Top menu

Κ. Μπαλαχούτης: "Τα γαλόνια κερδίζονται στις μάχες"

balahoutis

Συνέντευξη στον Ελπιδοφόρο Ιντζέμπελη

Ο Κώστας Μπαλαχούτης γεννήθηκε και μεγάλωσε στην Αθήνα. Σπούδασε Ηλεκτρολογία στα Τεχνολογικά Ιδρύματα της Κοζάνης και της Χαλκίδας και στο Πολυτεχνείο της Μπολόνια στην Ιταλία. Στις αρχές του 2001 κυκλοφόρησε από τις εκδόσεις Ατραπός το πρώτο του βιβλίο με τίτλο «Άπονες Εξουσίες» και θέμα την πορεία και εξέλιξη του λαϊκού -με την ευρύτερη έννοια- τραγουδιού στην ταραγμένη δεκαετία του '70. Ακολούθησε η επιμέλεια της βιογραφίας του λαϊκού ερμηνευτή Βαγγέλη Περπινιάδη με τίτλο «Πριν το Τέλος» στις εκδόσεις Προσκήνιο, καθώς και η συμμετοχή στο βιβλίο του Τάσου Καραΐσκου «Μανώλης Αγγελόπουλος, Ο Μεγάλος Τσιγγάνος, Όπως τον Γνώρισα...» από τις εκδόσεις Ατραπός, όπου είχε αναλάβει τη συγγραφή του προλόγου και την πραγματοποίηση της έρευνας. Το 2002 εκδόθηκε το πρωτοποριακό «Μουσικό Ημερολόγιο 2002 για τους φίλους του Λαϊκού Τραγουδιού», από τις εκδόσεις Ατραπός, το οποίο και εξαντλήθηκε. Ανάλογη αποδοχή είχαν από την πρώτη στιγμή και τα μουσικά ημερολόγια που κυκλοφόρησαν το 2003 από τις εκδόσεις Ατραπός. Παράλληλα με το συγγραφικό του έργο, έχει συνεργαστεί με εφημερίδες και περιοδικά, με δισκογραφικές εταιρείες ως επιμελητής δισκογραφικών εκδόσεων και ως σύμβουλος ραδιοφωνικών και τηλεοπτικών μουσικών εκπομπών. Στίχους του μελοποίησε πρόσφατα στον δίσκο «Τα Παιδιά απ' την Πάτρα παρουσιάζουν τις Μεγάλες Κυρίες» ο δεξιοτέχνης μουσικός και συνθέτης Χρήστος Παπαδόπουλος. Η συνέντευξη δόθηκε με αφορμή την έκδοση του βιβλίου «Χρήστος Νικολόπουλος, η ζωή μου…τα τραγούδια μου», από τις εκδόσεις Αλκυών/Μένανδρος.

Ασχολείστε εδώ και πολλά χρόνια με την μουσική αλλά και τη συγγραφή. Από πότε κάνατε τα πρώτα βήματα;
Συγγραφικά παρουσιάζω επισήμως τα πρώτα μου έργα στο ξεκίνημα της νέας χιλιετίας. Ουσιαστικά όμως, απ’ όσο με θυμάμαι, λειτουργούσαν σαν ερευνητής του τραγουδιού.

Ποιο ήταν η πρώτη σας δουλειά που αποτέλεσε τη μαγιά για να γίνει βιβλίο;
Το πρώτο μου βιβλίο έχει τον τίτλο «Άπονες Εξουσίες» και υπότιτλο «Το λαϊκό τραγούδι στην δεκαετία του ‘70». Το προλόγισαν ο Στέλιος Καζαντζίδης και ο Πάνος Γεραμάνης.

Τον Χρήστο Νικολόπουλο πότε τον γνωρίσατε;
Είχαμε μοιραστεί σκέψεις στο παρελθόν μέσα από συνεντεύξεις που μου παραχώρησε για τα περιοδικά Δίφωνο και Όασις στα οποία συμμετείχα τόσο ως υπεύθυνος ύλης αρχικά και αργότερα και ως διευθυντής τους.

Ποια είναι η ανθρώπινη πλευρά της προσωπικότητας του Νικολόπουλου;
Ταπεινός, ειλικρινής, φιλικός, γενναιόδωρος, συνεπής.

