Top menu

Στον ποιητικό κόσμο του Λέοναρντ Κοέν

leonard-cohen-gi_arthro

Μεταφράζει η Κατερίνα Καντσού

Ο Leonard Norman Cohen, γεννημένος το 1934 στον Καναδά είναι τραγουδιστής, συνθέτης, μουσικός, ποιητής και συγγραφέας. Μέσα από το έργο του συνήθως εξερευνά θέματα θρησκείας, απομόνωσης, σεξουαλικότητας και προσωπικών σχέσεων. Έχει εισηχθεί στο Αμερικάνικο Rock and Roll Hall of Fame και στο Καναδέζικο Music Hall of Fame.Το 1960 ζούσε στην Ύδρα μαζί με τη Marianne C. Stang Jensen Ihlen και το τραγούδι "So Long, Marianne", το έγραψε για εκείνη. Ενόσω ζούσε κι έγραφε στην Ύδρα, εξέδωσε την ποιητική συλλογή "Λουλούδια για τον Χίτλερ" (1964) και τα μυθιστορήματα "Το αγαπημένο παιχνίδι" (1963) και "Όμορφοι χαμένοι" (1966). Παρ' όλο που είναι Εβραίος, αναμείχθηκε με τον Βουδισμό από το 1970. Σε μια συνέντευξή του το 1998, είπε για το γράψιμο: Eίναι σαν μια αρκούδα που σκοντάφτει μέσα μια κυψέλη ή σε μια κάσα μελιού. Σκοντάφτω ακριβώς μέσα του και κολλάω και είναι νόστιμο κι απαίσιο και είμαι μέσα του και δεν είναι ό,τι πιο χαριτωμένο και είναι πολύ αδέξιο και πολύ επώδυνο και παρ' όλα αυτά υπάρχει κάτι το αναπόφευκτο γύρω του.Το 2011, έλαβε το βραβείο του Πρίγκιπα της Αστούρια για τη λογοτεχνία.

*

Το μεγάλο συμβάν

Πρόκειται να συμβεί πολύ σύντομα. Το μεγάλο συμβάν
που θα δώσει τέλος στον τρόμο. Που θα τερματίσει τη θλίψη.
Την επόμενη Τρίτη, μόλις ο ήλιος δύσει, θα παίξω
τη Σονάτα του Σεληνόφωτος ανάποδα.
Αυτό θα αντιστρέψει τα αποτελέσματα της τρελής κατάδυσης
αυτού του κόσμου στα δεινά των τελευταίων 200 εκατομμυρίων χρόνων.
Τι υπέροχη νύχτα που θα είναι. Τι αναστεναγμός ανακούφισης,
καθώς οι γεροντικοί κοκκινολαίμηδες θα ξανααποκτήσουν το χρώμα τους
και τα αποσυρμένα αηδόνια θα σηκώσουν τις σκονισμένες ουρές τους
και θα διεκδικήσουν τη μεγαλειότητα της δημιουργίας!

*

Γιατί αγαπώ τη Γαλλία

Ω Γαλλία, έδωσες τη γλώσσα σου στα παιδιά μου, τους εραστές σου
και τα μανιτάρια σου στη γυναίκα μου. Τραγούδησες τα τραγούδια μου.
Παρέδωσες το θείο μου και τη θεία μου στους Ναζί. Είδα τους δερμάτινους θώρακες της αστυνομίας στην πλατεία της Βαστίλλης. Πήρα λεφτά από τους Κομμουνιστές. Έδωσα τη μεσαία μου ηλικία στις γαλακτώδεις πόλεις της Λιμπρόν. Έτρεξα μακριά από σκύλους φάρμας προς ένα δρόμο έξω από τη Ρουσιγιόν. Το χέρι μου τρέμει όταν βρίσκομαι στη Γαλλία. Ήρθα σε σένα με μια λερωμένη φιλοσοφία αγιότητας και μου προσέφερες την ευκαιρία μιας συνέντευξης. Ω Γαλλία, εκεί που με πήραν στα σοβαρά, έπρεπε να επανεξετάσω τη θέση μου. Ω Γαλλία, κάθε μικρός Μεσσίας σ' ευχαριστεί για τη μοναξιά του. Θέλω να βρίσκομαι κάπου αλλού, όμως βρίσκομαι πάντα στη Γαλλία. Να είσαι δυνατή, να είσαι πυρηνική, Γαλλία μου. Φλέρταρε από παντού και μίλα, μίλα, ποτέ μη σταματήσεις να μιλάς για το πώς να ζεις χωρίς Θ-ό.

*

Ο σταυρός

Είμαι ο Θεόδωρος
ο ποιητής που δεν μπορούσε να διαβάσει ή να γράψει.
Όταν ήμουν πολύ γέρος για να δουλέψω
έφτιαχνα θρησκευτικά αντικείμενα
για τα τουριστικά μαγαζιά
έσπαγα πόρτες
κι άγγιζα γυναίκες
γυναίκες από την Αμερική και το Παρίσι-
ήταν οι ίδιες που έλεγαν
πως είμαι ποιητής.
Δε θα σας πω για τα προβλήματά μου
την πτώση του γιου μου
ή τη ζωή μου στη θάλασσα.
Χάραξα σταυρούς
κι όπως όλοι
κουβάλησα έναν.
Κατέπληξα τις γυναίκες με την επιθυμία μου
ψάρεψα γι' αυτές
με γυαλιά και δόρυ
και τις τάϊσα
με ό,τι δεν είχαν μέχρι πριν φάει.
Αν είσαι γυναίκα
κι ακολουθήσεις τα ξυρίσματα
απ' τις προσπάθειες αυτού του άντρα
κάτω απ' το φως του φεγγαριού
θα δεις το μυώδες μου φάντασμα
στον παραθαλάσσιο δρόμο προς το Βλυχό,
κι αν είσαι άνδρας
στον ίδιο δρόμο
θ' ακούσεις φωνές γυναικών
ακριβώς όπως τις άκουσα κι εγώ,
να έρχονται απ' τα νερά
να έρχονται απ΄τις βάρκες
κι ανάμεσα απ' τις βάρκες
και τότε σίγουρα
θα καταλάβεις τη ζωή μου
και θα προσφέρεις καλό στη ψυχή μου
με το να με συγχωρέσεις.
Προσεύχομαι αυτό σ' εκείνον
που με διαμόρφωσε έξω απ' τον εαυτό μου
το εξομολογούμαι αυτό
πάνω απ' το κρασί
στον Λεονάρδο
τον Εβραίο φίλο μου
που το καταγράφει
γι' αυτούς που είναι να 'ρθουν.

Καμίνι, Ύδρα, 1980

*

Η κοιμισμένη μητέρα μου

Θυμάμαι τη μητέρα μου
σ' ένα θέατρο στην Αθήνα
τριάντα
τριάντα πέντε χρόνια πριν,
ένα θέαμα από τον Θεοδωράκη
εκείνα τα υπέροχα τραγούδια-
αποκοιμήθηκε
στην καρέκλα δίπλα μου
στο υπαίθριο θέατρο.
Είχε φθάσει εκείνη την ημέρα
από το Μοντρεάλ
και η συναυλία ξεκίνησε
κοντά μεσάνυχτα
κι αποκοιμήθηκε κατά τη διάρκεια
των μαντολίνων
των αναρριχόμενων αρμονιών
και των υπέροχων τραγουδιών.
Ήμουν νέος
δεν είχα παιδιά
δεν ήξερα μέχρι πόσο μακριά
η αγάπη σου μπορούσε να φτάσει,
δεν ήξερα πόσο κουρασμένη
μπορούσες να είσαι.