Top menu

Περιεχόμενα Τεύχους 11

Παγκόσμια ιστορία της τρομοκρατίας Μέρος Η'

του Γιώργου Μπλάνα

Η ΤΡΟΜΟΚΡΑΤΙΑ ΤΩΝ ΠΡΟΓΟΝΩΝ
Ο ήλιος μεσουρανεί, απολαμβάνοντας την προαιώνια πύρινη ευδαιμονία του. Τα παιδιά βγαίνουν από την πόρτα του σχολείου και επιβιβάζονται με την επίβλεψη του δασκάλου τους στο σχολικό λεωφορείο. Από το πρωί μάθαιναν να γράφουν με τον τρόπο των προγόνων τους, να διαβάζουν τα κείμενα των προγόνων τους και να σκέφτονται όπως οι πρόγονοί τους. Είναι παιδιά χρήσιμα στην πατρίδα των προγόνων τους. Θα στελεχώσουν τον μηχανισμό συντήρησης των προγονικών αξιών και θ’ αυξήσουν την προγονική περιουσία. Θα συνεργαστούν μεταξύ τους με τον τρόπο που θα επιλέξει ο μηχανισμός του υπάρχοντος, θα μισήσουν αυτούς που αρνούνται την προγονική εκπόρευση του μηχανισμού -ασχέτως αν έχουν ή όχι κοινούς προγόνους- και θα τους πολεμήσουν, προκειμένου να μην μολύνουν τη γη των προγόνων, τη γη στην οποία τάισαν το σκουλήκι τον κατακτητή οι πρόγονοι και θα ταΐσουν πολύ σύντομα τα ίδια με τη σειρά τους. Είναι παιδιά των προγόνων, αλλά καθόλου παιδιά της ψυχής τους. Δεν ανήκουν στον εαυτό τους και δεν το ξέρουν. Δεν θα το μάθουν ποτέ.

Ένας νεαρός με κάπως μεγάλο για τα μέτρα του σακάκι -παρόλη την καυτή ευδαιμονία του ήλιου- έρχεται προς το μέρος τους, με βήμα περιπάτου. Είναι άτομο θετικό, χωρίς ψυχικά προβλήματα – ούτε καν μεταπτώσεις. Έχει όλες τις αρετές των προγόνων του. Για ελαττώματα δεν γίνεται λόγος. Έμαθε να γράφει με τον τρόπο των προγόνων του, να διαβάζει τα κείμενα των προγόνων του και να σκέφτεται όπως οι πρόγονοί του. Σπούδασε  μιαν επιστήμη άλλων προγόνων, αλλά πολύ χρήσιμη στους προγόνους του, αφού έπρεπε να στελεχώσει τον μηχανισμό συντήρησης των προγονικών αξιών και ν’ αυξήσει την προγονική περιουσία. Είναι άντρας χρήσιμος στην πατρίδα των προγόνων του. Συνεργάζεται με τους συμπατριώτες του, κατά την επιθυμία του μηχανισμού τού υπάρχοντος. Μισεί αυτούς που αρνούνται την προγονική εκπόρευση του μηχανισμού -ασχέτως αν έχουν ή όχι κοινούς προγόνους- και τους πολεμάει, προκειμένου να μην μολύνουν τη γη των προγόνων, τη γη στην οποία τάισαν το σκουλήκι τον κατακτητή οι πρόγονοι και θα ταΐσει πολύ σύντομα ο ίδιος με την σειρά του. Είναι παιδί των προγόνων, αλλά καθόλου παιδί της ψυχής του. Δεν ανήκει στον εαυτό του και δεν το ξέρει. Δεν θα το μάθει ποτέ.

