Top menu

Περιεχόμενα Τεύχους 6

Μύχιες σκέψεις - Ιωάννα Κανελλοπούλου

 

INOMIS…

Καμιά φορά αναρωτιέμαι γιατί οι γλάροι κάθονται πάνω στα σκουριασμένα πλοία.
Γιατί, δεν πετούν την ώρα των δακρύων
αλλά την ώρα της σιωπής.

Ήρθες κοντά μου για άλλη μια φορά ,
μ εκείνα  τα υγρά μάτια,
έτοιμα να με πλημμυρίσουν οδύνη.
Έσερνες ξοπίσω δυο σκυλιά,
προστάτες της εστίας μας.
Ίδια η Εκάτη σε σταυροδρόμι,
ζήτησες θυσία,
ανταπέδωσα με αίμα,
το αίμα της γαλήνης.

Κάποια όνειρα παραληρούσαν στο κεφάλι μου.
Συγκεκριμένες στάσεις σωμάτων,
συγκεκριμένα λόγια,
φόβοι.
Αμείλικτες οι φαντασίες.
Με συνθλίβουνε.

Αγκαλιάζοντας το φάντασμά σου ξάπλωσα στη κλίνη.
Μόνη, αβοήθητη, παγωμένη.
Μου ήταν αρκετό…

Μια μικρή ψυχή κουλουριασμένη στην κοιλιά μου πάνω
ανέπνεε αργά,
σαν θρόισμα φύλλων,
μου θύμιζε ότι ζούσα μεταξύ πραγματικότητας.

Ζητούσα το κορμί σου μανιασμένα σε όλα τα στενά του εγκεφάλου μου,
οικείο ή παράδοξα αδιάφορο.

Το ζητούσα αφόρητα,
ουρλιάζοντας μανιωδώς μέσα στη σιωπή.
Το ζητούσα και ούρλιαζα
σαν λύκος μόνος μέσα στο λυκαυγές.

Στην επόμενη σκέψη κάτασπροι οι γλάροι πετούν.
Πετούν μανιασμένα και πάλι και ξανά.
Θυμάσαι την καταιγίδα που μας βρήκε το μήνα καλοκαίρι?
Θυμάσαι το τζάμι που έσφαξε στα δυο την καρδιά σου?

Πονάω αγάπη μου,
δίχως ήλιο, μόνο σιωπή.
Πονάω αγάπη μου,
χωρίς λόγια μόνο μ αναμονή.
Καπνίζω το τσιγάρο που έσβησε στην σάρκα σου απάνω.

Τα φαντάσματα δεν αγγίζονται,
ψάχνουν τις αναμνήσεις.
Δίχως ηρεμία,
δίχως αγάπη ή θάνατο.
Με μαχαίρι ή φωτιά,
αλλά πάντοτε με πόνο.

…Ξημερώνει η γλυκιά αυγή ψυχή μου.
Δες,
ένας άρρωστος ήλιος χαρακώνει το μέτωπό μου
με την άπιαστη μορφή σου.
Άλλο ένα ξημέρωμα με βρίσκει σαν τεμαχισμένο ξόανο
πάνω στο καναπέ της καθημερινότητας μας.

Ζώντας ανάποδα...

Μετράω τα λεπτά  λίγο πριν ν ακούσω την ανάσα σου,
να σκαρφαλώσω να πιω από τα κατακόκκινα τα χείλη....

Να γύρω το κεφάλι σου,
προσκέφαλο πάνω στις ηδονές μου.
Μα πάντα ο τοίχος.
Εκείνος ο διάφανος ο κρυσταλλικός,
που μένει πάντα καρφωμένος λίγο πιο έξω από τα βλέφαρα μου.

Έπειτα σε βρίσκω στην απουσία,
στο μισό διπλό του κρεβατιού.
Στην μοναδικότητα
και στην βαθύτατη μελαγχολία μου.

Σε περιμένω αγάπη μου,
ν ακούσω το ξημέρωμα,
το κλειδί να γλείφει το θύλακα της πόρτας.

Σε περιμένω γλυκιά,
τρυφερή,
δίχως πάθη,
χωρίς ηδονές.
Απλή.
κουβαλώντας στην ψυχή σου
μόνο αγνή αγάπη

Ιθάκης...

Mην χάνεις χρόνο,
να του βγούμε Κατερίνα,
να τον ξεγελάσουμε,
μην χάνουμε στιγμές....

Από τις στιγμές και τα βήματα στην πόρτα
είναι μακριά η αιωνιότητα μας...

Προσγείωση

...Και βρωμερή η ανάσα του τσιγάρου
ν’αναδεύει στο δωμάτιο
την γύμνια των κορμιών,
και τον ιδρώτα των άστρων

...Κανένα κόστος πέραν του έρωτα...

Πλέκοντας χιονονιφάδες τον Αύγουστο...

