Δεν είναι και τόσο αργά. Αν το θελήσω μπορώ να πάρω ένα ταξί και να πάω, αν το θελήσω μπορώ και θα πάω. Αφού το είπα αυτό, κάποιος έγραψε ένα «όχι» πάνω στη λίστα των στόχων μου. Δεν είναι μεγαλεπήβολοι στόχοι, θέλω να πω δεν έχω φιλόδοξες αξιώσεις από τη ζωή, αλλά ένα όχι είναι ένα όχι, διαγραμμένος στόχος.
Λένε ότι ο μισός δρόμος στηρίζεται στη δύναμη της βούλησης, ο άλλος μισός εξαρτάται από τα εμπόδια της διαδρομής. Τα εμπόδια όμως επηρεάζουν τη δύναμη της βούλησης. Έτσι μάλλον θα διαμορφώνεται ο φαύλος κύκλος, γιατί η ζωή μοιάζει με ένα μπλεγμένο κουβάρι, αδιάβατο σκόπελο.
Το σπίτι είναι άνω κάτω, δεν ξέρω από πού να αρχίσω. Σκουπίζω το πάτωμα να καθαρίσει ο τόπος. Κάτεργο ατελείωτο. Όχι, δεν προλαβαίνω να πάω. Θα `ρθει η μαμά σε λίγο και δε θέλω να με βρει σε αυτό το χάλι.
Παρακολουθώ τη γάτα μου να παίζει με ένα κουβάρι. Προσπαθεί να βρει από πού αρχίζει ο κόμπος. Μπλεγμένη μέσα στις κλωστές και στα νύχια της, τα παρατάει όλα αριστοκρατικά και θρονιάζεται στη γωνία γλείφοντας το τρίχωμά της. Βρέχει χαριτωμένα τα πέλματά της. Η κίνηση αυτή των γάτων, να βρέχουν τα πέλματά τους για να γίνουν σφουγγάρι για το κεφάλι τους, μου υπενθυμίζει πως είναι τέλεια η φύση στην προνοητικότητα των ενστίκτων. Γιατί, παράλληλα, η ίδια αυτή φύση προνοεί ώστε να μην μπορεί μια γάτα να ξεμπερδέψει ένα κουβάρι. Είναι σαν να πρέπει οι γάτες να μη βρίσκουν αρχή και τέλος στα πράγματα, αλλά να αναπληρώνουν την αδυναμία τους με τρόπους διαφυγής. Αναγνωρίζει τα όριά της, γι' αυτό είναι χαριτωμένη, η γάτα μου επιστρέφει στη γωνίτσα της ήρεμα. Ούτε γάτα, ούτε ζημιά.
Σε αντίθεση με τα ζώα, οι άνθρωποι νιώθουμε υπεράνθρωποι. Πως μπορούμε να τα κάνουμε όλα, μα όλα, και όλα όπως τα έχουμε φανταστεί. Δε βάζουμε χαλινάρι, δεν ξέρουμε να αναγνωρίζουμε τα όρια της φύσης μας. Ίσως γι' αυτό το λόγο να εφηύραμε τη θεωρία της βούλησης, για να μιλάμε για την πίστη στη βούλησή μας. Θέλω θα πει μπορώ, για να πιστεύουμε. «Οτιδήποτε πιστέψει ο νους είναι μια εικόνα της αλήθειας».
Αφού το έγραψα αυτό, κάποιος
φίλος σημείωσε στη σελίδα, «Ναι».
Και είπα στον εαυτό μου «Μακάρι
να ήταν μια αλλιώτικη κρίση» - όπως
της Μόλλυ Μπλουμ όταν είπε
«και ναι είπα ναι θα γίνει Ναι».
(Ανν Σέξτον)
Η πίστη είναι ευλογία: να έχεις πρότυπα, να έχεις αγαπημένα πράγματα, να αποκτάς συνήθειες που θα παραμείνουν αδιαπραγμάτευτες κτήσεις, να σημειώνεις στόχους και να προγραμματίζεις την υλοποίησή τους και, εντέλει, να ζεις και να πεθαίνεις για ένα όνειρο. Γι` αυτό που βάζει ο νους σου. Δεν έχει σημασία για ποιο όνειρο, σημασία έχει να λες «ναι» και να γίνεται η κατάφαση άστρο.
Σκουπίζω μανιωδώς το πάτωμα, ξανά απ` την αρχή, να καθαρίσει ο τόπος. Ίσως η αίσθηση μιας κάποιας τάξης δώσει την ώθηση.
