Top menu

Περιεχόμενα Τεύχους 22

Σάμιουελ Μπάτλερ: Lucubratio Ebria

Μεταφράζει ο Γιώργος Λαμπράκος
Έρχεται μια στιγμή κατά το βράδυ, ή κατά τις ήσυχες πρώτες ώρες της αυγής, όπου χαλαρώνουμε και πίνουμε ένα ποτήρι ζεστό ουίσκι με νερό. Δεν θα υπερασπιστούμε αυτήν την πρακτική, ούτε θα τη δικαιολογήσουμε. Τη δηλώνουμε ως ένα γεγονός που οι αναγνώστες αυτού του άρθρου πρέπει να έχουν υπόψιν. Διότι δεν ξέρουμε αν όσα ακολουθούν οφείλονται στην έμπνευση του ποτού ή στην ανακούφιση από την κοπιαστική δουλειά που μας απασχόλησε μες στη μέρα ή σε όποιον άλλο λόγο, αλλά αυτή την ώρα είμαστε επιρρεπείς σε μια προφητική επίδραση που σπάνια βιώνουμε σε άλλες στιγμές. Μας έχει απορροφήσει ένα όνειρο που εμείς οι ίδιοι ξέρουμε πως είναι όνειρο και το οποίο, όπως άλλα όνειρα, δύσκολα μπορούμε να αρθρώσουμε. Ξέρουμε πως ό,τι βλέπουμε είναι κάτι σαν πνευματικά σιαμαία δίδυμα, όπου το ένα είναι η ουσία και το άλλο η σκιά, όμως δεν μπορούμε να απελευθερώσουμε κανένα, δίχως να σκοτώσουμε και τα δύο. Δεν μπορούμε να σκίσουμε βίαια το πέπλο της φαντασίας που σκεπάζει την αλήθεια, συνεπώς παρουσιάζουμε στον αναγνώστη μια σκεπασμένη φιγούρα κι αυτός θα κρίνει και θα διακρίνει τα ρούχα από το σώμα. Η τύχη μιας αλήθειας μοιάζει με την τύχη ενός αστείου, βρίσκεται στο αυτί εκείνου που ακούει. Κάποιοι ενδέχεται να δουν το νυχτερινό μας πόνημα έτσι όπως το βλέπουμε εμείς, ενώ άλλοι ενδέχεται να μη δουν παρά ένα μεθυσμένο όνειρο ή τον εφιάλτη μιας ταραγμένης φαντασίας. Για μας είναι η ομιλία με άγνωστες γλώσσες προς Κορινθίους: (2) δεν μπορούμε να καταλάβουμε εντελώς την ομιλία μας, και συνάμα φοβούμαστε πως δεν θα υπάρχουν αρκετοί ερμηνευτές που να διαπαιδαγωγηθούν με όσα εκφράζουμε. Κι όμως! (Τράβα αμέσως προς το κυρίως σώμα του άρθρου).       Τα άκρα των κατώτερων ζώων δεν έχουν τροποποιηθεί μέσα από ιδία σκόπιμη σκέψη και προμελέτη. Πρόσφατες έρευνες δεν έχουν ρίξει κανένα φως στην καταγωγή της ζωής – στην αρχική δύναμη που εισήγαγε στον κόσμο μια αίσθηση ταυτότητας και μια σκόπιμη ικανότητα. (3) Ωστόσο οι έρευνες δείχνουν σαφέστατα ότι κάθε είδος του ζωικού και φυτικού βασιλείου έχει αποκτήσει την τρέχουσα μορφή του από συγκυρίες και αλλαγές πολλών εκατομμυρίων ετών, συγκυρίες και αλλαγές που το τροποποιημένο πλάσμα δεν ήλεγχε καθόλου και για τον σκοπό των οποίων ήταν εξίσου ασυναίσθητο και αδιάφορο, από δυνάμεις που μοιάζουν αναίσθητες στον πόνο που προξενούν, αλλά που με την αμείλικτα ευεργετική σκληρότητά τους οι θαρραλέοι και οι ισχυροί έρχονται στο προσκήνιο, ενώ οι αδύναμοι και οι ανεπαρκείς μένουν πίσω και χάνονται. Υπήρξε μια ηθική διακυβέρνηση αυτού του κόσμου προτού εμφανιστεί ο άνθρωπος – μια ηθική διακυβέρνηση που ταίριαζε στις ικανότητες των κυβερνωμένων και που, δίχως αυτοί να το αντιλαμβάνονται, έθεσε γρήγορα τα θεμέλια της τόλμης, της αντοχής και της πανουργίας. Τα έθεσε τόσο γρήγορα ώστε έγιναν όλο και πιο κληρονομικά. Ορθά λέει ο Οράτιος “fortes creantur fortibus et bonis”, δηλαδή «οι καλοί άνθρωποι γεννούν καλά παιδιά». Ο κανόνας ίσχυε ακόμα και στη γεωλογική περίοδο: οι καλοί ιχθυόσαυροι γεννούσαν καλούς ιχθυόσαυρους, και δυστυχώς για εμάς θα συνέχιζαν να το κάνουν μέχρι σήμερα αν στο μεταξύ κάποια καλύτερα πλάσματα δεν γεννούσαν καλύτερα πράγματα από ιχθυόσαυρους, πέραν όσων πέθαναν από πείνα, φωτιά ή ταραχές. Οι καλοί πίθηκοι γεννούσαν καλούς πιθήκους, κι όταν επιτέλους η ανθρώπινη νοημοσύνη βάλθηκε σαν όψιμη άνοιξη να μιμηθεί την ημιπιθηκίσια κληρονομιά μας, το πλάσμα έμαθε τον τρόπο με τον οποίον θα μπορούσε προμελετημένα να προσθέτει εξωσωματικά άκρα στα μέλη του σώματός του και να γίνει όχι απλώς ένα σπονδυλωτό θηλαστικό, αλλά επιπροσθέτως ένα πανούργο (4) σπονδυλωτό θηλαστικό.Πρώτα μια ευφυής μαϊμού έμαθε να κρατά ένα ραβδί, και μια χρήσιμη μαϊμού τη μιμήθηκε. Η ανθρώπινη φυλή έμαθε να περπατά όρθια, όπως το μαθαίνει ένα παιδί. Αρχικά μπουσουλά στα τέσσερα, έπειτα σηκώνεται και κρατιέται από όπου μπορεί. Τέλος, στέκει όρθιο μόνο του και περπατά, αλλά για πολύ καιρό έχει αστάθεια. Έτσι, όταν η ανθρώπινη φυλή φορούσε ακόμα το ράσο του γορίλα, κουβαλούσε ένα ραβδί: κουβαλώντας ένα ραβδί για πολλά εκατομμύρια χρόνια, ο άνθρωπος το συνήθισε και απέκτησε την όρθια στάση. Το ραβδί με το οποίο είχε μάθει να περπατά θα χρησίμευε πλέον για να δέρνει τα νεότερα αδέρφια του, ενώ έπειτα βρήκε ότι εξυπηρετεί και ως μοχλός. Ο άνθρωπος έμαθε λοιπόν ότι τα άκρα του σώματός του δεν ήταν τα μόνα άκρα που μπορούσε να ελέγχει. Το σώμα του ήταν ήδη το πιο ευέλικτο που υπήρχε, αλλά θα μπορούσε να το κάνει ακόμα πιο ευέλικτο. Με τη βελτίωση του σώματός του βελτιώθηκε και ο νους του. Έμαθε να αντιλαμβάνεται την ηθική διακυβέρνηση υπό την οποία διατήρησε το φεουδαρχικό αξίωμα της ζωής του – καθώς το αντιλαμβανόταν το συμβολοποιούσε, και μέχρι σήμερα οι ποιητές και οι προφήτες μας πασχίζουν να το συμβολοποιήσουν όλο και πληρέστερα.

