Top menu

Περιεχόμενα Τεύχους 24

Η τρυφερή αυστηρότητα του Γιάννη Βαρβέρη

Γράφει ο Σωτήρης Κακίσης
kakis241.jpg
Ο Γιάννης Βαρβέρης και η Γαρυφαλιά Λυγερού στο Φίλιον με τα εξώφυλλα του Κόψε και του Πινόκιο (φωτογραφία: Σωτήρης Κακίσης)
εικόνες της φιλίας μας αναμνηστικές

Πώς να μιλήσεις προσωπικά για έναν ποιητή, και γιατί; Τι νόημα έχει; Δεν είναι ολόκληρος ο Γιάννης Βαρβέρης στην ποίησή του μέσα, στα ποιήματά του ποίημα διαρκές ο ίδιος μέσα, βιογράφος του εαυτού του υποδειγματικός, αισθηματικά, συναισθηματικά πλήρης, ολόκληρος; Και τι μένει απέξω; Από ποια χαραμάδα εγώ ή κάποιος άλλος μπορεί, μπορώ να τον δω επιπλέον, να πω για ’κείνον ο,τιδήποτε, μερικές υποσημειώσεις έστω στην ψυχή, στον τρόπο του;

Με το θάρρος μόνο του φίλου, με της δικής μου ψυχής μόνο το όπλο, δυο-τρεις φορές ως τώρα έγραψα για τον Γιάννη κείμενα, όπως κι ο Γιάννης για μένα κάποτε, με το θάρρος σχεδόν καθημερινής επαφής εγκάρδιας, αρκετά χρόνια στην Αθήνα, και γλυκά, και δίσεκτα. Με το θάρρος κοινής ζωής και αντίληψης συχνά των στιγμών και των γεγονότων, των προβλημάτων της ζωής, αισθητικής και ουσίας, θέλω να πιστεύω.

Ο Γιάννης Βαρβέρης για μένα με μία φράση, σαν αυτή που τόλμησα σ’ αυτό εδώ το κείμενο να βάλω τίτλο, «H Τρυφερή Αυστηρότητα του Γιάννη Βαρβέρη», θα μπορούσε να περιγραφεί ήρεμα, ήρεμος όπως ξαφνικά φαινόταν κι εκείνος στην κορυφή τρομερών προσωπικών καταιγίδων, σε κύμα σαν μαγικό χαλί επάνω ξαφνικά απογειωμένο, πάνω απ’ όλα τ’ άγρια, από κάθε των σωμάτων εξαντλητική σύγχυση, κι αδυναμία.

Με τον Γιάννη μιλούσαμε στο τηλέφωνο όπως παιδιά του σχολείου, σαν γυμνασιόπαιδα, σαν ακόμη μικρότερα, του Δημοτικού, επίμονα εντός μας αθώοι, συνήθως μην πιστεύοντας στου τόπου αυτού την ανοικονόμητη σχιζοφρένεια, την αιώνια ασυναρτησία. Κι ο Γιάννης ρώταγε σαν παιδί τη γνώμη μου, κι εγώ ρώταγα τον Γιάννη σαν νήπιο τη δική του. Κι ύστερα, πάνω απ’ όλα, είπαμε, πηγαίναμε, από την πολλή συνάφεια των ημερών απελεύθεροι, στης Ποίησης την αήττητη τεχνολογία, όπου ο χρόνος τελείως άλλος, όπου με όποιους πια θέλαμε ήμασταν, με τον Ζακ Πρεβέρ εκείνος, με τον Μπάστερ Κίτον εγώ, με τον Μένανδρο ο Βαρβέρης, με τον Ηρώνδα μου, του Κουμανούδη, εγώ.

Μου είπε μια μέρα στο Φίλιον ο Γιάννης, μόλις μας είχε χαιρετήσει δήθεν ευσεβάστως ένας δημοσιογράφος, κι είχε από κοντά μας απομακρυνθεί: -Το καινούργιο μυθιστόρημα του παιδιού αυτού το έχεις διαβάσει; -Μα δεν έχει γράψει κι αυτός, απ’ όσο ξέρω, κανένα μυθιστόρημα ακόμα. -Το ξέρω, απάντησε ο Βαρβέρης. Αλλά αν γράψει, πες του εμένα να μου το δώσει, γιατί εγώ τώρα που κάνω αιμοκάθαρση έχω καιρό άπλετο εκεί, και μπορεί και να το διαβάσω!

Μιαν άλλη φορά, επειδή με ήξερε αψίκορο: -Σωτήρη, μου είπε, αν είναι να τσακωθούμε εμείς, σε παρακαλώ να μου το πεις από πριν, να το ξέρω, να το προλάβω. Γιατί δεν θέλω εμείς οι δύο ποτέ να τσακωθούμε… (Αγαπούσε πολύ τους φίλους του ο Γιάννης Βαρβέρης, επικριτικά αλλά κι απόλυτα, τον Γιώργο τον Μαρκόπουλο ιδιαίτερα, πιο πολύ απ’ όλους μας. Ασθενής ο Γιάννης, στου Γιώργου τα θέματα υγείας προσέτρεχε, τον φρόντιζε αποτελεσματικά, επίσημα, τις δύσκολες, τις πάρα πολύ δύσκολες μέρες του).

Διαφωνούσαμε σε πράγματα, εγώ νομίζω όχι σε πολλά. Άλλωστε, με διάθεση φιλοπαίγμονα βάλαμε τίτλο «Δεν Συμφωνώ!» στη δημόσια συζήτησή μας για την Ποίηση, τελικά συμφωνώντας σε όλα σχεδόν, ο καθένας μας διατηρώντας τις αδυναμίες του, σε διάλογο όμως ειλικρινή, νομίζω, εμπλεκόμενοι. Ο Βαρβέρης ως ποιητής και ως άνθρωπος ήταν και λακωνικός, και ουσιαστικός. Θα πείτε: -Μα γίνεται το ένα χωρίς το άλλο; Γίνεται. Πολλοί λακωνικοί στο χώρο αυτόν, ανύπαρκτοι ουσιαστικά είναι, μαγικές εικόνες ευσύνοπτης αχρηστοσύνης. Γι’ αυτό τα αναφέρω εδώ και τα δύο μαζί αυτά για τον Γιάννη. Γι’ αυτό κι εγώ και τρυφερά, αλλά κι αυστηρά μαζί, ξεκίνησα να σας τον διηγούμαι.

Έτσι τον γνώρισα εγώ. Και στην κοινή μας ζωή, από του Ποταμίτη, θυμάμαι,  κάποτε μια βραδιά αναγνώσεων το θέατρο, με το «Ράμφος» του αυτός, με τα «Σύρματά» μου εγώ τότε υπό μάλης. Και στα γραπτά του, στις θεατρικές του κριτικές προπαντός κι επίσης, στην ποίησή του όλη, η ευθεία αυτή λέω εγώ υπήρξε η ευθεία του.

Μέχρι βαθείας νεότητος η κάθε του λέξη, η κάθε του έμπνευση, διαρκώς και για πάντα.

Σημείωση: Το κείμενο διαβάστηκε από τον Σωτήρη Κακίση στην εκδήλωση για τον Γιάννη Βαρβέρη, που έλαβε χώρα στο Μέγαρο Μουσικής Αθηνών, τη Δευτέρα 2 Δεκεμβρίου 2013.

kakis242.jpg
O Γιάννης Βαρβέρης από τον Σωτήρη Κακίση
 
 
kakis243.jpg 
Γιάννης Βαρβέρης, Σωτήρης Κακίσης (φωτογραφία: Γιώργος Μαρκόπουλος)