Χαλινάρι η λογική. Λέω, απλώς δε θα πάω. «Όχι» είπα, όχι θα γίνει. Η διαφορά μου ωστόσο από τη γάτα μου είναι πως δεν μπορώ να βολευτώ στη γωνίτσα μου. Οργίζομαι και απελπίζομαι ενδόμυχα. Η γάτα καθαρίζει το κεφαλάκι της, ενεργεί δίχως να το σκέφτεται. Η ενέργεια και η λογική αποτελούν μια τέλεια αντινομία σε αυτήν, έτσι όπως άλλωστε πρέπει να συμβαίνει. Εγώ μπερδεύομαι σε ένα κουβάρι, μάταια, και δεν ηρεμώ. Μάταια προσπαθώ να ανοίξω διάπλατα, το φως, λίγο, να μπει, είπα θέλω φως, αλλά χαράματα είναι ακόμα, χαράματα άγρια. Η μαμά μου αργεί και εγώ φοβάμαι.
Από μικρή φοράω μαύρα, φοράω μαύρα σχεδόν από πάντα, από τότε που χάσαμε τον μπαμπά. Δε βρίσκω άλλο τίποτα πιο απόλυτο από τούτη την εμμονή, λογική δεν έχει, καταστάσεις δεν αλλάζει. Κάτι τέτοιες εμμονές εξηγούν το λόγο που ούτε πηγαίνω εκεί κι ούτε χαίρομαι γι' αυτή την άρνησή μου. Συνδέω τέτοιες μεμονωμένες σκέψεις και πράξεις μου με το σύνολο των σκέψεων και πράξεών μου. Δεν είναι φυσιολογικό τα ενάντια, «ενέργεια» και «λογική», να ταυτίζονται. Μας το μάθανε στο σχολείο. Προτιμώ να «θέλω το να μη θέλω». Το είπε ο Χάιντεγκερ, και όλοι λένε πως ήταν μεγάλος φιλόσοφος. Τώρα θέλω να κάνω κάτι που κανονικά δε θα έπρεπε να θέλω να το κάνω. Ίσως και να πρέπει να το κάνω, δεν είμαι απολύτως σίγουρη. Υπάρχουν ηθικές βεβαιότητες;
Σκουπίζω να καθαρίσει ο τόπος από σκέψεις περιττές. Σκουπίζω σε κατάσταση έντασης. Μια κατσαρίδα κρύβεται πίσω από την πολυθρόνα, νομίζει πως δεν τη βλέπω. Τη βλέπω, αλλά θα την αφήσω να πιστεύει πως δεν την έχω δει. Με πλημμυρίζει μια ικανοποίηση, η ικανοποίηση του δυνατού, όταν νιώθει χαρά στην πολυτέλεια να χαρίζεται σε κάποιον μικρότερό του κι όταν τον βλέπει μακάριο σε ψευδαισθήσεις. Η κατσαρίδα δε θα ζήσει για πολύ. Η μόνη βεβαιότητα που έχουμε είναι ο θάνατος. Αλλά αυτή, όχι μόνο θα πεθάνει, αλλά δε θα ζήσει και πολύ. Κάνω κακές σκέψεις, στροβιλίζονται διαρκώς μέσα μου, στροβιλίζομαι και έχω τρελαθεί.
«Κακό είναι η κόλαση. Καλό είναι ο παράδεισος», οι αιώνιες σταθερές. Ο Μπλέηκ έγραψε πρώτα αυτό στο οποίο πιστεύουμε όλοι, μόνο που το έγραψε για να το αντιστρέψει μετά. Ψαχουλεύω στα κρυφά μες στα βιβλία του μπαμπά. Στα κρυφά, για να μη φωνάζει μετά η μαμά και αρχίσει ξανά το κλάμα. Θα ασφυκτιούσε ο Μπλέηκ παριχαρακωμένος σε αποστεωμένες αλήθειες. Καλό είναι, αν μη τι άλλο, να σκέφτεται κανείς μία ενδεχόμενη κατάσταση. Να επιβιώνεις, διασαλεύοντας την παραδεδομένη τάξη της εποχής σου προϋποθέτει πολύ πόνο, η αλήθεια είναι πως εκείνου δεν του χαρίστηκε κανείς, μ` αυτή τη σκέψη αισθάνομαι η καλή των κακών: μπορώ ακόμη να χαρίζομαι, δεν το έχω κουνήσει από το σπίτι, περιορίζομαι στις κακές σκέψεις. Ζηλεύω τη γάτα μου που σπεύδει να πιάσει την κατσαρίδα βλέποντας το κυνηγητό ως αιώνιο παιχνίδι. Η γάτα μου ενεργεί, δε σκέφτεται. Και «η Ενέργεια είναι Αιώνια Ηδονή»... Ζηλεύω τη γάτα μου. Είναι μακάρια μέσα στις πράξεις της. Δεν ξέρει τι είναι οι τύψεις, ούτε και τι σημαίνει να μεταμελείς.
