Top menu

Φωνήεν το σώμα της - Χαρ. Γιαννακόπουλος

(Η πόλη κοιμάται, στους δρόμους πάψανε οι φωνές
και μόνο το φεγγάρι επιμένει ν' αντηχεί)

η πόλη ολόκληρη
κοιμάται απόψε σωριασμένη πρηνής
κι ο ουρανός
είναι μια σκοτεινή πληγή
που ανοίγει στο μυαλό μου

κι αιμορραγεί

μόνο το φεγγάρι ξαγρυπνά
το φεγγάρι, το δεξί χέρι της νύχτας
το φεγγάρι, ο τρυφερός ρουφιάνος
που μας παραφυλά
και, τάχαμου, μας παραστέκει
για να μας σφάξει
την ύστατη στιγμή

ανελέητο πάντα
κι αθόρυβο

*

(Τι λογής, είναι οι νύχτες και τα ξημερώματα
εκείνου που δεν έχει πια ελπίδα για ανάπαψη)

νύχτωσε απόψε από νωρίς
μαύρο πανί το δειλινό
χωρίς εσένα εγώ χωρίς
σ` ένα δωμάτιο φωτεινό

ώρα πολλή με αποφεύγει ο ύπνος
τις νύχτες που ξαπλώνω μόνος μου
τις νύχτες που σαλεύω στο κρεβάτι μου
γυρεύοντας, ο μάταιος, το φάντασμα του ύπνου
τις νύχτες που δεν αφουγκράζομαι τον ήχο
των μαλλιών σου
να γράφει απόκρυφα μηνύματα
επάνω στο κορμί μου

για να με βρει τελικά το πρωί
κάθε πρωί, πιο μόνο, ξέπνοο
με σπαραγμένα όνειρά μου στο μνημονικό
με κομματιασμένη στην ψυχή μου
τη μορφή σου
και μες στο στόμα μου στυφή
τη γεύση όλης της νύχτας

*

(Φωτισμένο το δωμάτιό του.
Μα τι κάνει, τέτοια ώρα, ο χριστιανός;)

ένα μικρό παράθυρο
πάντοτε φωτισμένο
όπου, ολονυχτίς
πασχίζω εγώ να πω
τα μήποτ' ειπωμένα

όλη μου η ζωή

*

("Είχα τον ίλιγγο του κινδύνου. Είναι καιρός
να φανερώσω την τραγωδία μου.")

έξω απ` το φωτισμένο μου παράθυρο
ριγούν τα φύλλα μιας λεύκας
έρημης από της νύχτας τ` αεράκι
και η σκιά της παίζει επικίνδυνα
παιχνίδια στο κορμί μου
καθώς περνάνε τ` αυτοκίνητα από πέρα
και φωτίζουν

(συνεχίζω πάντα τις ένδον εφαρμογές
κι ο έξω κόσμος
παραδόξως
συνεχίζει να υπάρχει)

δεν μπορώ να κοιμηθώ απόψε
σκληρή μαμή, τα ποιήματα
τα ξεγεννάει αϋπνία μοναχική
πολιορκώ εγώ κάτι ανείπωτο
που αυτό το θρόισμα
δεν παύει να μου λέει

(ορισμένως, είναι σαν κάθε λέξη μας
να γράφεται μες στον ουράνιο κήπο)

*

(Ασάλευτος ταξιδευτής και προγραμμένος
του χαμού, ζητάει να καταλήξει)

δεν πρόκειται να καταλήξω πουθενά
από παντού ξεκινάω για να φτάσω οπουδήποτε
μόνο να φτάσω

από τα δέντρα της αυλής
και το βαθύ πηγάδι με τον σιδερένιο κουβά,
απ` την υπόλευκη οθόνη του υπολογιστή
και το μακρύ καλώδιο του τηλεφώνου,
απ` της φωνής σου το αργό αρμένισμα,
απ` το νερό και από το αλάτι,
απ` τα ξενύχτια μου κι από τις αγρύπνιες μου
και τη στρεβλή γραμματική του 20ού αιώνα,
απ` την Οδύσσεια κι από τον Οδυσσέα,
από του σώματός σου την αποκοτιά
και την πλατιά σοφία,
από τα όπλα του μεσημεριού
και το αχνό φεγγάρι,

από το γιασεμί και από το φεγγάρι,
της νύχτας τα δυο άγρια τσιράκια

μόνο να φτάσω κάπου, αυτό ζητάω
κι ας ξέρω πως δεν πρόκειται να καταλήξω
πουθενά,
γιατί μια φωνή μέσα μου
που από παλιά γνωρίζω
με παίρνει από το χέρι
και τρυφερά
με προειδοποιεί και μου επαναλαμβάνει
έτσι χάνουν τον δρόμον τους
όσοι δεν ηξεύρουν πόθεν έρχονται
και πού πηγαίνουν

Ο Χαράλαμπος Γιαννακόπουλος είναι εκπαιδευτικός και μεταφραστής. Έχει εκδώσει το βιβλίο διηγημάτων : "Μικρά Ικαρία" (Ηλέκτρα, 2004).