Top menu

Περιεχόμενα Τεύχους 29

Προμήνυμα κινδύνου - Ζ.Δ. Αϊναλής

ainalis29zamp.jpg
φωτό: Θεοδ. Ζαμπακα
Ακούστηκε κιόλας το τρομερό παράγγελμα Wstawać

στον Κώστα Δεσποινιάδη

Ακούστηκε κιόλας το τρομερό παράγγελμα Wstawać
Φανήκαν κιόλας τα φαντάσματα εφόδου
Τα εκτελεστικά αποσπάσματα, οι διατεταγμένοι δολοφόνοι
Αρχίσαν κιόλας στα κρατητήρια τα βασανιστήρια
Αρχίσανε στις φυλακές οι εκκαθαρίσεις
Οι προγραφές και τα καταζητείται
Βγήκανε κιόλας οι δοσίλογοι στους δρόμους
Γεμίσανε τα σπίτια παρανόμους

Ο αδελφός που δεν πρόλαβες ν’ αγκαλιάσεις
Ο φίλος που δεν πρόλαβες να χαιρετήσεις
Η γυναίκα που δεν πρόλαβες να φιλήσεις

Λεπτό το λεπτό γυρνάμε αιώνες πίσω

11η Σεπτεμβρίου 1185

«Κάψου καργιόλη»
φωνάζουν τ’ αυτοκράτορος με μια φωνή οι βουργησέοι
να ξεχειλίζει η αγανάκτηση στο Φόρο.
Πιάσαν τον κυρ-Ανδρόνικο,
του δέσανε τα χέρια, του δέσανε τα πόδια, του πήραν και το ξίφος.
Άρχισε να θρηνεί ο Κομνηνός και να οδύρεται και να παρακαλεί
σαν επιδέξιος θεατρίνος
το πλήθος ναν τόνε σπλαχνιστεί.
Μα ό,τι και να μηχανεύοταν το πολυμήχανο μυαλό του
τα έργα του τ’ ανόσια χώρο δεν άφηναν στο πόπολο για οίκτο.
Τον δέσανε μ’ άλυσο παχιά
του την περάσανε στον τράχηλο σφιχτά
και τον εσύρανε μπροστά στον δήμο δέσμιο.
Ο Άγγελος -μόνο στ' όνειρο μου δίνεις τα φτερά σου;– μες στην Αγιά Σοφιά
του ‘κοψε με πέλεκυ το χέρι
βορρά στο δήμο της Βασιλίδος Πόλης
χιλιάδες χέρια δόντια λυσσάρικα σκυλιά να σκίζουν τον αέρα.
Του βγάλανε τα μάτια του, του ξεριζώσανε τα δόντια του,
τις τρίχες απ’ το μούσι του, του ξύρισαν στο τέλος το κεφάλι.
Κι έτσι μαγαρισμένο και γυμνό και κασιδιάρη
τον κάθισαν σε γάιδαρο ψωριάρη
να τόνε περιφέρουνε στην αγορά, μέσα στο μέγα πλήθος,
να τόνε διαπομπεύουνε για μέρες.
(Και να κουρνιάζουν οι Βαράγγοι στις Βλαχέρνες
και να καλύπτουνε τ’ αυτιά των).

Όσους μέχρι τη μέρα κείνη ο Κομνηνός καταδυνάστευε
– φουσκαρίους και χασάπηδες και βυρσοδέψες και μικροπωλητές και σιτοπώλες και

φουρναραίους και ταβερνιάρηδες, βουργησέοι, εργάται και κολώνοι αντάμα,
ολάκερος ο λαός της Βασιλεύουσας –
παίρνανε τώρα την εκδίκηση των με τον πήχυ.
Απ’ όπου και να περνούσε η πομπή
κάποιο καινούργιο όνειδος, κάποια καινούργια τιμωρία
ο δήμος μηχανεύοταν
τον βρίζανε, τον φτύνανε τον κυρ-Ανδρόνικο
πετούσαν αντικείμενα στο μέχρι πρότινος περήφανο κεφάλι
σκύλο τον λέγανε και τον λιθοβολούσαν
πουτάνας γιο και του πετάγανε στο πρόσωπο βρωμιές ανθρώπινες
και κοπριές βοδιών
και κάψανε πίσσα και του την πέταξαν στη μούρη
«Κάψου καργιόλη»!
τσίκνισ’ η σάρκα μύρισε τρίχα καμένη η πόλη
και σαν απόκαμ’ ο κυρ-Ανδρόνικος κι έπεσε απ’ το γαϊδούρι
άρπαξε κάποιος μάχαιρα διπλή και τρισακονισμένη
και του ‘κοψε ως τη ρίζα τον πούτσο και τ’ αρχίδια
και τα κράδαινε σαν τρόπαιο ψηλά μπροστά στον αλαλάζοντα λαό
παράφρονα μες στην παραφορά του.
Και κάποιος τρίτος πήρε σπαθί και το ‘χωσε βαθιά μες στο λαιμό
αλικοβάφοντας το στήθος
σπέρνοντας άγριες κραυγές οργασμικής χαράς στο πλήθος.

«Κάψου καργιόλη! Κάψου στην Κόλαση και ψήσου!»


Ο Ζ.Δ. Αϊναλή
ς έχει εκδώσει τις ποιητικές συλλογές Ηλεκτρογραφία (εκδόσεις Γαβριηλίδης 2006), Η σιωπή της Σίβας (εκδόσεις Vakxikon.gr 2011), Μυθολογία (εκδόσεις Πανοπτικόν 2013), καθώς και τη συλλογή διηγημάτων Αποσπάσματα (εκδόσεις Γαβριηλίδης 2008). Ακόμη, έχει επιμεληθεί την μεταθανάτια ποιητική συλλογή του Μιχάλη Τάτση Με το καδρόνι στα χέρια (εκδόσεις Πανοπτικόν 2011). Ζει κι εργάζεται στην Χίο.