Επιμένω σε μια ζωγραφιά, τι ήταν πια αυτό που ένιωθε ο Γουόλς όταν ζωγράφιζε τη «Δίνη» του; Αποστροφή ή λαγνεία, την τιμωρία ήθελε ή προτιμούσε τις τύψεις; Πάντως η κατάσταση του νου του και η τροπή του νου μου μοιάζουν να συγκλίνουν, κινούμαι προς έναν ιλιγγιώδη στρόβιλο. Σκουπίζω και σκέφτομαι, ενέργεια και λογική ταυτίζονται, είμαι ταραγμένη. Ταράζομαι ακόμη πιο πολύ όταν σκέφτομαι πόσο ταραγμένη είμαι. Με επηρεάζουν τα διαβάσματα! Αλλά «το να αρχίζεις να σκέφτεσαι σημαίνει πως αρχίζεις να φθείρεσαι» (Αλμπέρ Καμί), και η φθορά είναι κάτι που έρχεται μέσα απ` την πράξη. Οι σκέψεις που κάνω είναι κακές. Είμαι πολύ μικρή και κάνω συνέχεια κακές σκέψεις. Σαν να έχω ρουφήξει το κακό ή σαν να έχει μπει μέσα μου από μόνο του.
Είναι καλό ή κακό που μας τα παίρνει όλα ο διάβολος; Άπαξ και ενεργήσω, δε θα υπάρξει πισωπάτημα και σίγουρα δε θα βρεθεί ελαφρυντικό για τις πράξεις μου, α, έχω σώας τας φρένας... Σκουπίζω και σκέφτομαι, σκουπίζω και φοβάμαι αυτά που σκέφτομαι. Θέλω να ενεργώ χωρίς να σκέφτομαι, θέλω να είμαι η γάτα μου. Αρπάζει την κατσαρίδα και μετά από πολύπλευρο βασανισμό τη σκοτώνει. Τη ζηλεύω γιατί είναι τολμηρή και άδολη. «Ο άτολμος τολμηρός είναι στο δόλο».
Πάει η κατσαρίδα, η τάξη αποκαταστάθηκε και η γάτα μου επανέρχεται στη θέση της ήρεμα. Γλείφει το τρίχωμά της ηδονικά. Μακάρια. Δεν κάνει κάτι με το πτώμα. Το αφήνει εκεί, κουφάρι ψόφιο, κακότυχο ον, τη μοίρα του οποίου ουδείς γνωρίζει. Υπάρχει κόλαση και παράδεισος ζώων; Πώς θα κριθούν όντα που δεν έχουν λογική, που δεν έχουν κίνητρα, που δεν έχουν προθέσεις, όντα που δεν έχουν ιδεολογήματα αλλά που ενεργούν άγια μες στη μακαριότητα της φυσικής τους άγνοιας; Για τους ανθρώπους, ο μισός δρόμος χαράζεται με τη βούληση, ο άλλος μισός καθορίζεται από τις ενέργειες. Αλλά πώς μπορείς να συλλάβεις τα μύχια της βούλησης κάποιου χωρίς τον παραμικρό ενδοιασμό για το ενδεχόμενο σφάλματος; «Κακό είναι η κόλαση. Καλό είναι ο παράδεισος». Αλλά τι είναι κόλαση και τι είναι παράδεισος;
Σκουπίζω, όσο σκουπίζω το σπίτι μικραίνει, γίνεται μια σπηλιά των μικρών κακών σκέψεών μου. Αλλάζουν τα σχήματα, αλλάζουνε τα χρώματα τριγύρω, αισθάνομαι, αισθάνομαι τις θερμοκρασίες ν` αλλάζουν. Σβήνω το «όχι» από τη λίστα των στόχων μου, σημειώνω «ναι». Η μαμά μου αργεί. Θα πάω.
«Και ναι είπα ναι θα γίνει Ναι».
[Οι φράσεις σε εισαγωγικά όπου δεν αναφέρεται η συγγραφέας ανήκουν στον Ουίλιαμ Μπλέηκ και πάρθηκαν από το βιβλίο "Οι γάμοι του Ουρανού και της Κόλασης"]
Η Ευτυχία Παναγιώτου είναι επιμελήτρια κειμένων και μεταφράστρια. Έχει εκδώσει την ποιητική συλλογή : "μέγας κηπουρός" ((δέ)κατα, 2007).