Top menu

Περιεχόμενα Τεύχους 10

Πηνελόπη Τριαδά : "Ιστορία της Συντέλειας του Κόσμου" (μτφρ.)

Ιστορία της Συντέλειας του Κόσμου [A History of the End of the World: How the Most Controversial Book in the Bible Changed the Course of Western Civilization], Μελέτη, Jonathan Kirsch, μτφρ. Πηνελόπη Τριαδά, Εκδόσεις Ενάλιος 2010 [HarperOne, 2006]

                                                                                                                                                                                    Κάτι  Πλούσιο και  Παράξενο
 

                   Τα μυστήρια της Αποκάλυψης είναι όσα και λέξεις της
                                                  ΙΕΡΩΝΥΜΟΣ

«Ξέρω τι γίνεται στο τέλος», λέει το σλόγκαν σε πινακίδες αυτοκινήτων που συναντάμε στους δρόμους και τις λεωφόρους της Αμερικής. «Ο Θεός κερδίζει».
Είναι μια πεποίθηση που οι θεοσεβείς Εβραίοι, Χριστιανοί και Μουσουλμάνοι έχουν κοινή, παρόλο που μπορεί να διαφωνούν ως προς την ακριβή σημασία της λέξης «Θεός». Αλλά αυτό το ξεκάθαρο σλόγκαν κρύβει ένα βαθύ και αιώνιο μυστήριο: τα ανθρώπινα όντα από όλες τις θρησκείες, σε όλες τις χρονικές περιόδους και σε όλους τους τόπους, έχουν προβληματιστεί για το πότε και το πώς θα έρθει η συντέλεια του κόσμου. Σήμερα, φυσικά, ακριβώς οι ίδιες ερωτήσεις τίθενται (και απαντώνται) όχι από θεολόγους αλλά από επιστήμονες. Για τον πραγματικό Χριστιανό πιστό, ωστόσο, «η συντέλεια» συνδέεται με ένα σενάριο το οποίο περιγράφεται με τρομερές και συνταρακτικές λεπτομέρειες στο πιο τρομακτικό βιβλίο όλων των γραφών, το βιβλίο της Αποκάλυψης.
Η αρχή του τέλους, σύμφωνα με την Αποκάλυψη, θα ξεκινήσει με μυστηριώδη σημάδια και θαύματα –έναν μαύρο ήλιο και ένα αιματοβαμμένο φεγγάρι, τα αστέρια θα πέσουν στη γη, θα υπάρχουν διώκτες και ψεύτικοι προφήτες, πανούκλα, λοιμός και πείνα. Μετά ο σατανικός αρχι-μοχθηρός ο οποίος είναι γνωστός με το όνομα Αντίχριστος θα πάρει στα χέρια του την απόλυτη εξουσία πάνω στη γη. Μετά από εφτά χρόνια καταπίεσης και διώξεων υπό την εξουσία του Αντίχριστου, ο Ιησούς Χριστός θα κατέβει από τα ουράνια μεταμφιεσμένος σε πολεμιστή-βασιλιά, θα οδηγήσει έναν επουράνιο στρατό αναστημένων αγίων και μαρτύρων στη νίκη επί των δαιμονικών ορδών στη Μάχη του Αρμαγεδδώνα, θα δέσει τον Σατανά με αλυσίδες και θα τον φυλακίσει σε ένα λάκκο χωρίς πάτο, και θα βασιλεύσει σε ένα επίγειο βασίλειο για χίλια χρόνια.
Στο τέλος της χιλιετίας, ο Σατανάς θα δραπετεύσει από τη φυλακή του, και ο Ιησούς Χριστός θα αναγκαστεί να δώσει μια δεύτερη και τελική μάχη. Στο τέλος, οι νεκροί θα αναστηθούν, οι νεκροί και οι ζωντανοί θα κριθούν, και η γη όπως την ξέρουμε θα καταστραφεί μια για πάντα. Μετά τη συντέλεια του κόσμου, σύμφωνα με την Αποκάλυψη, θα ακολουθήσει η δημιουργία ενός «νέου ουρανού και μιας νέας γης», ενός ουράνιου παραδείσου όπου οι Χριστιανοί άγιοι και μάρτυρες θα ζήσουν για όλη την αιωνιότητα σε απόλυτη ευδαιμονία. Όλοι οι άλλοι θα καίγονται για πάντα μαζί με τον Σατανά σε μια λίμνη από φωτιά και θειάφι.
Αυτή είναι η υπόθεση, ούτως ειπείν, του βιβλίου της Αποκάλυψης, ωστόσο το κείμενο είναι ακόμα πιο πλούσιο και πιο παράξενο.* Από το εφιαλτικό τοπίο που περιγράφει ο συγγραφέα της, παρελαύνουν ο Θεός και ο Διάβολος, ο Αμνός και το Κτήνος, μια λάγνα πόρνη και μια γυναίκα που γεννά, αμέτρητες χιλιάδες άγγελοι και δαίμονες, και μια συλλογή τόσο αποκρουστικών και απίστευτων τεράτων, που θα ταίριαζαν σε ένα κόμικς ή μια ταινία τρόμου. Κάποιες στιγμές, μάλιστα, το βιβλίο της Αποκάλυψης πράγματι μοιάζει με αρχαίο πρωτότυπο των σύγχρονων ψυχολογικών θρίλερ και των ταινιών με τέρατα, και οι περιγραφές της φαίνονται να πυροδοτούν τις ίδιες αντιδράσεις στον ανθρώπινο εγκέφαλο.