Ο νους αναπτυσσόταν επειδή το σώμα αναπτυσσόταν: αντιλαμβανόταν και χειριζόταν περισσότερα πράγματα, που με τον χειρισμό τους γίνονταν οικεία. Αλλά αυτό συνέβη κυρίως επειδή ο άνθρωπος διέθετε χέρια για να τα χειρίζεται. Δίχως χέρια δεν θα υπήρχε χειρισμός, και καμιά μέθοδος κρατήματος και έρευνας δεν συγκρίνεται με το ανθρώπινο χέρι. Η ουρά που έχει ο δίδελφυς είναι συλληπτήρια, μα βρίσκεται πολύ μακριά από τα μάτια του. Η προβοσκίδα του ελέφαντα είναι καλύτερη, και πιθανόν στην προβοσκίδα τους οφείλουν οι ελέφαντες τη σύνεσή τους. Εδώ απέτυχε η μέλισσα, παρά τα φτερά της. Έχει αναπτύξει υψηλό πολιτισμό, αλλά φαίνεται πως η ισορροπία του έχει ήδη επιτευχθεί. Ασφαλώς τα φαινόμενα απατούν, καθώς η μέλισσα αλλάζει, αλλά πιο αργά απ’ όσο ο άνθρωπος μπορεί να το προσέξει. Ωστόσο, η πολύ βαθμιαία φύση της αλλαγής οφείλεται κυρίως στο ότι η σωματική οργάνωση του εντόμου αλλάζει, αλλά επίσης αργά. Τα χέρια της μέλισσας είναι ανεπαρκή, και δεν έχει συλλάβει ποτέ την ιδέα να προσαρτήσει άλλα άκρα στα άκρα του σώματός της, και καθώς ζει λίγο, παραμένει από αιώνα σε αιώνα απαράλλακτη στα ανθρώπινα μάτια. Το σώμα της δεν γίνεται ποτέ πανούργο, ενώ αυτή η νέα φάση του οργανισμού που έχει φέρει ο άνθρωπος στην επίγεια οικονομία τον έχει καταστήσει θανάσιμη παγίδα για τη θεμελίωση ενός μη μεταβαλλόμενου πολιτισμού. Πάντα θα υπάρχουν ορισμένες θεμελιώδεις αρχές, αλλά η ανά τον αιώνα αλλαγή στη σωματική κατάσταση του ανθρώπου, αν συγκριθεί με τα στοιχεία γύρω του, εντείνεται διαρκώς. (5) Ο άνθρωπος είναι μια μεταβαλλόμενη βάση πάνω στην οποία δεν μπορεί να εγκαθιδρυθεί μια ισορροπία συνήθειας και πολιτισμού. Αν δεν υφίσταντο αυτές οι συνεχείς αλλαγές στις σωματικές του δυνάμεις, τις οποίες επιφέρουν τα μηχανικά άκρα του, ο άνθρωπος θα είχε φτάσει εδώ και καιρό στα όρια των δυνατοτήτων του. Θα ήταν ένα πλάσμα εξίσου παγιωμένο με τα μυρμήγκια και τις μέλισσες. Θα είχε μεν αναπτυχθεί, αλλά όχι γρηγορότερα από άλλα ζώα.

Όλα αυτά θα τα βλέπαμε καθαρά, εάν υπήρχε μια φυλή ανθρώπων χωρίς μηχανικές συσκευές. Δεν υπάρχει, ούτε έχει υπάρξει, από όσο ξέρουμε, εδώ και πολλά εκατομμύρια χρόνια. Ο κατώτατος (6) αυστραλιανός άγριος κουβαλά όπλα για μάχη ή για κυνήγι, ενώ εκεί όπου μένει έχει διάφορα σκεύη για το μαγείρεμα και την πόση. Μια φυλή δίχως αυτά τα πράγματα θα ήταν εντελώς ferae naturae [της άγριας φύσης] και καθόλου ανθρώπινη. Δεν μπορούμε να βρούμε κανένα παράδειγμα φυλής που να μη διαθέτει καθόλου εξωσωματικά άκρα, αλλά στην περίπτωση των Κινέζων μπορούσε να δούμε ότι ένας πολιτισμός, όταν δεν μπορεί να επινοήσει νέα άκρα, παγιώνεται όσο και ο πολιτισμός των μυρμηγκιών. Μεταξύ των άγριων φυλών παρατηρούμε πως λίγα εργαλεία είναι καθαυτό ανθρώπινα. Τέτοιες φυλές αναπτύσσονται μονάχα pari passu [συγχρόνως και στον ίδιο βαθμό] με τα πλάσματα με τα οποία τρέφονται.