Ο Χρήστος Νικολόπουλος ανήκει σε μια γενιά που ήταν αυτοδίδακτη αλλά που δούλεψε σκληρά και καθιερώθηκε. Θέλει μόχθο και αγώνα η αναγνώριση στο χώρο της μουσικής;
Συνεχή και έντονο. Τα γαλόνια κερδίζονται και ανανεώνονται στις μάχες, μαζί με την αναγνώριση των συμπολεμιστών αλλά και των «αντιπάλων». Δεν είναι εύκολη υπόθεση το τραγούδι ούτε απλή κατάκτηση το να κινείσαι στις κορυφογραμμές του για δεκαετίες.

Από ένα μικρό χωριό και έπειτα στην Αθήνα με ένα μουσικό όργανο στα χέρια. Ποιοι τον βοήθησαν στα πρώτα του βήματα;
Ο ίδιος με την επιμονή, το ταλέντο και την εργατικότητά του έσπρωχνε συνεχώς τη μοίρα στα μονοπάτια που του ταίριαζαν. Δεν είναι απλό να κερδίζεις την εμπιστοσύνη του Στέλιου Καζαντζίδη την εποχή της «αυτοκρατορίας» του στο ελληνικό τραγούδι, και νωρίτερα του Γιάννη Κυριαζή, του Μανώλη Αγγελόπουλου, του Στέλιου Ζαφειρίου και άλλων ξεχωριστών.

Αν και ο χώρος της νύχτας είναι δύσκολος το όνομά του έγινε γνωστό τόσο στο λαϊκό αλλά και στο έντεχνο τραγούδι. Πώς έγινε όλη αυτή η καθιέρωση;
Από ένστικτο αλλά και επιλογή. Τόσο στις συνεργασίες του σαν μουσικός αλλά και σαν δημιουργός επιζητούσε την ανανέωση, το διαφορετικό. Κάπως έτσι οι μελωδίες του ντύθηκαν με λόγια των Πυθαγόρα, Λευτέρη Παπαδόπουλου, Μανώλη Ρασούλη, Μάνου Ελευθερίου και κινήθηκαν χωρίς δογματισμούς σε όλα τα μήκη και πλάτη του τραγουδιού.

Ο Χρήστος Νικολόπουλος έχει συνεργαστεί με  πολλούς στιχουργούς. Αλήθεια έχει γράψει στίχους και ο ίδιος;
Δεν έγραψε στίχους αλλά ανάλογα με τον στιχουργό που συνεργάζονταν έβγαζε κι έναν διαφορετικό εαυτό. Δεν είναι τυχαίο πως εκτός από τους μεγάλους του λόγου που ανέφερα νωρίτερα συμπορεύτηκε απ’ τη μια με τον Λευτέρη Χαψιάδη και παράλληλα με τον Αντώνη Ανδρικάκη, τον Άρη Δαβαράκη, το Θοδωρή Γκόνη, δηλαδή στιχουργούς διαφορετικής κοπής και ύφους κάνοντας μεγάλες όμως επιτυχίες. Το ίδιο ευτυχές αποτέλεσμα είχε και όταν καταπιάστηκε διακριτικά με ποιητές. Π.χ. με το «Γκρίζα» του Καβάφη που ερμήνευσε η Ελευθερία Αρβανιτάκη.

Η ερμηνευτική του παρουσία είναι μικρή. Με εκπλήσσει όμως όταν τραγουδά το «Και φούμα φούμα».
Η ερμηνευτική του παρουσία είναι μικρή αλλά χαρακτηριστική αφού το «Και φούμα φούμα» με τη φωνή του πέρασε στον κόσμο. Πάντοτε μέσα στην πολύχρονη θητεία του στην διασκέδαση συνήθιζε κάποιες φορές να πιάνει το μικρόφωνο και να τραγουδά. Και στο στούντιο συχνά κάνει δεύτερες φωνές. Πάντως δεν λειτουργεί ως τραγουδοποιός, παρότι και σαν τραγουδιστής είναι ατμοσφαιρικός.

Νταλάρας, Αλεξίου, Πάριος, Διονυσίου. Μεγάλα ονόματα στο πεντάγραμμο. Πώς προέκυψαν όλες αυτές οι συνεργασίες;
Δίνοντας συνεχώς εξετάσεις και κερδίζοντας την εμπιστοσύνη των καλλιτεχνών και των δισκογραφικών εταιρειών και όχι μόνο. Ειδικά με τους δύο πρώτους η σχέση του είναι φιλική αφού σχεδόν απ’ το ξεκίνημά τους συμπορεύτηκαν ανελλιπώς σε δίσκους και παραστάσεις με εντυπωσιακό αντίκτυπο.