Σήμερα, οι πιο ενθουσιώδεις αναγνώστες της Αποκάλυψης βρίσκονται στους Χριστιανικούς φονταμενταλιστικούς κύκλους, αλλά ακόμα και κάποιος που δεν έχει ανοίξει ποτέ το τελευταίο βιβλίο της Καινής Διαθήκης, πιθανώς να βρει την υπόθεση και τους χαρακτήρες τρομακτικά οικείους. Η ιδέα ότι ο κόσμος θα φτάσει στο τέλος του (και σύντομα) –και η φαντασμαγορία των λέξεων, των αριθμών, των χρωμάτων, των εικόνων και των περιστατικών με τα οποία περιγράφεται η συντέλεια του κόσμου στο βιβλίο της Αποκάλυψης– είναι βαθιά ριζωμένη στη δομή του Δυτικού πολιτισμού, τόσο στην υψηλή κουλτούρα όσο και την ποπ κουλτούρα, ξεκινώντας από τη μακρινή βιβλική αρχαιότητα και συνεχίζοντας μέχρι και την εποχή μας. Η Μάχη του Αρμαγεδδώνα, οι Τέσσερις Καβαλάρηδες της Αποκάλυψης, η Έβδομη Σφραγίδα, η Μεγάλη Πόρνη της Βαβυλώνας, και, πιο έμμεσα, ο Αντίχριστος, ο Χάρος, και τα Σταφύλια της Οργής έχουν μεταναστεύσει από τις σελίδες της Αποκάλυψης σε κάποια από τα πιο αναγνωρισμένα έργα της λογοτεχνίας μας, της τέχνης, της μουσικής καθώς επίσης και των αθλητικών εφημερίδων, της κινηματογραφικής οθόνης, και των φτηνών μπεστ σέλερ.
Πάνω απ’ όλα, το βιβλίο της Επανάστασης χρησιμοποιούνταν πάντοτε ως ένα βιβλίο-κώδικας που μας βοηθά να ανακαλύπτουμε τα κρυφά νοήματα πίσω από τα σπουδαία γεγονότα και τις προσωπικότητες της ιστορίας –πόλεμο και επανάσταση, βασιλείς και κατακτητές, πανδημικές και φυσικές καταστροφές. Και οι λέξεις και οι φράσεις της Αποκάλυψης, οι πρωταγωνιστές και οι σκηνές της, έχουν ανακυκλωθεί και επαναπροσδιοριστεί από καλλιτέχνες και ποιητές, κήρυκες και προπαγανδιστές –όλοι τους στην υπηρεσία κάποιας θρησκευτικής, πολιτικής ή πολιτισμικής σκοπιμότητας. Η κατάκτηση της Ιερουσαλήμ από μεσαιωνικούς σταυροφόρους, οι  Υπαίθριες Πυρές των Ματαιοδοξιών στην αναγεννησιακή Φλωρεντία, ο χαρακτηρισμός της νεοανακαλυφθείσας Αμερικής ως Νέος Κόσμος, και το χιλιετές Ράιχ που υποσχέθηκε ο Αδόλφος Χίτλερ αποτελούν όλα τους παραδείγματα των απίστευτων και ανησυχητικών τρόπων με τους οποίους το βιβλίο της Αποκάλυψης ασκεί επιρροή κατά τη διάρκεια της ιστορίας. Ακόμα και σήμερα, οι φόβοι και οι φαντασίες σχετικά με τη συντέλεια του κόσμου τροφοδοτούνται από παραγωγούς του Χόλιγουντ και εμπορικούς μυθιστοριογράφους, σκληροπυρηνικούς τηλε-ευαγγελιστές και επίδοξους προέδρους.
Ωστόσο, το βιβλίο της Αποκάλυψης θεωρείται από εξωεκκλησιαστικούς αναγνώστες –και ακόμα και από προοδευτικούς Χριστιανούς διαφόρων δογμάτων– ως ένα βιβλικό παράδοξο στην καλύτερη περίπτωση, και ως ένα εργαστήριο δημιουργίας επικίνδυνων θρησκευτικών εκκεντρικοτήτων στη χειρότερη. Οι περισσότεροι Εβραίοι αναγνώστες δεν μπήκαν ποτέ στον κόπο να ανοίξουν ένα αντίγραφο των Χριστιανικών γραφών, και όταν το κάνουν, αισθάνονται βαθύτατα προσβεβλημένοι καθώς ανακαλύπτουν ότι στην Αποκάλυψη οι Εβραίοι περιγράφονται ως μέλη της «συναγωγής του Σατανά».1 Μάλιστα, η Αποκάλυψη αντιμετωπιζόταν πάντοτε με σκεπτικισμό –ως «κάτι αλλόκοτο που τυχαίνει να αποτελεί μέρος της Καινής Διαθήκης και να προκαλεί αμηχανία»– ακόμα και μέσα στους κύκλους των θεοσεβούμενων Χριστιανών, ακόμα και στην αρχαιότητα.2 Έτσι η ειρωνική και περιφρονητική αντιμετώπιση της Αποκάλυψης στην Έβδομη Σφραγίδα του Ίνγκμαρ Μπέργκμαν, μια σκοτεινή μεταμοντέρνα ταινία η οποία αμφισβητεί την ύπαρξη του Θεού, δεν είναι εντελώς αναχρονιστική.
«Ο θάνατος βρίσκεται πίσω σας. Το δρεπάνι του αστράφτει πάνω από το κεφάλι σας. Ποιόν από εσάς θα χτυπήσει πρώτο;» φωνάζει ένας κήρυκας του Ύστερου Μεσαίωνα καθώς περιφέρεται στη χτυπημένη από την πανούκλα ύπαιθρο μαζί με μετανοούντες που αυτομαστιγώνονται. «Είσαστε όλοι σας καταδικασμένοι, ακούτε; Καταδικασμένοι! Καταδικασμένοι! Καταδικασμένοι!» Και ένας γαιοκτήμονας με ουλές από τη μάχη, ο οποίος έχει πρόσφατα επιστρέψει από τις Σταυροφορίες και δεν τρέφει πλέον αυταπάτες τόσο για τον Θεό όσο και για την ανθρωπότητα, απαντά: «Στ’ αλήθεια περιμένουν να πάρουν οι σύγχρονοι άνθρωποι αυτές τις ανοησίες στα σοβαρά;»
Είτε αντιμετωπίσουμε το βιβλίο της Αποκάλυψης ως ανοησίες είτε ως θείο μυστήριο, παραμένει, ωστόσο, το γεγονός ότι ακόμα και σήμερα πολλοί άνδρες και γυναίκες του σύγχρονου κόσμου πιστεύουν στην Αποκάλυψη και την αντιμετωπίζουν με απόλυτη σοβαρότητα, και δεν πρόκειται μόνο για εκείνους τους πιστούς που διαλαλούν τις πιο βαθιές τους πεποιθήσεις στους προφυλακτήρες των αυτοκινήτων τους. Μάλιστα, μεταξύ των αναγνωστών της Αποκάλυψης στη σύγχρονη Αμερική περιλαμβάνονται μερικοί άντρες που έχουν κατακτήσει τη θεϊκή δύναμη να κατακαίνε τον κόσμο με τους κώδικες εκτόξευσης του Αμερικανικού πυρηνικού οπλοστασίου.