Είναι λάθος λοιπόν να δεχτούμε την άποψη του συγγραφέα ενός παλαιότερου άρθρου, (7) δηλαδή να εκλαμβάνουμε τις μηχανές ως ταυτότητες, να τις ζωοποιούμε και να περιμένουμε τον τελικό τους θρίαμβο επί της ανθρωπότητας. Οι μηχανές πρέπει να θεωρούνται ο τρόπος εξέλιξης με τον οποίον ο ανθρώπινος οργανισμός αναπτύσσεται ξεχωριστά, και κάθε νέα εφεύρεση πρέπει να θεωρείται ένα επιπλέον μέλος στις πηγές του ανθρώπινου σώματος. Εδώ έγκειται η θεμελιώδης διαφορά μεταξύ του ανθρώπου και των κατώτερών του. Σε ό,τι αφορά τη σάρκα και το αίμα, τις αισθήσεις, τις ορέξεις και τα αισθήματά του, υπάρχει διαφορά βαθμού και όχι είδους, αλλά σε ό,τι αφορά τη σκόπιμη εφεύρεση μιας τέτοιας ενότητας άκρων, όπως είναι για παράδειγμα το τρένο –αυτό το τεράστιο πόδι που ανήκει σε πεντακόσια άτομα συγχρόνως–, ο άνθρωπος ξεχωρίζει εντελώς.

Προς επίρρωση των απόψεων που αφορούν τον μηχανισμό που υποστηρίξαμε παραπάνω, πρέπει να θυμόμαστε πως οι άνθρωποι δεν είναι μόνο τέκνα των γονιών τους, αλλά τους γεννούν και οι θεσμοί της κατάστασης των μηχανικών επιστημών υπό τους οποίους γεννιούνται και ανατρέφονται. Αυτοί μας έχουν κάνει ό,τι είμαστε. Είμαστε τέκνα του άροτρου, του φτυαριού και του καραβιού. Είμαστε τέκνα της διευρυμένης ελευθερίας και γνώσης που έχει διαδώσει η τυπογραφία. Οι πρόγονοί μας πρόσθεσαν αυτά τα πράγματα στα προϋπάρχοντα μέλη τους. Τα νέα άκρα διατηρήθηκαν με βάση τη φυσική επιλογή και ενσωματώθηκαν στην ανθρώπινη κοινωνία. Η καταγωγή τους οφείλεται σε τροποποιήσεις, και έτσι εξηγείται η διαφορά μας από τους προγόνους μας. Με βάση τους θεσμούς και την επιστημονική κατάσταση, υπό την οποία γεννιέται ένας άνθρωπος, καθορίζεται το αν θα έχει τα άκρα ενός αυστραλιανού άγριου ή τα άκρα ενός Άγγλου του 19ου αιώνα. Ο πρώτος διαθέτει ελάχιστα, πέρα από μια χλαίνη κι ένα δόρυ, ενώ ο δεύτερος αλλάζει την εμφάνισή του με βάση τις καιρικές αλλαγές, την ηλικία και την αύξηση ή μείωση του πλούτου. Αν βρέχει, κουβαλά ένα όργανο που ονομάζεται ομπρέλα και έχει σχεδιαστεί για να προστατεύει είτε τα ρούχα του, είτε τα πνευμόνια του από τις επιβλαβείς επιπτώσεις της βροχής. Το ρολόι του είναι για εκείνον σημαντικότερο από τα μαλλιά του, και σίγουρα από τα γένια του. Επιπλέον κουβαλά έναν σουγιά και μια κασετίνα με μολύβια. Η μνήμη του καταλήγει σε ένα σημειωματάριο. Γίνεται πιο πολύπλοκος όσο μεγαλώνει, οπότε και θα τον δούμε να φορά γυαλιά, ίσως ακόμα και μασέλα ή περούκα. Όμως, αν είναι ένα πραγματικά ανεπτυγμένο είδος της φυλής, θα έχει εφοδιαστεί με ένα μεγάλο κουτί πάνω σε ρόδες, δύο άλογα και έναν αμαξά.

Αν αφήσουμε τον αναγνώστη να σκεφτεί τις τελευταίες παρατηρήσεις, θα δει ότι οι κύριες ποικιλίες και υποποικιλίες της ανθρώπινης φυλής δεν βρίσκονται στους νέγρους, τους Κιρκάσιους, τους Μαλαϊανούς ή τους γηγενείς Αμερικανούς, αλλά στους πλούσιους και τους φτωχούς. Η διαφορά στη σωματική οργάνωση ανάμεσα σε αυτά τα δύο είδη ανθρώπου είναι πολύ μεγαλύτερη από αυτήν που υπάρχει ανάμεσα στους λεγόμενους ανθρώπινους τύπους. Ο πλούσιος μπορεί να πάει από εδώ στην Αγγλία όποτε του αρέσει, (8) ενώ τα πόδια των άλλων, λόγω μιας αόρατης μοίρας, δεν μπορούν να τους μεταφέρουν πέρα από κάποια στενά όρια. Οι πλούσιοι και οι φτωχοί δεν έχουν ακόμα κατανοήσει τη φιλοσοφία του πράγματος, ούτε παραδέχονται πως αυτός που μπορεί να προσαρτήσει ένα καράβι στην ταυτότητά του είναι ένα πολύ πιο οργανωμένο ον από εκείνον που δεν μπορεί. Εντούτοις το γεγονός είναι προφανές, αν το σκεφτούμε καλά, αρκεί να δούμε τον σεβασμό με τον οποίο τόσο συχνά μεταχειριζόμαστε όσους είναι πλουσιότεροι από μας. Συνήθως παρατηρούμε τους ανθρώπους (με λίγες, ωστόσο, ανώμαλες εξαιρέσεις) να εντυπωσιάζονται από την ανώτερη οργάνωση εκείνων που έχουν χρήματα. Είναι λάθος να αποδίδουμε αυτόν τον σεβασμό σε κάποιο ανάξιο κίνητρο, αφού το αίσθημα είναι απολύτως εύλογο και πηγάζει από κάποιες από τις υψηλότερες ορμές της φύσης μας. Είναι το ίδιο είδος στοργικής ευλάβειας που νιώθει ένας σκύλος για τον άνθρωπο, και όχι σπάνια εκδηλώνεται με παρόμοιο τρόπο.

