρισαν.

Υπάρχει κάποια προοπτική να δούμε τις «Καλές γυναίκες, κακές γυναίκες» επί σκηνής;

Αυτό θα γίνει πολύ σύντομα, ίσως και μέσα στα Χριστούγεννα. Άλλωστε οι «Καλές γυναίκες» ζητάνε μια ολοκληρωμένη παρουσίαση. Είχαμε κάνει το Δεκέμβριο του 2008 μια σκηνική ανάγνωση, είχε πάει τόσο καλά που θέλαμε να το συνεχίσουμε αλλά ήρθαν τα γεγονότα εκείνου του Δεκέμβρη και πλέον άλλα ήταν τα θέματα που μας αφορούσαν. Αυτή την εποχή παρά τις αντίξοες συνθήκες αποφάσισα να προχωρήσω, γιατί τώρα περισσότερο από ποτέ πιστεύω ότι ο καθένας μας οφείλει να εκφράζει τη θέση του. Η τέχνη στην εποχή της ένδειας είναι ένα είδος ακτιβισμού.

Το 2001 ανέβασες τον «Καθαρό Έλιοτ». Έναν θεατρικό μονόλογο που φιλοξενείται εδώ, σ΄ αυτό το τεύχος του «Β». (ακολουθεί λινκ).  Μίλησέ μας και για την αίσθηση του ηθοποιού που ερμηνεύει τα ίδια του τα λόγια στη σκηνή. Σε πλουτίζει, σε αλλάζει η αντίδραση κάθε φορά στη σκηνή; «ζεί» το κείμενο, μιαν άλλη ζωή όταν ερμηνεύεται/εκφέρεται προφορικά, διαμορφώνει την ουσία και τη μορφή του;

Πολλά πράγματα ανακάλυψα στον «Καθαρό Έλιοτ», όταν τον δούλευα επί σκηνής, που δεν μου είχαν γίνει συνειδητά γράφοντας και διαβάζοντάς τον. Επιβεβαιώνεται ότι τα κείμενα έχουν τη δική τους αυτόνομη οντότητα. Εκείνο όμως που μ’ εντυπωσίασε ήταν η διαφορετική επίδραση που είχε πάνω στο κείμενο το περιβάλλον στο οποίο παιζόταν. Αρχικά τον παρουσίασα στη μουσική σκηνή «Φωνές», πάνω σ’ ένα πάλκο τρία επί τρία, φέρνοντας μια παλιά πολυθρόνα απ’ το σπίτι μου. Οι θεατές κάθε τόσο ξεκαρδίζονταν. Αργότερα τον ανέβασα ως πιο ολοκληρωμένη παράσταση στη μικρή σκηνή του θεάτρου «Τόπος Αλλού», με μουσική, φωτισμούς, σκηνικό, κοστούμι και με τη Χάρι Ανταχοπούλου βουβή χορεύτρια. Το έργο και πάλι άρεσε αλλά δεν γελούσε κανείς. Ο κόσμος ερχόταν να δει «θέατρο» κι ήταν σαν να φορούσε τα καλά του. Πολλοί μου είπαν ότι τους ερχόταν να γελάσουν αλλά το έπνιγαν γιατί έβλεπαν τον διπλανό τους σοβαρό.

Αναρωτιόμουν, με αφορμή τον Καθαρό Έλιοτ, και αν σκηνοθετούμε τη ζωή πάνω στη ποίηση, το θέατρο, τη λογοτεχνία κλπ, ή αν τελικά τα μεγάλα κείμενα και οι μεγάλοι μύθοι μας «συνοδεύουν» στις πιο σημαντικές μας στιγμές… Στο κείμενο αυτό βρίσκουμε τη γυναίκα, στο επίκεντρο και στην επιθυμία μέσα, να κινείται από την εποχή της σπηλιάς ως την σύγχρονη Ευρώπη, να κινείται βήμα-βήμα ως την θέση του παρατηρητή με οδηγό ιστορίες και εικόνες που την καθιστούν διαχρονική. Το «κλειδί» της όμως είναι, έτσι μου φάνηκε, η σωματική συμμετοχή, στους μύθους, αυτό είναι που το κάνει τόσο ζωντανό, σημερινό.

Ποια θεωρούμε μεγάλα κείμενα; Προφανώς αυτά στα οποία συνοψίζεται η οικουμενική εμπειρία. Άρα υπάρχουν τα σπέρματά τους μέσα μας και αντίστροφα, καθώς αποτελούν μέρος της κουλτούρας μας, προς αυτά τείνουμε. Πράγματι το εννοώ σωματικά. Ίσως γι’ αυτό δεν ολοκληρώνεται η ένωση της Ερμιόνης με κανέναν από τους δύο άντρες, τον Ολλανδό και τον Αμερικανό στον «Καθαρό Έλιοτ». Για την Ερμιόνη η Ελλάδα είναι ένα σωματικό βίωμα, για τους δύο άντρες είναι σκέτα «Γκρις». Προσπαθώντας να γεφυρώσει το χάσμα, εκείνη πειραματίζεται με τη γλώσσα αλλά βγαίνουν διάφοροι τραγέλαφοι όπως Helland, Hollas (από το Hellas, Holland).