Όπως οι πάπες και οι βασιλιάδες του Μεσαίωνα οι οποίοι κατέφευγαν στους αποκαλυπτικούς προφήτες για να πάρουν συμβουλές για την τέχνη της πολιτικής, πολλοί πρόσφατοι Αμερικανοί πρόεδροι μεγάλωσαν με μια πίστη που τους διδάσκει να διαβάζουν και να ακολουθούν το βιβλίο της αποκάλυψης θεωρώντας ότι είναι το μεγάλο σχέδιο του Θεού για την ανθρώπινη ιστορία. Έτσι, αν το βιβλίο της Αποκάλυψης χαίρει τον σεβασμό ανθρώπων που έχουν τη δύναμη να καταστρέψουν τον κόσμο, είναι επιτακτικό να μάθουμε τι γράφει, πώς γράφτηκε, και πως το χρησιμοποίησαν και το καταχράστηκαν καθ’ όλη τη διάρκεια της ιστορίας ενός κόσμου που αρνείται να φτάσει στο τέλος του.
Η Αποκάλυψη έχει περιγραφεί ως «μελλοντική ιστορία».4 Κοιτάζοντας στο μέλλον από την πλεονεκτική του θέση στη μακρινή αρχαιότητα, ο συγγραφέας της περιγράφει με αυτοπεποίθηση και παραστατικότητα «πράγματα που πρέπει να γίνουν σύντομα».5 Αλλά καμία από τις προφητείες του δεν έχει εκπληρωθεί ακόμα, τουλάχιστον όχι με κάποιον ξεκάθαρο ή κυριολεκτικό τρόπο. Αυτός είναι ο λόγος για τον οποίο αναγνώστες κάθε ηλικίας έχουν προσπαθήσει να εξηγήσουν τις αποτυχημένες προφητείες της Αποκάλυψης υποστηρίζοντας ότι τα οράματά της πρέπει να γίνονται κατανοητά ως μια συμβολική απεικόνιση γεγονότων τα οποία θα λάβουν χώρα πολύ μετά το θάνατο του απογοητευμένου συγγραφέα της από φυσικά αίτια. Και, ωστόσο, το σημαντικό είναι ότι κάθε νέα γενιά πιστεύει ότι η συντέλεια του κόσμου θα λάβει χώρα στη δική της εποχή.
Έτσι, για παράδειγμα, όταν ο Χαλ Λίντσεϊ εξετάζει ένα από τα πιο τρομερά αλλά και μπερδεμένα εδάφια της Αποκάλυψης στο μπεστ-σέλερ του Ο Μακαρίτης Σπουδαίος Πλανήτης Γη –«Είδα τα άλογα σε ένα όραμα, και τα κεφάλια των αλόγων έμοιαζαν με κεφάλια λιονταριώνֺ και από τα στόματά τους έβγαινε φωτιά, καπνός και θειάφι»– καταλήγει ότι ο συγγραφέας της Αποκάλυψης είδε «κάποιο είδος κινητού βαλλιστικού εκτοξευτήρα βλημάτων», ο οποίος θα χρησιμοποιηθεί σε έναν μελλοντικό (και τελευταίο) θερμοπυρηνικό πόλεμο. Η ειρωνεία είναι ότι αυτές οι θεοσεβούμενες ερμηνείες βασίζονται στην υπόθεση ότι ο συγγραφέας της Αποκάλυψης και το κοινό του δεν μπόρεσαν να συλλάβουν το πραγματικό νόημα των φαινομένων που απεικονίζονται στο βιβλικό κείμενο.
Αλλά ακόμα κι αν είναι ολοφάνερο ότι η Αποκάλυψη αποτελεί ένα έργο αποτυχημένης προφητείας, έχει παίξει ένα μοναδικό και ζωτικό ρόλο στον κόσμο όπου ζούμε σήμερα. Μάλιστα, η Αποκάλυψη λειτουργούσε πάντοτε ως μεγεθυντικός φακός μέσα από τον οποίο ο άνθρωπος μπορεί να δει την καταγεγραμμένη ιστορία του Δυτικού πολιτισμού με καινούριους και διαφωτιστικούς τρόπους. Κατά τη διάρκεια των είκοσι αιώνων που έχουν περάσει από την εποχή που γράφτηκε –και, πάνω απ’ όλα, κάθε στιγμή κατά την οποία έχουν έρθει σε σύγκρουση ανταγωνιστικές πολιτισμικές και πολιτικές ιδέες– η Αποκάλυψη είναι πάντοτε παρούσα, κάποιες φορές εμφανέστατα και κάποιες άλλες κάτω ακριβώς από την επιφάνεια.
Το βιβλίο της Αποκάλυψης έχει χαρακτηριστεί ως ο αποκαλυπτικός λόγος του Θεού, το αριστούργημα ενός χαρισματικού αν και υπολογιστή ανθρώπινου συγγραφέα, ή το παραλήρημα ενός παραπλανημένου θρησκόληπτου – και κάποιοι αναγνώστες πιστεύουν ότι είναι ταυτοχρόνως και τα τρία.
