Top menu

Περιεχόμενα Τεύχους 21

Ιστορίες του ματιού: Α. Κάουφμαν, Ο Ζεύξις επιλέγει τα μοντέλα του για τον πίνακα Η Ελένη της Τροίας

Γράφει η Μαρία Γιαγιάννου
- διαβάστε το μανιφέστο της στήλης εδώ -
 

Ανγκέλικα Κάουφμαν (Angelica Kauffmann) 1741-1807Ο Ζεύξις επιλέγει τα μοντέλα του για τον πίνακα «Η Ελένη της Τροίας»,
1775-1780

[Λάδι σε καμβά 81x112,8 εκ., Βιβλιοθήκη Πανεπιστημίου Μπράουν, Πρόβιντενς]


Η Ανγκέλικα Κάουφμαν είναι η μία από τις δύο γυναίκες (η δεύτερη είναι η Μαίρη Μόζερ) που εμφανίζεται σε ομαδικό πίνακα του 1795, όπου απεικονίζονται τα σαράντα μέλη της Βασιλικής Ακαδημίας Τεχνών του Λονδίνου. Πρόκειται για μια ιδιαίτερη περίπτωση καλλιτέχνιδος που κατάφερε να διαπρέψει στον κατεξοχήν ανδροκρατούμενο χώρο της ζωγραφικής. Θα άξιζε να κάνουμε μνεία στο πέρασμά της από τον καλλιτεχνικό δέκατο όγδοο αιώνα, ακόμα κι αν είχε αφήσει πίσω της ένα μόνο έργο˙ φτάνει να ήταν το εξής: Ο Ζεύξις επιλέγει τα μοντέλα του για τον πίνακα «Η Ελένη της Τροίας». Θα εξηγήσουμε παρακάτω τους λόγους για αυτή την τόσο γενναία αξιόδοτηση του συγκεκριμένου πίνακα.
Η Ανγκέλικα Κάουφμαν γεννήθηκε στην Ελβετία το 1741 από Αυστριακούς στην καταγωγή γονείς που της παρείχαν ένα περιβάλλον πνευματικής άνεσης, καθώς και την ανάλογη ενθάρρυνση ώστε πολύ σύντομα να αναπτύξει ένα σωρό δεξιότητες και ταλέντα. Ο πατέρας της ήταν ζωγράφος και η μητέρα της γλωσσομαθής. Προφανώς δεν είναι τυχαίο το γεγονός ότι η Ανγκέλικα μιλούσε άπταιστα γερμανικά και ιταλικά, καθώς επίσης γαλλικά και αγγλικά, ούτε και το γεγονός ότι στα δώδεκα χρόνια της είχε ήδη γίνει γνωστή σε έναν κύκλο λογίων για την ικανότητά της στη ζωγραφική. Σε τούτο έπαιξε καθοριστικό ρόλο το ταξίδι με τον πατέρα της στο Μιλάνο και τη Ρώμη, όπου γνώρισε την τέχνη της Αναγέννησης και συναναστράφηκε ανθρώπους των τεχνών και των γραμμάτων. Στη Ρώμη μάλιστα η νεαρή Ανγκέλικα γνώρισε τον ιστορικό και αρχαιολόγο Ι.Ι. Βίνκελμαν (για τον οποίο ζωγράφισε ένα υπέροχο πορτραίτο), τον πιο επιδραστικό θεωρητικό του νεοκλασικισμού, ο οποίος φυσικά είχε καθοριστική επιρροή και στην δική της εξέλιξη.

