Top menu

Περιεχόμενα Τεύχους 28

Λήδα Πρωτοψάλτη: "Δεν έβαλα ποτέ νερό στο κρασί μου"

iakovouprotopsalti.jpg
Συνέντευξη
στην Χρυσάνθη Ιακώβου
Συνομιλήσαμε με την Λήδα Πρωτοψάλτη αυτή την περίοδο που ανεβάζει στο θέατρο Στοά τη Μήδεια του Μποστ, σε σκηνοθεσία Θανάση Παπαγεωργίου, ένα έργο που έχει μείνει στην ιστορία και όποτε κι αν παίζεται, πηγαίνει πάντα ο κόσμος να το δει. Όπως αναφέρει χαρακτηριστικά η ίδια: «Είπαμε μέσα στους δύσκολους καιρούς που περνάμε να χαρίσουμε λίγο γέλιο μέσα από την ανελέητη σάτιρα του Μποστ».
Αισθάνεστε καλύτερα όταν ερμηνεύετε κωμικούς ή δραματικούς ρόλους;

Αισθάνομαι καλύτερα πάνω στη σκηνή γενικώς. Δεν μπορώ να διαλέξω. Για μένα το θέατρο είναι ένα, δεν έκανα ποτέ διαχωρισμούς. Ό, τι μου ερχότανε το έπαιζα. Ούτε ονειρεύτηκα ποτέ, τίποτα. Απλώς προσπαθούσα κάθε φορά να είμαι καλύτερη και να κερδίζω κάτι, να χτίζω μέσα μου την υποκριτική. Και αυτό μου βγήκε σε καλό, γιατί πάντα ήμουν αφοσιωμένη στη δουλειά μου. Δεν ήμουν από αυτούς που ασχολούνται με πολλά διαφορετικά, με τηλεόραση, που τρέχουν σε χίλιες μεριές. Αν τρέχεις σαν παλαβός να προλάβεις, δεν το απολαμβάνεις κιόλας. Όπως έλεγε και ο Κουν, ο καλλιτέχνης πρέπει να είναι συγκεντρωμένος για να μπορεί να εκφραστεί και να γίνει καλύτερος. Όταν ήμαστε στη σχολή, αν μάθαινε ο Κουν ότι ενόσω είσαι μαθητής λάβαινες μέρος κάπου αλλού, στον κινηματογράφο ή στο ραδιόφωνο ή σε μια άλλη παράσταση, σε πέταγε έξω από τη σχολή. Δεν παίζουμε με αυτά... Μην κοιτάτε που όλα έγιναν εύκολα τώρα. Είμαστε στην εποχή της ευκολίας. Πρόκειται όμως για δύσκολη δουλειά και πρέπει να είσαι συγκεντρωμένος για να αντεπεξέλθεις. Θυμάμαι μια φορά στη σχολή είχα το μονόλογο της Ιουλιέτας, όταν πίνει το φάρμακο. Στην πρόβα που κάναμε ο Κουν είπε δυο-τρεις στίχους για να μου δείξει. Και έπαθα πλάκα. Γύρισα σπίτι και είπα στη μαμά μου «εγώ θα το αφήσω το θέατρο». «Γιατί παιδάκι μου; Εσύ το αγαπάς το θέατρο». «Είναι πολύ δύσκολο, δε θα μπορώ να αντεπεξέλθω σε αυτό...» Ο τρόπος που το είπε, το κύρος που είχε, με τρόμαξε. Είπα, θα φτάσω εγώ ποτέ να πω ένα κείμενο έτσι; Πρέπει να αφιερώσεις τη ζωή σου. Γι’ αυτό και δεν έφυγα από τη Στοά. Μου πρότειναν διάφορα, αλλά νομίζω ότι ο ηθοποιός ανθίζει εκεί που είναι το στέκι του.

Είστε, υποθέτω, από τους λίγους του χώρου που σκέφτονται έτσι.