Παραδεχόμαστε πως αυτές οι τελευταίες προτάσεις είναι αμφιλεγόμενες, και δεν επιθυμούμε να δεσμευτούμε αμετάκλητα στα αισθήματα που εκφράζουν. Αλλά θα πούμε αυτό με σιγουριά, ότι δηλαδή ο πλούσιος είναι ο αληθινός εκατόγχειρος Γύης των ποιητών. (9) Κατέχει όλα τα άκρα που βρίσκονται στα ύψη της πολυτέλειας, και μπορούμε να δηλώσουμε με απόλυτη επιστημονική ακρίβεια ότι οι Ρότσιλντ είναι οι πιο εντυπωσιακοί οργανισμοί που έχει δει ποτέ ο πλανήτης. Διότι στα νεύρα ή τους ιστούς, ή σε ό,τι τέλος πάντως ανταποκρίνεται στο πηδάλιο των επιθυμιών ενός πλούσιου, υπάρχει ένας ολόκληρος στρατός από επισυνάψιμα άκρα, ορατά και αόρατα. Ο πλούσιος μπορεί να υπολογιστεί με βάση την ιπποδύναμη, τον αριθμό των ποδόλιτρων (10) που μπορεί να κινητοποιήσει με τα χρήματά του. Ποιος λοιπόν θα αρνηθεί ότι ένας άνθρωπος του οποίου η βούληση αντιπροσωπεύει την κινητήρια δύναμη χιλίων αλόγων διαφέρει κατά πολύ από έναν άνθρωπο που ισοδυναμεί με τη δύναμη ενός και μόνο αλόγου;

Επομένως, αντί να λέμε ότι ένας άνθρωπος έχει δυσκολίες, ας λέμε ότι η οργάνωσή του βρίσκεται σε κάμψη, ή, αν θέλουμε να τα πάει καλά, ας ελπίσουμε πως θα αναπτύξει πολλά άκρα. Μην ξεχνάμε πως ασχολούμαστε μόνο με σωματικές οργανώσεις. Δεν λέμε πως ένας άνθρωπος με χίλια άλογα είναι καλύτερος από έναν άνθρωπο με ένα άλογο, λέμε απλώς ότι έχει υψηλότερη οργάνωση και ότι αυτό πρέπει να το αναγνωρίζουν οι κορυφαίοι επιστήμονες της εποχής. (11) Η βούληση ενός ανθρώπου, η αλήθεια, η αντοχή, είναι επίσης τμήματα του εαυτού του, και μπορεί, όπως στην περίπτωση του μακαρίτη κ. Κόμπντεν, (12) να ενέχουν μια δύναμη ίση με όλη την ιπποδύναμη που έχουν υπό την επιρροή τους. Αν όμως ασχολούμασταν με αυτό το κομμάτι του ζητήματος, δεν θα τελειώναμε ποτέ, και αναγκαζόμαστε να αφήσουμε απρόθυμα το όνειρό μας στην παρούσα αποσπασματική του κατάσταση.