Η Κάουφμαν υιοθέτησε την τεχνοτροπία του νεοκλασικισμού και την θεματολογία του, που επικεντρωνόταν κατά κύριο λόγο σε ιστορικές και μυθολογικές παραστάσεις. Ιδίως οι ιστορικές συνθέσεις θεωρούνταν τότε το ευγενέστερο είδος ζωγραφικής και φαίνεται πως οι φιλόδοξοι καλλιτέχνες επιχειρούσαν να αναδειχθούν ασκούμενοι στην εν λόγω θεματογραφία. Από την άλλη, είναι αδιαμφισβήτητη η χρωματική ευαισθησία, η σχεδιαστική διαύγεια και η ψυχολογική ευστοχία της Κάουφμαν στις προσωπογραφίες της, που αποτελούν ενδεχομένως και τα καλύτερά της έργα.
giagiannou1.jpgΑφού η Κάουφμαν έζησε τέσσερα χρόνια στη Ρώμη, έχοντας γίνει μέλος της Ακαντέμια ντι Σαν Λούκα, κατόπιν εγκαταστάθηκε στο Λονδίνο, όπου και έγινε ιδρυτικό μέλος της Βασιλικής Ακαδημίας Τεχνών, ομολογουμένως όχι χωρίς τη βοήθεια του προέδρου Sir Joshua Reynolds, του ιδιοφυούς ακαδημαϊκού πορτραιτίστα, που είχε εντωμεταξύ γίνει στενός της φίλος. Στην Αγγλία ωστόσο οι ιστορικές συνθέσεις δεν είχαν ιδιαίτερη πέραση. Το αγγλικό κοινό αγαπούσε τα πορτραίτα, που προέκυπταν κατόπιν παραγγελίας, καθώς και τα τοπία. Η προσπάθεια, εκ μέρους της Ακαδημίας και της Κάουφμαν, να καλλιεργηθεί κάποιο ενδιαφέρον για ιστορικά θέματα έπεσε στο κενό, έτσι η καλλιτέχνις μετά από έναν αποτυχημένο γάμο στην γηραιά Αλβιόνα, επέστρεψε στη Ρώμη με τον δεύτερό της σύζυγο, επίσης ζωγράφο. Σε τούτη την ωριμότερη δεύτερη περίοδο της Ρώμης απέκτησε στενή φιλία με τον Γκαίτε και αποτύπωσε τη μορφή του σε ένα πανέμορφο πορτραίτο. Ο Γκαίτε δήλωνε ότι η Κάουφμαν εργαζόταν και απέδιδε περισσότερο από κάθε άλλον καλλιτέχνη που ο ίδιος γνώριζε, ενώ στο βιβλίο του «Ταξίδια στην Ιταλία» την χαρακτηρίζει «πραγματικά τεράστιο ταλέντο».Ο πίνακας Ο Ζεύξις επιλέγει τα μοντέλα του για τον πίνακα «Η Ελένη της Τροίας» είναι μια σύνθεση στο χρονικό και στυλιστικό μεταίχμιο μεταξύ Νεοκλασικισμού και Ροκοκό. Όπως τα περισσότερα έργα της Κάουφμαν έτσι κι αυτό κατατάσσεται στο ρεύμα του Νεοκλασικισμού, το οποίο εμφανίζεται στις τελευταίες δεκαετίες του 18ου αιώνα, ως αντίδραση στις διακοσμητικές υπερβολές του Ροκοκό, αυτής της πλουμιστής κατακλείδας του Μπαρόκ. Το έργο είναι νεοκλασικιστικό για τους παρακάτω λόγους: Το θέμα που επιλέγει η καλλιτέχνις είναι ιστορικό και μάλιστα δύο ταχυτήτων. Το πρώτο χρονικό επίπεδο είναι η Ελλάδα του 5ου αι. π.Χ., δηλαδή η πατρίδα του αναπαριστώμενου εν ώρα (προ)εργασίας Ζεύξιδος και το δεύτερο επίπεδο είναι η Ελλάδα του 12ου αι. π.Χ. περίπου, δηλαδή η εποχή του Τρωικού πολέμου, εφόσον το θέμα του έργου (μέσα στο έργο) είναι η ωραία Ελένη. Δεύτερο νεοκλασικιστικό γνώρισμα είναι η παράταξη των προσώπων. Όλοι είναι στημένοι σαν εκθέματα, όχι τόσο για τα μάτια του καλλιτέχνη όσο για τα δικά μας μάτια, προκαλώντας μια εντύπωση σκηνική, με έντονη αίσθηση της πόζας και του παγωμένου χρόνου.

Κι όμως, κάπου εδώ, έρχεται να σπάσει τον σχηματιζόμενο πάγο ένα διακοσμητικό πινέλο, μια κίνηση ροκοκό. Η Κάουφμαν φέρνει την ελαφρότητα του ροκοκό μέσα στην κλασικιστική της σύνθεση, έτσι που αναδεικνύεται μια μεγάλη διαφορά σε σχέση με την τελειότητα των μορφών ενός Νταβίντ (J.L.David) ή ακόμα και σε σχέση με άλλα κατοπινά έργα της ιδίας, όπως «Η Αφροδίτη αποπλανεί την Ελένη να ερωτευτεί τον Πάρι» (1790). Εδώ, στο έργο που εξετάζουμε, η βελούδινη υφή του ροκοκό ενώνει τις μορφές με το περιβάλλον σε μια κατάσταση ελαφράς χρωματικής μέθης, οι γυναίκες δεν είναι αγαλμάτινες αλλά αισθησιακές, πράγμα που τονίζει και η ντροπαλοσύνη του πάλλευκου κεντρικού μοντέλου, στοιχείο που το περιμένει κανείς όχι από κάποιον κλασικιστή, αλλά από έναν Φραγκονάρ (J.H. Fragonard). Κάθετα στην ευθύγραμμη παράταξη, τα βλέμματα εξακοντίζονται προς διάφορες κατευθύνσεις˙ καθοριστική επιλογή εκ μέρους της ζωγράφου, η οποία μέσω αυτών των ανόμοιων βλεμμάτων έχει καταφέρει να δώσει ιδιαίτερο χαρακτήρα σε κάθε μορφή. Οι απεικονιζόμενοι δρουν, έχουν προθέσεις και χαρακτήρα.