Δεν ξέρω... Εμένα μου αρκεί ο εαυτός μου. Μισώ την προχειρότητα. Του τύπου «έλα μωρέ, μην το ψειρίζουμε το πράγμα...» Εκεί έφυγα. Δεν μπορείς σε μένα, που έχω αφιερώσει τη ζωή μου, να πεις «έλα μωρέ πες τα να φύγουμε».

Είπατε πριν ότι τρομάξατε από το υποκριτικό επίπεδο του Κουν. Τώρα πώς αισθάνεστε σχετικά με αυτό; Φτάσατε στο επίπεδο που θα θέλατε;

Τώρα πλέον το κείμενο το οδηγώ εγώ. Ασφαλώς και είμαι ικανοποιημένη. Δεν έβαλα νερό στο κρασί μου και αυτό ήταν που με κράτησε και στην πορεία μου.

Έχετε μετανιώσει για κάτι;

Ποτέ, για τίποτα. Ό,τι έκανα ήταν αποτέλεσμα βαθύτατης σκέψης και αγωνίας. Αγωνιώ και σαν καλλιτέχνης και σαν άνθρωπος. Και είμαι πολύ στεναχωρημένη με όσα γίνονται.

Ως άνθρωπος του πνευματικού χώρου, τι πιστεύετε ότι θα μπορούσατε να κάνετε για την κατάσταση που επικρατεί στη σημερινή κοινωνία;

Επανάσταση από το θέατρο δεν έγινε ποτέ! Απλώς το θέατρο ξυπνάει συνειδήσεις και καλλιεργεί ευαισθησία. Και αυτά είναι πολύ σπουδαία. Τα έργα που ανεβάζουμε, ο τρόπος που τα ανεβάζουμε, χωρίς να επεμβαίνουμε στα κείμενα, αυτό έχει σημασία. Με αυτόν τον τρόπο, κατά μία έννοια, αντιστεκόμαστε, δε βάζουμε νερό στο κρασί μας, δε λέμε «ας ανεβάσουμε τώρα μια κωμωδιούλα να τα μαζέψουμε λίγο...» Αυτό κοστίζει πολύ, είναι ένας μεγάλος αγώνας. Ξέρεις πώς είναι να έρχεσαι στο θέατρο για να παίξεις και λίγο πριν ανεβείς στη σκηνή να ρωτάς «πώς είναι έξω; έχει κόσμο;» Εμείς κάνουμε θέατρο στη γειτονιά, στου Ζωγράφου, που ακόμα και σήμερα πολλοί δεν ξέρουν ακριβώς πού είμαστε. Και παρόλ’ αυτά αντισταθήκαμε σε όλες αυτές τις σειρήνες. Ο σημερινός άνθρωπος έχει λατρέψει την ύλη και αυτή είναι η δυστυχία του. Ο Θεός πλέον δεν είναι ούτε ο Χριστός ούτε η Παναγία, όλοι πιστεύουν στο χρήμα. Πώς θα πάμε μπροστά; Πήγαμε στην άκρη το πνεύμα μας για να γίνουμε πλούσιοι, να αποκτήσουμε εξοχικά, αυτοκίνητα... Εμένα ποτέ δεν ήταν στόχος μου να αποκτήσω χρήματα. Όταν έπαιξα στο Θέατρο Τέχνης και ήρθε ο διαχειριστής για να μου φέρει τη δεκαμερία μου, μου λέει «να μου βάλετε μια υπογραφή να πάρετε τα χρήματα σας», «ποια χρήματα;» λέω «λάθος, εγώ δεν ήρθα στο θέατρο για να βγάλω λεφτά» και άρχισε να γελάει ο άνθρωπος... Τη δουλειά μου ποτέ δεν την πάντρεψα με ύλη. Για μένα το θέατρο ήταν κάτι πνευματικό, που θα το έκανα και χωρίς αμοιβή. Ίσως έτσι, επειδή δεν είμαι άνθρωπος της ύλης, να σώθηκα, κατά κάποιον τρόπο... Δεν προχώρησα σε όλο αυτό το τρομερό που έγινε... Μας έπαιρναν όλους τηλέφωνο οι τράπεζες, «να σας δώσουμε...», μας έλεγαν. Αυτή ήταν μια μεγάλη παγίδα, γι’ αυτό τώρα είμαστε όλοι δυστυχισμένοι.