Για τον αληθινό πιστό, ωστόσο, το βιβλίο της Αποκάλυψης είναι «το μοναδικό βιβλικό έργο που έγραψε ο Χριστός», όπως αναφέρει ένας θεοσεβής σχολιαστής, καθώς ο συγγραφέας του ισχυρίζεται ότι αναφέρει μονάχα αυτά που του αποκαλύφθηκαν από ψηλά.7 Άλλοι αναγνώστες της Αποκάλυψης, ωστόσο, είναι πρόθυμοι να δεχτούν ότι εδώ λειτούργησε η ανθρώπινη ευφυΐα και το ανθρώπινο τέχνασμα: «Είναι το μοναδικό μεγάλο ποίημα το οποίο παρήγαγε η πρώτη Χριστιανική εποχή».8 Και μερικοί, κατά τ’ άλλα γεμάτοι θαυμασμό, κριτικοί χαρακτηρίζουν την Αποκάλυψη ως «αποκαλυπτική πορνογραφία», «μια τρελή ραψωδία», «η εφευρετική φαντασία ενός σχιζοφρενικού», ή, όπως το έθεσε με αλησμόνητο τρόπο ο Τόμας Τζέφερσον, «απλά το παραλήρημα ενός μανιακού».
Το κείμενο του βιβλίου της Αποκάλυψης πιθανώς να αναγνώστηκε πρώτη φορά δυνατά πριν από σχεδόν δυο χιλιάδες χρόνια από έναν χαρισματικό αν και υπερβολικά παθιασμένο κήρυκα ο οποίος περιπλανιόταν από πόλη σε πόλη στη Μικρά Ασία και παρέδιδε τις ζοφερές προειδοποιήσεις του για τη συντέλεια του κόσμου σε μερικές μικρές ομάδες πρώιμων Χριστιανών που δέχονταν να τον ακούσουν. «Ευλογημένος εκείνος που διαβάζει δυνατά τα λόγια της προφητείας, και ευλογημένοι εκείνοι που ακούν», δηλώνει ο συγγραφέας, «γιατί ο καιρός πλησιάζει».10 Αυτός είναι ο λόγος για τον οποίο οι μελετητές της Βίβλου συχνά αναφέρονται στους άνδρες και τις γυναίκες στους οποίους προοριζόταν αρχικά η Αποκάλυψη ως «ακροατές», χαρακτηρισμός που μας υπενθυμίζει ότι η Αποκάλυψη ήταν κήρυγμα πριν γίνει κείμενο και εξηγεί για ποιο λόγο η δύναμη της γλώσσας της και της περιγραφής της μπορούν να εκτιμηθούν μόνο «όταν το κείμενο διαβαστεί δυνατά όπως ακριβώς το προόριζε ο συγγραφέας του».
Η ειρωνεία είναι ότι ο συγγραφέας της Αποκάλυψης ήταν σχεδόν σίγουρα Εβραίος εκ γενετής και ανατροφής, ίσως πρόσφυγας πολέμου από την Ιουδαία που είχε δει την καταστροφή του Ναού του Γιαχβέ στην Ιερουσαλήμ από τον ρωμαϊκό στρατό κατοχής και έβραζε από περιφρόνηση και απέχθεια για τους κατακτητές της Εβραϊκής πατρίδας. Σίγουρα, ο συγγραφέας ήταν από εκείνους τους Εβραίους που θεωρούσαν τον Ιησού της Ναζαρέτ ως τον πολυπόθητο Μεσσία ο οποίος είχε αργήσει να εμφανιστεί. Ωστόσο, η Αποκάλυψη είναι τόσο βαθιά ριζωμένη στην εβραϊκή ιστορία, την πολιτική και τη θεολογία ώστε έχει χαρακτηριστεί ως «ένα εβραϊκό ντοκουμέντο με μια ελαφριά χριστιανική πινελιά».12 Μάλιστα, η Αποκάλυψη μπορεί να χαρακτηριστεί ως ένα μιντράς* πάνω στα προφητικά κείμενα της Εβραϊκής Βίβλου, και ο συγγραφέας της έχει χαρακτηριστεί ως «Χριστιανός ραβίνος».
Από τη στιγμή που καταγράφηκε σε περγαμηνή ή πάπυρο προς το τέλος του πρώτου αιώνα, το βιβλίο της Αποκάλυψης αντιμετωπίστηκε με ανησυχία και καχυποψία από κάποιες επιφυλακτικές εκκλησιαστικές αρχές. Ένιωσαν προσβεβλημένοι από τις σκηνές της αιματηρής βίας και της φρικτής σεξουαλικής ακολασίας που περιγράφονται τόσο αξιομνημόνευτα στις σελίδες της. Τους απωθούσε ακόμα και η ιδέα της χιλιόχρονης βασιλείας του Βασιλιά Ιησού επί του επίγειου βασιλείου, καθώς θεωρούσαν ότι αυτή ήταν μια καθαρά εβραϊκή αντίληψη του βασιλείου του μεσσία. Και προβληματίζονταν εξίσου και από αυτό που δεν αναφέρεται: κανένα από τα γνωστά γεγονότα της ζωής και του θανάτου του Ιησού από τη Ναζαρέτ, και καμία από τις ανυπέρβλητες ηθικές διδασκαλίες του, δεν εντοπίζονται στην Αποκάλυψη.
Το πιο ανησυχητικό απ’ όλα, τότε όπως και τώρα, είναι το θέαμα ενός κατά τ’ άλλα συνηθισμένου ανθρώπινου όντος, το οποίο ισχυρίζεται ότι έχει ακούσει τη φωνή του Θεού. «Ήμουν στο Πνεύμα της ημέρας του Κυρίου, και πίσω μου άκουσα μια δυνατή φωνή», γράφει ο συγγραφέας της Αποκάλυψης, «να λέει, Αυτά που θα δεις γράψε τα σε ένα βιβλίο, και στείλε τα στις εφτά εκκλησίες που είναι στην Ασία».14 Εμπνευσμένοι από το παράδειγμα της Αποκάλυψης, άνδρες και γυναίκες με λιγότερα ρητορικά χαρίσματα αλλά ακόμα πιο καλπάζουσα φαντασία έχουν ακούσει φωνές από ψηλά –και αρκετοί κατέληξαν να κρεμαστούν στην αγχόνη ή να καούν στην πυρά. Οι αρχές φοβούνταν ότι η ανεξάρτητη προφητεία θα οδηγούσε σε θεολογικά σφάλματα, κοινωνικό και πολιτικό χάος, ή και σε πολύ χειρότερα –ένας φόβος που αποδείχθηκε δικαιολογημένος, και πολύ περισσότερο στον κόσμο μας.
