Top menu

Περιεχόμενα Τεύχους 24

Στήλη: Εξ αφορμής - Οινόη Θεσσαλονίκη One way back

Γράφει η Αναστασία Γκίτση*
gitsigemamou24.jpg
 φωτό: gemmamou
Η μνήμη δεν με ξεγέλασε ποτέ. Μήτε και τα ταξίδια. Ακόμη και τώρα που αναπολώ, θυμάμαι τη στιγμή. Έτσι ξεκίνησα τη διαδρομή, ένα κάθισμα σκληρό και άκαμπτο. Φθαρμένο βελούδο, πολυχρησίας κληροδότημα σαν μου ‘τυχε να υπάρξω. Γύρω γύρω φωνές για μεσημέρι,  ήχοι ροχαλητοί τα βραδιά με πανσέληνο ή μη, μου μεθούν την ακοή, μου τρυπούν τους υφασμάτινους πόρους. Βαρύ βελούδο φθαρμένο η αντοχή, το πήγαινε έλα ασήκωτο ολίγον. 

«Περνά η σειρά των ανθρώπων μαρτυρική,
συμπαγής, στους καιρούς μέσα τους συνεχείς,
στους αιώνες ανάμεσα σημάδι υπομονής»


Έπειτα έγινα βαγόνι και μετά μηχανοκίνητη στιγμή που ανέβαινα κατέβαινα σε ακούραστο ρυθμό. Βηματισμός ολόιδιος με την μοναξιά του μόνου σε μοναχικό βαγόνι. Ταρακούνημα και πέρασμα μέσα από βράχους και βραχάκια και κενά. Βηματισμός κενός σε ξένο ταρακούνημα που μου πονεί τη μέση. Ξαπόσταινα στον Δομοκό, έμαθα να γίνομαι το τσιγάρο στα χείλη τόσων ταξιδιωτών. Λίγο πριν με ρίξουν κάτω, στο διάκενο του πεζοδρομίου, λίγο πριν με αποσβήσουν στο σκληρό της σόλας τους, ανάσαινα τις έγνοιες και λίγη από την νύστα.

«Με διαπερνούν τα πρόσωπα,
ανόητοι περιπατητές της Κυριακής ημέρας,
άσχημος όχλος.
Περιέχω τον δρόμο με τα βρώμικα χαρτιά»


Με πανσέληνο ή χωρίς τα χρώματα όλα έβλεπα, κρύο τζάμι και θέση βελουτέ φθαρμένη, καφέ βαλίτσα δερμάτινη, στριμωγμένη στο πάνω ράφι των αποσκευών, ανάμεσα σε άλλες τόσες. Ήμουν η σχισμένη καρό κουρτίνα του τελευταίου βαγονιού με τους περισσότερους ελιγμούς. Ήμουν το ξεχαρβαλωμένο ακουμπιστήρι λίγο πριν ανοίξει η πόρτα, και μ’άγγιζαν ανθρώπων χέρια. Κι αναριγούσα που μ’ αγγιζαν των ανθρώπων τα χέρια.

«Σαν πεινασμένα στόματα που δεν εχόρτασαν,
ανοίγουν οι επιθυμίες πληγές απάνω μας»


Απάνω μου άνοιγε το βράδυ, κι αργά η μάζα μου σερνότανε. Αργά στο αχανές του σταθμού, αργά μου μπόλιαζε τη σάρκα κι έλεγα πως είναι βαρύ βαρύ πολύ να είσαι ράγα!

«Είμαι αυτός που πηγαίνει στη συνάντηση
κι αυτός που περιμένει συνάμα»


Ας είμαι καλύτερα ένα γεμάτο βαγόνι ψιθύρων, χοάνη και διάδρομος αξόδευτων βημάτων, ας είμαι το τζάμι της διπλανής μεριάς που κατοπτρίζει το ανήλαγιο βλέμμα του ματαιωμένου. Ας είμαι η αμαξοστοιχία που αλλάζει μηχανή, το τελευταίο τσιγάρο στο Δομοκό ας είμαι. Ο πετρόχτιστος σταθμός ο εγκαταλελειμμένος που αποκτά ύπαρξη ξανά στο ταρακούνημα της γης από το πέρασμα μου, ας είμαι.

Μόνο μην γίνω η διαδρομή που δεν προβλέπεται να φτάσει στο τέρμα πάρα μόνο μέσω της ματαίωσης της...

Σημείωση: Οι πλάγιοι στίχοι ανήκουν στην Ζωή Καρέλλη.

Αναστασία Γκίτση έχει εκδώσει τις ποιητικές συλλογές Ξέρω! Είναι κάπως αργά... (εκδόσεις Παρατηρητής 2000) και Κορίτσι των σκοτεινών δασών (εκδόσεις Μπαρμπουνάκης 2010). Έχει συμμετάσχει σε συλλογές και ανθολογίες ποίησης από τις εκδόσεις Εν Πλω και Μπαρμπουνάκης. Ζει και εργάζεται στo Βίρτσμπουργκ της Γερμανίας.