Είναι δύσκολο, υποθέτω, να κρατηθείς σε έναν τέτοιο χώρο με αυτές τις απόψεις.

Υπάρχουν πολλοί συνάδελφοι που σκέφτονται έτσι. Που έμειναν μακριά από τα φώτα και χάραξαν τη δική τους πορεία. Που κράτησαν τη σημαία τους την καλλιτεχνική ψηλά. Κι αυτό είναι παρήγορο και αισιόδοξο.

Τι γνώμη έχετε για τη νέα γενιά ηθοποιών;

Φέτος που δούλεψα στον Ιππόλυτο ήρθα σε επαφή με νέα παιδιά και η αλήθεια είναι ότι αναθάρρησα. Είναι σοβαρά παιδιά, το παλεύουν, έχουν άποψη. Ήρθαμε κοντά ο ένας στον άλλον και περάσαμε υπέροχα. Τους εμπιστεύτηκα και την αγωνία μου ακόμα –γιατί εγώ είμαι ηθοποιός της αγωνίας.


Της αγωνίας;

Παρόλο που πλέον οδηγώ εγώ το κείμενο και ξέρω, έχω αγωνία. Η έκθεση αυτή του εαυτού σου. Κάνω αυτή τη δουλειά πενήντα πέντε χρόνια. Εκθέτεις τον εαυτό σου, κάνεις κατάθεσης ψυχής, είναι πολύ σκληρό. Και όσο πιο πολύ το κάνεις, τόσο αυξάνεται η αγωνία σου. Το να είσαι μπροστά σε κόσμο και να πρέπει να τον πάρεις μαζί σου... Γιατί όπως έλεγα και στα νέα παιδιά, τον θεατή πρέπει να τον κάνεις να σηκωθεί λίγο από τη θέση του, να μην κάθεται πολύ καλά. Έχω τέτοιες εμπειρίες και τέτοια βιώματα που από αυτά πληρώθηκα στη δουλειά μου. Όταν έπαιξα την Μπέλλου με την Καμινάρη, οι θεατές χειροκροτώντας ανέβηκαν στη σκηνή και μας αγκάλιαζαν και μας φιλούσαν. Καταργήθηκε η σκηνή και η πλατεία.


Ποιες άλλες στιγμές σάς έχουν μείνει από τη δουλειά σας;

Όταν έπαιξα το Άντε γεια βασισμένο στο βιβλίο της Γιοβάννας που μιλούσε για την τραγωδία μιας γυναίκας που ερωτεύτηκε το φίλο του γιου της, οι εκδηλώσεις των γυναικών ήταν τρομερές. Θυμάμαι μια κοπέλα έψαχνε τα καμαρίνια και μόλις με είδε μπροστά της με αγκάλιασε σφιχτά και μου είπε «πώς το κάνεις αυτό κάθε βράδυ;» Ο κόσμος ξέρει πολύ καλά ποιος ηθοποιός κάνει κατάθεση ζωής και ποιος ανεβαίνει απλώς στη σκηνή και τα λέει... Ή θυμάμαι κάποια κορίτσια που ήρθαν από ένα σχολείο, δεκαέξι-δεκαεφτά χρονών, και με επισκέφτηκαν στο καμαρίνι μου. Η μία μόλις με είδε άρχισε να κλαίει με λυγμούς. Την πήρα στα γόνατα μου, την παρηγόρησα, και η άλλη κοπέλα γύρισε και μου είπε «Κυρία Πρωτοψάλτη, μας κάνατε να καταλάβουμε τις μαμάδες μας». Αν μπορεί ένα παιδί να καταλάβει την αγωνία της μάνας του, για το χρόνο που περνά, για τις ευκαιρίες που φεύγουν, μέσα από ένα θεατρικό έργο, αυτό είναι σπουδαίο πράγμα... Αυτά καταφέρνει το θέατρο. Επαναστάσεις δε γίνονται από το θέατρο, γίνονται όμως εσωτερικές επαναστάσεις.