Πράγματι, η Αποκάλυψη μπορεί στ’ αλήθεια να προκαλέσει τρέλα. Για όποιον διαβάσει το βιβλίο της Αποκάλυψης από την αρχή ως το τέλος, η εμπειρία μοιάζει με ένα κακό όνειρο ή εφιάλτη: παράξενες μορφές και αντικείμενα εμφανίζονται, εξαφανίζονται και εμφανίζονται ξανά, και ο ίδιος ο συγγραφέας πηγαινοέρχεται μπρος πίσω στον χρόνο και τον τόπο, μερικές φορές βρίσκεται στον ουρανό και άλλες φορές στη γη, μερικές φορές στο εδώ και το τώρα και άλλες στη συντέλεια του κόσμου, μερικές φορές παρακολουθεί από απόσταση και άλλες φορές παρασύρεται από τα γεγονότα τα οποία περιγράφει. Ο συγγραφέας αναφέρεται στους ίδιους χαρακτήρες με διαφορετικά ονόματα και τίτλους, και περιγράφει τα ίδια περιστατικά από διαφορετικές απόψεις. Εν τω μεταξύ, οι χαρακτήρες και τα περιστατικά, οι λέξεις και οι φράσεις, ακόμα και τα γράμματα και οι αριθμοί της Αποκάλυψης μοιάζουν να περιέχουν συμβολικά νοήματα τα οποία ωστόσο δεν καταφέρνουμε ποτέ να κατανοήσουμε.
Η εκκεντρικότητα της Αποκάλυψης πάντοτε εκνεύριζε τους νηφάλιους και λογικούς αναγνώστες, ξεκινώντας από την βιβλική αρχαιότητα και συνεχίζοντας αδιάκοπα μέχρι την εποχή μας. Οι πρώιμοι εκκλησιαστικοί πατέρες διαφωνούσαν μεταξύ τους για το αν η Αποκάλυψη ανήκε καν στη Βίβλο. Ο Μαρτίνος Λούθηρος μπήκε στον πειρασμό να μην την συμπεριλάβει στη γερμανική μετάφραση της Βίβλου επειδή, όπως λέει, «μέσα σ’ αυτήν δεν διδάσκεται ο Χριστός, ούτε και γίνεται γνωστός».15 Πιο πρόσφατα, ο Τζωρτζ Μπέρναρντ Σω απέρριψε ολοκληρωτικά την Αποκάλυψη ως «μια παράξενη καταγραφή των οραμάτων ενός ναρκομανούς»,16 και ο Κ. Σ. Γιουνγκ έκρινε τα οράματα της Αποκάλυψης ως ανάξια σοβαρής μελέτης  «επειδή κανείς δεν πιστεύει σ’ αυτά και ολόκληρο το ζήτημα προκαλεί αμηχανία».17 Ακόμα και οι κατά τ’  άλλα ευσεβείς θρησκευτικοί λόγιοι πάντοτε ήταν δύσπιστοι σχετικά με το τί μπορεί να ελπίζει ένας συνετός ερευνητής ότι θα επιτύχει μέσα από την ανάλυση του κειμένου.
«Η Αποκάλυψη είτε θεωρεί κάποιον τρελό», λέει χαριτολογώντας μια ερμηνεία, «ή τον τρελαίνει».
Η Αποκάλυψη είναι τόσο παγιδευμένη στους ίδιους της τους γρίφους, τα κρυπτογραφήματα και τα σύμβολα ώστε το κείμενο πρέπει μάλλον να αποκρυπτογραφηθεί παρά να διαβαστεί. «Είτε έχει εγκαταλειφθεί από τους αναγνώστες της Βίβλου ως κάτι τελείως ακατανόητο», παρατηρεί ένας βιβλικός μελετητής του εικοστού αιώνα, «είτε έχει γίνει το πεδίο έρευνας  εκκεντρικών μελετητών της θρησκείας».19 Ένας θεολόγος του Μεσαίωνα, για παράδειγμα, έγραψε πάνω από χίλιες σελίδες ερμηνείας σε μια προσπάθεια να εξηγήσει τον τρόπο που κατανοούσε την Αποκάλυψη, η οποία αποτελείται από περίπου δώδεκα χιλιάδες λέξεις στην αγγλική μετάφραση της Εκδοχής του Βασιλιά Ιακώβου. Ωστόσο, οι πρωταγωνιστές και η πλοκή της Αποκάλυψης –οι πρώτες ύλες με τις οποίες ο συγγραφέας συνθέτει ένα από τα σπουδαιότερα και πιο διαχρονικά έργα της ανθρώπινης φαντασίας– μπορούν να συνοψιστούν με πολύ λιγότερες λέξεις.

                                                                                                                               Ω
Το βιβλίο της Αποκάλυψης αποτελείται από μια σειρά προφητειών για το μέλλον, οι περισσότερες από τις οποίες είναι απόκοσμες και τρομακτικές. Ο συγγραφέας ξεκινά με μερικά μνησίκακα λόγια ή, πιο συχνά, με πικρόχολα σχόλια για τους συντρόφους του Χριστιανούς, τους περισσότερους από τους οποίους θεωρεί αυτάρεσκους αφελείς και χωρίς καθόλου ζήλο. «Επειδή είστε χλιαροί», λέει στην εκκλησία της Λαοδίκειας, αποδίδοντας την προειδοποίησή του στον ίδιο τον Θεό, «θα σας ξεράσω από το στόμα μου».20 Που και που, διανθίζει το κείμενο με μερικούς ευσεβείς μακαρισμούς που σκοπό έχουν να πιστοποιήσουν την αυθεντικότητα των οραμάτων του: «Και ιδού, θα έρθω σύντομα. Μακάριος εκείνος που τηρεί τα προφητικά λόγια αυτού του βιβλίου».
