Top menu

Περιεχόμενα Τεύχους 26

Η κερένια κούκλα του Κωνσταντίνου Χρηστομάνου

marinosxristomanos.jpg
Η κερένια κούκλα, μυθιστόρημα, Κωνσταντίνος Χρηστομάνος, Πανεπιστημιακές εκδόσεις Κρήτης 2013

 

Παίζοντας με τους ορισμούς που τόσο ταλαιπώρησαν την Κερένια κούκλα και τον Κωνσταντίνο Χρηστομάνο και προκλήθηκαν από τους συγκαιρινούς του: είτε roman, είτε μυθιστορία (έτσι όπως χρησιμοποιήθηκε ως όρος από τον Αδαμάντιο Κοραή), είτε ρωμανόν και κοινωνικό ρομάντζο, το συγκεκριμένο μυθιστόρημα… ξεσκόνισε τα χρηστά ήθη της εποχής -εκδόθηκε το 1911- φέρνοντας στο προσκήνιο ένα προκλητικό, ηδυπαθές και σαρκικό ménage a trois. Δύο γυναίκες, ένας άντρας, ένα διαφιλονικούμενο πάθος, ο πνιγηρός περίγυρος που περιζώνει, ο ακραίος λυρισμός, ο ιδεαλισμός παιγμένος σε fortissimo και η εμφάνιση κρυφών ειδώλων, στα οποία ο φυσικός διάκοσμος αποκτάει εμφανή χαρακτήρα στο εν εξελίξει δράμα, όλα τούτα μοιάζουν προφανή στις μέρες μας, ήταν όμως πρωτόφαντα για τη λογοτεχνική νόρμα εκείνης της εποχής.

Κι όμως, τούτο το κλασικό τρίγωνο που διαμορφώνουν ο Νίκος, η Βεργινία και η ευειδής, αλλά και άβγαλτη Λιόλια, δεν είναι τίποτα περισσότερο από μια αξιοσημείωτη εισαγωγή στην ιψενική γκάμα θεμάτων.

Κι εδώ ενυπάρχουν οι πάγκοινες ακίδες πεσιμισμού και μελαγχολίας που βρίσκουμε στον  Νορβηγό δραματουργό, ωσαύτως και μια έντονη χροιά δραματικού επιλόγου, καθώς η λύτρωση επέρχεται δια της συντριβής ενός εκάστου. Ετσι που στο τέλος γίνεται πασιφανές πως το μοιραίο άχθος του έρωτα που κουβαλούν αυτά τα τρία πρόσωπα, γίνεται θρίαμβος και τραγωδία σε ίσες ποσότητες. Εν ολίγοις: στην πάλη τους για το ιδανικό πέφτουν ηττημένοι στο πεδίο της μάχης, κουβαλώντας το σύμβολο που απαθανατίζουν.

Η Κερένια κούκλα είναι η μοιραία σύγκρουση της πραγματικότητας με την ιδέα του Ιδανικού (στην περίπτωσή μας του έρωτα) και είναι αυτή ακριβώς η σκιαμαχία που οδηγεί τους ήρωες να περπατούν μεταιχμιακά από την πραγματικότητα στην ονειρική διάσταση και να συλλειτουργούν μέσα σε ένα ρευστό ενδιάμεσο. Μα, εντέλει, η πάλη –αφεύκτως- οδηγεί στην τελική έκβαση που δεν είναι χαρμόσυνη.

Ο Χρηστομάνος αφηγείται τη ζωή δύο νιόπαντρων (Νίκος, Βεργινία) σε μια Αθήνα άλλης εποχής που βρίθει μειονεξιών, κοινωνικής καταπίεσης, διακηρυγμένης κακοπιστίας στις ανθρώπινες σχέσεις, αλλά και σε μια Αθήνα όπου το φως και το φεγγάρι –ιδιαιτέρως το δεύτερο- και το χρώμα της ανθισμένης φύσης, διαμορφώνουν ένα σκηνικό μυστηριακό, βαθύσκιωτο, αισθησιακό, μα και πληγωτικό. Μέσα σε αυτό κινούνται οι ήρωες, φορείς μιας κοινωνικής θέσης που κείται στα χαμηλά της πυραμίδας και ακολουθούν τους δικούς τους ιδιότυπους νόμους της αξιοπρέπειας, της αποδοχής και της ταύτισης με την κοινότητα που τους περιβάλλει πνιγηρά.