Ποια θεωρείτε ότι είναι η μεγαλύτερη προσφορά σας στο θέατρο; Το ότι καταφέρατε να αγγίξετε τον κόσμο;

Αυτή, ναι. Αυτό είναι το θέατρο. Και θέατρο θα υπάρχει για όσο θα υπάρχει ο άνθρωπος. Γιατί είναι μια τέχνη ζωντανή, αυτό το δούναι και λαβείν που δημιουργείται με τον κόσμο, το ότι ο ένας άνθρωπος αγγίζει τον άλλο. Αυτό είναι που λείπει και από την εποχή μας, γι’ αυτό είμαστε δυστυχείς. Έπαψε ο ένας να δίνει το χέρι στον άλλον. Η πολυκατοικία, αυτή μας αποξένωσε. Παλιά, με τα μικρά σπίτια, με τις αυλές, δεν ήταν έτσι. Τώρα υπάρχει μοναξιά. Ακόμα και στους νέους. Οι νέοι δεν ερωτεύονται πια. Αυτό έλεγα και στα παιδιά στη σχολή. Ερωτευτείτε βρε, ανοίξτε τις καρδιές σας. Δεν είμαστε τίποτα φοβερά και τρομερά πλάσματα. Κάτι ανθρωπάκια είμαστε που θέλουμε λίγη αγάπη, λίγη στοργή και τρυφερότητα. Έτσι ανθίζει ο άνθρωπος. Όχι με την κλωτσιά και τη βία. Μα τι βία είναι αυτή στην τηλεόραση; Η βία έχει αποστεγνώσει τον άνθρωπο. Είναι μια εποχή περίεργη, σκληρή...

Έχετε και ένα θέατρο, τη Στοά. Πώς είναι να έχεις ένα θέατρο, τη στιγμή που υπάρχουν οικονομικές δυσκολίες και τόσος ανταγωνισμός στο χώρο;

Πολύ δύσκολο. Η πολιτεία έχει αποτραβηχτεί, έκοψε τις επιχορηγήσεις. Όχι πως επρόκειτο για τρομερά ποσά... Τα τρομερά ποσά τα δίνει αλλού... Όπως έλεγε και ο Μουρσελάς, το θέατρο στην Ελλάδα είναι υπό διωγμόν. Δε βοηθάνε, δεν τους ενδιαφέρει το θέατρο. Υπάρχουν και οι ανταγωνισμοί, που στραγγαλίζουν τα έργα για να τραβήξουνε κόσμο... Πικραίνεσαι, θυμώνεις, αλλά τι μπορείς να κάνεις; Αυτοί που στοχεύουν στο ταμείο, στοχεύουν στο ταμείο. Και κατά κάποιον τρόπο, αποτελούν εμπόδιο. Εμείς είμαστε έξω από αυτά. Αλλά η πραγματική τέχνη έτσι ήταν πάντα. Και στη μουσική και στη ζωγραφική και παντού. Έτσι παλέψανε πάντα οι άνθρωποι που η σημαία τους ήταν η ποιότητα.

Τι θα θέλατε να ερμηνεύσετε από εδώ και στο εξής; Υπάρχει κάποιο απωθημένο;

Όπως είπα, εγώ ποτέ δεν ονειρεύτηκα ρόλους. Αλλά υπάρχει ένας συγγραφέας, που από πολλούς θεωρήθηκε ο καλύτερος του 20ου αιώνα, που θα ήθελα πολύ να παίξω: ο Άρθουρ Μίλερ. Είχα παίξει κάποτε σε τουρνέ με τον Διαμαντόπουλο και ήμουν ευτυχής. Αν και οι δυνατοί ρόλοι του είναι οι ανδρικοί, θα ήθελα πολύ να παίξω σε μια παράσταση του Μίλερ.