Top menu

Περιεχόμενα Τεύχους 13

Ύστατη ανάδυση - Βάννα Γ. Πασούλη

ΣΚΕΨΕΙΣ ΕΝΟΣ ΑΡΧΑΡΙΟΥ ΔΥΤΗ

Θάλασσα πέραντη καί βουερή
ξέρω θά σύρεις
τ' λλοτινά μου εδωλα
στή σήψη στήν ξείδωση ναμφίβολα.
 
μως κενα τ κρογιάλια πού ρωτεύτηκα
καθώς νάγκη, νάδοχος τς νδειας
τ εχε βαφτίσει δανικά χωρίς νά μέ ρωτήσει
μ τά μολύνω.
ς μή ξεχν πώς μέ τήν ρμη τους σιτεύτηκα.
 
Μένει ν'ποτολμήσω τώρα τήν κατάδυση
κι νδοιασμός στό νδεχόμενο το πάτου
καί στήν δέα νός νάξιου θανάτου.
 
Μά γιά φαντάσου με στήν στατη νάδυση
κι ταν τό ξόδι μου ξεβράζεις στ'ρμυρίκια
τήν πλανεμένη μου ψυχή καθάρια πιά κι νάλαφρη
να μαργαριτάρι ν'νασέρνει πό τά φύκια.

ΕΠΟΧΗ ΤΩΝ ΠΑΓΕΤΩΝΩΝ 4

Τά ασθήματα πού θρεψαν πό κτίσεως κόσμου

να να ποχωρώντας
γκαταλείπουν τήν κτίση καί τόν κόσμο.
 
Μιά συνείδηση αωρεται...
 
πό μιά κλωστή κρέμεται:
ζεστή προσφορά λληλεγγύης
τς εθύνης λου το κόσμου τό ασθημα
 
πό τή συνέχειά της:
τά μεγεθυμένα μάτια τς γνώσης
τό κρυστάλλινο βλέμμα το σύμπαντος
 
καί στήν κρη
παραγωγική διαδικασία
λόγυμνη
νόμος τς προσφορς καί τς ζήτησης
χάσκων
πιδεικνύοντας
τήν τερηδόνα τς εμάρειας
 
ταν
      σπάει
      τέλος κλωστή
    σκορπζονται
στά τετραπέρατα
            ο ρμοί
               τν αώνων
  μέ δαιμονισμένο θόρυβο
 σάν
    νώμαλη
               προσγείωση
 
                  χιλιάδων  F 16.
 
Στό χελος τς περιόδου
  να ζευγάρι δεινοσαύρων
 
                       χαροπαλεύει.

ΟΙ ΑΝΘΡΩΠΟΙ

Τόσο μυστήριοι μές στά βαθιά τους μάτια
παύουν μέρα τή μέρα νά μο εναι γνωστοι.
 
γώ νά πομένω τήν σμή το συγχρωτισμο
κενοι νά δικαιολογον τίς θυμίες μου
τά γρά βράδια πανσελήνου
 
βρήκαμε μεταξύ μας τ'ντικλείδια
νά κοινωνομε τοτο τόν ρημωμένο τόπο
σταλιά σταλιά
καί ψίχουλο τό ψίχουλο
νά παίρνουμε τό ντίδωρο τς ασης
πού κάποτε στά νειρά μας τάξαμε
 
φτωχά πουλιά πετάμενα
στ πταλείτουργα τς καρτερίας.

ΠΑΡΑΜΥΘΙ;

Δρόμους πήραμε, δρόμους φήσαμε.

                        Περπατήσαμε στό δάσος
φορώντας τά κόκκινα σκουφιά μας ς τ' υτιά
ναπαυμένοι στή μυστική συμφωνία τν πουλιών
γιά να κομμάτι ορανό σ'να διάνυσμα-ριπή
λευθερίας
κόμη καί στήν πομονή τν δένδρων
ταν κυοφορον τά μυστικά μας στή σιωπή.
 
Δέν κοιταχτήκαμε στά μάτια,λοιπόν.
Δουλέψαμε ντατικά, εν' λήθεια.
 
Τυφλοί, κουφοί κι αύτάρκεις
μαζέψαμε λουλούδια.
 
Στό διάβα μας δέ μς πάντησε κανένας κυνηγός.
(στοχη φαίνεται ποχή, σ'στοχα χέρια
ποιός προστατεύει πιά νυποψίαστους στά δάση;)
Μονάχα χρόνος μς κολούθησε κατά πόδας
πιστό σκυλί
δίχως φέντη -τάχα 
καί σάν μες νά κάναμε τούς κυνηγούς.
 
Μ πως σέ κάθε παραμύθι
πάρχει στιγμή τς δολιότητας
κι ν χει πρόσωπο χει φωνή
ξάφνου μφανίστηκε μπροστά μας
μέ στόμα λύκου σαρκαστικός:
 
"Πέθανε", μς επε. τσι, χωρίς αδώ.
"Γιαγιά δέν πάρχει πιά έδ".
 
Τώρα ποιοί ζησαν καλά καί ποιοί καλύτερα...

Βάννα Γ. Πασούλη ζει στο Ντύσσελντορφ της Γερμανίας. χει κδόσει τήν ποιητική συλλογή "Μέρες το νόστου" (Εκδ. ριδανός,2008).