Κυρίως, όμως, ο συγγραφέας της Αποκάλυψης αφοσιώνεται στην αφήγηση των τρομακτικών εικόνων που είδε κατά τη διάρκεια ενός οράματος που του παρουσιάστηκε στο νησί της Πάτμου ανοιχτά της δυτικής ακτής της Ασίας. Ο συγγραφέας έχει φτάσει σε μια κατάσταση μυστικιστικής έκστασης στην οποία βλέπει, μεταξύ πολλών άλλων και ακόμα πιο παράξενων πραγμάτων, έναν πάπυρο στον οποίο είναι γραμμένο το μυστικό σχέδιο του Θεού για τη συντέλεια του κόσμου. Ο πάπυρος είναι κλεισμένος με εφτά σφραγίδες, πιθανότατα από κερί ή πηλό, και πρέπει να σπάσουν και οι εφτά σφραγίδες για να ανοιχτεί και να διαβαστεί.
Εδώ ξεκινά το πιο επίμονο μοτίβο της Αποκάλυψης –η σχεδόν ιδεοληπτική χρήση του αριθμού εφτά από τον συγγραφέα. Δεν βλέπει μονάχα εφτά σφραγίδες αλλά και εφτά αγγέλους, εφτά κούπες, εφτά κηροπήγια, εφτά εκκλησίες, εφτά λάμπες, εφτά βουνά, εφτά πληγές, εφτά πνεύματα, εφτά αστέρια, εφτά κεραυνούς, και εφτά σάλπιγγες. Η ιστορία της Αποκάλυψης, ως έχει, επικεντρώνεται σ’ αυτό που θα γίνει στον ουρανό και τη γη όταν, ο κλιμακούμενος τρόμος των τελευταίων ημερών φτάσει τελικά στην αποκορύφωσή του, η έβδομη σάλπιγγα ηχήσει, η έβδομη κούπα με την οργή του Θεού χυθεί, και ο Αμνός του Θεού σπάσει την έβδομη σφραγίδα.
Η ουράνια μορφή η οποία αποκαλύπτει το θεϊκό σχέδιο για τη συντέλεια του κόσμου χαρακτηρίζεται με διάφορους τρόπους «Κάποιος σαν τον Υιό του Ανθρώπου», «ο Υιός του Θεού», «το Πνεύμα», και «ο Αμνός» –όλα τους δάνεια από την εβραϊκή μεσσιανική παράδοση. Ο συγγραφέας επινοεί επίσης μια κομψή και διαχρονική φράση η οποία δεν εμφανίζεται σε κανένα άλλο χριστιανικό κείμενο: «Είμαι το Άλφα και το Ωμέγα, η αρχή και το τέλος».22 Σπάνια επικαλείται το όνομα και τον τίτλο του «Ιησού Χριστού», και προτιμά να κρύβει την ταυτότητα της ουράνιας πηγής του σε αινίγματα και γρίφους: «Είμαι Αυτός που ζει, και ήμουν νεκρός, και ιδού, είμαι για άλλη μια φορά ζωντανός», λέει ο ανώνυμος επισκέπτης συστήνοντάς μας τον εαυτό του, «και έχω τα κλειδιά του Άδη και του Θανάτου».
Και μετά, η θεότητα που παρελαύνει στις σελίδες της Αποκάλυψης αλλάζει συνεχώς μορφή. Στην αρχή, είναι ένας επουράνιος βασιλιάς ντυμένος με χρυσό μανδύα, με μαλλιά «λευκά σαν το χιόνι», μάτια «σαν τη φλόγα της φωτιάς», στο δεξί του χέρι κρατά εφτά αστέρια, «και από το στόμα Του βγήκε ένα κοφτερό δίκοπο σπαθί».24 Αργότερα, ο συγγραφέας αντικρίζει την παράξενη και τρομακτική μορφή ενός αμνού, που μοιάζει «σαν να έχει σφαχτεί», και ωστόσο στέκεται όρθιο, με «εφτά κέρατα και εφτά μάτια».25 Στο αποκορύφωμα της Αποκάλυψης, ο συγγραφέας βλέπει έναν θεϊκό καβαλάρη πάνω σε ένα λευκό άλογο, στεφανωμένο με «πολλά διαδήματα» ο οποίος φορά έναν αιματοβαμμένο μανδύα. Κι εδώ, ο συγγραφέας χρησιμοποιεί τεχνάσματα που μας θυμίζουν ένα ταχυδακτυλουργικό κόλπο του στυλ, τώρα το βλέπεις, τώρα δεν το βλέπεις: «Έχει γραμμένο ένα όνομα το οποίο κανείς δεν γνωρίζει εκτός από τον ίδιο», γράφει ο συγγραφέας –και μετά, ύστερα από λίγο, αποκαλύπτει: «Στον μανδύα του και στον μηρό του έχει γραμμένο ένα όνομα, Βασιλιάς των βασιλέων και Άρχοντας των αρχόντων».
Οι πιο αλησμόνητοι χαρακτήρες της Αποκάλυψης, ωστόσο, είναι οι κακοί. Ο αρχι-κακός είναι «ένας μεγάλος κόκκινος δράκος, που έχει εφτά κεφάλια και δέκα κέρατα, και πάνω στα κεφάλια του έχει εφτά στέμματα», που αργότερα αποκαλύπτεται ότι είναι «εκείνο το αρχαίο ερπετό που ονομάζεται Διάβολος και Σατανάς, εκείνος που εξαπατά ολόκληρο τον κόσμο».27 Οι επίγειοι πράκτορες του Διαβόλου είναι δυο «κτήνη», το ένα με εφτά κεφάλια και δέκα κέρατα που αναδύεται από τη θάλασσα, και το άλλο με δυο κέρατα και μια φωνή «όμοια με δράκου», που αναδύεται από την ξηρά.28 Επίσης, κάνουν ένα πέρασμα κάποιοι ψευδοπροφήτες και ψευδοπροφήτισσες, διεφθαρμένοι και παρηκμασμένοι βασιλιάδες με όλη τους τη μεγαλοπρέπεια και διάφοροι άλλοι κακοποιοί, ανθρώπινοι και δαιμονικοί.
