Top menu

Περιεχόμενα Τεύχους 5

Ρετρό : "Ποιήματα" της Άννας Αχμάτοβα

της Ανθής Ντάρδη

“Μισή καλόγρια, μίση πόρνη”, αυτός είναι ο χαρακτηρισμός που αποδίδει ο κριτικός  Μπόρις Αϊκενμπάουμ στη κορυφαία ρωσίδα ποιήτρια Άννα Αχμάτοβα. Κατά πόσο η συγκεκριμένη φράση μπορεί να φανερώνει την αλήθεια, τον λυρισμό, την αγωνιστικότητα και την δύναμη της ποιήτριας είναι στην προσωπική κρίση του καθενός από τους αναγνώστες της.

Η Άννα Αχμάτοβα αποτελεί μια σπουδαία ποιητική πένα. Έχει τη μορφή μιας  δυναμικής, ανεξάρτητης, ρομαντικής, πραγματίστριας αλλά και οραματίστριας γυναίκας. Μιας γυναίκας που βίωσε δραματικά γεγονότα , τα κατέγραψε με τον δικό της τρόπο πάνω στο χαρτί και τα άφησε παρακαταθήκη στις επόμενες γενιές.

"Ρέκβιεμ"… "Ποίημα δίχως ήρωα"… και "Οι ελεγείες του Βορρά" είναι τρεις ποιητικές συλλογές της Αχμάτοβα που παρουσιάζονται μέσα από αρκετά προσεγμένη και καλαίσθητη έκδοση του οίκου "Μικρή Άρκτος" . Την απόδοση των ποιημάτων έχει πραγματοποιήσει ο Γ. Αντιόχου, ενώ την επιμέλεια του έργου είχαν οι Ε. Παναγιώτου και Γ. Καραγιάννη. 

Ψυχρός πόλεμος, πτώση της τσαρικής κυβέρνησης, Στάλιν και Λένιν σε κυβερνητικούς θώκους,  Ρωσικός εμφύλιος πόλεμος ήταν μερικά από τα γεγονότα που έζησε η ποιήτρια της μνήμης…η Αχμάτοβα. Όλα αυτά ανακατεμένα με το άρωμα προσωπικών δυσκολιών , ερωτικών απογοητεύσεων και αναταραχών και σοβαρών οικογενειακών κλυδωνισμών. 

Η Αχμάτοβα θρηνεί για την πολιτική και κοινωνική κατάσταση της πατρίδας  στο "Ρέκβιεμ". Μιας πατρίδας που δεν εγκαταλείπει όμως,  στέκεται, παλεύει και υποφέρει μαζί με τον λαό της.  Το "Ρέκβιεμ" είναι μια επική σύνθεση γεμάτη θυμό, αγανάκτηση, οργή και απέραντη θλίψη για μια πατρίδα που λεηλατείται παρατημένη στο έλεος των "ιδεατών" πολιτικών αγώνων.  Η κραυγή της ποιήτριας μπλέκεται με τις φωνές των απλών ανθρώπων και δημιουργείται μια σπαρακτική πραγματικότητα. Μέσα στη συλλογή αυτή αντικατοπτρίζονται και οι προσωπικές δοκιμασίες της δημιουργού, καθώς ο γιος της ήταν φυλακισμένος. Η Αχμάτοβα με ένα αριστουργηματικό τέχνασμα μετατρέπει την πρόσκληση του Θανάτου σε μια ερωτική ικεσία , φανερώνοντας όλο τον λυρισμό της, προκειμένου να λυτρωθεί η ίδια,  αλλά και ο οποιοσδήποτε φοράει την μορφή της ποιήτριας και ζει μέσα από τα δικά της βιώματα.

Το σκηνικό αλλάζει και γίνεται καθαρά θεατρικό στο "Ποίημα δίχως ήρωα".  Προσωπεία, μάσκες , σκιές κυριαρχούν αντί των ηρώων και κινούνται στο χώρο των γραμμών και των σελίδων σαν αερικά.  Οι περιγραφές της ποιήτριας κατακλύζονται από μια πολυτέλεια που παραπέμπει σε προγενέστερους αιώνες. Οι απρόσωποι ήρωες της μεταμορφώνονται από άγγελοι σε διαβόλους κρατώντας την μορφή της ίδιας της Αχμάτοβα φυλακισμένη… σε ένα γυάλινο κελί στην μέση του σκηνικού. Σε κάθε στίχο τονίζεται η μοναξιά, η απομόνωση. Τα ονόματα ξεχνιούνται και ο αναγνώστης βλέπει την μορφή μιας γυναίκας που μάταια προσπαθεί να βρει τη θέση της μέσα στο σκηνικό που η ίδια δημιούργησε, μέσα στην ίδια της την ζωή… Έτσι λοιπόν, οι διαφορετικές μορφές της ηρωίδας περιμένουν τον δεσμοφύλακα τους να τις απελευθερώσει από τη φυλακή τους. Μία ακόμη γυναικεία σκιά κάνει την εμφάνιση της, πραγματοποιώντας έναν δραματικό μονόλογο απευθυνόμενη και εκείνη σε εκείνον που μπορεί να τις σώσει. Ολόκληρο το σκηνικό μοιάζει για τον αναγνώστη ως μια ονειρική πραγματικότητα που κρύβει μέσα της ανεκπλήρωτες επιθυμίες… που επειδή ακριβώς φορούν διάφορες μάσκες και καλύπτουν τα χαρακτηριστικά τους, μπορεί να είναι οι επιθυμίες του καθενός, η φαντασία του καθενός και το γυάλινο κελί να είναι δικό μας τελικά με εμάς φυλακισμένους μέσα…

Οι συλλογές της Άννας Αχμάτοβα είναι ποιητικά μυθιστορήματα πλημμυρισμένα από τον λυρισμό, την μουσικότητα, την ονειρική φαντασία , τον ερωτισμό και την αισθησιακή γραφή  της ποιήτριας. Πραγματικότητες που απλά διασκεδάζουν με τα όνειρα ή μήπως όνειρα που διηγούνται την ιδεατή πραγματικότητα? Ακροβατώντας στο τεντωμένο σχοινί των δύο αυτών κόσμων, η ποίηση της Άννας Αχμάτοβα είναι απλά πανέμορφη και η ποιήτρια απλά χαρισματική…

Θα λιώσω άραγε μακριά σ’ επίσημο ύμνο;
Μη μου απονέμεις, μη μου απονέμεις,
μη μου απονέμεις
Ένα διάδημα από μέτωπο νεκρού.
Σύντομα θα χρειαστώ μια λύρα,
Αλλά μια σαν του Σοφοκλή, όχι σαν του Σέξπιρ.
Αφού στο κατώφλι ορθώνεται – η Μοίρα.

(απόσπασμα από το έργο
“Ποίημα δίχως ήρωα”)