Πλησιάζει τα παιδιά με βήμα αργό, αφού το σακάκι του είναι πραγματικό ορυχείο. Ανάμεσα στη φόδρα και το εξωτερικό ύφασμα περιμένουν, με τη φαινομενική απάθεια των σπλάχνων της γης, σφαιρίδια τριών έως επτά χιλιοστών, καρφιά, βίδες, παξιμάδια, και χοντρό σύρμα. Αυτά κατά κύριο λόγο θα αποφασίσουν για τις απώλειες του περιπάτου. Αυτά και η φαρδιά -μέχρι το ύψος του στέρνου- ζώνη που σφίγγει τον άντρα, εφοδιασμένη με πλακίδια ύλης, που φέρουν επιστημονικά κομψά ονόματα: C-4, TNT, TATP. Η έκρηξη κομματιάζει τον άντρα και στέλνει τα μεταλλικά αντικείμενα στα σώματα των παιδιών, τα οποία ακολουθούν όλα ανεξαιρέτως τον φονιά τους στην κοινή γη των αλληλομισούμενων προγόνων τους.

Στον τόπο της τραγωδίας –όπως λέει η κωφάλαλη νοημοσύνη των ΜΜΕ- καταφτάνουν πάνοπλοι νέοι άντρες. Είναι άτομα σκληροτράχηλα, χωρίς αναρωτήσεις για την ύπαρξή τους. Έχουν μια μεγάλη αρετή -για ελαττώματα δεν γίνεται λόγος- των προγόνων τους: δεν φείδονται της βίας προκειμένου να προστατεύσουν την περιουσία των προγόνων τους.  Γνωρίζουν να γράφουν με τον τρόπο των προγόνων τους, αν και θεωρούν πως δεν χρειάζεται να διαβάσουν τα κείμενα των προγόνων τους• αρκετά τους σκότισαν με θεωρίες όταν ήταν παιδιά, σαν κι αυτά που βλέπουν τώρα νεκρά μπροστά τους.  Σπούδασαν  μια  τέχνη στην οποία διακρίνονταν οι πρόγονοί τους από αρχαιοτάτων χρόνων, μια τέχνη που παραμένει χρήσιμη, αφού πρέπει να προστατεύσουν τον μηχανισμό συντήρησης των προγονικών αξιών και ν’ αυξήσουν την προγονική ισχύ. Είναι άντρες χρήσιμοι στην πατρίδα των προγόνων τους. Συνεργάζονται μεταξύ τους, υπακούοντας τυφλά στον μηχανισμό τού υπάρχοντος. Μισούν αυτούς που αρνούνται την προγονική εκπόρευση του μηχανισμού -ασχέτως αν έχουν ή όχι κοινούς προγόνους- και τους πολεμούν, προκειμένου να μην μολύνουν τη γη των προγόνων, τη γη στην οποία τάισαν το σκουλήκι τον κατακτητή οι πρόγονοι και κάποτε θα ταΐσουν οι ίδιοι με την σειρά τους. Είναι παιδιά των προγόνων, αλλά καθόλου παιδιά της ψυχής τους. Δεν ανήκουν στον εαυτό τους και δεν το ξέρουν. Δεν θα αναρωτηθούν ποτέ επί του θέματος. Μα κι αν αναρωτηθούν -υπό την προϋπόθεση πως θα ζήσουν αρκετά, ώστε οι αγαπημένοι τους να γνωρίζουν πού είναι ο τάφος τους- θα έχουν ξεχάσει τι ακριβώς είναι αυτό που οι εν πολλοίς επικίνδυνοι και απάτριδες διανοούμενοι ονομάζουν «εαυτός». Βρίσκονται εκεί για να περισυλλέξουν τα απομεινάρια της ζωντανής βόμβας: αποκομμένα μέλη, κομματιασμένες ζώνες... οτιδήποτε στοιχείο μπορεί να βοηθήσει στην έρευνα για την οργάνωση και εκτέλεση της επίθεσης αυτοκτονίας. Έχουν εκπαιδευτεί γι’ αυτό. Βοηθούν τους εγκληματολόγους στην αναζήτηση των τρόπων με τους οποίους οι άνθρωποι σκοτώνουν τους ανθρώπους. Φυσικά, αυτή η αναζήτηση είναι παντελώς μάταιη. Δεν οδηγεί πουθενά εκτός εγκληματολογικού εργαστηρίου ή οδηγεί στην ταλαιπωρία πολλών αθώων. Γιατί η προγονική νοοτροπία των εγκληματολόγων δεν τους επιτρέπει να καταλάβουν πως αυτό που συμβαίνει δεν είναι εκτέλεση ανθρώπων από ανθρώπους, αλλά καταστροφή κυβερνητικών μηχανισμών προγραμματισμένων στην γλώσσα των προγόνων από κυβερνητικούς μηχανισμούς προγραμματισμένους στην γλώσσα των δικών τους προγόνων. Μάταια (ο εκνευριστικά ύπουλος Εκκλησιαστής στο απόγειο της ψυχοβόρας δόξας του) αλλά οι πάνοπλοι νέοι, συλλέγουν ό,τι μπορούν, χωρίς να τρομάζουν ή να αηδιάζουν το αίμα. Άλλωστε, όταν τελείωσαν τις σπουδές του, ήταν έτοιμοι για όλα, φωνάζοντας: «Η Μασάδα δεν πρόκειται να ξαναπέσει!» Η Μασάδα, το προγονικό παραμύθι αυτών των νέων που πληρώνονται για να δολοφονούν εκείνους που δεν πληρώνονται για να δολοφονούν εκείνους που πληρώνουν για δολοφονούν ο ένας τον άλλον εκείνοι που νομίζουν πως οι πρόγονοί τους είναι πιο σημαντικοί από τους ίδιους. Ένα παραμύθι πολύ πραγματικό για να είναι απλά πραγματικό: η Κωνσταντινούπολη των νεοτέρων Ελλήνων, ας πούμε.
 