giagiannou4.jpgΤο εξέχον βλέμμα του πίνακα είναι εκείνο της γυναίκας στα δεξιά, πίσω από την πλάτη του Ζεύξιδος. Η δράση του συγκεκριμένου γυναικείου προσώπου είναι το περιεχομενικό εκείνο στοιχείο του πίνακα που του προσδίδει, πέρα από κάθε του άλλη αισθητική αξία, και μια αξία εκκωφαντικά πολιτική. Οι γυναίκες κατά τον 18ο αιώνα εξακολουθούν να μην έχουν πρόσβαση σε μαθήματα με γυμνά μοντέλα, γυναικεία ή (κυρίως) ανδρικά. Η περίπτωση της Κάουφμαν θα λέγαμε ότι είναι ευτυχής˙ σ’ αυτό το συμπέρασμα μας οδηγεί η πορεία και οι λεπτομέρειες του βίου της. Ούτε εκείνη είχε πρόσβαση στα απαγορευμένα, πλην όμως είχε την οικογενειακή στήριξη και το ταλέντο για να κατακτήσει όχι μόνο την υψηλή της τεχνική, αλλά και γόνιμες συναναστροφές με τους αρμοδιότερους κύκλους. Εντούτοις η Κάουφμαν ήταν μια εξαίρεση. Οι γυναίκες στην πορεία της ιστορίας έχουν γίνει και στο πεδίο της τέχνης αντικείμενο χλεύης και άδικου ανταγωνισμού. Επίτηδες δεν επιλέξαμε να αφηγηθούμε την σπαραχτική ιστορία της Αρτεμισίας Τζεντιλέσκι (Artemisia Gentileschi), της ιδιοφυούς ζωγράφου της εποχής του Μπαρόκ, που συγκινεί τόσο με την συγκλονιστική δουλειά όσο και με το ανθρώπινο σθένος της. Θεωρήσαμε ότι το λοξό βλέμμα που απεικονίζει η Κάουφμαν ταιριάζει περισσότερο στους λοξούς τρόπους της δικής μας εποχής, όπου η δυτική, τουλάχιστον, γυναίκα μάχεται πλέον με τα εργαλεία της δουλειάς της κι ευτυχώς όχι με το σώμα της ενάντια σε εξευτελιστικά δικαστήρια και δραματικά εμπόδια.Τι κάνει λοιπόν επαναστατικό τον πίνακα της Ανγκέλικα Κάουφμαν; Η μετάβαση του γυναικείου υποκειμένου από το ρόλο του μοντέλου στον ρόλο του δημιουργού. Είναι σαφές. Μία από τις γυναίκες που προορίζονται για ωραία Ελένη αποφασίζει ότι προτιμά να επιλέξει αντί να την επιλέξουν, προτιμά να είναι ο Πάρις ή ακόμα καλύτερα ο Ζεύξις ή – ακόμα καλύτερα – η Ανγκέλικα, που θα βουτήξει το πινέλο στα χρώματα και θα ζωγραφίσει στον άδειο καμβά. Η δημιουργική ορμή δεν αφήνει περιθώρια υπομονής στη γυναίκα του πίνακα. Είναι ίσως η πρώτη φορά που βρίσκεται σε χώρο με φυσικό μοντέλο κι εκεί δίπλα της βρίσκεται προκλητική η παλέτα. Ακόμα κι αν υποθέτουμε ότι σε λίγο ο Ζεύξις θα γυρίσει και θα διεκδικήσει τα εργαλεία του, ακόμα κι αν δεν μπορούμε να ελπίζουμε στην πιθανότητα να φτιάξουν τον πίνακα από κοινού, ενυπάρχει ωστόσο σ’ αυτή την δράση ο τόνος μιας ξεκάθαρης διεκδίκησης.

giagiannou2.jpgΤην ώρα που ο Ζεύξις αναρωτιέται ποια έχει τις καλύτερες αναλογίες (ο διαβήτης του παρατημένος στο πάτωμα προσωρινά), εκείνη έχει πάρει το πινέλο στο χέρι και είναι έτοιμη να ζωγραφίσει τη σκηνή που παρατηρεί, με την μορφή της ίδιας κάπου στην άκρη, να βάζει, διακριτικά αλλά καίρια, τα πράγματα στη σωστή τους θέση.