Η μεγάλη του αγάπη είναι ο Στέλιος Καζαντζίδης. Ποιος ήταν ο λόγος αυτής της λατρείας;
Είναι ο ερμηνευτής που λατρεύτηκε όσο κανείς άλλος. Ταυτίστηκε με την αναπνοή του Έλληνα και της Ελλάδας στα ταραγμένα αλλά και ζωογόνα χρόνια του ’50 και του ’60. Ο Νικολόπουλος ευτύχησε να κάνει τα πρώτα του μεγάλα βήματα στο πλευρό του, στην Ελλάδα και το εξωτερικό στις περιοδείες του στην Αμερική και τη Γερμανία και σε άλλα μαγικά που πλέουν ανήκουν στη σφαίρα του μύθου.

Η σχέση τους διαταράχτηκε αλλά στο βιβλίο ο Νικολόπουλος μοιάζει σαν να έχει τα  έχει ξεχάσει όλα αυτά. Μήπως η σκόνη της λήθης έχει καλύψει όλα αυτά τα γεγονότα;
Τα γεγονότα προβλημάτισαν το ευρύ κοινό και τους φίλους του τραγουδιού. Όμως τα τραγούδια που ο Νικολόπουλος έγραψε και ο Καζαντζίδης ερμήνευσε μας κρατούν παντοτινά δέσμιους τους: Υπάρχω, Αισθηματίες, Νυχτερίδες κι αράχνες, Γυρίζω απ’ τη νύχτα, Την Παρασκευή το βράδυ, Το αγριολούλουδο, Βραδιάζει και τόσα ακόμη.

Διαβάζοντας το βιβλίο περιηγήθηκα στο ελληνικό τραγούδι. Έμαθα πολλά αλλά είδα και περίεργες κόντρες και διαφορές μεταξύ των καλλιτεχνών. Δεν είναι λοιπόν όλα τέλεια και στο χώρο των καλλιτεχνών;
Σίγουρα μιλάμε για ένα δημιουργικό αλλά άκρως ανταγωνιστικό περιβάλλον. Το χρήμα, την δόξα πολλοί τα ζηλεύουν και τα διεκδικούν… δίχως ενδεχομένως και να τα αξίζουν.

Έχετε διατελέσει υπεύθυνος σε έντυπα μουσικά περιοδικά όπως στο Δίφωνο και το Όασις. Ποιοτικά περιοδικά που σήμερα λείπουν. Πότε ξεκίνησε η παρακμή των έντυπων περιοδικών;
Προς τα τέλη της πρώτης δεκαετίας της νέας χιλιετίας. Πάντως βλέποντας το ενδιαφέρον του κόσμου, περιοδικά σαν κι αυτά που αναφέρατε και στα οποία συμμετείχα με κομβικό ρόλο έχουν βιώσιμη θέση ακόμη και στις μέρες μας.

Σήμερα είσαστε υπεύθυνος στο www.ogdoo.gr. Ποιος είναι ο σκοπός του περιοδικού αλλά και οι δικές σας δραστηριότητες;
Έχω τη διεύθυνση του www.ogdoo.gr που αποτελεί τμήμα του Ogdoo Music Group. Οι δραστηριότητές μου είναι ανάλογες με αυτές που είχα όταν διήυθυνα το Δίφωνο και το Όασις. Για το τραγούδι, τις τέχνες και τον άνθρωπο…

Το βιβλίο «Χρήστος Νικολόπουλος, η ζωή μου…τα τραγούδια μου», εκδόσεις Αλκυών/Μένανδρος, πέρα από την ποιοτική εκτύπωση έχει και ένα cd με τραγούδια. Μήπως η ποιοτική εκτύπωση και παρουσία είναι ένας προάγγελος της επιτυχίας μια έκδοσης;
Το cd περιλαμβάνει ανέκδοτες ηχογραφήσεις και απρόσμενες εκτελέσεις συνθέσεων του Νικολόπουλου με κορυφάιους ερμηνευτές. Προέρχεται μέσα απ’ το σπάνιο και πολύτιμο αρχείο του Χρήστου. Οι εκδόσεις Αλκυών σεβάστηκαν και τίμησαν και το βιβλίο κι εμένα και το Νικολόπουλο. Είναι πολύ ευχάριστο που όλα αυτά τα συστατικά έχουν οδηγήσει ήδη στην δεύτερη έκδοση του.