Η Βεργινία φέρει ήδη το βάρος της γυναίκας που έχει διαφορά ηλικίας με τον άντρα της, δεν μπορεί να του προσφέρει τον απόγονο και εντέλει καταπέφτει. Τότε εισβάλλει στο σπίτι τους η ζηλευτή Λιόλια που αναστατώνει τη ζωή του ζευγαριού και φουντώνει την ερωτική τύρβη στα στήθη του Νίκου. Τη στιγμή που η Βεργινία καταρρέει στάγδην, τα νεότευκτο –παράνομο- ζευγάρι ζει έναν έρωτα τρυφηλό και μαγεμένο. Η Βεργινία αντιλαμβάνεται τα σημάδια και μαζί με την τελευταία της πνοή αφήνει στο ζευγάρι –ωσάν πικρή παρακαταθήκη- μια άρρητη κατάρα να τους ακολουθεί.

Ό,τι δεν πρόσφερε εκείνη στον Νίκο, του το δίνει αφειδώς η Λιόλια: ένα παιδί. Ενδιαμέσως ο μικρόκοσμος πλάθει υστερικές διηγήσεις, κατακεραυνώνει και υπερθεματίζει, καταδικάζει και επιτίθεται. Ο Νίκος φέρνει με όλες τις τιμές τη Λιόλια στο σπίτι του, εκείνη μένει έγκυος, αλλά ο καρπός της κοιλιάς της είναι εξαρχής… νοθευμένος. Η κερένια κούκλα, το κοριτσάκι του ζευγαριού, είναι ταγμένο στην αφάνεια και όχι στη ζωή. Η πραγματική του… μάνα βρίσκεται στο βασίλειο των νεκρών (Βεργινία) και όχι των ζωντανών. Η κατακρήμνιση της ευτυχίας του Νίκου και της Λιόλιας συντελείται με διαδοχικούς πάταγους. Πρώτα η Βεργινία, μετά το… άνομο τέκνο, εν συνεχεία ο Νίκος και εντέλει η Λιόλια. Ουδείς μένει άκαυτος από την ισχυρή φλόγα της μοίρας. Ανίσχυροι μπροστά στο έκπαγλο της ζωής, βυθίζονται στο τραγικό τέλμα ενός άγραφου νόμου που ορίζει τις τύχες τους.

Ο έρωτας υμνείται δια της πτώσης, η φύση συμπονά, συμπάσχει, συμπαρίσταται, ο κοινωνικός περίγυρος ζει υπό το σκότος των δεισιδαιμονιών, της αμάθειας και της μικροψυχίας.

Ο Χρηστομάνος φέρνει ένα διαφορετικό αέρα στην ελληνική λογοτεχνία με το συγκεκριμένο μυθιστόρημα. Πλάθει ατόφιους χαρακτήρες –δουλεύει μαστορικά τις γυναικείες φιγούρες-, εμφανίζει μια γραφή με έντονα λυρικά στοιχεία, κατάφορτα από συναισθηματικές εκρήξεις στο όριο της πόζας, φτιάχνει ένα μελόδραμα ευρωπαϊκών διαστάσεων και δεν φοβάται να μιλήσει για τις σωματικές ανάγκες των ηρώων του. Κάτι που υπό το φόβο της κατακραυγής θα τον ανάγκαζε να τους ντύσει με τον ψεύτικο μανδύα της τρέχουσας αισθητικής. Ισως, γι’ αυτό το έργο αντιμετώπισε στην εποχή του έντονη πολεμική και «χτυπήθηκε» αρκούντως από τους κριτικούς.

Δεν πρέπει να λησμονούμε πως ο Χρηστομάνος ήταν μια πολύπλευρη και ιδιαίτερη φυσιογνωμία. Ευρυμαθής, πολύτεχνος (ήταν έντονη η παρουσία του και στα θεατρικά δρώμενα), αλλά και αρκετά αμφιλεγόμενος –ίσως βάρυνε μέσα του και η πρόωρη δυσμορφία του-, πάντως, σίγουρα γνώστης πολλών ρευμάτων που αναπτύσσονταν εκείνη την εποχή στην Ευρώπη.

Η παρούσα έκδοση συμπληρώνεται από μια λεπτομερή, εις βάθος ανάλυση της Αγγέλας Καστρινάκη που ενδυναμώσει την ευρύτητα του συγκεκριμένου μυθιστορήματος, σκιαγραφεί το γενικότερο πλαίσιο μέσα στο οποίο γράφτηκε, αναλύει τους κώδικες και τους συμβολισμούς του, αλλά και μας πληροφορεί για τον άνθρωπο Χρηστομάνο. Μια κοπιώδης εργασία που αξίζει να διαβαστεί και ως αυτόνομη από το έργο που την προκάλεσε.

Διονύσης Μαρίνος