*

 

Μετά την καταστροφή της Ιερουσαλήμ από τους Ρωμαίους, το έτος 70 -μας πληροφορεί ο Φλάβιος Ιώσηπος ή Γιοσέφ Μπεν Ματιτιαχού, ελληνίζων ή μάλλον λατινίζων Ιουδαίος, προσκείμενος στην πολιτική παράταξη των Φαρισαίων, φυσικά- οι Σικάριοι κυριάρχησαν στα απομεινάρια της εβραϊκής αντίστασης. Υποχωρώντας σταδιακά μπροστά στην πολεμική μηχανή της ακατάβλητης Ρώμης, κλείστηκαν στο απόρθητο κάστρο της Μασάδας. Ο Λόυκιος Φλαβιος Σίλβας, διοικητής της Ιουδαίας χρειάστηκε μόνο μερικούς μήνες για να εκπορθήσει εκείνη την αετοφωλιά. Για καλή τους τύχη, οι κουρασμένοι λεγεωνάριοι δεν χρειάστηκε να σφάζουν επί κάμποσες ημέρες νέους γέρους γυναίκες και παιδιά. Αυτού του είδους η δουλειά είναι πάντα εξαιρετικά κοπιαστική. Ιδίως με τις γυναίκες και τα παιδιά. Δεν σέβονται τους κανόνες του πολέμου. Δεν αντιμετωπίζουν τον εισβολέα επιτιθέμενοι, παρέχοντάς το άλλοθι της εν αμύνη δολοφονίας. Οι γυναίκες και τα παιδιά, τρέχουν αποδώ κι αποκεί, σκούζουν, παρακαλούν, ενίοτε αποφεύγουν τα χτυπήματα με χίλιους δυο τρόπους! Εν πάση περιπτώσει, οι λεγεωνάριοι βρήκαν τους πάντες νεκρούς: είχαν αυτοκτονήσει μαζικά, για ν’ αποφύγουν την ατιμωτική σφαγή τους. Έτσι τουλάχιστον λέει ο Ιώσηπος, ο οποίος ως κόσμιος κατά τα άλλα απολογητής της ρωμαϊκής ισχύος, όφειλε να χαρίσει στο έθνος του ένα παραμύθι. Υποτίθεται πως έτσι η δουλικότητά του θα γινόταν αντικειμενικότητά του. Είναι άγνωστο αν ο θάνατος που περίμενε τους Ρωμαίους μεσούντος του 73ου έτους της χριστιανικής μυθολογίας στη Μασάδα ήταν αποτέλεσμα μαζική αυτοκτονίας ή σφαγής των πολιορκημένων από τους Σικάριους και αυτοκτονίας των αδιάλλακτων αυτών πατριωτών και πιστών.