Με ενοχλούσε πάντα το μικρό σημάδι που εκτεινόταν στο άπειρο,
μέχρι και τα μέσα του στέρνου σου.
Με ενοχλούσε η αποδοχή του,
η παραδοχή της φύσης,
έχοντας διάρκεια μικρότερη του παστεριωμένου γάλακτος.

Στο πρώτο σενάριο σου,
αντιμετωπίζω για άλλη μια φορά την κραυγή του Μούνκ μέσα στο κεφάλι μου,
καταφέρνοντας να τελειώσω ηδονικά και αυτή τη πλευρά του δίσκου της ζωής
όπου με βρίσκει να ατενίζω κατάματα τη φυγή της αγκαλιάς σου
προκειμένου να αλλάξω πλευρά βινυλίου.

Στο δεύτερο σενάριο,
ο χρόνος τρέχει και πάλι
θυμίζοντας μου εκείνο το ξημέρωμα που μετρούσα στην αρχή τα αστέρια
το βράδυ...,
έπειτα τα σκαλιά που σφουγγάριζε η καθαρίστρια,
και τα πρώτα πρωινά λεωφορεία που σε έφεραν πίσω με μυρωδιά ξένου έρωτα.

Όμως, πέρασαν όλα αυτά και από τότε έφυγαν οι εικόνες.....
όλες.
Μια
μια...

Έμειναν όμως τα υγρά σκαλοπάτια της πολυκατοικίας,
να με βρίσκουν να γυρίζω το ξημέρωμα
και ο χρόνος που ξεδιπλώνει τις μάταιες αναμνήσεις.

...Και έτσι κάπως το έπος τελείωσε.
Βάζοντας με να κάθομαι πάντα,
πλέον στη μέση του καναπέ
και το σκύλο τον αγαπημένο
στην δική σου

ΠΑ-ΝΑΤ  Νο 207

Και έτσι που λες
αγαπημένε φίλε
έτσι κάπως ξεθώριασε το μέσα μας
μοιράζοντας διαφημιστικά φυλλάδια στους δρόμους.

Έτσι κάπως φτάσαμε εδώ...,
με το αλκοόλ και τις ουσίες να κολυμπούν μες το κεφάλι
τρακάροντας τα υλικά μας
προς γνώσιν,
τέρψιν και συμόρφοσιν.

Θυμάσαι φαντάζομαι το βράδυ εκείνο στο χορό
που περιφερόσουν κορμί νεκρό
γεμάτο από ακαθόριστη ενέργεια
στο περιβάλλον της οχλοβοής.

Θυμάσαι τα δάκρυα που έριχνες
στον ώμο της κοπέλας
εκείνης...,
που σου ψιθύριζε στ αυτί έν απαλό νανούρισμα
για να σωπάσουν τα πεθαμένα που πάλευαν στο σώμα

Όπου τώρα,
αγαπημένε φίλε
τώρα που καθόμαστε εδώ στην απουσία μας,
άδεια άηχα κουφάρια,
τώρα η ώρα είναι σίγουρα κατάλληλη
να σου ανοίξω τα μαύρα μου τα σπλάχνα.....

Άστρωτη πίσσα
και οι αναθυμιάσεις της να φτάνουν
το πιο ακατάλληλο της ώρας,
από τη γέννηση μέχρι το ύστερό μας.
Τώρα...,
φίλε μου αγαπημένε,
φίλε καρδιακέ.

Τώρα που σε σκέφτομαι πολύ,
τώρα ΝΑΙ!
Ήρθε η ώρα να ξεγυμνωθώ,
ελεεινά μπροστά σου....

Άντεξε με σε παρακαλώ,
για μια φορά ακόμα...,
μην σημασία δίνεις το αίμα που δακρύζω στο μάγουλο της ωριμότητας μου πάνω....

Διακοπές με τη Σιμόνη...

Ο κύριος με την κάμερα κεντράρει τα χρυσοποίκιλτα σανδάλια της θηλυκότητας  του καλοκαιριού,
που ξεπήδησε από το βιομηχανικό ύφαλο της πρωτεύουσας
και σαλπάρει για τα καθιερωμένα μπάνια στην θάλασσα των διακοπών,

ενώ δίπλα μου,
η κυρία καβουρίνα
ντυμένη καθηγήτρια
μοστράρει το καινούργιο ρολόι σε χρώμα blue marine
ασορτί με το χτιστό νύχι που κρύβει από κάτω την ασθένεια του μύκητα.

Βαδίζουν όλοι ευτυχισμένοι χορεύοντας διονυσιακά την φούγκα του παλκοσένικου.

...Στήνοντας τα κορμιά τους καμαρωτά
ενάντια στο νόμο της βαρύτητας.

Η Ιωάννα Κανελλοπούλου ζει στην Αθήνα. Ασχολείται με την ποίηση και τη φωτογραφία.