Top menu

Περιεχόμενα Τεύχους 28

Σάνσετ Παρκ του Πολ Όστερ

papagiannisauster.jpg
Σάνσετ Παρκ, μυθιστόρημα, Πολ Όστερ, μτφρ. Σπύρος Γιανναράς, εκδόσεις Μεταίχμιο 2014

Στιλπνό, λαμπρό, καθαρό ύφος, που ενισχύεται από την εξαιρετική μετάφραση του Σπύρου Γιανναρά, υψηλές στροφές αφήγησης, που μόνο με την ορμητικότητα ενός Μπολάνιο μπορούν να συγκριθούν, μυστικά που σταδιακά αποκαλύπτονται, εντάσεις, έρωτες, εγκατάλειψη. Ό,τι πρέπει για να ενθουσιαστούν οι ανά τον κόσμο φανατικοί αναγνώστες του σχδεόν 70 ετούς πλέον Αμερικάνου συγγραφέα. Γιατί η αλήθεια είναι ότι ο Πωλ Όστερ είναι ένας μεγάλος συγγραφέας. Το ισχυρό αφηγηματικό ταλέντο του συνδυάζεται με εμπειρία και γνώση. Ξέρει πώς να ξεκινήσει, πώς να συνεχίσει, πώς να κρατάει την επαφή με τον αναγνώστη. Είναι ένας μεγάλος συγγραφέας, ο οποίος, δυστυχώς, δεν έχει θέμα. Ποτέ δεν είχε.

   Από τα Φαντάσματα και την υπόλοιπη Τριλογία, το ίδιο μοτίβο, η ίδια εμμονή, επαναλαμβάνεται. Η περιπλάνηση, η άφεση, η παραίτηση από τον υλικό κόσμο προκειμένου να αναζητηθεί η εσωτερική ουσία. Μοτίβο το οποίο δεν είναι άγνωστο, αφού υπάρχει και σε πολλά από τα μυθιστορήματα του Ρόμπερτ Βάλζερ.
Στα πρώτα βιβλία, όχι μόνο το μοτίβο, αλλά και η ιστορία ήταν ίδια. Ο αφηγητής ή ο κεντρικός ήρωας έφευγε από τον κόσμο, ζούσε στους δρόμους, ανακάλυπτε τον εαυτό του. Ιστορία εμπνευσμένη από την πραγματική ζωή του συγγραφέα, από δική του εμπειρία περιπλάνησης που, φαίνεται, αποτυπώθηκε βαθιά στη μνήμη του, όμως εμείς τι φταίμε. Στο Σάνσετ Πάρκ, η «υπόθεση» διαφοροποιείται. Το θεματικό μοτίβο ωστόσο παραμένει το ίδιο. Θα έλεγα μάλιστα ότι, στο βαθμό που απομακρύνεται από το βασικό θεματικό του μοτίβο, ο συγγραφέας γίνεται «φλύαρος»,  υπό την έννοια ότι οι λεπτομέρειες από τις ζωές των ηρώων δεν συγκλίνουν σε ολοκληρωμένο αποτέλεσμα, παραμένουν αποσπασματικές πληροφορίες.
Οι τέσσερις πρωταγωνιστές του βιβλίου, με προεξάρχων τον Μάιλς, είναι τέσσερις φυγάδες. Ο κάθε ένας εγκαταλείπει τον κόσμο για δικούς του λόγους κι οδηγούνται σε μια ιδιόμορφη συγκατοίκηση, σε ένα εγκαταλελειμμένο σπίτι. Ως καταληψίες τρόπον τινά, για να το φέρουμε σε επαφή με την Ελληνική πραγματικότητα.
Το ανεπανάληπτο ύφος του συγγραφέα, (δεν μπορώ να σκεφτώ πάνω από  5 - 10 ανθρώπους σε όλον τον κόσμο που μπορούν να γράψουν με τέτοια ορμή και να τραβήξουν τόσο τον αναγνώστη), κρύβει τη ζημιά που κάνει στο μυθιστόρημα η οπτική γωνία που επιλέγει. Ενάντια στα διδάγματα των συμπατριωτών του, του Χέμινγουαίη, του Φώκνερ, ο Auster επιλέγει να πει την ιστορία του ως παντογνώστης αφηγητής κι όχι να την αφήσει να παρουσιαστεί ή να διαφανεί μέσα από τα γεγονότα. Αλλά βέβαια το κάνει με μεγάλη μαεστρία και θεωρώ ότι η αρχή του μυθιστορήματος είναι υποδειγματική. Χωρίς να αποκαλύπτει λεπτομέρειες της παράξενης ιστορίας του, μας παρουσιάζει τον Μάιλς και την τωρινή ζωή του με τρόπο που δημιουργεί πολλά ερωτήματα. Τα οποία θα απαντηθούν στον πρώτο κύκλο της ιστορίας, μέχρι που ο Μάιλς φεύγει για να ενταχθεί στην άτυπη τετράδα.
Για την μετάφραση του Σπύρου Γιανναρά, ένα πράγμα πρέπει να ειπωθεί. Είναι πολύ λίγοι οι άνθρωποι, οι οποίοι, υπό τις πιεστικές συνθήκες της σύγχρονης λογοτεχνικής παραγωγής και παρά τις μικρές αμοιβές τους, δεν παραδίδουν το κείμενο της μετάφρασης παρά μονάχα όταν είναι βέβαιοι ότι έχουν κάνει ό,τι καλύτερο μπορούσαν. Ο Σπύρος Γιανναράς είναι ένας από αυτούς τους ελάχιστους.
 


Γιάννης Παπαγιάννης