Οι Σικάριοι! «Αφού καθάρισαν τη χώρα {οι Ρωμαίοι από τους ταραχοποιούς} άλλο είδος ληστών {ταραχοποιών} εμφανίστηκε στα Ιεροσόλυμα, οι αποκαλούμενοι Σικάριοι», γράφει ο Ιώσηπος στο δεύτερο βιβλίο των Ιουδαϊκών πολέμων, «οι οποίοι σκότωναν ανθρώπους μέρα-μεσημέρι στο κέντρο της πόλης. Ιδίως όταν υπήρχε γιορτή, ανακατεύονταν στο πλήθος και κρύβοντας κάτω από τους μανδύες τους μικρά ξίφη {σικάρια}, χτυπούσαν διαφόρους. Κι όταν οι χτυπημένοι σωριάζονταν στη γη, οι ληστές άρχιζαν να καταριούνται τους δολοφόνους και να οδύρονται για την απώλεια μαζί με το πλήθος. Γι’ αυτό δεν κινούσαν καμιά υπόνοια και δεν έλεγαν τίποτα σε κανέναν, ούτε καν στους φίλους τους. Κι αν τύχαινε να συλληφθούν, δεν ομολογούσαν το παραμικρό, παρόλα τα βασανιστήρια και τις ταλαιπωρίες». Σε άλλο χωρίο, ο Ιώσηπος θα εγκωμιάσει προσεκτικά την γενναιότητα των Σικαρίων. Αυτό όμως δεν θα τον εμποδίσει να τους προσάψει τους χειρότερους χαρακτηρισμούς. Εννοείται πως οι Σικάριοι δολοφονούσαν τους Ιουδαίους που συνεργάζονταν με τους Ρωμαίους, κυρίως τους Φαρισαίους. Από τις περιγραφές του Ιουδαίου ιστορικού μπορούμε να συνάγουμε πως ήταν άνθρωποι τυφλά προσηλωμένοι στο έθνος τους το οποίο θεωρούσαν εκπρόσωπο του θεού τους στην γη. Όπως όλοι οι μονοθεϊστές Ιουδαίοι ήταν πεπεισμένοι πως ο σκοπός εξαγνίζει τα μέσα και πως η ανθρώπινη ζωή δεν έχει καμιάν αξία όταν πρόκειται να μείνει αμόλυντο το έθνος και η θρησκεία του. Στη διάρκεια της πολιορκίας της Ιερουσαλήμ, έκαψαν τα αποθέματα τροφίμων για να εξαναγκάσουν τους πολιορκημένους να επιχειρήσουν ένοπλη έξοδο.