Επίμετρο
«Μέσα» στον Μπάτλερ και τον Μακλούαν


Πρώτα κατασκευάζουμε εργαλεία
και ύστερα αυτά μας κατασκευάζουν
Μ. Μακλούαν

Το 1964 ο καναδός καθηγητής Μάρσαλ Μακλούαν (1911-80) δημοσίευσε το Understanding Media, (13) που τον κατέστησε παγκοσμίως γνωστό ως τον επιφανέστερο ιστορικό και θεωρητικό των μέσων. Ο Μακλούαν υποστήριζε πως κάθε ανθρώπινη δημιουργία, από τη γλώσσα και τα πρώτα εργαλεία έως τους υπολογιστές, είναι ένα μέσο που προεκτείνει τις αισθήσεις του ανθρώπου (εξού και ο υπότιτλος: Οι προεκτάσεις του ανθρώπου). Κατά την περίφημη διατύπωσή του, «το μέσο είναι το μήνυμα», δηλαδή κάθε μέσο είναι πρωτίστως μια δομική, και δευτερευόντως μια περιεχομενική, προέκταση του ανθρώπου στον κόσμο. Σύμφωνα με τον Μακλούαν, η μηχανική εποχή προέκτεινε το σώμα τοπικά, η ηλεκτρική εποχή προεκτείνει όλο το νευρικό σύστημα πλανητικά (στο «παγκόσμιο χωριό»), ενώ πλησιάζει (αν δεν έχει φτάσει ήδη…) η ηλεκτρονική εποχή της «τεχνολογικής προσομοίωσης της συνείδησης».  
Τι συμβαίνει με τη σχέση ανθρώπου-τεχνολογίας; Σύμφωνα με τον Μακλούαν, η τεχνολογία δεν βρίσκεται κάπου έξω, αλλά «είναι μέρος του σώματός μας», μέρος που μεταβάλλει ό,τι ακουμπά, που έχει «το άγγιγμα του Μίδα». Η μηχανοποίηση είναι η «μετάφραση της φύσης, και της ιδίας φύσης μας, σε ενισχυμένες και εξειδικευμένες μορφές». Ο Δυτικός άνθρωπος κυριάρχησε επειδή «διέσπασε κάθε είδος εμπειρίας σε ομοιόμορφες μονάδες προκειμένου να παραγάγει ταχύτερη δράση και αλλαγή της μορφής (εφαρμοσμένη γνώση)». Ο Μακλούαν γράφει ότι «οι μετασχηματισμοί της τεχνολογίας έχουν τον χαρακτήρα της οργανικής εξέλιξης επειδή όλες οι τεχνολογίες είναι προεκτάσεις της σωματικής ουσίας μας». Σε γενικές γραμμές, τα ίδια υποστηρίζει στο παρόν άρθρο, ακριβώς έναν αιώνα πριν από το Understanding Media, και ο σπουδαίος άγγλος λογοτέχνης, φιλόσοφος, θεωρητικός της εξέλιξης και μεταφραστής Σάμιουελ Μπάτλερ (1835-1902). Αναφερόμενος μάλιστα στο γνωστότερο έργο του Μπάτλερ, το πρωτοπόρο σατιρικό μυθιστόρημα φαντασίας Έρεβον (1872), ο Μακλούαν γράφει: «ο άνθρωπος εμφανίζεται ως το αναπαραγωγικό όργανο του τεχνολογικού κόσμου, ένα γεγονός που ο Σάμιουελ Μπάτλερ δήλωσε κατά παράδοξο τρόπο στο Έρεβον». Γιατί όμως ο Μακλούαν κάνει λόγο για «παράδοξο τρόπο»;Ο Μπάτλερ διάβασε τη δαρβίνεια Καταγωγή των ειδών (1859) και εντυπωσιάστηκε, καθώς ήταν μια θεωρία που εξηγούσε επιστημονικά την εξέλιξη των ειδών στον αγώνα τους για επιβίωση, μια εξέλιξη που γίνεται μέσω φυσικής επιλογής, βαθμιαίων τροποποιήσεων και παραλλαγών, χωρίς να έχει ανάγκη τη θεία επέμβαση. Ωστόσο, στη συνέχεια ο Μπάτλερ αντιτάχθηκε στην ιδέα μιας εξέλιξης δίχως καμιά σκοπιμότητα, ενώ προσπάθησε να εισαγάγει στοιχεία λαμαρκιανής κληρονομικότητας, δηλαδή σκόπιμων επιλογών του ανθρώπου. (14) Στο παρόν άρθρο ο Μπάτλερ υποστηρίζει πως ό,τι φτιάχνει ο άνθρωπος είναι ένα επιπλέον «άκρο» του, μια προέκταση της φύσης του, που του προσδίδει επιπλέον δυνατότητες, ιδίως μάλιστα αν κατέχει πλούτο και έχει γεννηθεί σε μια τεχνολογικά ανεπτυγμένη χώρα. Αυτό δεν καθιστά τον τεχνολογικό άνθρωπο νοητικά «ανώτερο» ή «καλύτερο», αλλά σωματικά πιο «οργανωμένο». Ας σκεφτούμε, π.χ., πώς νιώθουμε όταν χάνουμε ξαφνικά χρήματα, ανεξάρτητα αν έγινε από ατύχημα, κλοπή ή λάθος μας: έχουμε πράγματι μια αίσθηση ακρωτηριασμού των επιπλέον άκρων μας, των επιπλέον δυνατοτήτων μας.

Σήμερα, ενάμιση αιώνα μετά το άρθρο του Μπάτλερ, ο πλουσιότερος και επιδραστικότερος άνθρωπος του κόσμου δεν είναι ούτε εφοπλιστής, ούτε πετρελαιάς, ούτε τραπεζίτης, ούτε βασιλιάς, αλλά κατασκευαστής και πωλητής λογισμικού. Εικάζουμε πως αν ζούσε σήμερα, ο Μπάτλερ θα έγραφε για τον Μπιλ Γκέιτς, όπως έγραψε για τους τραπεζίτες Ρότσιλντ, ότι είναι «ο πιο εντυπωσιακός οργανισμός» του πλανήτη. (Εδώ, όπως παντού, ο διάχυτος σατιρικός τόνος του Μπάτλερ, σήμα κατατεθέν της γραφής του, του επιτρέπει να διατηρεί κριτική απόσταση από όσα γράφει, χωρίς αυτό να σημαίνει πως δεν τα εννοεί.) Από την άλλη, βέβαια, ως διαπρεπής άνθρωπος των γραμμάτων, ο Μπάτλερ ενδέχεται να ταυτιζόταν με τον Μπόρχες, που σε μια διάλεξή του το 1978 είπε τα εξής: «Απ’ όλα τα εργαλεία του ανθρώπου, το πιο εκπληκτικό είναι, χωρίς αμφιβολία, το βιβλίο. Τα άλλα είναι προεκτάσεις του σώματός του. Το μικροσκόπιο και το τηλεσκόπιο είναι προεκτάσεις της όρασής του• το τηλέφωνο, προέκταση της φωνής του• έχουμε επίσης το αλέτρι και το ξίφος, που είναι προεκτάσεις του χεριού του. Το βιβλίο, όμως, είναι άλλο πράγμα: το βιβλίο είναι προέκταση της μνήμης και της φαντασίας του». (15)