Ο πιο προκλητικός χαρακτήρας στην Αποκάλυψη, για παράδειγμα, είναι η Μεγάλη Πόρνη της Βαβυλώνας. Απεικονίζεται ως ένα σεξουαλικό τέρας με το οποίο «οι βασιλιάδες της γης έχουν διαπράξει μοιχεία», και οι εραστές της είναι τόσοι πολλοί και σε τόσα μέρη του κόσμου ώστε «οι κάτοικοι της γης έχουν μεθύσει από το κρασί της μοιχείας της». Και η γυναίκα έχει μεθύσει, αλλά η ουσία της μέθης της είναι «το αίμα των αγίων και το αίμα των μαρτύρων του Ιησού». Είναι «ντυμένη με μοβ και άλικο» και «στολισμένη με χρυσό, κοσμήματα και μαργαριτάρια», και στο χέρι της κρατά μια χρυσή κούπα ενώ ιππεύει το κόκκινο τέρας με τα εφτά κεφάλια και τα δέκα κέρατα. Και, με μια απροσδόκητα λεπτομερή περιγραφή, ο συγγραφέας λέει ότι η κούπα είναι «γεμάτη βδελυγμίες και ακαθαρσίες από τη μοιχεία της».
Όπως ο Αμνός είναι το αντίπαλο δέος του Δράκου, το αντίπαλο δέος της Μεγάλης Πόρνης είναι η ουράνια μορφή «μιας γυναίκας ντυμένης με τον ήλιο, και με το φεγγάρι κάτω από τα πόδια της, και με ένα στέμμα από δώδεκα αστέρια στο κεφάλι». Τη στιγμή που η γυναίκα ετοιμάζεται να γεννήσει, ο κόκκινος δράκος στέκεται από πάνω της, περιμένοντας να καταβροχθίσει το νεογέννητο. Όταν γεννά «ένα αρσενικό παιδί, το οποίο προορίζεται να κυβερνήσει όλα τα έθνη με σιδερένια γροθιά, το νεογέννητο αρπάζεται και μεταφέρεται στον επουράνιο θρόνο του Θεού, και στη γυναίκα δίδονται «τα δυο φτερά ενός μεγάλου αετού, έτσι ώστε να πετάξει στην ερημιά», όπου θα βρει τροφή και ασφάλεια από τον αρπακτικό δράκο. Εν τω  μεταξύ, στον ουρανό διεξάγεται μια μάχη ανάμεσα στον Σατανά και τον αρχάγγελο Μιχαήλ, ο καθένας τους επικεφαλής ενός στρατού αγγέλων. Ο Σατανάς βγαίνει ηττημένος και εξορίζεται από τον παράδεισο, αλλά κατεβαίνει στη γη με σκοπό να βασιλεύσει επί της ανθρωπότητας.
Πράγματι, ο μοναδικός τρόπος με τον οποίο μπορεί ο Θεός να νικήσει τον Διάβολο και τους υπηρέτες του, σύμφωνα με τον συγγραφέα, είναι να καταστρέψει τον κόσμο και να ξαναρχίσει από την αρχή με «έναν καινούριο ουρανό και μια καινούρια γη». Αλλά η συντέλεια του κόσμου είναι συνδεδεμένη με ένα φιτίλι που καίγεται αργά. Πρώτα, οι Χριστιανοί πραγματικοί πιστοί πρέπει να αντέξουν μια περίοδο καταπίεσης και διώξεων –την αποκαλούμενη Δοκιμασία– στα χέρια των εκπροσώπων του Σατανά, μεταξύ των οποίων είναι και το «κτήνος» που σήμερα είναι περισσότερο γνωστό ως Αντίχριστος, παρόλο που αυτός ο όρος δεν εμφανίζεται στο κείμενο της Αποκάλυψης. Την αρχή του τέλους θα σηματοδοτήσουν σημάδια και θαύματα: σεισμοί, και πλημμύρες, κομήτες και εκλείψεις, πείνα, μάστιγες και λοιμοί, και μια σειρά από τρομερές μάχες στον ουρανό και τη γη.
Τα δεινά της συντέλειας του κόσμου περιγράφονται σε μερικά από τα πιο αξιομνημόνευτα εδάφια της Βίβλου. Για παράδειγμα, οι φημισμένοι Τέσσερις Καβαλάρηδες της Αποκάλυψης, με τον καθένα να ιππεύει ένα άλογο διαφορετικού χρώματος, «σκοτώνουν με το ξίφος, με την πείνα, με το θάνατο και με τα κτήνη της γης». Αυτά που εμείς θα ερμηνεύαμε ως φυσικές καταστροφές περιγράφονται με ευφάνταστη γλώσσα: «Ο ήλιος έγινε μαύρος σαν τσουβάλι, και η πανσέληνος έγινε σαν αίμα, και τα αστέρια του ουρανού έπεσαν στη γη». Και ο συγγραφέας επινοεί τέρατα που όμοιά τους δεν υπάρχουν στη φύση. Όταν περιγράφει μια επίθεση ακρίδων, για παράδειγμα, είναι έντομα με πρόσωπο ανθρώπου, μακριά γυναικεία μαλλιά, σώμα πολεμικού αλόγου, δόντια λιονταριού, και κεντρί σκορπιού.
«Και τις μέρες εκείνες οι άνθρωποι θα αναζητούν τον θάνατο και δεν θα τον βρίσκουν», γράφει ο συγγραφέας της Αποκάλυψης σε ένα σχεδόν οδυνηρό εδάφιο. «Θα λαχταρούν να πεθάνουν, και ο θάνατος θα φεύγει μακριά τους».
