Top menu

Περιεχόμενα Τεύχους 25

Ιωβ του Γιόζεφ Ροτ

Ιώβ, μυθιστόρημα, Γιόζεφ Ροτ, μτφρ. Μαρία Αγγελίδου, Εκδόσεις Άγρα 2013

 

Πολύ βροχερό μυθιστόρημα. Σαν μελανιασμένος ουρανός, που δεν ανοίγει μέρες. Όσες μέρες κρατάει η ανάγνωση του. Μα όσο γοητευτική μπορεί να είναι μια βροχή, άλλο τόσο γοητευτική μπορεί να είναι αυτή η γραφή. Και είναι. Ποιος και γιατί να τολμήσει να αμφισβητήσει τούτη την υψηλότατη ποιητική πεζογραφία? Ποιος να ρισκάρει να γελοιοποιηθεί ορθώνοντας ανάστημα μπροστά σ’ αυτό το λογοτεχνικό αριστούργημα? Ουδείς, πιστεύω. Άσε, που ο Ροτ είναι από τους κορυφαίους του είδους. Υπογραφή με βούλα.

Ο Μέντελ Σίγκερ, σαν άλλος Ιώβ, που δοκιμάζεται σκληρά, είναι ένας Εβραίος της Ρωσίας. Διδάσκει θρησκευτικούς ύμνους και ζει στο Τσούχνοβο με τη γυναίκα του και τα τέσσερα παιδιά του. Τρία γερά κι ένα άρρωστο. Ένα γιο φιλόδοξο, ένα γιο φιλοπόλεμο, μια κόρη φιλήδονη κι ένα αγόρι, που δε μιλάει, δεν περπατάει, δε σκέφτεται ή τουλάχιστον έτσι δείχνει, αισθάνεται όμως και πονάει πολύ όταν τον αφήνουν και φεύγουν στην Αμερική να βρουν άλλη καλύτερη ζωή κι εκείνος μένει, σε δανεικά χέρια, πίσω. Τα χρόνια περνούν και η Αμερική μπορεί να είναι ελπιδοφόρα γη, μα είναι και βασανιστική παγίδα, μοιάζει με την πατρίδα σε μεγάλη κλίμακα, Εβραίοι εδώ, Εβραίοι κι εκεί, ένας μικρόκοσμος εδώ, ένας ίδιος κι εκεί, μόνο τα πορτοφόλια διαφέρουν, γιατί γεμίζουν συνεχώς κι αυτό δεν είναι λίγο.

Ωστόσο, ο καημός όσων έμειναν πίσω τρώει καρδιές κι ας θρέφει τσέπες. Αποφασίζουν, λοιπόν, να ταξιδέψουν στη Ρωσία να δουν κατάματα το παρελθόν. Μα στο παρόν οι συμφορές διαδέχονται η μια την άλλη και ο θάνατος σκορπάει τη μαύρη σκόνη του παντού. Ο Μέντελ μένει μόνος, φτωχός και πικραμένος. Ο θεοσεβούμενος δάσκαλος, που μια ζωή υμνούσε το θεό, τώρα στα στερνά του κλείνει την πόρτα με θυμό και μένος. Να τον κάψει κι ας καεί. Δεν τον φοβάται πια. Ο φόβος εξάλλου δεν είναι πίστη. Ο θεός είναι σαδιστής, επειδή ο άνθρωπος είναι σαδιστής κι έτσι τον ερμηνεύει. Ο Μέντελ, σαν άκαρδος θεός, εγκαταλείπει το άρρωστο παιδί του και φεύγει. Κι ο θεός, σαν άκαρδος πατέρας, εγκαταλείπει τον Μέντελ και τον ξεχνάει σαν άρρωστο παιδί. Μα ο ασθενικός Μενουχίμ, το αγόρι που θεραπεύεται και που διαπρέπει, έρχεται μετά από χρόνια να αναζητήσει τον πατέρα. Να δώσει απλόχερα την αγάπη, που ίσως δε γεύτηκε ποτέ κι ας την άξιζε τόσο. «Ο πόνος θα τον κάνει σοφό, η ασχήμια καλό, η πίκρα γλυκό κι η αρρώστια δυνατό» κάποτε προφήτεψαν για ‘κείνον. Αυτή ίσως είναι και η μοίρα του ανθρώπου. Για να μην είναι η κάθε ζωή μια ιστορία ενός απλού ανθρώπου, αλλά η ζωή ενός ταπεινού ήρωα, ενός μικρού θεού. Και ο Μενουχίμ είναι ένας μικρός θεός. Τον εγκαταλείπεις κι όμως εκείνος έρχεται κοντά σου. Τον εχθρεύεσαι κι όμως εκείνος σε περιβάλλει με την αγάπη του. Σε καθίζει στα πόδια του, σε ζεσταίνει με την ανάσα του και σ’ αγκαλιάζει στοργικά.

Αν διαβάσεις αυτό το βιβλίο, θα κλάψεις. Γιατί η κάθε λέξη, η κάθε φράση είναι ένα μικρό θαύμα. Και δεν μπορείς παρά να δακρύζεις μπροστά στα θαύματα. Και μοιάζει  σαν να μην το ‘γραψε ένας άνθρωπος, αλλά ένας θεός. Πολλοί θεοί, θα πεις, μαζεύτηκαν. Ίσως. Και δεν ξέρω αν υπάρχει τώρα, κάπου, κάποιος θεός, αλλά ο Ροτ ήταν σίγουρα ένας. Και ο θεός του βιβλίου του, ένας άλλος. Κι όλοι μαζί γινόμαστε ο ένας θεός του άλλου. Κι εγώ έχω τον δικό μου. Κι εσύ έχεις τον δικό σου. Όχι για να σε δέσει μαζί του και να τον μισήσεις. Αλλά για να σε αφήσει ελεύθερο και να τον αγαπήσεις. Μα πιο πολύ για να αγαπήσεις τον άνθρωπο. Που είναι τόσο κουτός, ώστε να πιστεύει πως ο θεός του μοιάζει. Πως δέχεται απλά τις παραγγελίες του και υποτάσσεται σ’ αυτές. Διάβασε το και θα με θυμηθείς. Είμαι σίγουρη πως θα το λατρέψεις. Κι αν δε συμβεί αυτό, εδώ που είμαστε και σου μιλώ, αν πεις πως έχασες το χρόνο σου, αν βαρεθείς κι αν πλήξεις, δεσμεύομαι, μα το θεό δεσμεύομαι, να σου δώσω μέχρι και τα λεφτά σου πίσω.


Θεοδοσία Καϊδόγλου