Ο Μπάτλερ είχε ασχοληθεί ξανά με το ζήτημα της εξέλιξης του ανθρώπου και της σχέσης του με τις μηχανές (βλ. το άρθρο του «Ο Δαρβίνος μεταξύ των μηχανών», 1863), (16) ζήτημα στο οποίο έμελλε να αφιερώσει μεγάλο μέρος του έργου του. Στο άρθρο του «Ο Δαρβίνος μεταξύ των μηχανών» ο Μπάτλερ υποστήριζε τη μάχη μεταξύ ανθρώπων και μηχανών για την επί γης κυριαρχία, που θα κριθεί υπέρ των μηχανών. Το κατά Μακλούαν «παράδοξο» έγκειται στο γεγονός ότι πρόκειται για μια μάχη που είναι με το μέρος των μηχανών επειδή αυτές «εξελίσσονται» (προφανώς με την αρωγή του ανθρώπου) πιο γρήγορα από τον ίδιο τον άνθρωπο. Απεναντίας, στο παρόν άρθρο (με το οποίο θα συμφωνούσε ο Μακλούαν) ο Μπάτλερ εκλαμβάνει τις μηχανές ως τα άκρα που σκόπιμα έχει επινοήσει και προσαρτήσει πάνω του ο άνθρωπος κατά την εξέλιξή του. Οι μηχανές, όχι μόνο δεν είναι πλέον αντίπαλοι, αλλά είναι οι κατεξοχήν σύμμαχοι των ανθρώπων στην επί γης κυριαρχία τους. (17)

Αντιφάσκουν οι δύο θέσεις; Ο Λιούις Μάμφορντ, στον Μύθο της μηχανής, υποστήριξε ότι ο Μπάτλερ «ήταν ο πρώτος που είδε καθαρά ότι, αν η θεωρία της εξέλιξης του Δαρβίνου ήταν σωστή, δεν μπορούσε αυθαίρετα να περιοριστεί στη φυσική εξέλιξη του ανθρώπου», αλλά έπρεπε να επεκταθεί και στο βασίλειο των μηχανών (στο «Ο Δαρβίνος μεταξύ των μηχανών»). Έπειτα ο Μπάτλερ, αφού «προέβλεψε επακριβώς αυτό που πραγματικά συμβαίνει σήμερα», μάλλον τρόμαξε με την πρότασή του να καταστραφούν εσκεμμένα όλες οι μηχανές και υποστήριξε (στο «Lucubratio Ebria») τη θεωρία για τις μηχανές ως προεκτάσεις. Τέλος, ο Μπάτλερ συμβίβασε τις δύο οπτικές (στο Έρεβον), υποστηρίζοντας ότι είναι μάλλον καλό να υπάρχουν κάποιες μηχανές ώστε να προεκτείνονται οι ανθρώπινες ικανότητες, αλλά όχι και τόσο πολλές μηχανές ώστε να καταλήξουν να αντικαταστήσουν τις ανθρώπινες λειτουργίες, καθιστώντας τον άνθρωπο περιττό, ή έστω ωφέλιμο μόνο για να διαιωνίζει τις μηχανές. (18)Ένα ζήτημα που τίθεται είναι το εξής: για να μπορούμε να κρίνουμε ποιες μηχανές αντικαθιστούν ποιες ανθρώπινες λειτουργίες (και συνεπώς τις καθιστούν περιττές), πρέπει να έχουμε μια σαφή θέση για το τι ήταν ο άνθρωπος πριν από τις μηχανές. Τέτοιες ουσιοκρατικές θέσεις υπάρχουν πολλές, αλλά όλες έχουν δεχτεί σφοδρή κριτική, ιδίως από τη νεωτερικότητα και μετά. Γενικότερα μιλώντας, υπάρχουν όρια, και αν ναι ποια μπορεί να είναι, μεταξύ «οργανικού/ φυσικού» (άνθρωπος) και «ανόργανου/ τεχνητού» (μηχανή); Εδώ δεν υπάρχει χώρος για ανάλυση αυτού του τρομακτικά πολύπλοκου ζητήματος. Εν γένει, πάντως, θα ήταν τραγικό σφάλμα να στοχαζόμαστε τον άνθρωπο ανεξάρτητα από την εξέλιξη των μηχανών που ο ίδιος επινόησε, και με τις οποίες «επινοείται» και ο ίδιος διαρκώς. Ένα ζήτημα, λοιπόν, είναι το πόσο και πώς αλλάζει η ανθρώπινη συνείδηση στις αλληλεπιδράσεις της με τις μηχανές, καθώς και με αυτό που ο Ζακ Ελλύλ ονομάζει «τεχνικό σύστημα».Ωστόσο, η κότα δεν γίνεται χωρίς αυγό, ούτε το αυγό χωρίς κότα (ή, όπως γράφει ο Μπάτλερ, «μια κότα είναι απλώς ο τρόπος που έχει ένα αυγό για να κάνει ένα άλλο αυγό»). Ένα πιο προχωρημένο ζήτημα αφορά λοιπόν στο κατά πόσο ένα αυγό μπορεί μια μέρα να ανεξαρτητοποιηθεί από την κότα και να αρχίσει να «γεννά» άλλα ζώα, άλλα πράγματα, άλλα… τι; Πρόκειται για το ζήτημα της τεχνητής νοημοσύνης των μηχανών, μιας νοημοσύνης που ενδέχεται κάποτε να ξεφύγει εντελώς από τη συνάφειά της με τη βιολογική νοημοσύνη και να δρα αφ’ εαυτού της, φτάνοντας μια μέρα στο σημείο να ρωτήσει τον άνθρωπο: «Ώστε ακόμα πιστεύεις ότι η φυσική νοημοσύνη είναι ανώτερη;» (19)

Γιώργος Λαμπράκος

 