Μετά από εφτά χρόνια δεινών κάτω από την εξουσία του Κτήνους, ο Ιησούς Χριστός θα κατέβει στη γη σαν έφιππος πολεμιστής-βασιλιάς επικεφαλής ενός στρατού αγγέλων και αναστημένων αγίων και μαρτύρων, και θα δοθεί μια αποφασιστική μάχη σε ένα μέρος που ονομάζεται Αρμαγεδδών. Ο συγγραφέας της Αποκάλυψης περιγράφει με χαρά την εκδίκηση που θα πάρει ο Αμνός του Θεού από εκείνους που κάποτε βασάνισαν τους πιστούς του ακολούθους. «Ελάτε, μαζευτείτε για το μεγάλο δείπνο του Θεού», θα φωνάξει ένας άγγελος στα αρπακτικά πουλιά, «για να φάτε τη σάρκα βασιλέων, τη σάρκα ηγετών, τη σάρκα ισχυρών ανδρών, τη σάρκα αλόγων και των αναβατών τους, και τη σάρκα όλων των ανθρώπων, τόσο των ελεύθερων όσο και των σκλάβων, τόσο των ασήμαντων όσο και των τρανών».
Ο Σατανάς θα δεθεί με αλυσίδες και θα φυλακιστεί σε ένα λάκκο χωρίς πάτο, και αυτοί που θα επιβιώσουν από τη Δοκιμασία θα ζήσουν σε ένα επίγειο βασίλειο κάτω από την εξουσία του Βασιλιά Ιησού και των αναστημένων αγίων και μαρτύρων του για ακριβώς χίλια χρόνια. Αλλά η συντέλεια του κόσμου δεν έχει τελειώσει ακόμα. Ο Σατανάς θα σπάσει τα δεσμά του, και ο Ιησούς Χριστός θα αναγκαστεί να πολεμήσει ξανά τον εχθρό του και μακρινά έθνη που αποτελούν τους ανθρώπινους συμμάχους του Διαβόλου, και που τώρα αποκαλούνται Γκογκ και Μαγκόγκ». Μόνο τότε ο Σατανάς και οι υποτακτικοί του θα εξοριστούν μια για πάντα στη «λίμνη της φωτιάς και του θειαφιού», όπου θα «βασανίζονται μέρα νύχτα για πάντα».
Τώρα, επιτέλους, ο αδαής κόσμος μας –«η πρώτη γη»– θα φτάσει στο τέλος του. Όλοι όσοι έζησαν ποτέ θα αναστηθούν, και ζωντανοί και νεκροί θα κριθούν και θα ανταμειφθούν ή θα τιμωρηθούν με τον τρόπο που ο Θεός θεωρεί κατάλληλο. Και η μόνη οδός για τη σωτηρία είναι η αληθινή πίστη: «Σ’ εκείνους που τηρούν τις εντολές του Θεού και την πίστη στον Ιησού» θα επιτραπεί να περάσουν την αιωνιότητα σε απόλυτη ευδαιμονία στο νέο παράδεισο. Όλοι οι άλλοι –άνδρες, γυναίκες και παιδιά–θα εξοριστούν στη λίμνη της φωτιάς και του θειαφιού, «η οποία είναι ο δεύτερος θάνατος», μαζί με τον Διάβολο και «τους άνανδρους, τους άπιστους, τους μολυσμένους, τους δολοφόνους, τους μοιχούς, τους μάγους, τους ειδωλολάτρες, και όλους τους ψεύτες».
Η Αποκάλυψη, σε αντίθεση με τα Ευαγγέλια, δεν διαθέτει καλοσύνη. Αντίθετα, είναι ένα κείμενο που τιμωρεί, είναι γεμάτο οργή και αγανάκτηση, με μια σχεδόν μεθυστική λαχτάρα για αιματηρή εκδίκηση εναντίον των εχθρών. Σπάνια ο συγγραφέας επιτρέπει στους αναγνώστες του να δουν ένα πιο ευγενές και πιο ήρεμο βασίλειο, και όταν το κάνει, εξηγεί ότι αυτό θα έρθει μονάχα όταν η γη όπως την ξέρουμε, διάσπαρτη με πτώματα και πλημμυρισμένη «ως το ύψος των γκεμιών του αλόγου» με αίμα, επιτέλους καταστραφεί. Και μονάχα «εκείνοι που βγαίνουν από την μεγάλη δοκιμασία», εκείνοι που έχουν «πλύνει τους μανδύες τους και τους έχουν κάνει λευκούς στο αίμα του Αμνού», θα γίνουν δεκτοί στον ουράνιο παράδεισο.
«Θα σκουπίσει κάθε δάκρυ από τα μάτια τους, και ο θάνατος δεν θα υπάρχει πια», γράφει ο συγγραφέας σε μια σπάνια και σχεδόν απρόθυμη στιγμή τρυφερότητας και συμπόνιας. «Ούτε θρήνος θα υπάρχει ούτε κλάμα ούτε πόνος πια, γιατί όλα αυτά έχουν περάσει».
Παρά τη βία και το χάος του, λοιπόν, το βιβλίο της Αποκάλυψης προσφέρει ένα ευτυχές τέλος, τουλάχιστον για «εκείνους που σώζονται». Η μοίρα των ανθρώπων στη γη όταν έρθει η συντέλεια του κόσμου είναι να υποφέρουν φρικτά στα χέρια του Αντίχριστου –και οι περισσότεροι από αυτούς θα πεθάνουν με εξίσου φρικτό τρόπο–αλλά λίγοι επίλεκτοι θα αναστηθούν, θα κριθούν και θα κερδίσουν την αιώνια ζωή στον μελλοντικό κόσμο. Η λαχτάρα των ανθρώπων να συμπεριληφθούν ανάμεσα σ’ εκείνους που σώζονται, και η αποστροφή για εκείνους που δεν σώζονται, αποδεικνύεται μια από τις μεγάλες κινητήριες δυνάμεις της ιστορίας.
H έκδοση είναι προγραμματισμένη να κυκλοφορήσει το φθινόπωρο του 2010.
 
Η Πηνελόπη Τριαδά είναι μεταφράστρια αγγλόφωνης και ιταλικής λογοτεχνίας.