«Ολες οι λέξεις είναι πράγματα που παράγει ο άντρας», δια στόματος του Καναδού Larry Tremblay, λέξεις μεταφρασμένες από τη δική σου πένα, στο φρέσκο φρέσκο «Πίρσινγκ» (ακολουθεί λινκ).  Ακόμα ένα έργο που κινείται ανάμεσα στην αφήγηση και την ποίηση που μας παρέδωσε η ‘Αγρα. Θάθελες να σχολιάσεις αυτή τη φράση-κλειδί, κατά τη γνώμη μου;

Στην «Άννα στο γράμμα C», το τρίτο αφήγημα του «Πίρσινγκ», παρακολουθούμε μια γυναίκα να αυτο-καθορίζεται και να αυτο-καταστρέφεται σε αναφορά με τον Άντρα. Σαν σκέψη είναι σοκαριστικό να αποτελεί ο άντρας την αρχή και το τέλος των πάντων για τη γυναίκα. Τουλάχιστον όταν αυτό συμβαίνει κατάφωρα, το αναγνωρίζουμε. Τις περισσότερες φορές όμως φοβάμαι πως συμβαίνει ύπουλα, ασυναίσθητα, η απειλή δεν είναι ορατή. Θέλει μεγάλο σθένος για ν’ αποφασίσεις να διερευνήσεις μέσα σου την παραβίαση κι ακόμα περισσότερο για ν’ αντιδράσεις.

Η ποίηση στο «Πίρσινγκ» είναι μια σωματική εμπειρία;

Είναι, με την έννοια ότι σε αιφνιδιάζει, σε ταρακουνάει βγάζοντάς σε κάθε τόσο από τον ζόφο, στον οποίο το κείμενο σε ξαναβυθίζει σε λίγο. Στο σώμα όμως έχει καταγραφεί η εμπειρία, το βίωμα της στιγμιαίας ομορφιάς. Το οποίο μπορεί κανείς είτε να το χρησιμοποιήσει ως καταφύγιο, οπότε θα «εκφυλιστεί σε λογοτεχνία», όπως λέει ο Καθηγητής στο πρώτο αφήγημα, το «Τσεκούρι,» είτε, στο άλλο άκρο, είναι ικανό να πυροδοτήσει την επανάσταση.

Η Ευαγγελία Ανδριτσάνου γεννήθηκε στην Αθήνα. Σπούδασε ελληνική φιλολογία, γλωσσολογία και θέατρο. Το 1999 ίδρυσε τη Θεατρική Ομάδα Αρμαδίλλος. Συνεργάστηκε ως βοηθός σκηνοθέτης και ηθοποιός με τον Αμερικανό σκηνοθέτη Λη Μπρούερ (Χοηφόροι – Εργαστήριο Ι και Εργαστήριο ΙΙ, 2001-2005). Για το θέατρο έχει γράψει τα έργα Ο καθαρός Έλιοτ (Θέατρο Τόπος Αλλού 2001) και Ωραία μήλα! (Θέατρο Εντροπία 2005). Έχει μεταφράσει τις Ικέτιδες του Ευριπίδη (με τον Μιχαήλ Μαρμαρινό, Επίδαυρος 2006), την Ιφιγένεια εν Αυλίδι, τους Ειλικρινείς θεατρίνους του Μαριβώ, το  Κόκκινο άλογο (με τον Γιάννη Ζέρβα) και τις  Κόκκινες χάντρες του Λη Μπρούερ, το τσεκούρι του Λαρρύ Τραμπλαί, την  Κοκκινοσκουφίτσα του Μπίλλυ Άρονσον και έχει διασκευάσει τα Ολύμπια του Ρήγα Φεραίου. Έχει μεταφράσει ποίηση των Seymus Heaney, Adrienne Rich, Pierre Reverdy κ.α. και το σύνολο του έργου του Ίρβιν Γιάλομ. Πρόσφατα μετέφρασε για τις εκδόσεις Άγρα μια σειρά αφηγημάτων του Λαρρύ Τραμπλαί με τίτλο Πίρσινγκ. Ζει στο κέντρο της Αθήνας με τον ποιητή Γιάννη Ζέρβα, τα τρία τους παιδιά και δύο σκυλιά.