Ιδού, λοιπόν, τι σημαίνει «Η Μασάδα δεν πρόκειται να ξαναπέσει!»: δεν πρόκειται να επαναλάβουμε το σφάλμα των προγόνων μας• δεν θα προβούμε σε μαζική αυτοκτονία, επειδή κάποιοι μας πολιορκούν και θέλουν να μας αφαιρέσουν τον τόπο των προγόνων μας• θα σπέρνουμε τον τρόμο στα πλήθη τους, όπως οι πρόγονοί μας. Μέχρι εκεί. Τα υπόλοιπα μένει να τα ανιχνεύσει ο παρατηρητής των τεκταινομένων σ’ αυτόν τον τόπο, που τελικά δεν υπήρξε ποτέ παρά τόπος προγόνων. Οι Ισραηλίτες εξοντώνουν αργά-αργά τους Παλαιστινίους με τη βοήθεια ορισμένων πολιτισμένων εθνών. Ενεργούν ως τρομοκράτες, αφού οι απειλές τους είναι ασύμμετρες, οι στόχοι τους αφορούν στην καταστροφή των πηγών επιβίωσης των θυμάτων και τα χτυπήματα κρυφά, μασκαρεμένα κάτω από τον μανδύα της άμυνας. Επιπλέον, μετά από κάθε χτύπημα χώνονται μέσα στο πλήθος των εθνών που κραυγάζουν για ειρήνη, κραυγάζοντας και αυτοί την ίδια -υποκριτική, κατά κύριο λόγο, όπως και στην περίπτωση του πλήθους τού πρώτου αιώνα της χριστιανικής μυθολογίας- αναγκαιότητα. Φυσικά, δεν είναι καθόλου βέβαιο πως γνωρίζουν ό,τι οι πρόγονοι, τους οποίους τίμησαν αποφοιτώντας, ήταν τρομοκράτες• ούτε πως γνωρίζουν ό,τι συλλέγοντας τα μέλη του τρομοκράτη, συλλέγουν τ’ απομεινάρια ενός ανθρώπου, o οποίος δεν έκανε τίποτα περισσότερο ή λιγότερο από αυτό που έκαναν οι πρόγονοί τους. Γιατί ο νέος Παλαιστίνιος έδρασε, ακολουθώντας τη λογική των Σικαρίων: ο φόβος του θανάτου είναι πιο αποτελεσματικός από τον θάνατο, ο θάνατος αξίζει περισσότερο από τη ζωή, τα  ήθη και τα έθιμα των προγόνων αξίζουν χιλιάδες θανάτους. Η άποψη πως ο άνθρωπος είναι αναλώσιμος -ένα κούτσουρο στην πυρκαγιά του θεού και του έθνους, που άναψαν οι πρόγονοι- ήταν τόσο βαθιά ριζωμένη μέσα του, ώστε δεν είχε κανέναν ενδοιασμό να θυσιάσει τη ζωή του, προκειμένου να προκαλέσει τον θάνατο των εχθρών του. Βέβαια, στο σημείο αυτό προκύπτει μια διαφορά: οι Σικάριοι, προκειμένου ν’ αποφύγουν τη σύλληψη, χώνονταν στο οδυρόμενο πλήθος και υπερέβαλαν σε κατάρες για τους τρομοκράτες, ενώ ο Παλαιστίνιος θυσιάστηκε. Στην πραγματικότητα νόμιζε πως δεν είχε άλλη λύση, όπως και οι Σικάριοι στη Μασάδα: δεν είχαν γύρω τους το απαραίτητο πλήθος. Ακόμα κι αν κρύβονταν μέσα στα γυναικόπαιδα και τους γέροντες, θα είχαν σίγουρα την τύχη όλων των πολιορκημένων που πέφτουν στα χέρια του πολιορκητή. Δεν μπορούσαν να καταφύγουν παρά μόνο στον θάνατο, για να μην συλληφθούν, όπως ο νεαρός-βόμβα κατέφυγε στον θάνατο, για να μην συλληφθεί και θανατωθεί. Η βλακεία είναι σταθερό χαρακτηριστικό του φανατικού, που όταν δεν αφήσει πίσω του αδιάσειστα στοιχεία της ενδέχεται να χαρακτηριστεί ήρωας. Η βλακεία των προγόνων είναι πάντα ο ηρωισμός των απογόνων! Φυσικά, αφού κάθε απόγονος δεν είναι παρά ένας πρόγονος των απογόνων του• ως τρομοκράτης και ως τρομοκρατούμενος.