Σημειώσεις:
1.Ο λατινικός τίτλος του κειμένου του Μπάτλερ σημαίνει: «Γράφοντας νύχτα και μεθυσμένος».
2.Βλ. Αποστόλου Παύλου, Προς Κορινθίους: Αʹ 14.
3.Εδώ ο Μπάτλερ αναφέρεται στον Δαρβίνο, που ναι μεν κατόρθωσε να εξηγήσει την εξέλιξη της ζωής, αλλά όχι την προέλευση της ζωής. Όπως παραδέχεται η Janet Browne, βιογράφος του Δαρβίνου και καθηγήτρια στο Χάρβαρντ, «το μεγάλο κενό στο βιβλίο του [Δαρβίνου, εννοεί την Καταγωγή των ειδών] ήταν ότι δεν εξηγούσε την προέλευση των παραλλαγών ούτε τη διεργασία της κληρονομικότητας» (Βλ. το έργο της: Δαρβίνος, Η βιογραφία της θεωρίας της εξέλιξης, μτφρ. Άσπα Γολέμη, εκδ. Ελληνικά Γράμματα, 2007, σ. 138).
4.Machinate: ο Μπάτλερ χρησιμοποιεί σκόπιμα το επίθετο του ίδιου ρήματος, που σημαίνει «μηχανεύομαι», δηλαδή «επινοώ», ώστε να διατηρείται η συγγένεια της έννοιας της «επινόησης» με τη «μηχανή». Στα ελληνικά υπάρχει η μετοχή «μηχανεμένος», που σημαίνει «πανούργος», αλλά δεν χρησιμοποιείται.
5.Οι εκ Δαρβίνου προερχόμενες εικασίες του Μπάτλερ είναι πλέον επιστημονικά αποδεδειγμένες: τα είδη δεν εξελίχτηκαν και δεν εξελίσσονται με την ίδια ταχύτητα. Όπως γράφει ο Ρίτσαρντ Ντόκινς, «οι σαύρες έχουν αλλάξει λιγότερο από την εποχή της [εννοεί μιας κοινής προγόνου μας πριν από 310 εκατομμύρια χρόνια] σε σύγκριση, για παράδειγμα, με τα θηλαστικά» (Βλ. Η μαγεία της πραγματικότητας, μτφρ. Νίκος Αποστολόπουλος, εκδ. Τραυλός, 2011, σ. 48).
6.Επειδή αρκετοί Δυτικοί διανοούμενοι του 19ου αιώνα ήταν ρατσιστές, σπεύδουμε να διευκρινίσουμε αυτό που ούτως ή άλλως θα διευκρινίσει στο τέλος ο Μπάτλερ: χαρακτηρισμοί όπως «ανώτερος» και «κατώτερος» δεν αφορούν τις εγγενείς, βιολογικές και κληρονομήσιμες, νοητικές ικανότητες μιας φυλής ή μιας ομάδας, αλλά τη χρήση «νέων και εξελιγμένων» ή «παλαιών και παραδοσιακών» μέσων αντίστοιχα. Όπως επισημαίνει ο ιστορικός Μάικλ Άντας στο πέμπτο κεφάλαιο του κατατοπιστικού βιβλίου του Ανδρών μέτρον μηχανή: Επιστήμη, τεχνολογία και ιδεολογίες δυτικής κυριαρχίας (μτφρ. Γιάννης Σκαρπέλος, Νεφέλη, 2003), στο μεγαλύτερο μέρος του 19ου αιώνα οι Ευρωπαίοι (αποικιοκράτες και μη) δεν ήταν «φυλετικά ρατσιστές» με την έννοια ότι θεωρούσαν τη λευκή φυλή ως εγγενώς ανώτερη των άλλων, αλλά «πολιτισμικά σοβινιστές», δηλαδή θεωρούσαν ότι οι ίδιοι έχουν αναπτύξει έναν τεχνολογικό και επιστημονικό πολιτισμό που είναι μεν ανώτερος, αλλά τον οποίον όλοι έχουν την ικανότητα να υιοθετήσουν και να εξελίξουν. Και στις δύο περιπτώσεις, βέβαια, ως βασικό μέτρο της ανθρώπινης αξίας έθεταν οι ίδιοι (και επέβαλαν συνήθως διά της βίας) την τεχνολογική και επιστημονική εξέλιξη. Στην κατηγορία του «πολιτισμικού σοβινιστή» ανήκε ο ίδιος ο Δαρβίνος, που ωστόσο συμμετείχε στο κίνημα κατά της δουλείας. (Βλ. το βιβλίο του καθηγητή γενετικής Gabriel Dover, Αγαπητέ κύριε Δαρβίνε, μτφρ. Χάρης Καζλαρής, Τραυλός, 2006, σσ. 192-5). Εδώ ο Μπάτλερ περιγράφει ένα αναμφισβήτητο γεγονός (δηλαδή, όσο περισσότερα είναι τα μέσα προέκτασης, τόσο περισσότερες είναι οι δυνατότητες) παρά το αξιολογεί.
7.Εννοεί τον εαυτό του και το δοκίμιό του «Ο Δαρβίνος μεταξύ των μηχανών» (1863). Κι όμως, ο Μπάτλερ μάλλον δεν έκανε λάθος, όπως θα δούμε και στο επίμετρο. Ο κορυφαίος ιστορικός και θεωρητικός των πολιτισμών Λιούις Μάμφορντ υποστηρίζει το 1966 ότι η τάση γρηγορότερης εξέλιξης των μηχανών σε σχέση με τους ανθρώπους «προβλέφτηκε σωστά από τον σατιρικό συγγραφέα Samuel Butler, εδώ και έναν αιώνα: αλλά μόνο τώρα τα όσα φαντάστηκε πάνε να γίνουν σκληρή πραγματικότητα» (βλ. τη συλλογή δοκιμίων Η φωτιά του Προμηθέα, μτφρ. Ζ. Σαρίκας, Νησίδες, 1998, σ. 9).
8.Ο Μπάτλερ έχει γράψει το άρθρο στην Αγγλία, αλλά έχει μόλις επιστρέψει από την τετραετή παραμονή του στη Νέα Ζηλανδία, όπου διατηρούσε μια φάρμα με πρόβατα.
9.Οι Εκατόγχειρες (Βριάρεως, Κόττος και Γύης) ήταν μυθολογικοί Γίγαντες με εκατό χέρια και πενήντα κεφάλια, γιοι του Ουρανού και της Γαίας.
10.Μονάδα ενέργειας που ισοδυναμεί με το έργο το οποίο παράγεται από την ανύψωση βάρους μιας λίτρας σε ύψος ενός ποδιού.
11.Σε αυτή την πρόταση φαίνεται καθαρά ότι για τον Μπάτλερ η όποια ανισότητα μεταξύ ανθρώπων, φυλών κ.λπ. δεν είναι ανισότητα φυλετική, εθνική κ.λπ. αλλά ανισότητα αμιγώς τεχνική και οικονομική.
12.Πιθανή αναφορά στον άγγλο έμπορο, οικονομολόγο και πολιτικό Ρίτσαρντ Κόμπντεν (1804-65), που πέθανε τη χρονιά που ο Μπάτλερ εξέδωσε το άρθρο του.
13.Έκδοση: The MIT Press, 1994. Τα αποσπάσματα σε δική μας μετάφραση.
14.Όπως γράφει η Browne (ό.π., σ. 106): «ο Δαρβίνος δεν αναγνώριζε στους οργανισμούς του κανέναν μελλοντικό σκοπό, καμία τελεολογία ή θεϊκή δύναμη που να τους έλκει προς τα εμπρός […] Κατά την άποψη του Δαρβίνου, οι οργανισμοί μεταβάλλονται τυχαία». Σε αυτές τις θέσεις άσκησε κριτική ο Μπάτλερ: «Οι απόψεις του Μπάτλερ», γράφει η Browne, «εναρμονίζονταν με την αυξανόμενη διαμάχη γύρω από τη σχετικότητα του ρόλου της κληρονομικότητας και του περιβάλλοντος, όχι μόνο στη βιολογική θεωρία αλλά και στην κατανόηση της ανθρώπινης νοητικής ανάπτυξης από το παιδί ως τον ενήλικο καθώς και στη δομή της κοινωνίας». (ό.π., σ. 164).
15.«Το βιβλίο», βλ. Χόρχε Λουίς Μπόρχες, Δοκίμια, μτφρ. Αχιλλέας Κυριακίδης, Ελληνικά Γράμματα, 2007, σ. 410.
16.Σε μετάφρασή μας στον ιστότοπο www.logotexnia21.blogspot.com, μαζί με το επίμετρό μας: «Ο Μπάτλερ μεταξύ των μηχανόψειρων».
17.Η συνέχεια ζώου-ανθρώπου-μηχανής έχει 3 προϋποθέσεις: 1/ Ο άνθρωπος είναι ένα ζώο, εξέλιξη των άλλων ζώων (Δαρβίνος) 2/ Τα ζώα είναι (ζωικές) μηχανές, συνεπώς το ίδιο και ο άνθρωπος, μόνο με διαφορά βαθμού (Ντεκάρτ, Χάξλεϊ), 3/ Ο άνθρωπος φτιάχνει μηχανές, δηλαδή συνειδητές εκδοχές της ζωικής μηχανής, και πάλι μόνο με διαφορά βαθμού. Αν αυτά ισχύουν, τότε βρισκόμαστε σε ένα εξελικτικό συνεχές στο οποίο οι μηχανές είναι ένα νέο, και πιθανόν προχωρημένο, είδος. (Βλ. Bruce Mazlish, “Butler’s Brainstorm”, στο D. Tofts, A. Jonson, A. Cavallaro (ed.), Prefiguring Cyberculture, The MIT Press, 2002, p. 238-9). Όπως ορθά γράφει ο Mazlish: «η θεμελιώδης αντίρρηση [του Μπάτλερ] στον Δαρβίνο ήταν ότι άδειασε το σύμπαν από νόηση».
18.Λιούις Μάμφορντ, Ο μύθος της μηχανής (τόμος Βʹ, «Το πεντάγωνο της ισχύος»), μτφρ. Βασίλης Τομανάς, Νησίδες, 2005. σσ. 171-4. Ο Μάμφορντ δεν φείδεται επαίνων για την ανεπανάληπτη διαίσθηση του Μπάτλερ. Γράφει ότι ο Μπάτλερ ήταν «προφητικός» και ότι διατύπωσε την «πιο ρεαλιστική πρόβλεψη των συμβάντων, των θεσμών και της νοητικής κατάστασης που αντιμετωπίζουμε σήμερα».
19.Περισσότερα για την τεχνητή νοημοσύνη στο εξαίρετο βιβλίο του George B. Dyson, Darwin among the machines. The evolution of global intelligence, Basic Books, 1997. Ο Dyson αφιερώνει ένα ολόκληρο κεφάλαιο στις ρηξικέλευθες και προβοκατόρικες ιδέες του Μπάτλερ, πρεσβεύοντας πως ο Μπάτλερ «πρόβλεψε την εξέλιξη, ίσως όχι στον τόσο προχωρημένο βαθμό που τη φαντάστηκε, αυτού του φαινομένου που βρίσκεται κάπου μεταξύ μηχανισμού και οργανισμού, που τώρα εκδηλώνεται ως ο Παγκόσμιος Ιστός» (p. 33). Ο Dyson εξηγεί τις διάφορες θεωρίες περί εξέλιξης (περί «ρολογιού») με την αναλογία του «ωρολογοποιού», της μεταφοράς που χρησιμοποίησε ο φυσιοκράτης θεολόγος Ουίλιαμ Πέιλι το 1802 για τον Θεό. «Συγκρίνοντας τα ρολόγια, βρίσκουμε ότι το ρολόι του Μπάτλερ σχεδιάστηκε από μέσα, το ρολόι του Πέιλι σχεδιάστηκε απέξω, ενώ το ρολόι του Δαρβίνου σχεδιάστηκε από τη συσσώρευση συμπτώσεων μες στον χρόνο» (p. 189). Δηλαδή έχουμε: σκοπιμότητα χωρίς Θεό (Μπάτλερ), σκοπιμότητα με Θεό (Πέιλι), τυχαιότητα με αγνωστικισμό (Δαρβίνος). Ο «αγνωστικισμός» ήταν η λέξη που επινόησε ο στενός φίλος και θιασώτης του Δαρβίνου, ο Τόμας Χάξλεϊ, για να χαρακτηρίσει, μεταξύ άλλων, τη δαρβίνεια στάση.